ΠΕΡΙΠΑΤΟΙ ΣΤΗ ΓΑΛΙΛΑΙΑ - ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ ΛΟΥΚΑ - Ο ΤΥΦΛΟΣ ΚΑΙ ΟΙ «ΤΥΦΛΟΙ»
Παρασκευή, 30 Νοέμβριος 2007 02:00
|
|||
|
Είναι οι συνειδήσεις εκείνες που, ναρκωμένες από το αφιονιστικό δηλητήριο του εγωϊσμού, της ευμάρειας, του ατομισμού και της παθολογικής άρνησης για προσωπική ταπείνωση και μετάνοια, για ανοχή του «άλλου» δίπλα, δεν μπορούν να οδηγούνται σε δυνατές υπερβάσεις ελευθερίας. Δεν μπορούν να αποδέχονται την ελπίδα και την αγάπη, τον αγώνα και την αγωνία της ελευθερίας, σαν θεϊκή δωρεά και όχι «κατάκτηση» κοινωνικών αγώνων ή παραταξιακών επιτυχιών. Είναι οι υπάρξεις που επιμένουν να παραμένουν αγκυλωμένες σε αφελή και ευτελή ατομικά «δικαιώματα», δίχως να διαθέττουν τον εσωτερικό οπλισμό, ώστε νΆ αναταράζουν κάποτε- κάποτε τον χώρο της συνείδησής τους και νΆ αντλούν από αυτόν το ζωηφόρο οξυγόνο της πίστης. Για να υπάρχουν, να κινούνται και να ζουν αθόλωτα, αληθινά και ελεύθερα. Όπως ο τυφλός του Ιερού Ευαγγελίου, τον οποίο δεν γονάτισε τον πυκνό σκοτάδι μέσα στην δίνη του οποίου στροβιλιζόταν ασίγαστα, αλλά η συνείδηση του, όρθια, φωτεινή και δυνατή, τρεφόταν από τον Ουρανό και ομολογιακά αναζητούσε τον Χριστό. ΑΆ Ο τυφλός με απαράμιλλη εγκαρτέρηση? με συγκλονιστικά υψηλή στάση αναμονής, απελευθερωμένος από το πνυκτικό τοίχος της σωματικής του τύφλωσης έβλεπε μακρυά. Με την ισχυρή αντίσταση της όρθιας συνείδησής του ξεπερνούσε το μικρό φράγμα της τύφλωσης των οφθαλμών του και προσέγγιζε τα τίμια κράσπεδα της θείας Αγάπης. Κάτω από τον παρήγορο ίσκιο του Χριστού αναπαυόνταν. Η βεβαιότητα της φιλάνθρωπης παρουσίας Του τον ξεκούραζε και του προσέφερε δυνάμεις λυτρωτικές, δυνάμεις αντίστασης στην σκληρή και αδιφάγο πραγματικότητα και συνέχειας της ελπίδος για το μεγάλο θαύμα. Ο πόνος της στέρησης του φωτός δεν έγινε βαρίδι, που θα τον έσπρωχνε στο αδιέξοδο και την αποτυχία. Αντίθετα μάλιστα! Εξοπλισμένος με δυνατή πίστη, γρανιτένια θέληση και αταλάντευτη αποδοχή του μυστηρίου της θείας Αγάπης ξεπερνούσε τα εμπόδια και βρισκόνταν διαρκώς σε αναμονή. Ζούσε εσωτερικά και με ιερό πάθος την ευλογημένη στιγμή της συνάντησής του με τον Μεγάλο Ιατρό. Η πίστη του αμάραντη, θερμουργός και ζωντανή παρέμενε αληθινή, έστω και αν πέρασε τις δυσκολίες που περνάει ο χρυσός μέσα στο πυρωμένο χωνευτήρι. Και συνέβη αυτό γιατί ο τυφλός ζούσε διαρκώς στην πυρωμένη μεθόριο της αλήθειας. Δεν λειτουργούσε όπως ο Χαμελαίοντας αλλάζοντας το χρώμα του δέρματός του ανάλογα με τις ευκαιριακές ελπίδες και τις στιγμιαίες υποσχέσεις, που συχνά εισέπραττε. Δεν μεταλλάσσονταν κάτω από την πίεση διαφόρων περιστάσεων ή περιπτώσεων προκειμένου να πετύχει οφέλη, που ενώ θα του προσέφεραν κάποια ευχαρίστηση θα τον κρατούσαν όμως δέσμιο στο σκοτάδι του. Ζούσε αληθινά, έστω και αν «εισέπραττε» βάσανα, ταλαιπωρίες, ευτελισμό και περιθωριοποίηση. Η πίστη του στον Χριστό ήταν «λίθος» αμετακίνητος, άνθος ευώδες μέσα στην αγριότητα και την ασχήμια της εποχής του. Αυτή τον εμπότιζε κατάβαθα με την διαπίστωση του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου: «Είμαι μικρός και μεγάλος, ταπεινός και υψηλός, θνητός και αθάνατος, επίγειος και Ουράνιος». Έτσι διασφάλιζε το αντιστασιακό του φρόνημα όρθιο και λειτουργικό. Δεν το νόθευε με στιγμιαίες και ψευδείς συμφεροντολογικές θέσεις, ώστε να το μεταβάλλει σε λοιμώδες μικρόβιο, που θα τον σκότωνε υπαρξιακά, ύστερα από την οδύνη μιας σκληρής αιχμαλωσίας. Σεβόταν απόλυτα και δεχόταν ανεπιφύλακτα την αγάπη του Θεού και, όπως ο Μ. Βασίλειος τόνιζε, αποδεχόνταν πως ο άνθρωπος είναι «σύνθετος εκ ψυχής και σώματος, η σάρκα είναι από την γη και η ψυχή είναι από τον Ουρανό». Έτσι έδειξε θαυμαστή υπομονή και εγκαρτέρηση στο καθημερινό του μαρτύριο και δεν υπεχώρησε από τα σύνορα της πίστης στον Χριστό. Δεν παρέδωσε τα πνευματικά του όπλα κάτω από την βαρειά και εφιαλτική πίεση του προσωπικού του δράματος, γιατί παρέμενε άν-θρωπος, ύπαρξη που έβλεπε ψηλά, την τροφοδοτούσε ο Ουρανός, την στήριζε η πίστη σΆ Εκείνον. Δεν συμβιβάστηκε με την αλλοτρίωση, την ευτέλεια της λογικής και το φτηνό συμφέρον. Παρέμεινε στα υψηλά και εύθραυστα όρια της ανθρώπινης μεγαλωσύνης και γιΆαυτό άκουσε το σωτήριο και ελπιδοφόρο: «η πίστη σου σε έσωσε». Ο Μ. Βασίλειος επισημαίνει, πως «η πίστη στον Χριστό είναι ιμάτιο των Χριστιανών». Ο ιερός Χρυσόστομος υπογραμμίζει, ότι «δεν ωφελεί καθόλου να είναι κανείς τοπικά κοντά στον Χριστό, εάν δεν είναι κοντά του με την πίστη». ΒΆ Ο τυφλός επίμονα αναζητούσε τον Χριστό. Και από την θεία Του πνοή έλαβε φως, έπνιξε το σωματικό του σκοτάδι. Πόσα έχει να διδάξει σε όλους μας αυτή του η στάση! Σε μας, που, θολωμένοι και συγχυσμένοι από τον υλισμό της εποχής, κουρασμένοι και αποκαμωμένοι από τα σκληρά αδιέξοδα της, χτυπημένοι υπαρξιακά από το αδιφάγο πάθος της καλοπέρασης και του βολέματος δεν αντέχουμε σε πνευματικές πορείες ή περιπέτειες. Ό,τι μας βολεύει το θέλουμε και θυσιαστικά το επιζητούμε. Ότι όμως μας οδηγεί σε αγώνες και εσωτερική ανησυχία το προσπερνάμε αδιάφορα. Και το αντικρύζουμε ασυγκίνητα. Μήπως ήλθε η ώρα να προβληματιστούμε από την στάση του τυφλού της Ευαγγελικής περικοπής; Μήπως η τραγωδία των κηρύκων του «θανάτου» του Θεού και των τραγικών θυμάτων τους, που αναταράσσουν διαρκώς την εύθραυστη επιφάνεια της κοινωνίας με πράξεις εγκληματικές, θα πρέπει να μας οδηγήσει σε μια ουσιαστική αλλαγή πορείας και συμμόρφωση ζωής; Ο λόγος του Θεού στον Όσιο Σιλουανό, «κράτησε την ψυχή σου στον ¶δη και μη απελπίζου», ο λόγος του Χριστού στον τυφλό, «η πίστη σου σέσωκε σε» είναι επίσημοι βατήρες εκτίναξης και σωτηρίας. Eίναι ισχυρά ζωντανά κύτταρα ελπίδος, που μεταφέρουν ευτυχία. Ο Χριστός μας καλεί διαρκώς σε μια ζωής ελπίδος. Η συνάντηση μΆ Εκείνον ανοίγει το «κεφάλαιο της σωτηρίας μας» και ανθίζει την μαραμένη ύπαρξη μας. Μας χορηγεί, όπως τονίζει διαχρονικά ο Ιερός Ιγνάτιος, «το αντίδοτο του θανάτου, το φάρμακο της αθανασίας». Η Εκκλησία, που είναι τα δύο απλωμένα χέρια του Χριστού, τα οποία περισφύγγουν διασωστικά την δημιουργία, μας καλεί σε συνάντηση μαζί Της. Αν επιθυμούμε να ζήσουμε αληθινά και Θεανθρώπινα. Μέσα στο ιερό και ζωηφόρο «μυστήριο των μυστηρίων», στην Ευχαριστία του Θεού, ο καθένας μας αποκτά την δυνατότητα να συναντήσει τον Χριστό, να γίνει ένα μαζί Του με την Χάρη των Αγίων μυστηρίων. Και ταυτόχρονα να γευθεί υπαρξιακά την ανείπωτη, την γνήσια χαρά της θεϊκής ευεργεσίας, όπως την έζησε ο τυφλός. Είναι ιδιαίτερα συγκλονιστικός ο λόγος του Χριστού, που έρχεται με το στόμα του ιερού Χρυσοστόμου: «Για σένα, παιδί μου, πτύσθηκα, ραπίσθηκα, κενώθηκα από την δόξα μου, άφησα τον Πατέρα και ήλθα σΆεσένα που με μισείς και με αποστρέφεσαι. Έτρεξα προς εσένα για να σε κάμω δικό μου. Σε συνέδεσα με τον εαυτό μου. Και στον ουρανό επάνω σε έχω και κάτω στη γη είμαι ενωμένος μαζί σου». Ο παραπάνω λόγος του ιερού Πατρός επεξηγεί, γιατί εκείνος που βρίσκεται απέναντι από την αγάπη το Θεού, εκείνος που αρνείται την ελευθερία και την ελπίδα του Χριστού, συχνά φανερώνεται αιχμάλωτος φτηνών εγκόσμιων υλιστικών σχημάτων και υπηρετεί την αστοχία. Εξάλλου, ο κάθε άνθρωπος ζει μια συγκλονιστική πρόκληση. Ανάλογα με την απάντησή του βιώνει το μυστήριο της ζωής ή στην ασίγαστη φορά της φθοράς. Κάτι τέτοιο επισημαίνει ο ιερός Χρυσόστομος τονίζοντας: «Με την γέννηση του Χριστού λύθηκαν τα μακροχρόνια δεσμά, ο Διάβολος καταντροπιάσθηκε, οι δαίμονες δραπέτευσαν, ο θάνατος καταργήθηκε, ο Παράδεισος ανοίχθηκε, η κατάρα εξαφανίσθηκε, η αμαρτία διώχθηκε, η πλάνη απομακρύνθηκε, η αλήθεια επανήλθε και ο λόγος της ευσέβειας σπάρθηκε και διαδόθηκε παντού. Ο ουράνιος τρόπος ζωής φυτεύτηκε στην γη, οι ¶γγελοι επικοινωνούν με τους ανθρώπους και οι άνθρωποι χωρίς φόβο συνομιλούν με τους Αγγέλους. Γιατί; Επειδή ο Θεός ήλθε στην γη και ο άνθρωπος ανέβηκε στον ουρανό». Ο τυφλός, μέγας μηνύτορας της ελπίδος στα διάσελλα της ιστορίας, δείχνει τον δρόμο της ζωής. Σε όσους επιθυμούν ελεύθερα και αληθινά να συναντήσουν σήμερα το Χριστό στην Εκκλησία, που είναι το ιερό Του Σώμα. Εξάλλου, η «θυσία του Χριστού έγινε για όλους τους ανθρώπους, η προσφορά του έγινε για όλη την γη». Οι άλλοι, οι απέναντι του Χριστού, θΆαργοσβήνουν, δίχως ανάσα ζωής, θολωμένοι και πνιγμένοι στο πνευματικό κα ιδεολογικό καυσαέριο. Οι συνοδοιπόροι του Χριστού θα φτερουγίζουν δυναμικά και ελεύθερα. Πρωτοπρεσβύτερος ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΖΑΜΠΕΛΗΣ |