ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Η ΠΙΣΤΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Ἐάν ἡ προηγούμενη Κυριακή χαρακτηρίζεται ὡς ἡ ἑορτή τοῦ θριάμβου τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ σημερινή ἀποτελεῖ τήν συνέχεια αὐτῆς τῆς ἑορτῆς, γιατί διαφυλάχθηκε ἀκέραιη ἡ ὀρθόδοξη πίστη μέ τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ γιά τήν «κατά χάριν» θέωση τοῦ ἀνθρώπου ὡς τοῦ ὑψίστου προορισμοῦ του.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος, τοῦ ὁποίου ἡ μνήμη τιμᾶται σήμερα, θεολόγησε ἐπί τῇ βάσει τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως καί τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων. Ἔζησε τόν 14ο αἰ. (1296-1359), σέ μιά ἐποχή ἀνήσυχη καί ταραγμένη.
Διετράνωσε, μέ τόν φωτισμένο ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα νοῦ του καί μέσα ἀπό τήν προσωπική καί ἁγιασμένη ἐμπειρία του, ὅτι ὁ ἀπρόσιτος κατά τήν οὐσία του Θεός εἶναι προσωπική ὕπαρξη. Κινεῖται πρός τό δημιούργημά του, τόν ἄνθρωπο, τόν προσλαμβάνει ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ καί τόν ἐναγκαλίζεται μέ τήν ἄκτιστη χάρη καί ἐνέργεια, χωρίς νά ἐγκαταλείπει τό ἀπρόσιτο φῶς τῆς Οὐσίας Του.
Ἡ ἐν Χριστῷ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου
Ἡ Ἁγία Γραφή καί ἡ Ἐκκλησία μᾶς φανερώνουν ὅτι ἡ ἐν Χριστῷ σωτηρία δέν εἶναι μία μορφή ἠθικῆς βελτιώσεως ἤ ἐξωτερικῆς καλλιέργειας τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἡ δυνατότητα μετοχῆς του στήν ἄκτιστη ζωή τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ καθοριστική γιά τήν πνευματική ζωή τοῦ πιστοῦ ἀλήθεια ἐπισημαίνεται στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα.
Σέ αὐτό τονίζεται ἰδιαιτέρως ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός δέν εἶναι κτίσμα, δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, οὔτε ἕνας ἀπό τούς ἀγγέλους, ἀλλά εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ ζῶντος Θεοῦ. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος χρησιμοποιεῖ τόν προφητάνακτα Δαυίδ (Ψαλμ. 101,26-28) γιά νά κηρύξει τήν πίστη στήν θεότητα τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἀσύγκριτη ὑπεροχή του ἀπέναντι στούς ἀγγέλους καί ὅλη τήν δημιουργία. Γι’ αὐτό καί ἐξαίρει τήν ἰδιότητα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ὡς δημιουργοῦ τῆς γῆς καί τοῦ οὐρανοῦ, δηλαδή τῆς ὁρατῆς καί ἀοράτου κτίσεως «κατ’ ἀρχάς» (Ἑβρ. 1,10). Ἡ ἔκφραση «κατ’ ἀρχάς» εἶναι συνήθης στήν Ἁγία Γραφή (π.χ. Γεν. 1,1. Ἰωάν. 1,1.
Ματθ. 19,4. Β΄ Πέτρ. 3,4). Μέ αὐτήν τονίζεται ἀφενός ἡ ὑπερβατικότητα τοῦ Θεοῦ, καθότι ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἐκτός πάσης ἀρχῆς. Καί ἀφετέρου τό γεγονός ὅτι τήν ἀρχή ὑπάρξεως ἔλαβαν ὅλα τά ὄντα ἀπό τήν δημιουργική ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.
Ἑπομένως, μόνο ἡ Τρισήλιος Θεότητα εἶναι ἄναρχος καί ἀΐδιος καί βρίσκεται πέραν ἀπό κάθε ἀρχή καί χρονικότητα. Γι’ αὐτό ἡ διαφορά μεταξύ κτιστοῦ καί Ἀκτίστου εἶναι ἀσύλληπτη καί ἀνείκαστη.
Στήν περικοπή μας, ἐπίσης, γίνεται ἀναφορά στόν Υἱό ὡς δημιουργό μέ δύο ὑπέροχες δαυιτικές εἰκόνες, οἱ ὁποῖες κατανύσσουν μέ τήν ἁπλότητα τοῦ ἀνθρωποπαθοῦς χαρακτήρα τους, ἐνῶ διακηρύσσουν κατά τρόπο μεγαλειώδη τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ.
α΄. Ὁ Κύριος εἶναι ἐκεῖνος πού θέτει τά θεμέλια τῆς γῆς καί μέ τά χέρια Του κατασκευάζει τούς οὐρανούς (Ἑβρ. 1,10). Ἡ εἰκόνα αὐτή ἀποκαλύπτει τήν ἀγάπη καί τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἐκ τοῦ μηδενός δημιουργία.
β΄. Καί ὅμως, οἱ οὐρανοί κάποτε θά ἐξαφανισθοῦν, ἐνῶ ὁ Θεός αἰώνια θά παραμένει (Ἑβρ. 1,11). Ἐφόσον τά σύμπαντα δημιουργήθηκαν ὑπό τοῦ Θεοῦ σέ κάποια χρονική στιγμή, πού ἀποτελεῖ καί τήν ἀφετηρία τοῦ χρόνου, πρόκειται νά ἔχουν κι ἕνα τέλος. Τό τέλος ἐδῶ δέν εἶναι κάτι σάν ἐπιστροφή στό μηδέν, ἀλλά σημαίνει τήν τελείωση, τήν ὁλοκλήρωση, τήν περάτωση τοῦ σκοποῦ τῆς δημιουργίας.
Ἡ ἀλλαγή τῆς κτίσεως
Στήν ἀρχή τῆς περικοπῆς μας παρατίθεται τό ψαλμικό χωρίο γιά τό τέλος τῆς δημιουργίας (ἀπολοῦνται), τό ὁποῖο ὅμως ἑρμηνεύεται μέ τήν λέξη «ἀλλαγήσονται» (Ἑβρ. 1,12). Τοιουτοτρόπως δίνεται τό σωστό νόημα καί τό περιεχόμενο τοῦ τέλους ὡς ἀναγεννήσεως στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, στόν «καινόν οὐρανόν καί τήν καινήν γῆν» (Ἀποκ. 21,1), ὅπου ὁ Θεός θά ἐξαλείψει τά δάκρυα τῶν ἀνθρώπων καί ὁ θάνατος δέν θά ὑπάρχει πιά.
Καί αὐτή ἡ ἀναγέννηση θά πραγματοποιηθεῖ μέ τήν δύναμη τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἡ ἀρχή τῶν πάντων ἀλλά καί τό τέλος˙ ἡ ἀναδημιουργία τῆς κτίσεως καί τοῦ ἀνθρώπου˙ ἡ καινή ζωή πού προσφέρεται στήν Ἐκκλησία διά τῶν μυστηρίων καί τῆς θεανθρώπινης ζωῆς της.
Ἀρχιμ. Ν. Κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου