Η πάλη με τον Άδη
Μπλάθρας Κωνσταντίνος
Τούτο το Σάββατο του Πάσχα συναντάει ο Ιουδαίος Ιησούς τα έθνη. Τόπος συνάντησης ο Άδης.
«…Ήμουνα φρέσκος εδώ κάτω,
Που είδα κάποιος ισχυρός να μπαίνει
Με νικητή κλαδιά στεφανωμένος»,[1]
φαντάζεται τον Ρωμαίο Βιργίλιο να λέει για τον Ιησού ο Ιταλός Δάντης, στην Κόλαση της «Θείας Κωμωδίας».
Μας δίνει ο Ιησούς από σήμερα το δικαίωμα να του μιλήσουμε ακόμα και με λόγια ελληνικά, με στίχους ποιητών:
«…και ξαναγύρισε ήλιε στη γη
με του θριάμβου σου την κραυγή»,[2]
ζητάει από τον Χριστό, στο «Μέγα Σάββατο», ο Γκάτσος.
Στον Άδη ο Χριστός συνάγει όλη την ανθρωπότητα, από τότε που ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, άνοιξε τα μάτια του σ’ αυτό τον κόσμο, μέχρι και τον τελευταίο άνθρωπο που θα γεννηθεί στη γη.
Νεκρός ο Χριστός κι ολόκληρη η κτίση, μέχρι και τον πιο μακρινό κι αόρατο για μας γαλαξία συνέχεται από τον τρόμο και συστέλλεται στη σιωπή.
«Τὸ φέγγος, οἱ ἀστέρες ἀπεβάλλοντο»,[3]
σαν είδανε νεκρό τον κτίστη τους.
«Τὴν ἄβυσσον ὁ κλείσας, νεκρὸς ὁρᾶται»,[4]
όπως το περιγράφει, στον οίκο και το κοντάκιο της ημέρας, ο Ρωμανός ο μελωδός.
«Τα γυμνά δέντρα γέρνουν πάνω
Στα κιγκλιδώματα των εκκλησιών.
Στην όψη τους καθρεφτίζεται η φρίκη.
[…]
Το στερέωμα της γης τρέμει, συγκλονίζεται:
Κηδεύουν τον ίδιο τον Θεό»,[5]
Θα θρηνωδήσει και ο Μπόρις Πάστερνακ στη «Μεγάλη Εβδομάδα» του Γιούρι Ζιβάγκο.
«Ο Ουρανός Αλληλούια ηχολογάει·
κατά τη γην ερωτεμένος κλίνει·
[…]
Όταν η Πύλη ακούστηκε να σπάει,
τι χλαλοή στον κάτου κόσμο εγίνη!
Χαίρεται μέσα η άβυσσο και άσπρίζει·
ο περασμός του Λυτρωτή σφυρίζει».[6]
Είναι η σειρά του Σολωμού και του «Λάμπρου» να μπουν μαζί με τον Χριστό στον Άδη.
Πόσες φορές δεν προσπάθησε ο αρχαίος άνθρωπος, μέσα από τους μύθους των ποιητών, να προσπελάσει τον Άδη, για να βρει τους αγαπημένους του νεκρούς; Ο Οδυσσέας ταξίδεψε, όπως τον θέλει ο Όμηρος, στη χώρα του Άδη, που το φως του ήλιου δεν τη βλέπει, όπου, όπως λέει, «ἐμὲ δὲ χλωρὸν δέος ᾕρει» (Οδύσσεια, λ 43), «κι εμάν μ’ εκυρίεψε κίτρινος φόβος».[7]
Ο Χριστός, «φυσίζωος νεκρός», όπως τον ονομάζει η υμνολογία, εισβάλλει στον Άδη, με την εξουσία της έσχατης ταπείνωσής του. Είναι Θεός σαρκωμένος και δείχνει τα στίγματα από το μαστίγιο, φέρει τις τρύπες των καρφιών, την πληγή της πλευράς του, κουβαλάει το βάρος του σταυρού της ατίμωσης. Άντι να προφυλαχθεί από τον φρικώδη Άδη με το αίμα των σφαγίων, όπως ο μυθικός εκείνος Οδυσσέας, είναι ο ίδιος το σφάγιο, με το αθώο αίμα του απρόσβλητος από το θάνατο.
Πόση η μεγαλοσύνη του Θεού μα πόση και η δύναμη του ανθρώπου! Ο Θεός, που έκτισε τον κόσμο έπλασε τον άνθρωπο, κατέβηκε να ζήσει μαζί του και να πεθάνει για να τον σώσει από τη φθορά και το θάνατο. Μα πόση και η χαρισμένη από τον Θεό δύναμη στους ανθρώπους. Δε δίστασαν να δικάσουν και να θανατώσουν τον ίδιο το Θεό! Ο θάνατος όμως δεν είναι το τέλος της ιστορίας, ο θεάνθρωπος Χριστός τον νικάει, χαρίζοντας ζωή και σ’ αυτούς ακόμα τους σταυρωτήδες, σ’ όλους εμάς.
Ο Χριστός, το παλικάρι που πάλεψε με τον Άδη και τον νίκησε εντέλει, κοιμάται σήμερα για να αναστηθεί αύριο, δοξάζοντας το ανθρώπινο κορμί με δόξα που ξεπερνάει ακόμα και τη φαντασία των ποιητών. Ο άνθρωπος θα καθίσει δίπλα στον Θεό, το ανθρώπινο σώμα «ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός», στην Αγία Τριάδα.
Όλη η κτίση θα σκύψει με σεβασμό σ’ αυτό το μεγαλείο, μέχρι και τα πιο ταπεινά έντομα, μέχρι και το χθαμαλό χορτάρι θα προσκυνήσουν το μέγα μυστήριο του εθελούσιου θανάτου του Θεού.
Σήμερα ο Χριστός κοιμάται στον Άδη. Αύριο θα επιστρέψει στους φίλους του, θα πορευθεί και θα φάει μαζί τους…
Μπλάθρας Κωνσταντίνος, Δέκα σκαλιά για την Ανάσταση, 1η έκδ., Αθήνα, Μαΐστρος, 2008.
[1] Ντάντε Αλιγκιέρι, Η Θεία Κωμωδία: Η Κόλαση, εκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, σ. 52.
[2] Νίκος Γκάτσος, Όλα τα Τραγούδια, εκδόσεις Πατάκη, σ. 602.
[3] Ρωμανός ο μελωδός, όρθρος του μεγάλου Σαββάτου, ο οίκος.
[4] Ρωμανός, ο.π., κοντάκιον, ήχος β΄.
[5] Μπόρις Πάστερνακ, Δόκτωρ Ζιβάγκο, εκδόσεις Ποταμός, 2006, σ. 538.
[6] Διονυσίου Σολωμού, Ο Λάμπρος. Ποιήματα και πεζά, εκδόσεις Στιγμή, σ. 172.
[7] Ομήρου Οδύσσεια, εκδόσεις Μαΐστρος, σ. 203.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου