ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 30 Μαρτίου 2013

Κείμενο και ερνηνεία της Β΄ στάσης των Χαιρετισμών.

Οι χαιρετισμοί στην Παναγία είναι υμνωδία που ο κάθε πιστός χαίρεται ιδιαίτερα να διαβάζει την μεγάλη Τεσσαρακοστή διαβάζονται κάθε παρασκευή και για πέντε συναπτές εβδομάδες.
Τα νοήματα των χαιρετισμών είναι υψηλά και βαθειά και θεωρούμε πολύ χρήσιμη μία μικρή σύντομη ερμηνεία.

Β’ ΣΤΑΣΗ
‘Ηκουσαν οι ποιμένες των Αγγέλων υμνούντων, την ένσαρκον Χριστού παρουσίαν. Και δραμόντες ως προς ποιμένα, θεωρούσι τούτον ως αμνόν άμωμον, εν τη γαστρί Μαρίας βοσκηθέντα, ην υμνούντες είπον.
‘Οταν οι ποιμένες άκουσαν τούς αγγέλους να υμνούν την παρουσία του Χριστού ανάμεσα στους ανθρώπου ως ανθρώπου έτρεξαν στο σπήλαιο να τον δουν.Περίμεναν να δουν ποιμένα και απεναντίας τον είδαν σαν άμωμο αρνί που είχε βοσκήσει και θραφεί μέσα στην κοιλιά της Μαρίας.Και τότε έκθαμποι της είπαν
Χαίρε, Αμνού και Ποιμένος μήτηρ. Χαίρε, αυλή λογικών προβάτων.
Η Παναγία είναι μητέρα του ποιμένος όλων των ανθρώπων και του αμνού του θεού. Είναι ακόμα η μάνδρα των λογικών προβάτων, εκείνη δηλαδή που κλείνει στην αγκαλιά της όλους τους πιστούς.

Χαίρε, αοράτων εχθρών αμυντήριον. Χαίρε, παραδείσου θυρών ανοικτήριον.
Ασπίδα μας εναντίον των αοράτων εχθρών και εναντίων των δαιμόνων είσαι Παναγία μας.Και κλειδί που μας άνοιξες πάλι τις πόρτες του παραδείσου.
Χαίρε, ότι τα ουράνια συναγάλλεται τη γη. Χαίρε, ότι τα επίγεια συγχορεύει ουρανοίς.
Χάρη σε σένα ευφραίνονται μαζί ουρανός και γη, κι όλα τα κτίσματα ενωμένα δοξάζουν τον Κύριο.
Χαίρε, των Αποστόλων το ασίγητον στόμα. Χαίρε, των Αθλοφόρων το ανίκητον θάρσος.
Οι απόστολοι σε είχαν για ασίγητο στόμα τους, και από σένα έπαιρναν το υπερφυσικό τους θάρρος και δύναμη οι μάρτυρες
Χαίρε, στερρόν της πίστεως έρεισμα. Χαίρε, λαμπρόν της χάριτος γνώρισμα.
Χαίρε στήριγμα ασάλευτο της πίστεως. Χαίρε λαμπρό αποτέλεσμα της Θείας χάριτος.
Χαίρε, δι’ ης εγυμνώθη ο άδης. Χαίρε, δι’ ης ενεδύθημεν δόξαν.
Εξ’αιτίας σου γυμνώθηκε από την δυναμή του ο θάνατος κι εμείς φορέσαμε τη δόξα.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Θεοδρόμον αστέρα, θεωρήσαντες Μάγοι, τη τούτου ηκολούθησαν αίγλη. Και ως λύχνον κρατούντες αυτόν, δι’ αυτού ηρεύνων κραταιόν άνακτα. Και φθάσαντες τον άφθαστον, εχάρησαν αυτώ βοώντες.
Αλληλούια.
Οι μάγοι είδαν τον αστέρα, που είχε ανάψει ο Θεός στον ουρανό και τον ακολούθησαν. Το άστρο αυτό ήταν σαν λυχνάρι, που κρατώντας το στα χέρια, έψαχναν στο φως του για τον βασιλέα του παντός. Έφθασαν έτσι μπροστά στον άφθαστο εις δόξαν και χάρηκαν και του φώναξαν Αλληλουία.
‘Ιδον παίδες Χαλδαίων, εν χερσί της Παρθένου, τον πλάσαντα χειρί τους ανθρώπους. Και δεσπότην νοούντες αυτόν, ει και δούλου έλαβε μορφήν, έσπευσαν τοις δώροις θεραπεύσαι, και βοήσαι τη ευλογημένη.
Οι μάγοι, που είχαν έλθει από τη μακρινή Χαλδαία, είδαν στα χέρια της Παρθένου αυτόν που τα χέρια Του έπλασαν τους ανθρώπους. Τον είδαν Κύριο του παντός, παρ’ όλο ότι είχε πάρει μορφή δούλου, μορφή ανθρώπινη, κι έσπευσαν να του προσφέρουν τα δώρα τους σαν σε Βασιλέα και να φωνάξουν στην ευλογημένη μητέρα Του τα εξής.
Χαίρε, αστέρος αδύτου μήτηρ. Χαίρε, αυγή μυστικής ημέρας.
Χαίρε, συ που γέννησες τον αστέρα που δεν δύει ποτέ. Χαίρε, αυγή μιας καινούργιας ημέρας με φως μυστικό, θείο, πνευματικό.
Χαίρε, της απάτης την κάμινον σβέσασα. Χαίρε, της Τριάδος τους μύστας φωτίζουσα.
Έσβησες Κόρη του Θεού την κολασμένη φωτιά της αμαρτωλής γνώσεως, και φωτίζεις τους μύστες της Αγίας Τριάδος.
Χαίρε, τύραννον απάνθρωπον εκβάλουσα της αρχής. Χαίρε, Κύριον φιλάνθρωπον επιδείξασα Χριστόν.
Γκρέμισες ακόμα από τον θρόνο του τον τύραννο διάβολο, και μας φανέρωσες τον φιλάνθρωπο Κύριο.
Χαίρε, η της βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας. Χαίρε, η του βορβόρου ρυομένη των έργων.
Μας λυτρώνεις από τη θρησκεία των ειδώλων, μας σώζεις από τη λάσπη των κακών έργων.
Χαίρε, πυρός προσκύνησιν παύσασα. Χαίρε, φλογός παθών απαλλάττουσα.
Έβαλες τέλος στην προσκύνηση του πυρός, που λάτρευαν οι αρχαίοι λαοί και μας απάλλαξες από την φλόγα των παθών.
Χαίρε, πιστών οδηγέ σωφροσύνης. Χαίρε, πασών γενεών ευφροσύνη.
Είσαι οδηγός σωφροσύνης για τους πιστούς. Είσαι η ευφροσύνη όλων των γεννεών.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Κήρυκες θεοφόροι, γεγονότες οι Μάγοι, υπέστρεψαν εις την Βαβυλώνα, εκτελέσαντές σου τον χρησμόν, και κηρύξαντές σε τον Χριστόν άπασιν, αφέντες τον Ηρώδην ως ληρώδη, μη ειδότα ψάλλειν Αλληλούια.
Έγιναν οι μάγοι κήρυκες θεοφόροι και γύρισαν στη Βαβυλώνα, αφού συμμορφώθηκαν με το πρόσταγμα του Αγγέλου να μην περάσουν από τα Ιεροσόλυμα όπου τους περίμενε ο Ηρώδης για να μάθει από το στόμα τους που είχε γεννηθεί, ο Χριστός. Γύρισαν στην πατρίδα τους και κήρυξαν σε όλους τον Χριστό, αφήνοντας στα παραμιλητά του τον Ηρώδη, που δεν ήξερε να ψάλλει Αλληλουία.
Λάμψας εν τη Αιγύπτω, φωτισμόν αληθείας, εδίωξας του ψεύδους το σκότος. Τα γαρ είδωλα ταύτης Σωτήρ, μη ενέγκαντά σου την ισχύν πέπτωκεν, οι τούτων δε ρυσθέντες, εβόων προς την Θεοτόκον.
Όταν ο Ιωσήφ και η Παναγία πήραν τον Χριστό κι έφυγαν στην Αίγυπτο για να γλυτώσουν το Θείο Βρέφος από τη μανία του Ηρώδη, έλαμψε σ’ εκείνη τη χώρα το φως της αληθείας. Και τα είδωλά της, μην αντέχοντας την παρουσία του Σωτήρος, γκρεμνίσθηκαν μόνα τους. Κι όσοι σώθηκαν απ’ αυτά, φώναξαν στην Θεοτόκο:
Χαίρε, ανόρθωσις των ανθρώπων. Χαίρε, κατάπτωσις των δαιμόνων.
Χαίρε συ που είσαι η ανόρθωση και η σωτηρία των ανθρώπων. Χαίρε συ που είσαι το γκρέμισμα των δαιμόνων.
Χαίρε, της απάτης την πλάνην πατήσασα. Χαίρε, των ειδώλων τον δόλον ελέγξασα.
Πάτησες και συνέτριψες την πλάνη και την απάτη. Απέδειξες τη δολερότητα των ειδώλων.
Χαίρε, θάλασσα ποντίσασα Φαραώ τον νοητόν. Χαίρε, πέτρα η ποτίσασα τους διψώντας την ζωήν.
Όπως η ερυθρά θάλασσα, κατά την έξοδο των Εβραίων από την Αίγυπτο, σκέπασε με τα κύματά της τον Φαραώ, που τους κατεδίωκε, έτσι και συ κατεπόντισες σαν άλλη θάλασσα τον νοητό Φαραώ, δηλαδή τον διάβολο και τα στρατεύματά του. Κι όπως ο βράχος στην έρημο, που τον χτύπησε ο Μωυσής με το ραβδί του, ανάβρυσε νερό, έτσι κι εσύ σαν άλλους Ισραηλίτες ξεδιψάς όσους διψούν την αληθινή ζωή, μέσα στην πνευματική έρημο του κόσμου.
Χαίρε, πύρινε στύλε οδηγών τους εν σκότει. Χαίρε, σκέπη του κόσμου πλατυτέρα νεφέλης.
Όπως η πύρινη στήλη οδηγούσε τη νύχτα τους Εβραίους στην έρημο, έτσι κι εσύ μας οδηγείς μέσα στα πνευματικά σκοτάδια. Κι όπως η φωτεινή νεφέλη τους σκέπαζε την ημέρα, έτσι κι εσύ σκεπάζεις τον κόσμο, πλατύτερη από νεφέλη.
Χαίρε, τροφή του μάννα διάδοχε. Χαίρε, τρυφής αγίας διάκονε.
Είσαι η τροφή που διαδέχθηκε το μάννα και η διάκονος των αγίων απολαύσεων.
Χαίρε, η γη της επαγγελίας. Χαίρε, εξ ης ρέει μέλι και γάλα.
Όπως η γη της επαγγελίας ήταν το ωραίο τέρμα της πορείας του Ισραήλ έτσι είσαι και συ για μας η γη που μας υποσχέθηκε ο θεός από την οποία ρέει η χαρά και η ειρήνη.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Μέλλοντος Συμεώνος, του παρόντος αιώνος, μεθίστασθαι του απατεώνος, επεδόθης ως βρέφος αυτώ, αλλ’ εγνώσθης τούτω και Θεός τέλειος Διόπερ εξεπλάγη σου την άρρητον σοφίαν κράζων Αλληλούια.
Όταν επρόκειτο ο βαθύγερος Συμεών να φύγει από αυτόν τον απατηλό κόσμο αξιώθηκε να δεχθεί στις αγκάλες του τον Θεό ως βρέφος.Και γεμάτος έκπληξη για την ανείπωτη σοφία του θεού αναφώνησε Αλληλούια.

ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΓΡ.ΠΑΛΑΜΑ) π.ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ ΒΕΛΕΤΖΑΣ

Κυριακή Β΄ Νηστειών
Μάρκ. 2, -12
Ακούσαμε σήμερα τον Ευαγγελιστή Μάρκο να μας διηγείται την θεραπεία ενός παραλύτου στην Καπερναούμ, όπου ο Χριστός είχε πάει για να διδάξει τον λαό. Ως συνήθως, στο σπίτι που βρισκόταν επικρατούσε το αδιαχώρητο, από το πλήθος που είχε συναχθεί για να Τον ακούσει, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι που μετέφεραν τον παράλυτο να μη μπορούν να προσεγγίσουν. Αποφασίζουν λοιπόν να χαλάσουν την στέγη, να αφαιρέσουν δηλαδή τα κεραμίδια και να κατεβάσουν με σχοινιά το κρεβάτι με τον παράλυτο μπροστά στα πόδια του Ιησού. Εκείνος, μόλις είδε την πίστη των ανθρώπων, λέει στον παράλυτο "παιδί μου, οι αμαρτίες σου έχουν συγχωρεθεί". Αγανάκτησαν οι γραμματείς, καθώς σκέφτηκαν ότι μόνον ο Θεός έχει την εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες, και ο καρδιογνώστης Κύριος τους ρωτά "γιατί σκέφτεστε πονηρά; τί είναι ευκολότερο, να πω ότι συγχωρούνται οι αμαρτίες σου, ή σήκω και πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα;" Και για να δείξει σε όλους ότι έχει την εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες, στρέφεται στον παράλυτο και τον διατάζει να σηκωθεί. Κι εκείνος σηκώθηκε, πήρε το κρεβάτι του στους ώμους και επέστρεψε στο σπίτι του, αφήνοντας πίσω του όλους να δοξάζουν τον Θεό και να λένε ότι ποτέ δεν είχαν δει τόσο μεγάλο θαύμα.
Η διήγηση αυτή δεν έχει τεθεί τυχαία μέσα στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, και μάλιστα την δεύτερη Κυριακή, που βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή της νηστείας. Μέσα από το θαύμα που επιτελεί ο Χριστός, τονίζει τη σπουδαιότητα και την σημασία της αφέσεως των αμαρτιών μας από τον Θεό, σημασία πολύ μεγαλύτερη από την ίαση οποιουδήποτε σωματικού νοσήματος. Συχνά παρακαλούμε τον Θεό να μας βοηθήσει και να μας απαλλάξει από προβλήματα που σχετίζονται με τη σωματική μας ακεραιότητα, με την υγεία μας, ή άλλοτε με τις βιοτικές μας ανάγκες και την σκληρή καθημερινότητα. Και είναι αλήθεια ότι τις περισσότερες φορές ανταποκρίνεται στα αιτήματά μας, ιδιαίτερα όταν αυτά συνοδεύονται με πίστη, με ζέση καρδιάς. Ωστόσο, πέρα από τα καθημερινά, πέρα από τα υλικά ή τα θέματα που άπτονται της υγείας, βρίσκεται η ανάγκη για την παρά Θεού συγχώρεση, για την άφεση των αμαρτιών μας, για την αποκατάσταση της αγαπητικής σχέσεως με τον Θεό και τον πλησίον, μέσα από την χάρη και την ευεργεσία του Αγίου Πνεύματος.
Επομένως, αν θεωρούμε σημαντική την ανταπόκριση του Θεού στα κάθε είδους αιτήματά μας, ακόμη περισσότερο σημαντικό είναι να ανταποκρίνεται στο αίτημά μας για άφεση των αμαρτιών μας. Την Κυριακή του Ασώτου είδαμε την σημασία της επιστροφής του ανθρώπου στον Θεό, που με ταπείνωση λέει: "Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου". Σήμερα βλέπουμε τη σπουδαιότητα της πρότασης του Θεού: "Τέκνον, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου". Αν με ένα Του λόγο θεραπεύει το παράλυτο σώμα και το κάνει πιο δυνατό από ποτέ, και ο λόγος Του που συγχωρεί την αμαρτία είναι εξίσου θεραπευτικός για τις λαβωμένες καρδιές μας, και εξίσου αναζωογονητικός για τις ψυχές μας. Δεν χρειάζεται πολύς χρόνος. Μόνο μια λέξη από τον Θεό, μια ανταπόκριση στο αίτημά μας για συγγνώμη.
Ζητούμενο βέβαια για την ανταπόκριση εκ μέρους του Θεού, δεν είναι άλλο από την πίστη. Η πίστη είναι αυτή που ελκύει το έλεος και την αγάπη του Θεού, η πίστη είναι αυτή που κάνει δυνατή την πραγματοποίηση του θαύματος. Αν διαβάσουμε την Καινή Διαθήκη, θα δούμε ότι σε κάθε θαύμα, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η πίστη προς τον Θεό. Πολλοί άνθρωποι, τόσο στις μέρες μας όσο και παλαιότερα, ζητούν να δουν ένα θαύμα για να πιστέψουν, δικαιολογώντας τρόπον τινά το έλλειμμα πίστεως μέσα τους, ή την αμφισβήτηση σε κάθε τι που υπερβαίνει τα όρια του αισθητού ή της επεξεργασίας μέσα από τη λογική. Όμως ακόμα κι αν δουν κάποιο θαύμα, σπεύδουν και πάλι να το αμφισβητήσουν, σπεύδουν και πάλι να απιστήσουν, προφασιζόμενοι ακόμη και τα πιο απίθανα πράγματα, ακόμη και τα πιο παράλογα, οτιδήποτε μπορεί να σταθεί ως δικαιολογία για την απιστία τους.
Αυτά τα δύο στοιχεία, την ανάγκη για σταθερή πίστη προς τον Θεό και την ανάγκη να στραφούμε στην ίαση του πνευματικού μας κόσμου διά της αφέσεως των αμαρτιών μας από τον ίδιο τον Θεό, μας τονίζει η σημερινή περικοπή. Μας παροτρύνει δηλαδή να μη μείνουμε μόνο στα εξωτερικά στοιχεία της Σαρακοστής, την νηστεία δηλαδή και την προσευχή, αλλά να επιμείνουμε στην καλλιέργεια της πίστεως και στην επιμέλεια για την ίαση και αποθεραπεία της ψυχής μας. Μόνο τότε θα είναι αποτελεσματικός ο αγώνας μας, ειδικά τούτη την περίοδο, όταν ασχοληθούμε εντατικά και με τον έσω άνθρωπο, με τα πάθη μας που δεν είναι ευδιάκριτα, κι όμως συχνά ταλαιπωρούν την ψυχή μας και παραλύουν τις πνευματικές μας δυνάμεις. Ας μη ξεχνάμε επομένως στις προσευχές μας να εκζητούμε με πίστη τη συγγνώμη του Θεού, και να είμαστε βέβαιοι ότι θα φροντίσει και για κάθε άλλο θέμα μας απασχολεί, όπως άλλωστε ο ίδιος ο Χριστός έχει πει.

Β΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ) «Καί ἐξορύξαντες χαλῶσι τόν κράββατον» εκ της Ιερλας Μητροπόλεως Παροναξίας

            Δεύτερη Κυριακή των Νηστειών αγαπητοί αδελφοί, και η Αγία μας Εκκλησία μαζί με την φλογερή πίστη των φίλων του παραλύτου, όπου χάλασαν τη στέγη του σπιτιού και κατέβασαν τον άρρωστό τους στα πόδια του Χριστού, εορτάζει και τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, Επίσκοπο Θεσσαλονίκης, τον θαυματουργό.
            Ο Άγιος Νικόδημος ο Νάξιος λέγει για τον Άγιο Γρηγόριο ότι ο Θεόας μας τον έκανε φίλο του, διδάσκοντάς του τα Θεία μυστήρια και δίνοντάς του τα χαράσματα της διοράσεως και προοράσεως εκείνων που θα γίνουν μετά πολύ καιρό, ακόμα το χάρισμα της θείας συγγραφής ώστε να οδηγήσει και τους άλλους ανθρώπους στην αγάπη του Χριστού, στην αληθινή πίστη και ζωή της Ορθοδοξίας.
            Πολυβασανισμένος και εξορισμένος από τον επισκοπικό θρόνο της Θεσσαλονίκης, επέστρεφε για να στηρίξει και να υπερασπιστεί την ορθόδοξη πίστη από τις αιρετικές δοξασίες των Δυτικών χριστιανών, ως που επικράτησε η ορθότητα και αγιότητα της πνευματικής του εμπειρίας, ότι δηλαδή ο Θεός μπορεί να βιωθεί μέσα σε κάθε καθαρή και ευλογημένη καρδιά, γι΄ αυτό απέρριπτε πως Τον Θεό μπορούμε να Τον γνωρίσουμε με το μυαλό και τη λογική!
            Κάτι τέτοιο είδαμε και σήμερα στην Ευαγγελική περικοπή, όταν οι φίλοι του παραλύτου με καρδιά εμπνευσμένη από την πίστη στο Χριστό, κατορθώνουν το ακατόρθωτο για να Τον συναντήσουν.
            Με σχοινιά κατεβάζουν το ανάπηρο σώμα του φίλου τους στα πόδια Του, αξιοθαύμαστο δείγμα πίστεως και αγάπης.
            Ανοίγοντας τη σκεπή του σπιτιού οι φίλοι του παραλύτου, ανοίγουν κι ένα κομμάτι ουρανού, να φανερωθεί η αιώνια ελπίδα και βοήθεια του κόσμου, ο Σωτήρας Χριστός.
            Αυτός που κατέβηκε από τον ουρανό και ήρθε ανάμεσα μας, ως δούλος και ευεργέτης, ως ξένος και λυτρωτής, αυτόν παρακαλούμε και εμείς: άνοιξε Κύριε και σε εμάς τη θεία ευσπλαχνία σου, πράυνε τα πάθη, ίασε μας από την παραλυσία της αδιαφορίας, της απιστίας του θυμού, Αμήν!
π. Σ. Τ.

Κυριακή Β’ Νηστειών και η θεραπεία του παραλυτικού της Καπερναούμ


Η θεραπεία του παραλύτου

Η πίστη κάνει θαύματα!

Η είδηση κυκλοφόρησε αστραπιαία: ο Κύριος βρίσκεται σε κάποιο σπίτι στην Καπερναούμ. Κι αμέσως έτρεξαν κοντά του τόσο πολλοί, ώστε γέμισε όλο το σπίτι και δεν χωρούσε πλέον κανείς άλλος εκεί. Ενώ όμως ο Κύριος δίδασκε το λαό, τέσσερις άνθρωποι μετέφεραν εκεί, πάνω σ' ένα κρεβάτι, έναν παράλυτο. Κι επειδή δεν μπορούσαν να τον φέρουν μέσα στο σπίτι, ανέβηκαν στη στέγη του σπιτιού και την ξήλωσαν πάνω από το σημείο που βρισκόταν ο Κύριος. Κατόπιν κατέβασαν σιγά-σιγά το κρεβάτι. Και καθώς ο Κύριος είδε μπροστά του τον παράλυτο, διέγνωσε τη μεγάλη πίστη που είχε κι αυτός και οι άλλοι που τον μετέφεραν.
Διότι οι φίλοι του παραλύτου δεν θα έφερναν τον φίλο τους στον Χριστό, αν δεν είχαν μια τόσο μεγάλη και δυνατή πίστη. Και μάλιστα μετέφεραν τον φίλο τους με τόσες δυσκολίες και κόπους μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων. Χωρίς να υπολογίσουν τις αντιδράσεις του ιδιοκτήτη, έκαναν μία πράξη τόσο επικίνδυνη! Διότι η ανάβαση του παραλύτου στη στέγη του σπιτιού και η κάθοδός του από το άνοιγμα της στέγης ήταν δύσκολη επιχείρηση και είχε πολλούς κινδύνους. Αυτοί όμως δεν υπολόγισαν τίποτε, διότι είχαν μεγάλη πίστη. Τέτοια πίστη άλλωστε είχε κι ο παράλυτος, διότι δεν θα δεχόταν να τον μεταφέρουν με τον τρόπο αυτό, εάν δεν πίστευε ότι ο Ιησούς μπορούσε να τον κάνει καλά.
Και διδασκόμαστε έτσι πόσο μεγάλα θαύματα μπορεί να κάνει η θερμή και ακλόνητη πίστη. Μια τέτοια πίστη χρειαζόμαστε κι εμείς. Μια πίστη που δεν θα υπολογίζει εμπόδια, κινδύνους και συνέπειες, θα ξεπερνά τα όρια της περιορισμένης λογικής. Αυτή την πίστη που θα μεταμορφώνει τη ζωής μας και θα μας οδηγεί στην υπακοή του θείου θελήματος. Βέβαια η πίστη είναι θείο δώρο, ουράνιο χάρισμα, και η καλλιέργεια της πίστεως είναι έργο μιας ολόκληρης ζωής. Γι' αυτό θα πρέπει να ζητούμε από τον άγιο Θεό με όλη τη θέρμη της καρδιάς μας να μας κάνει ανθρώπους πίστεως, για να παραθέτουμε τον εαυτό μας και τη ζωή μας ολόκληρη στα χέρια του παντοδυνάμου Θεού.

Πρώτα η ψυχή μας

Καθώς ο Κύριος διέγνωσε αυτή τη μεγάλη πίστη τους, λέει στον παράλυτο: «Παιδί μου, σου έχουν συγχωρεθεί οι αμαρτίες σου, οι οποίες είναι η αιτία της σωματικής παραλυσίας σου». Μόλις όμως άκουσαν τα λόγια του Κυρίου μας οι Φαρισαίοι, άρχισαν να σκέφτονται: Γιατί ο άνθρωπος αυτός ξεστομίζει τέτοιες βλασφημίες; Ποιος άλλος μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες παρά μόνο ο Θεός; Ο Κύριος όμως, που κατάλαβε της πονηρές σκέψεις τους, τους είπε: Γιατί έχετε τέτοιους κακούς λογισμούς; Τι είναι ευκολότερο, να πω στον παράλυτο «είναι συγχωρημένες οι αμαρτίες σου», ή να του πω, «πάρε στον ώμο σου το κρεβάτι σου και περπάτα»; Για να μάθετε λοιπόν ότι ο υιός του ανθρώπου έχει εξουσία στη γη να συγχωρεί αμαρτίες, λέει στον παράλυτο: Σε σένα μιλώ, πάρε το κρεβάτι στον ώμο σου και πήγαινε στο σπίτι σου.
Και ο παράλυτος σηκώθηκε αμέσως, πήρε το κρεβάτι του και έφυγε από το σπίτι εκείνο. Τον είδαν όλοι με τα μάτια τους και έκπληκτοι δόξαζαν τον Θεό λέγοντας ότι ποτέ δεν είδαμε παράλυτο με μία προσταγή να σηκώνεται αμέσως και να περπατά.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Από την όλη διήγηση του θαύματος φαίνεται ξεκάθαρα ότι ο παράλυτος αυτός έπασχε από διπλή παραλυσία. Ήταν άρρωστος και στο σώμα και στην ψυχή. Οι πολλές αμαρτίες του είχαν παραλύσει και την ψυχή και το σώμα του. Και ο Κύριος ήθελε να λυτρώσει τον παράλυτο πρώτα από την παραλυσία της ψυχής του, που ήταν η αιτία της ασθενείας του.
Ο Κύριος βέβαια κάποιες φορές μπορεί να συγχωρεί τις αμαρτίες μας χωρίς να θεραπεύει τις ασθένειές μας. Ή και αντίθετα, να θεραπεύει τις ασθένειές μας χωρίς να συγχωρεί τις αμαρτίες μας, όταν εμείς μένουμε αμετανόητοι. Αλλά τότε ποια ωφέλεια μπορούμε να έχουμε όταν μείνει μέσα στην ψυχή μας το δηλητήριο της αμαρτίας; Αντίθετα, όταν με τη μετάνοια και ιερά Εξομολόγηση συμφιλιωθούμε με τον Θεό, ακόμη κι αν δεν θεραπευθούν οι ασθένειές μας, αισθανόμαστε το φορτίο των ασθενειών μας πιο ελαφρό και κερδίζουμε αιώνια σωτηρία!
Μη λέμε λοιπόν «πάνω απ' όλα η υγεία». Λάθος! Πάνω απ' όλα η υγεία της ψυχής μας! Τι να το κάνεις να ζήσεις υγιής πολλά χρόνια και να υποφέρεις αιωνίως φρικτούς πόνους στην κόλαση; Εμείς βέβαια, όταν αρρωστήσει το σώμα μας, τρέχουμε στους καλύτερους γιατρούς, και καλά κάνουμε. Για την ψυχή μας όμως, που είναι συχνά άρρωστη, θα πρέπει να δείχνουμε πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Να τρέχουμε τακτικά στο μυστήριο της ιεράς Εξομολογήσεως. Εκεί ο γιατρός των ψυχών και των σωμάτων μας θα μας προσφέρει την ίαση της ψυχής μας. Και εάν το κρίνει ωφέλιμο για μας, θα μας χαρίζει και την υγεία του σώματος. Εμείς πάντως ας το κατανοούμε, ας το εφαρμόζουμε και ας το λέμε: «πάνω απ' όλα η υγεία ... της ψυχής μας».

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ) (Μρκ. 2, 1-12) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Σερβιών και Κοζάνης


Τίποτα δέ γίνεται στό βίο, ἀγαπητοί ἀδελφοί, χωρίς πίστη. Ὑπάρχουν, βέβαια, τά δεδομένα τῆς πείρας καί τά ὀρθά συμπεράσματα, στά ὁποῖα καταλήγει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά αὐτά μέχρις ἑνός σημείου. Δέν εἶναι ἀρκετές αὐτές οἱ προϋποθέσεις, ὥστε νά στηριχθεῖ ἐπάνω τους μία μεγάλη καί γενναία ἀπόφαση. Τή ζωή δέν τή διέπουν μόνο φυσικοί νόμοι καί λογικές σχέσεις, μά καί ἀστάθμητοι ἄλλοι παράγοντες. Ἄν ἦταν νά κινεῖται ὁ ἄνθρωπος μόνο μέ τή λογική κρίση, τότε δέ θ’ ἀποφάσιζε τίποτα μεγάλο στό βίο του, γιατί ὅπως τό εἶπε ἕνας ἀρχαῖος, «λογισμός ὄκνον φέρει».
Παντοῦ, λοιπόν, στή ζωή, καί στήν πιό θετική της ἐκδήλωση καί στήν πιό πεζή καί πρακτική ἐποχή, σάν τή δική μας, πρέπει ν’ ἀναζητοῦμε τήν πίστη –τόν πνευματικό κι ἀστάθμητο ἐκεῖνο παράγοντα, πού μέ ἄμεσο τρόπο μᾶς πείθει καί μᾶς βεβαιώνει γιά κεῖνα πού δέν τά φτάνει καί δέν τά τολμᾶ ὁ λογισμός. Μέ τήν πίστη ἔχουμε μία ἄμεση αἴσθηση τῆς ἀλήθειας, διαθέτουμε μία ὅραση ἐσωτερική, πού διαπερνᾶ τό ὑλικό περίβλημα τῶν πραγμάτων καί εἰσδύει στό ἐσώτατο βάθος τῶν ὄντων, τοπικά καί χρονικά. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει πώς ἡ πίστη εἶναι «ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων» (Ἑβρ. 11, 1), δηλαδή, πίστη σημαίνει σιγουριά γι’ αὐτά πού ἐλπίζουμε καί βεβαιότητα γι’ αὐτά πού δέ βλέπουμε.
 Ἄς ἐντοπίσουμε, ὅμως, τό λόγο στή θρησκευτική πίστη, σέ ὅ,τι ἔχει σχέση μέ τό Θεό καί τόν ἄνθρωπο. Ἐκτός ἀπό ἐκεῖνα πού μέ φυσικό τρόπο ἀποκαλύπτει ὁ Θεός στόν ἔξω κόσμο καί μέσα στόν ἄνθρωπο, οἱ ἄλλες θρησκευτικές ἀλήθειες, πού ἀποκαλύπτονται ὑπερφυσικά, γίνονται δεκτές μόνο μέ τήν πίστη. Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου δέ μπορεῖ νά φτάσει τίς ἀλήθειες τῆς ἀποκάλυψης καί ἡ λογική δέ μπορεῖ νά τίς συλλάβει. Ἀλλιῶς δέ θά ἦταν ἀλήθειες «ἐξ ἀποκαλύψεως» Θεοῦ, ἀλλά «ἐξ ἀνακαλύψεως» ἀνθρώπου. Τότε δέ θά μιλούσαμε γιά πίστη καί Ἐκκλησία, ἀλλά γιά γνώση καί ἐπιστήμη. Πέρα καί πάνω ἀπό τήν ἐπιστήμη, ὅμως, εἶναι ἡ πίστη· ἕνας κόσμος ὁλόκληρος.
 Ἡ πίστη εἶναι  ἡ πεποίθηση στήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἐμπιστοσύνη σ΄ Αὐτόν, εἶναι ἡ μεγάλη καί ἀκατανίκητη ἠθική δύναμη μέσα στόν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό πάντοτε μέσα στά ἱερά εὐαγγέλια, σάν ἀπαραίτητος ὅρος, γιά νά ἐκδηλωθεῖ ἡ εὐεργετική ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, ζητεῖται ἡ πίστη. Ἡ πίστη εἶναι ἡ θύρα, πού ἀνοίγεται καί ἐπιτρέπει στό Θεό νά μπεῖ στόν ἄνθρωπο, σάν ἐλεύθερη καί ὑπεύθυνη προσωπικότητα. Ὅταν ὁ Θεός δημιουργεῖ τόν ἄνθρωπο, δέν τόν ρωτάει· ὅταν, ὅμως, θέλει νά θαυματουργήσει ἐπάνω του, τότε τόν ρωτάει ἐάν θέλει. Ἡ ὕλη εἶναι τυφλή καί ἀνελεύθερη, ὑποταγμένη σέ φυσικούς νόμους, πού ὁ Θεός πού τούς ἔθεσε μπορεῖ καί νά τούς ἀναστέλλει· ὁ ἄνθρωπος, ὅμως, εἶναι ἐνσυνείδητος καί αὐτοδιάθετος, εἶναι ἐλεύθερη προσωπικότητα, πού ἄν θέλει ἀνοίγει ἤ κλείνει τή θύρα στό Θεό. Ὁ Θεός εἶναι τόσο ἀδύναμος μπροστά στήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, τήν ὁποία ὁ ἴδιος τοῦ ἔδωσε, πού δέν τόν ἐμποδίζει νά τή χρησιμοποιήσει ὅπως θέλει, ἀκόμα κι ἄν εἶναι ὁλοφάνερο πώς θά τή χρησιμοποιήσει στραβά. Εἶναι τόσος ὁ σεβασμός πρός τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου ἀπό μέρους τοῦ Θεοῦ, πού δύσκολα μποροῦμε νά τόν συλλάβουμε σέ ὅλη του τήν ἔκταση.
 Κάποτε πού ὁ Ἰησοῦς Χριστός βρέθηκε στήν πατρίδα του «…δέ μποροῦσε νά κάνει ἐκεῖ κανένα θαῦμα… κι ἔμενε κατάπληκτος ἀπό τήν ἀπιστία τους» (Μρκ. 6, 5-6). Ἡ ἀπιστία τῶν ἀνθρώπων δεσμεύει τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Τό ἀντίθετο συμβαίνει μέ τήν πίστη. Τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ της Καπερναούμ, πού ἀκούσαμε σήμερα στό εὐαγγέλιο, εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς θείας δύναμης καί τῆς πίστης τῶν ἀνθρώπων –καί τοῦ παραλυτικοῦ κι ἐκείνων πού παρά τίς πρακτικές δυσκολίες κατάφεραν νά τόν ὁδηγήσουν μπροστά στόν Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ ψυχική καί σωματική θεραπεία, πού ἀκολούθησαν, ἦταν ἀποτέλεσμα καί ἐπιβράβευση τῆς πίστης.
 Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί πίστεψαν κι ἔκαναν ἕνα μεγάλο ἅλμα στό κενό, σ’ αὐτά πού θά φανερωθοῦν στό μέλλον, σ’ αὐτά πού θ’ ἀποκαλυφθοῦν στίς ἔσχατες ἡμέρες. Δέ στηρίχθηκαν πουθενά, παρά μόνο στήν ἐλευθερία τους. Μόνο στό διακριτικό κάλεσμα τῆς ἀποκάλυψης τοῦ Χριστοῦ. Μόνο στήν ἐμπιστοσύνη πού εἶχαν σ’ Ἐκεῖνον. Ριψοκινδύνευσαν καί τόν ἐμπιστεύθηκαν. Πίστεψαν, χωρίς νά ἔχουν καμιά βέβαιη ἐξήγηση ἤ ἀποδεδειγμένη σιγουριά· ἀλλά πίστεψαν! Ἡ πίστη, λοιπόν, ἀγαπητοί ἀδελφοί, εἶναι νά πιστεύουμε σέ κάτι, ἀκόμα κι ὅταν ἡ λογική μας λέει ὄχι. Ἀμήν.

Κυριακή Β΄ Νηστειών – (Αγίου Γρηγορίου Παλαμά) π. Γεώργιος Δορμπαράκης

“Φώτισόν μου το σκότος…!”
Η Κυριακή Β΄ Νηστειών είναι αφιερωμένη από την Εκκλησία μας στον μεγάλο Πατέρα και Διδάσκαλό της άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, στο πρόσωπο του οποίου βλέπει τη συνέχεια της νίκης της κατά των αιρέσεων γενικώς, συνεπώς η Κυριακή αυτή προεκτείνει την προηγουμένη της Ορθοδοξίας. Ο άγιος Γρηγόριος έτσι δεν είναι για την Εκκλησία ένας απλός άγιος, αλλά σύμβολο και όρος Ορθοδοξίας, στου οποίου τη διδασκαλία κρίνεται το ορθόδοξο από το αντορθόδοξο και αιρετικό, το γνήσιο και αληθινό από το κίβδηλο και ψεύτικο. Από την άποψη αυτή η προσέγγιση του αγίου αυτού Πατρός αποτελεί προσέγγιση στα καθαρά νάματα της ορθόδοξης πίστης και γι’ αυτό στέρεα τροφή στον σύγχρονο πνευματικά πεινασμένο άνθρωπο της εποχής μας. Δεν θα σταθούμε στη ζωή και τη διδασκαλία του αναλυτικά.  Εκείνο που θα μας απασχολήσει και μάλιστα δι’ ολίγων, είναι η γνωστή προσευχή που αδιάκοπα έκραζε ο άγιος: «Φώτισόν μου, το σκότος, φώτισόν μου το σκότος, Κύριε!»

Ο άγιος Γρηγόριος προσευχόταν ο Κύριος να φωτίσει το υπάρχον σ’ αυτόν σκότος. Το σκότος που έβλεπε να υπάρχει στην ψυχή και την καρδιά του, το σκότος δηλαδή της αμαρτίας και των παθών. Αφετηριακό με άλλα λόγια σημείο της πνευματικής του ζωής ήταν η αναγνώριση της αμαρτωλότητάς του. Κι ίσως πει κανείς: άγιος αυτός και αναγνώριζε αμαρτωλότητα πάνω του; Αλλά τούτο ακριβώς συνιστά το σημάδι της αγιότητας. Ο άγιος, ως γνωστόν, δεν είναι αυτός που νιώθει αναμάρτητος – αυτό αποτελεί σύμπτωμα της πιο βαθιάς αμαρτίας και του υπάρχοντος δαιμονισμού του ανθρώπου, όπως το βλέπουμε στο πρόσωπο του κατακεκριμένου από τον ίδιο τον Κύριο Φαρισαίο της γνωστής παραβολής. Αντιθέτως: είναι εκείνος που έχει τη μεγαλύτερη συναίσθηση των αμαρτιών του, η οποία μάλιστα βαίνει αυξανόμενη, καθώς θέτει τον εαυτό του ενώπιον του Θεού, ζώντας αδιάκοπα κάτω από τις ακτίνες του ήλιου της Δικαιοσύνης Του.  Όσο δηλαδή προσεγγίζει τον Θεό, τόσο και φωτίζεται στο να βλέπει και την παραμικρότερη κηλίδα της ψυχής του. Συμβαίνει κάτι παρόμοιο με ό,τι σ’ ένα κλειστό δωμάτιο:  λόγω του σκότους δεν βλέπει κανείς το τι υπάρχει, ενώ όταν αρχίζει να μπαίνει σ’ αυτό λίγο φως και στη συνέχεια περισσότερο φως,  βλέπει κανείς πια  και το παραμικρότερο σκουπιδάκι, και την ελάχιστη βρωμιά.
Ο απόστολος Παύλος για παράδειγμα ζώντας σε κατάσταση ταύτισης με τον Χριστό – «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. 2, 20) – ομολογούσε ενσυνείδητα και με πλήρη επίγνωση: «Χριστός ήλθε αμαρτωλούς σώσαι, ων πρώτός ειμι εγώ» (Α΄Τιν. 1, 15). Ο μέγιστος δηλαδή των αποστόλων, αυτός που κοπίασε περισσότερο όλων στη διάδοση του Ευαγγελίου, έβλεπε τον εαυτό του πρώτο στην κλίμακα των αμαρτωλών. Κι ας θυμηθούμε ότι ο προφήτης Ησαΐας, ευρισκόμενος ενώπιον του θρόνου του Θεού, κατά τη συγκλονιστική στιγμή της εν οράματι κλήσεώς του στο προφητικό αξίωμα (6, 1-12), νιώθει μικρός και βδελυκτός. «Ω, τάλας εγώ… Ότι άνθρωπος ων και ακάθαρτα χείλη έχων…εγώ οικώ και τον Βασιλέα Κύριον Σαβαώθ είδον τοις οφθαλμοίς μου». Η στάση ενώπιον του απολύτως αγίου Θεού τον οδηγεί αμέσως και στην επίγνωση της δικής του εμπαθούς καταστάσεως. Δεν ήταν λοιπόν δυνατόν να συμβεί διαφορετικά και με τον άγιό μας, τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Η μικρή αυτή προσευχή του «φώτισόν μου το σκότος» ήταν και είναι μία τρανή ένδειξη της μεγάλης αγιότητάς του.
Τι βλέπουμε όμως; Ενώ ο όσιος Πατήρ αναγνώριζε τη σκοτεινιά της αμαρτίας μέσα του, δεν απελπιζόταν. Ριχνόταν με ελπίδα στην αγκαλιά του Θεού μέσω της προσευχής και ζητούσε εναγώνια από Αυτόν τον φωτισμό Του. Η αίτηση αυτή φωτός από τον Θεό μπορεί να περιλαμβάνει βεβαίως μερικές μόνο λέξεις, περικλείει όμως απύθμενο βάθος θεολογίας, για την οποία αγωνίστηκε σ’ όλη του τη ζωή ο μεγάλος αυτός φωστήρας της Εκκλησίας. Διότι αυτή η εκζήτηση φωτός προϋποθέτει την πίστη ότι ο Θεός είναι φως, ότι ο άνθρωπος γίνεται φως καθόσον μετέχει του Θεού, και βεβαίως ότι υπάρχει η δυνατότητα σχέσεως του Θεού με τον άνθρωπο. Βάση συνεπώς της μικρής αυτής προσευχής αποτελεί η διάκριση στον Θεό της λεγομένης ουσίας και της ενεργείας – ή αλλιώς φωτός, δόξας, χάρης -  σ’ Αυτόν. Η διάκριση αυτή ιδιαιτέρως τονίστηκε και αναπτύχθηκε από τον άγιο Γρηγόριο, σε εποχή που παρουσιάστηκαν προβλήματα πίστεως τέτοια, που έθεταν ακριβώς σε αμφιβολία αυτήν τη δυνατότητα πραγματικής σχέσεως του ανθρώπου με τον Θεό. Ο άγιος Παλαμάς απάντησε στις προκλήσεις αυτές  με τον φωτισμό του Θεού και με την ανάπτυξη της προγενέστερης παράδοσης της Εκκλησίας.
Κατά τη διάκριση αυτή, ο Θεός είναι ουσία, ζει δηλαδή μέσα τον εαυτό Του, άρα είναι παντελώς απρόσιτος και αμέθεκτος και μακρινός από εμάς, μη δυνάμενος να γίνει γνωστός από οποιοδήποτε κτίσμα, είτε άνθρωπο είτε και άγγελο ακόμη, κι όχι μόνο σ’ αυτήν τη ζωή, αλλά και στη συνέχειά της, την αιώνια. Ο μόνος που γνωρίζει την ουσία του Θεού είναι ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, ο Ίδιος δηλαδή ο Τριαδικός Θεός. Ταυτοχρόνως όμως ο Θεός είναι και ενέργεια, ζει δηλαδή και έξω από τον εαυτό Του, δημιουργώντας τον κόσμο και τον άνθρωπο, προνοώντας διαρκώς γι’ αυτόν, απολυτρώνοντάς τον, αγιάζοντάς τον, ερχόμενος άρα σε κοινωνία και μέθεξη μαζί του. Έτσι κατά τη διάκριση αυτή ο Θεός μας είναι μαζί μας και πέρα από εμάς, κοντινός και μακρινός, γνωστός και άγνωστος, παρών και απών. Γι’ αυτό και τίποτε επίγειο δεν μπορεί να θεωρηθεί μέτρο για την κατανόησή Του – ακόμη και η λέξη «ουσία» κατανοείται ως «υπερουσιότητα», πέρα από οτιδήποτε κτιστό – κι ακόμη: η σχέση μας μαζί Του κινείται πάντοτε μεταξύ της αγάπης και του φόβου ως συναίσθησης της απόστασής Του.
Η διδασκαλία αυτή του αγίου Γρηγορίου περί της ουσίας και της ενεργείας του Θεού, (οι όροι ήταν φιλοσοφικοί, αλλά απλώς ενδεικτικοί και με επίγνωση της σχετικότητάς τους),  δεν ήταν κάτι νέο και ξένο ασφαλώς για την Εκκλησία μας. Αυτό θα σήμαινε μία Παλαμική θεολογία και όχι μία Εκκλησιαστική, δηλαδή του Χριστού θεολογία. Ο άγιος Γρηγόριος δεν έκανε τίποτε άλλο από το να αναπτύξει χάριτι Θεού την ήδη υπάρχουσα επί του θέματος παράδοση της Εκκλησίας, κι αυτήν την ανάπτυξη επικύρωσε η ίδια η Εκκλησία με Οικουμενικό κύρος έχουσες Συνόδους.  Ο άγιος Βασίλειος, για παράδειγμα, είχε ήδη μιλήσει γι’ αυτήν τη διάκριση, χωρίς όμως να διευκρινίσει αν οι ενέργειες του Θεού είναι κτιστές ή άκτιστες. Η προσφορά του αγίου Παλαμά έγκειται ακριβώς σ’ αυτό: διευκρίνισε ότι οι ενέργειες είναι άκτιστες, δηλαδή μιλώντας γι’ αυτές μιλάμε για τον Ίδιο και πάλι Θεό, που παρών προσωπικά γίνεται μεθεκτός από τον άνθρωπο, αρκεί βεβαίως αυτός να ανοίξει την καρδιά του και να θελήσει εν μετανοία να καθαρίσει τον εαυτό του από τα αμαρτήματά του. Γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι κέντρο της θεολογικής σκέψης του έγινε η θεοφάνεια της Μεταμόρφωσης του Κυρίου: εκεί το άκτιστο φως του Κυρίου γίνεται μεθεκτό από τους μαθητές Του, δίνοντάς τους έτσι τη δυνατότητα πραγματικής σχέσης με τη θεότητά Του.
Η Εκκλησία μας προβάλλει σήμερα τον άγιο Γρηγόριο, όπως είπαμε, ως όριο Ορθοδοξίας, αλλά και ως διαπρύσιο κήρυκα της χάρης και του φωτός του Θεού. Η προσευχή του «φώτισόν μου, το σκότος»  επιβεβαιώνει την αλήθεια αυτή και λειτουργεί παραδειγματικά και σε εμάς. Ας ευχηθούμε να γίνει και η δική μας προσευχή, με την πεποίθηση ότι λέγοντάς την όχι μόνο καλούμε τον Θεό να γίνει η λαμπάδα μέσα μας που θα φωτίζει το νου και τη ζωή μας, ώστε να πορευόμαστε τον δρόμο που οδηγεί στην αιώνια βασιλεία Του, αλλά και θα κατακαίει κάθε εμπαθή κίνηση της ψυχής μας και κάθε εναντίον μας δαιμονική επιρροή.

Κυριακή Β΄ τῶν Νηστειῶν (Ἑβρ. α΄10-14, β΄1-3) * «Ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί... ὡσεί περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς, καί ἀλλαγήσονται» εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου

Μέ μεγάλη καί αἰνιγματική περιέργεια στέκεται πάντοτε ὁ ἄνθρωπος, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μπροστά στό μυστηριῶδες σύμπαν. Ὁ κόσμος μέ τούς ἀναρίθμητους «γαλαξίες» καί τά «νεφελώματα», τούς «ἡλίους», τά «ἄστρα» κ.λ.π., ἀλλά καί τό πλανητικό σύστημα, στό ὁποῖο ἀνήκει ἡ Γῆ, ἡ Σελήνη καί οἱ γνωστοί μας πλανῆτες συγκεντρώνουν τό μεγάλο ἐνδιαφέρον τοῦ συγχρόνου ἰδίως ἀνθρώπου, πού ζῆ στή λεγόμενη «ἐποχή τοῦ διαστήματος».
Ποιά ἄραγε εἶναι ἡ προέλευση τοῦ σύμπαντος; Μήπως ὑπῆρχε πάντοτε (αἰωνιότης τῆς ὕλης) ἤ μήπως εἶναι προϊόν τυχαίων συνδυασμῶν καί συμπτώσεων πού εἶναι ἄγνωστοι σέ μᾶς; Τίποτε ἀπ’ ὅλα αὐτά, ἀπαντᾶ ὁ Ἀπόστολος. Καί ἀναπτύσσοντας τή χριστιανική διδασκαλία περί τοῦ κόσμου διακηρύττει: «Ὁ Θεός ἐδημιούργησε τόν κόσμο. Αὐτός ἐδημιούργησε καί «στερέωσε» τή Γῆ μέσα στό ἀχανές διάστημα καί ἀπό τά δημιουργικά του χέρια προῆλθαν τά ἑκατομμύρια ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ.
Ἡ ἀπάντηση, λοιπόν, τῆς χριστιανικῆς κοσμολογίας στό ἐρώτημα περί τοῦ κόσμου εἶναι ὅτι ἡ ὕλη καί τό οὐράνιο σύμπαν προῆλθαν «ἐκ τοῦ μηδενός», χάρις στή δημιουργική ἐπέμβαση τοῦ Παντοδύναμου Δημιουργοῦ. Εἶναι δέ χαρακτηριστικό, ὅτι καί μεγάλοι ἀστρονόμοι, παλαιότεροι καί νεώτεροι, ἀποδέχονται τή βιβλική θέσι περί «δημιουργίας» τοῦ κόσμου.
Ἡ σημερινή ὅμως μορφή καί τό σχῆμα τοῦ ὑλικοῦ σύμπαντος δέν εἶναι μόνιμα καί αἰώνια. Εἶναι προσωρινά. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἐπαναλαμβάνοντας τά λόγια τῆς Ἁγίας Γραφῆς, διδάσκει ὅτι «τό οὐράνιο σύμπαν κάποτε θά παλιώσει, ὅπως παλιώνουν τά ροῦχα τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός ὅμως μέ μιά νέα δημιουργική του ἐπέμβαση θά ἀλλάξει, θά μεταμορφώσει καί θά ἀνακαινίσει τόν κόσμο».
Ἡ χριστιανική κοσμολογία, λοιπόν, δέχεται τήν πρωσωρινότητα τῆς Γῆς καί τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ὅπως δέχεται, ὅτι ὁ κόσμος εἶχε ἀρχή, ἔτσι διδάσκει, ὅτι ὁ κόσμος αὐτός θά ἔχει καί τέλος.
Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης στήν οὐράνια Ἀποκάλυψι πού τοῦ ἔκανε ὁ Θεός γιά τή συντέλεια τοῦ κόσμου καί τό τέρμα τῆς ἱστορίας γράφει, ὅτι «εἶδε ἕναν καινούργιο οὐράνιο κόσμο καί μιά καινούργια Γῆ». Σημειώνει μάλιστα, ὅτι «ἡ ἀρχική μορφή τοῦ κόσμου, τῆς Γῆς καί τῆς θαλάσσης δέν ὑπῆρχε. Γιατί ὅλα εἶχαν ἀλλάξει. Ὅλα τά παλαιά εἶχαν γίνει καινούργια»(Ἀποκ. κα΄ 1).
Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἀπεκάλυψε, ὅτι ἡ ἀλλαγή καί ἀνακαίνιση τοῦ σύμπαντος θά γίνῃ κατά τήν Δευτέρα Παρουσία Του (Ματθ. κδ΄ 29).
Ὅταν οἱ ἄνθρωποι θά ἀναστηθοῦν, κατά τήν κοινή Ἀνάστασι, θά δοῦν ἕναν καινούργιο καί ὄμορφο κόσμο. Μεταμορφωμένοι καί αὐτοί θά ζήσουν σ’ ἕνα μεταμορφωμένο, ἀνακαινισμένο κόσμο, ἀπείρως καλύτερο καί τελειότερο ἀπό τό σημερινό! Τό καινούργιο αὐτό φυσικό περιβάλλον τοῦ ἀνθρώπου θά βρίσκεται σέ τέλεια ἁρμονία μέ τόν ἄνθρωπο, χωρίς νά τοῦ δημιουργεῖ πιά κανένα πρόβλημα. Τό φυσικό περιβάλλον τοῦ ἀνθρώπου θά ἔχει πιά γίνει πραγματικός «κόσμος», στολίδι δηλαδή καί κόσμημα, χαρά καί ἀπόλαυση του ἀνθρώπου.
Ἡ στάση ἑπομένως τοῦ χριστιανοῦ ἔναντι τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος εἶναι θετική. Ὁ χριστιανός βλέπει τή φύσι καί τόν κόσμο μέ τά μάτια τοῦ «σήμερα» καί τοῦ «αὔριο». Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ χριστιανός, πού πιστεύει ὅτι ὁ κόσμος εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, πρωτοστατεῖ στίς σύγχρονες προσπάθειες γιά τή διατήρηση καί διάσωση τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος. Ὁ χριστιανός πού γνωρίζει ὅτι ἡ πρώτη ἐντολή τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο ἦταν «νά ἐργάζεται καί νά φυλάει» (Γεν. β΄, 15) τό φυσικό περιβάλλον, θά κάνει ὅ,τι μπορεῖ, ὥστε ὁ κόσμος νά θεωρῆται ὄχι πιά «ὑλικό ἐκμετάλλευσης», ἀλλά ἔργο τῶν χειρῶν τοῦ Θεοῦ, πού ἀξίζει κάθε σεβασμό καί κάθε προστασία. ΑΜΗΝ!

Κυριακή Β΄ Νηστειών – (Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά) εκ της Ιεράς Αρχιεοισκοπής Κύπρου

Ευχαριστιακή ζωή
«Τέκνον αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου»
Ζωηφόρα ήταν τα μηνύματα που αντλήσαμε την περασμένη Κυριακή που ήταν αφιερωμένη στο θρίαμβο της Ορθοδοξίας. Σε συνέχεια των ψυχωφελών αυτών μηνυμάτων, η δεύτερη Κυριακή των νηστειών έρχεται με τα ξεχωριστά της αλλά και πνευματοφόρα μηνύματά της να μας τροφοδοτήσει για να συνεχίσουμε τον αγώνα μας που οδηγεί στη συνάντηση με τον Αναστημένο Χριστό. Μάλιστα για να μας ενισχύσει στην πορεία μας, η Μητέρα μας Εκκλησία προβάλλει τη μεγάλη μορφή του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ο οποίος όρθωσε το πνευματικό ανάστημά του απέναντι σε όλους εκείνους που επιχειρούσαν να διασαλεύσουν την αλήθεια της πίστεως και να διαβρώσουν το οικοδόμημα της Εκκλησίας του Χριστού. 

Ο Γρηγόριος Παλαμάς
Ο Γρηγόριος γεννήθηκε στην Μικρά Ασία τον 14ον αιώνα και απ΄ εκεί ήλθε στην Κωνσταντινούπολη προσφυγόπουλο κυνηγημένο από τους Τούρκους. Διακρίθηκε στις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο σε σημείο που όλοι οι διανοούμενοι του Βυζαντίου έτρεφαν μεγάλη εκτίμηση στο πρόσωπο του Γρηγορίου όχι μόνο για τη λαμπρή του σκέψη αλλά και για τον αδαμάντινο χαρακτήρα του. Η ανάδειξη του Γρηγορίου συνδέεται περισσότερο με την αντιμετώπιση του επικίνδυνου με τις πλάνες του για την Εκκλησία, Βαρλαάμ του Καλαβρού. Συγκεκριμένα ο Βαρλαάμ ισχυριζόταν ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίσει τον Θεό και πολύ περισσότερο να ενωθεί μαζί Του.  Ήταν τότε που ύψωσε το πνευματικό ανάστημά του ο Γρηγόριος.
Ο μεγάλος αυτός Πατέρας της Εκκλησίας συγκεφαλαίωσε όλη την πατερική παράδοση και την εμπειρία της Εκκλησίας σε μια μεγαλειώδη σύνθεση. Ο Θεός υπάρχει κατά δύο τρόπους, κατά την Ουσία Του και κατά τις θείες και άκτιστες ενέργειές Του. Σίγουρα ο άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίσει την Ουσία του Θεού. Μπορεί όμως να γνωρίσει και να ενωθεί μάλιστα μαζί Του μέσα από τις θείες και άκτιστες ενέργειές Του. Όπως δηλαδή παραχώρησε η αγάπη του να αποκαλύπτεται στη Δημιουργία, στην Ιστορία, στο πρόσωπο του Χριστού στα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Μέσα από τη Δημιουργία γνωρίζουμε τον Θεό ως πηγή σοφίας και ωραιότητας. Στην Ιστορία τον γνωρίζουμε μέσα από τις θαυμαστές ενέργειές του.  Και φυσικά πολύ περισσότερο γνωρίζουμε το Θεόν στο πρόσωπο του Κυρίου μας. Στην Εκκλησία ακόμα, ο Θεός γίνεται για μας Άρτος και Οίνος, γεύση και τροφή, χάρη, φως και αγιασμός. Ουσιαστικά ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς με τη διδασκαλία του, παρακινεί τον άνθρωπο να ακολουθήσει μια πορεία που οδηγεί στην ένωσή του με τον Θεό, μέσω της Μυστηριακής ζωής της Εκκλησίας.
Ο παραλυτικός
Με τη διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου συνάπτεται άμεσα και η Ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε σήμερα.  Φαίνεται μέσα από τη διήγηση ότι η προσωπική συνάντηση του ανθρώπου με το Χριστό που διέρχεται σίγουρα μέσω της πίστεως, είναι η δυνατότητα μετοχής του στη ζωή του Θεού εν Χριστώ Ιησού που αποτυπώνει την προοπτική θέωσης του ανθρώπου. Όπως μπορούμε να διακρίνουμε, ο Χριστός προσφέρει συγχώρηση των αμαρτιών όταν ο άνθρωπος, όπως ο παραλυτικός της περικοπής, είναι ανοικτός και αποδέχεται την κοινωνία της αγάπης του. Με τη θεϊκή προσταγή του ο Κύριος, «έγειρε, άρον τον κράββατόν σου και ύπαγε εις τον οίκον σου», βοηθεί τους ανθρώπους να ανακαλύψουν την πατρική του αγάπη. Αγαπητοί αδελφοί, ισχυρή είναι η βάση της Ορθόδοξης Πίστης μας όπως εκφράζεται μέσα από την θεραπεία του Παραλυτικού αλλά και μέσα από τη διδασκαλία, την αγιότητα και το Εκκλησιαστικό φρόνημα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά το άγιο παράδειγμα του οποίου μας παρακινεί να προσβλέπουμε στα πιο ιερά πνευματικά ανεβάσματα.

Κυριακή Β Νηστειών Ἁμαρτία καὶ ἀρρώστεια- Λύτρωση καὶ θεραπεία Ἀρχιμανδρίτης Νικάνωρ Καραγιάννης

«Τέκνον ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Ἡ φράση αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ στὸν παραλυτικό τῆς Καπερναοὺμ συνδέει τὴν ἀρρώστια μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴ συγχώρηση μὲ τὴ θεραπεία. Γι' αὐτὸ ὁ Χριστὸς πρῶτα θεραπεύει τὸ κέντρο καὶ τὴ ρίζα τῆς ἀρρώστιας, δηλαδὴ τὴν ἁμαρτία καὶ στὴ συνέχεια προσφέρει τὴ σωματικὴ θεραπεία. Αὐτὴ ἡ θεραπεία εἶναι ἡ ἀπόδειξη ὅτι «ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐξουσίαν ἔχει ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας». Ἂν δὲν ὑπάρχει μία τέτοια σχέση καὶ συνάφεια μεταξύ τῆς συγχώρησης καὶ τῆς θεραπείας, τότε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ παραμένουν ἀκατανόητα, μετέωρα καὶ χωρὶς συνοχή. Ὁ Χριστὸς κηρύττει ὡς νικητὴς τῆς ἁμαρτίας, αἴρει καὶ παραμερίζει τὸ βάρος της καὶ θεραπεύει τὰ συμπτώματά της, ἕνα ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι καὶ ἡ ἀρρώστια.

Χριστιανικὴ διδασκαλία καὶ ἐπιστήμη

Ὅμως ὅλα αὐτὰ ἀκούγονται παράδοξα καὶ προκαλοῦν τὴ λογική τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἀντίθετα μὲ τὸ ἐπιστημονικό του κοσμοείδωλο. Σὲ κανένα ἰατρικὸ βιβλίο δὲν φαίνεται ἡ σχέση τῆς ἁμαρτίας μὲ τὴν ἀρρώστια, οὔτε βέβαια τῆς θεραπείας μὲ τὴ σωτηρία. Ὡστόσο κανεὶς γιατρὸς δὲν μπορεῖ νὰ ἀρνηθεῖ ὅτι ἡ ἁμαρτία, ὡς καταπάτηση τῶν νόμων τῆς ζωῆς καὶ τῶν ὁρίων τῆς φύσεως, ἀποτελεῖ ξένο σῶμα στὸν ὀργανισμὸ τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι βάρος τὸ ὁποῖο πιέζει τὴν ψυχή, ἀμβλύνει τὴν ἀντοχή της καὶ ὁδηγεῖ στὴν ψυχικὴ καὶ σωματικὴ ἀσθένεια καὶ μέσα ἀπ' αὐτὴ στὸ βιολογικὸ θάνατο. Συμπεραίνει λοιπὸν κανεὶς ὅτι τὸ φυσικὸ κακὸ προέρχεται ἀπὸ τὸ ἠθικό, ποὺ εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν πόνων καὶ τῶν θλίψεων τοῦ κόσμου.

Ἡ Ἁγία Γραφὴ δὲν ἐξετάζει τὰ ἐξωτερικὰ αἴτια ποὺ προκαλοῦν μία ἀσθένεια. Δὲν ἀσχολεῖται μὲ τὰ βιολογικὰ αἴτια καὶ τοὺς ἰατρικοὺς τρόπους θεραπείας, τοὺς ὁποίους ἐπιβάλλεται νὰ ἐρευνᾶ ἡ ἐπιστήμη βελτιώνοντας τὴ φυσικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ πίστη δὲν ὑποκαθιστᾶ τὴν ἐπιστήμη, οὔτε ἡ ἐπιστήμη καταργεῖ τὴν πίστη, γι' αὐτὸ καὶ στὴν πραγματικότητα δὲν συγκρούονται ποτέ. Ὅταν καὶ οἱ δύο λειτουργοῦν σωστά, βοηθοῦν τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀνορθώνεται ἀπὸ τὴν πτώση. Ἡ ἐπιστήμη, ὡς δυνατότητα τοῦ ἀνθρωπίνου νοῦ, εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔχει βέβαια κάποια ὅρια. Ὅμως πέρα καὶ πάνω ἀπὸ αὐτὰ τὰ ὅρια ἀρχίζει ὁ ἀπέραντος χῶρος τῆς πίστεως. Ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ ἐμβαθύνει στὴ ρίζα τοῦ πόνου, τῆς ἀρρώστιας καὶ τοῦ θανάτου ποὺ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴ διατάραξη τῆς σχέσεως τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Ἐδῶ βρίσκεται ἡ ἀπάντηση στὸ πῶς προῆλθε τὸ κακὸ στὸν κόσμο καὶ στὸ πῶς μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπισθεῖ ὀντολογικά.



Ὁ ἄνθρωπος μπροστὰ στὴν ἀρρώστια καὶ τὴ θεραπεία

Ὁ Χριστὸς δὲν μιλᾶ πουθενὰ γιὰ τὴν οὐσία τῆς ἁμαρτίας, τὴν προϋποθέτει ὅμως στὸ κήρυγμά του σὰν μιὰ φοβερὴ καθημερινὴ πραγματικότητα ποὺ ἐμποδίζει τὴν ἐπικράτηση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅσο διαρκεῖ ὁ σημερινὸς κόσμος, ἡ ἀνθρωπότητα θὰ συνεχίζει νὰ ὑφίσταται τὶς συνέπειες τῆς ἁμαρτίας, μία ἀπὸ τὶς ὁποῖες εἶναι καὶ ἡ ἀσθένεια. Ἡ ἁμαρτία γίνεται πρόξενος θλιβερῶν συνεπειῶν γιὰ ὅλους μας ἀνεξαιρέτως. Ὅλοι γνωρίζουμε πόσο συχνὰ δοκιμάζεται ἡ ζωή μας ἀπὸ τὸ ἄγχος, τὴν ἀγωνία, τὸ φόβο, τὴν ἀνασφάλεια, τὴν ἐσωτερικὴ διάσπαση καὶ διάσταση• μία πνευματικὴ καὶ σωματικὴ κατάσταση ἀρρώστιας καὶ φθορᾶς. Μόνο μέσα σ' αὐτὴ τὴν ὀπτικὴ κατανοοῦμε τὴν ἐσωτερικὴ σχέση τῆς ἁμαρτίας μὲ τὴν ἀρρώστια, κατὰ τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ ἀποστόλου Παύλου.

Ὁ Χριστός, καθὼς συναντᾶ τὸν ἄνθρωπο, ζεῖ τὰ δεινὰ καὶ τὴν τραγωδία ποὺ προκαλεῖ τὸ κακὸ στὴ ζωή του. Μὲ τὴ διδασκαλία καὶ τὰ θαύματά Του τὸν ἀπελευθερώνει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν θεραπεύει ἀπὸ τὴν ἀρρώστια. Τοῦ προσφέρει τὴ δυνατότητα νὰ ὑπερνικήσει τὸ κακὸ ποὺ εἶναι ριζωμένο μέσα του καὶ ἀποτυπώνεται γύρω του. Ἡ θεραπεία τῶν ἀσθενειῶν καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου συνυπάρχουν στὸ ἔργο καὶ τὴν ἀποστολὴ τοῦ Κυρίου. Ἡ σώζουσα δύναμη τῆς πίστεως καὶ ἡ θεραπευτικὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ διοχετεύεται στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴ μεταμορφώνει.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ ἀρρώστια παραμένει μία μεταπτωτικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Γι' αὐτὸ καὶ κάθε θεραπεία, εἴτε εἶναι καρπὸς τῆς θαυματουργικῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ εἴτε εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν κατορθωμάτων τῆς ἐπιστήμης, εἶναι μία νίκη τοῦ ἀνθρώπου ἐνάντια στὴ φθορά. Ἕνα ἀκόμη βῆμα, γιὰ νὰ παραταθεῖ τὸ θαῦμα τῆς ζωῆς πάνω στὸ θάνατο μέχρι τὴν ὁριστικὴ ἐκμηδένισή του μετὰ τὴν κοινὴ ἀνάσταση στὴν αἰωνιότητα. Ἀμήν.

Κυριακή Β΄ Νηστειών – (Αποστολικό ανάγνωσμα) π. Γεώργιος Δορμπαράκης

῾Σύ δέ ὁ αὐτός εἶ καί τά ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι᾽ (῾Εβρ. 1, 12)
α. ῾Η Κυριακή Β´ Νηστειῶν ἀποτελεῖ συνέχεια τῆς προηγουμένης, τῆς Κυριακῆς τῆς ᾽Ορθοδοξίας, πού σημαίνει ὅτι ἡ ᾽Εκκλησία μας στό πρόσωπο τοῦ μεγάλου Πατέρα της ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ εἶδε τήν συνέχεια τῆς νίκης τῆς ὀρθῆς πίστεως ἀπέναντι, αὐτήν τήν φορά,  στούς νέους διαστρεβλωτές της, τόν δυτικοθρεμμένο φιλόσοφο Βαρλαάμ καί τούς ὁμόφρονές του, οἱ ὁποῖοι μέ ὅ,τι δίδασκαν συρρίκνωναν κατ᾽ οὐσίαν τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ σέ ἕνα ξερό καί ἀπονευρωμένο ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπινο κατασκεύασμα.  ῾Ο ἅγιος Γρηγόριος ἦταν ἐκεῖνος πού μέ ἀφορμή τόν βαρλααμιτισμό ἐξέφρασε σύνολη τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἀγωνιζόμενος νά κρατηθεῖ ἡ ᾽Εκκλησία σέ αὐτό πού ἀποκάλυψε ὁ Κύριος, κήρυξαν οἱ ἀπόστολοι, δίδαξαν οἱ προγενέστεροι αὐτοῦ Πατέρες τῆς ᾽Εκκλησίας, δηλαδή πάνω στήν χάρη τοῦ Θεοῦ, συνεπῶς ἔγινε μέτρο πίστεως καί ῾κήρυξ τῆς χάριτος᾽. Τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα μάλιστα τῆς ἡμέρας τήν ἀνάγκη πιστότητας στόν λόγο τοῦ Χριστοῦ μεταξύ ἄλλων τονίζει, θεμέλιο τῆς ὁποίας εἶναι ἡ αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ καί τοῦ λόγου Του. ῾Κατ᾽ ἀρχάς σύ, Κύριε, τήν γῆν ἐθεμελίωσας, καί ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί. Αὐτοί ἀπολοῦνται, σύ δέ διαμένεις καί πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται...Σύ δέ ὁ αὐτός εἶ καί τά ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι᾽.

β. 1. ῾Ο ἀπόστολος εἶναι σαφής: προβάλλει τήν αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ, τό ἄκτιστο καί ἄτρεπτο Αὐτοῦ ἐνόψει τοῦ τρεπτοῦ καί φθαρτοῦ τῆς κτιστῆς δημιουργίας. ῾Η Δημιουργία, καρπός τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ,  ἔχει ἀρχή καί τέλος, τό ὁποῖο (τέλος) νοεῖται ὄχι ὡς καταστροφή ἀλλά ὡς ἀλλαγή αὐτῆς (῾καί πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται καί ἀλλαγήσονται᾽). Κι αὐτό θά πεῖ: ἀφενός κάθε τι στήν Δημιουργία ἔχει τήν σφραγίδα τοῦ Θεοῦ, περικλειόμενο μέσα στήν ἀγάπη Του, συνεπῶς κάθε δημιούργημα ἔχει μία ἰδιαίτερη ἱερότητα, κατεξοχήν ὁ ἄνθρωπος ὡς κατ᾽ εἰκόνα καί καθ᾽ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ δημιουργημένος, λοιπόν τά πάντα ἔχουν ἀναγωγικό καί μυσταγωγικό χαρακτήρα πού παραπέμπουν σέ δοξολογία τοῦ Θεοῦ - ῾οἱ οὐρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δέ χειρῶν Αὐτοῦ ἀναγγέλλει τό στερέωμα᾽·ἀφετέρου κάθε τι στήν Δημιουργία, ἐπειδή ἀκριβῶς ἕλκει τήν ὕπαρξή του ἀπό τόν Θεό καί εἶναι ἐκ φύσεως μέ ἡμερομηνία λήξεως, δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς στήριγμα καί πηγή νοήματος γιά τόν ἄνθρωπο. ῾Η ἁμαρτία ὡς ἐπανάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἀπέναντι στόν Δημιουργό του ἔφερε τήν ἀνατροπή καί τήν διαστροφή: νά διαγραφεῖ οὐσιαστικά ὁ Θεός καί νά θεωρηθεῖ ἡ κτίση ὡς ζωή καί νόημα αὐτῆς - ὅ,τι συνέβη μέ τόν προπάτορα ᾽Αδάμ πού μετά τήν ἁμαρτία στράφηκε στήν γυναίκα του Εὔα δίνοντάς της ἀκριβῶς τήν ἰδιότητα πού δέν εἶχε: Ζωή, Εὔα.
2. ῾Ο Θεός λοιπόν εἶναι ὁ αἰώνιος καί ἄκτιστος, ῾αὐτός διδούς πᾶσι ζωήν καί πνοήν καί τά πάντα᾽. Λόγω τῆς τελειότητάς Του ῾οὐκ ἔστιν ἐν αὐτῷ παραλλαγή ἤ τροπῆς ἀποσκίασμα᾽, ὅπως καί δέν ὑπάρχει σ᾽ αὐτόν τόπος καί χρόνος, τά σημάδια τῆς φθαρτότητας. Εἶναι πάντοτε ὁ ἴδιος - ῾σύ δέ ὁ αὐτός εἶ᾽ - καί ὁ μόνος πιστός. Κατά συνέπεια δέν ὑπάρχει σ᾽ Αὐτόν ἀλλαγή στήν ἐσωτερική Του ζωή, δέν ὑπάρχει ἀλλαγή στήν στάση Του ἔναντι τῶν δημιουργημάτων Του, δέν ὑπάρχει ἀλλαγή στόν λόγο Του:
 ῾Η ζωή Του εἶναι ἡ ζωή τῆς ἁγίας Τριάδος ὡς κοινωνίας ἀγάπης -  δηλαδή τοῦ Πατρός ὡς ἀγεννήτου καί πηγῆς τῆς θεότητος, τοῦ Υἱοῦ ὡς γεννητοῦ πού σαρκώθηκε ἐν προσώπῳ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος ὡς ἐκπορευτοῦ ἐκ μόνου τοῦ Πατρός πού ἀπεστάλη ἀπό τόν Χριστό γιά τήν λειτουργία τῆς ᾽Εκκλησίας -  ἐνῶ δρᾶ πάντοτε ἑνιαῖα μέ τήν ἄκτιστη ἐνέργειά Του· 
ἡ στάση Του ἔναντι τῶν δημιουργημάτων Του εἶναι πάντοτε στάση ἐλευθερίας καί ἀγάπης, πού σημαίνει ὅτι ἐνῶ δέν δεσμεύεται ἀπό κανέναν καί ἀπό τίποτε, στέκεται ἀγαπητικά μονίμως καί διαρκῶς ἀπέναντι σ᾽ αὐτά, ἀκόμη καί πρός ἐκεῖνα πού Τόν ἐχθρεύονται καί Τόν ῾πολεμοῦν᾽, προνοώντας γιά τά πλάσματά Του καί κατευθύνοντάς τα πρός τόν τελικό τους προορισμό. ῾Η πιστότητα αὐτή τῆς ἀγάπης Του μάλιστα ἐξηγεῖ καί τό γιατί δέν ὑφίσταται παράδεισος καί κόλαση ἀπό πλευρᾶς τοῦ Θεοῦ, καί στόν κόσμο τοῦτο καί μετέπειτα: ὁ Θεός ἀδιάκοπα ἀγαπᾶ καί ἡ ἀγάπη Του μεταποιεῖται θετικά (παράδεισος) ἤ ἀρνητικά (κόλαση) ἀνάλογα μέ αὐτό πού ἔχει καταστήσει περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς του ὁ ἄνθρωπος·
ὁ λόγος Του τέλος παραμένει πάντοτε ὁ ἴδιος, αἰώνιος καί ἐπίκαιρος γιά κάθε ἐποχή, χωρίς ἀλλοιώσεις καί μεταποιήσεις. Τά πάντα μπορεῖ νά μεταβληθοῦν, τά πάντα μπορεῖ νά καταργηθοῦν, ὄχι ὅμως ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος συνιστᾶ στήν πραγματικότητα φανέρωση τῆς ἄκτιστης ἐνέργειάς Του καί ἄλλον τρόπο παρουσίας Του. Σύμφωνα μέ τά  λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου ῾ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλθωσιν᾽. Γι᾽ αὐτό καί ὁ λόγος Του εἶναι παντοδύναμος πού καθιστᾶ δυνατό κάθε τι πού θεωρεῖται ἀδύνατο, μᾶλλον ὁ λόγος Του ἐκφερόμενος συνιστᾶ τήν ἴδια τήν δημιουργία. ῾Αὐτός εἶπε καί ἐγενήθησαν, Αὐτός ἐνετείλατο καί ἐκτίσθησαν᾽. Εἶναι αὐτονόητο ἔτσι ὅτι ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινη προσπάθεια ἀλλοίωσης τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, παρερμηνείας, ἔκπτωσης ἤ ὑποβάθμισής του, πολλῷ δέ μᾶλλον κατάργησής του, συνιστᾶ βλασφημία πού ἀποκαλύπτει τήν ἀπιστία, τήν ἀθεΐα καί τόν δαιμονισμό τοῦ ἀνθρώπου. Μή ξεχνᾶμε ὅτι ὁ πρῶτος πού ἀποπειράθηκε νά διαστρεβλώσει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ ἦταν ὁ ῾πεσών ἑωσφόρος᾽.
3. Μέ βάση τά παραπάνω εἶναι αὐτονόητο ὅτι ἡ αἰωνιότητα καί ἡ πιστότητα τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ τό θεμέλιο τῆς ζωῆς καί τοῦ πιστοῦ ἀνθρώπου.
῎Εχει καταρχάς μία πίστη πού τήν παρέλαβε ἀπό τήν ἁγία ᾽Εκκλησία τήν ὥρα τῆς ἐνσωματώσεώς του σέ αὐτήν κατά τό ἅγιο βάπτισμα. Δέν ταλαιπωρεῖται ὁ πιστός μέ τήν ἀγωνία τοῦ ἀπίστου ἤ ἀθέου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ψάχνει νά βρεῖ ἐκεῖνο πού θά νοηματοδοτήσει τήν ἐπί γῆς ὕπαρξή του. ῾Η μόνη ἀγωνία του, ἄν εἶναι καλοπροαίρετος, εἶναι πῶς τήν παραληφθεῖσα πίστη ὡς μέλος Χριστοῦ νά τήν ἐνεργοποιεῖ στήν ζωή του, ὁπότε καί θά βλέπει τήν ἀλήθεια της καί τήν δυναμική της. ῾Μακάριος ἐν τῇ ποιήσει αὐτοῦ ἔσται᾽. Διότι δέν ἔχει καμμία σημασία ἀσφαλῶς νά ἀποδέχεται κανείς τήν πίστη του στήν ῾Αγία Τριάδα, στόν ᾽Ιησοῦ Χριστό, στήν ἁγία ᾽Εκκλησία, καί νά μένει αὐτή ἡ πίστη σέ ἕνα θεωρητικό ἐπίπεδο χωρίς νά ἀγγίζει τήν ζωή του. ῞Οπως ὅλοι γνωρίζουμε μία τέτοια πίστη ἀπορρίπτεται ὡς νεκρή καί δαιμονική. ῾Ο χριστιανός λοιπόν ἔχει μονίμως τήν ἀναφορά του στήν ᾽Εκκλησία καί τήν πίστη αὐτῆς στήν ῾Αγία Τριάδα. Τό Σύμβολο τῆς Πίστεως εἶναι τό καθημερινό μέτρο τῆς δικῆς του στερεότητας στόν κόσμο. Κι ἀκόμη: τό τρισάγιο πού λέει ἀποτελεῖ ἐπιβεβαίωση ὅτι ὁ κόσμος συνεχίζει νά ὑπάρχει μέ τόν κανονικό καί ὀρθό ρυθμό του.
῾Η ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι ὁ Θεός μας στέκεται πάντοτε μέ ἀγάπη καί ἐλευθερία ἀπέναντι στά πλάσματά Του ὁδηγεῖ τόν πιστό σέ ἀληθινή μετάνοια. ῾Τό χρηστόν τοῦ Θεοῦ εἰς μετάνοιαν ἄγει᾽. ῎Αν ὑπῆρχε ἀμφισβήτηση τῆς αἰώνιας ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, τί θά ἦταν ἐκεῖνο πού θά ἔσωζε τόν ἄνθρωπο; Πῶς θά κινεῖτο ὅ,τι βαθύτερο ὑπάρχει στήν ψυχή του, ἡ δική του ἀγάπη; ῾῾Ημεῖς ἀγαπῶμεν ὅτι Αὐτός πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς᾽. Τυχόν ταλάντευση πάνω στήν ἀλήθεια αὐτή δέν θά μᾶς ἔκανε νά λειτουργοῦμε σάν τούς πιστούς ἄλλων θρησκειῶν, οἱ ὁποῖοι παλεύουν νά ἐξευμενίσουν τούς θεούς τους, γιατί τούς ἔχουν κατανοήσει, μόνοι τους ἤ μέ παρακίνηση τοῦ Πονηροῦ, κατ᾽ εἰκόνα δική τους καί τῶν παθῶν τους; ῾Ο πιστός ὅμως γνωρίζει: καί στήν ἔσχατη κατάντια του, ὁ Θεός τόν περιμένει ἐν ἀγάπῃ. ῾Η ἐν μετανοίᾳ μάλιστα στροφή σέ Αὐτόν θά συναντήσει μόνον τήν ἀνοικτή ἀγκαλιά τοῦ Πατέρα του. ῾Καί δραμών (ὁ πατήρ αὐτοῦ) ἐπέπεσεν ἐπί τόν τράχηλον αὐτοῦ και κατεφίλησεν αὐτόν᾽.
Κι ἀκόμη: ῾Η πίστη στό  ἀναλλοίωτο τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί ὅτι αὐτός ὁ λόγος συνιστᾶ ἄκτιστη ἐνέργεια τῆς Τριαδικότητάς Του καθιστοῦν τόν πιστό μέτοχο τῆς ἴδιας τῆς θεότητας. Θέλουμε νά ποῦμε ὅτι τά ἀψευδῆ λόγια τοῦ Κυρίου παρέχουν τήν διαβεβαίωση: ῾᾽Εάν τις ἀγαπᾷ με τόν λόγον μου τηρήσει καί ὁ Πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ᾽ αὐτῷ ποιήσομεν᾽. Καί: ῾῾Ο τηρῶν τάς ἐντολάς τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ᾽. Δηλαδή: ὁ Θεός φανερώνεται μέσα ἀπό τόν λόγο Του, ὁ ὁποῖος λόγος γενόμενος ἀποδεκτός ἀπό τόν πιστό ἄνθρωπο καθιστᾶ αὐτόν κατοικητήριο τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. ᾽Αποτέλεσμα μία τέτοιας θείας κοινωνίας εἶναι ἡ παντοδυναμία τοῦ ἀνθρώπου: ἔχοντας ὁ πιστός τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργοῦσα μέσα του ῾κατέχει᾽ καί τήν παντοδυναμία αὐτῆς. ῾᾽Εάν μείνητε ἐν ἐμοί καί τά ρήματά μου ἐν ὑμῖν μένει, ὅ ἐάν θέλητε αἰτήσασθε καί γενήσεται ὑμῖν᾽ (ὁ Κύριος). ῾Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυμανοῦντί με Χριστῷ᾽ (ἀπ. Παῦλος). Καί πέραν αὐτοῦ: ἡ πιστότητα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Κυρίου ὅτι ῾ἰῶτα  ἕν ἤ μία κεραία᾽ δέν ὑπάρχει πού δέν πρόκειται νά μήν ἐκπληρωθεῖ δίνει τήν ὤθηση στόν πιστό νά προσδοκᾶ καί τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. ῎Αν κάθε λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀληθινός καί κάθε ὑπόσχεσή Του ἤδη ἐκπληρώθηκε, εἴμαστε ἐντελῶς βέβαιοι καί ὅ,τι δέν ἔχει ἀκόμη ἐκπληρωθεῖ θά πραγματοποιηθεῖ. ᾽Αρκεῖ νά μένει κανείς πιστός στήν πιστότητα τοῦ Θεοῦ καί νά μή μετρᾶ τά γεγονότα μέ τήν δική του λογική. Κι αὐτό  πού ἀκόμη στήν οὐσία δέν ἔχει πραγματοποιηθεῖ εἶναι ἡ τελευταία φάση τῶν ἐσχάτων, ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου καί ὅ,τι θά προηγηθεῖ αὐτῆς.
γ. ῾Η πορεία μας πάνω στήν γῆ ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ματιά μας στόν κόσμο. ῎Αν ἡ ματιά μας πέφτει μόνο στήν φθαρτότητα τοῦ κόσμου, τότε πορευόμαστε ῾ὡς ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ, ἐλπίδα μή ἔχοντες᾽. ῾Η τραγικότητα καί ἡ κόλαση γίνονται τά χαρακτηριστικά τῆς ζωῆς μας. ῎Αν ἡ ματιά μας ὑψώνεται ὑπεράνω τοῦ κόσμου καί προσβλέπουμε στόν αἰώνιο Κύριο καί τήν πίστη πού μᾶς ἀποκάλυψε, τότε πορευόμαστε ῾ὡς ἐν σαρκί περιπολοῦντες θεοί᾽ κατά τήν γνωστή ρήση ἐκκλησιαστικοῦ ἀνδρός. Τότε ἡ περπατησιά μας πράγματι εἶναι στέρεα, γιατί κατά πῶς τό λέει κι ὁ ποιητής ῾γιά νά πατᾶς στέρεα στή γῆ, πρέπει τό ἕνα πόδι σου νά εἶναι ἔξω ἀπό τή γῆ᾽ (᾽Ελύτης). Τότε ἑνωμένοι μέ τόν ἄκτιστο Θεό μας γινόμαστε κι ἐμεῖς ἄκτιστοι, ὅπως κήρυξε ὁ ἅγιος πού σήμερα ἑορτάζουμε.

ΚΥΡΙΑΚΗ Β ΝΗΣΤΕΙΩΝ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ"Και έρχονται προς αυτόν παραλυτικόν φέροντες,αιρόμενον υπό τεσσάρων".

ΠΟΛΛΑ ΕΙΝΑΙ τα πρόσωπα που προβάλλουν στη σημερινή ευαγγελική περικοπή. Εν πρώτοις ο Κύριος μας, διδάσκαλος για μια ακόμη φορά της θείας αλήθειας και παράλληλα φιλάνθρωπος ιατρός μιας δυστυχισμένης ανθρώπινης ύπαρξης. Έπειτα ο παραλυτικός, οι Γραμματείς, το συναγμένο πλήθος. Τέλος, οι τέσσερις μεταφορείς του παραλυτικού, αυτοί που με αγάπη και αποφασιστικότητα τον μετέφεραν κοντά στον Ιησού και συνείργησαν έτσι στη θαυμαστή θεραπεία του.Αφήνοντας σήμερα άλλες πλευρές της ευαγγελικής διηγήσεως, ας εστιάσουμε την προσοχή μας στα πρόσωπα των τεσσάρων αυτών ανδρών, των αχθοφόρων της αγάπης, που σήκωσαν και οδήγησαν κοντά στο Χριστό τον παραλυτικό της Καπερναούμ. Το Ευαγγέλιο δεν μας παρέδωσε τα ονόματα τους. Τι μ' αυτό όμως; Πολύ μεγαλύτερη σημασία από το να γνωρίζαμε τα ονόματα τους έχει η πράξη τους, η συμπεριφορά που επέδειξαν και που κατέγραψε με ακρίβεια ο ιερός Μάρκος.Όταν εμπνέει η αγάπη...

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΠΟΥ παρατηρούμε στους τέσσερις αυτούς άνδρες είναι η αγάπη που τους εμπνέει. Η γεμάτη στοργή στάση τους στο πλευρό του παράλυτου συνανθρώπου τους. Η πρόθυμη συμπαράσταση τους στον ανθρώπινο πόνο. Αγόγγυστα αφήνουν τις ασχολίες τους και τρέχουν με χαρά να βοηθήσουν έναν συνάνθρωπο τους. Πρέπει να τον σηκώσουν επάνω σ' ένα φορείο και να τον μεταφέρουν κοντά στον Χριστό. Και το κάνουν πρόθυμα, χωρίς να το θεωρούν ταπεινωτικό και να ντρέπονται.Πόσο συγκινητική και αξιοθαύμαστη υπήρξε η πράξη τους φαίνεται αν τη συγκρίνουμε με τη στάση των άλλων. Του μεγάλου πλήθους. Ενώ, καθώς δείχνουν, διψούν να ακούσουν τη διδασκαλία του Χριστού. και γι' αυτό έτρεξαν και συνωστίζονταν στο σπίτι που βρισκόταν και δίδασκε ο Κύριος, απέναντι στον πόνο και τη δυστυχία του συνανθρώπου τους στέκονται ψυχροί και αδιάφοροι. Το θέαμα του παραλύτου που μετέφεραν οι τέσσερις άνδρες δεν τους συγκινεί. Κρατούν όλοι καλά τη θέση που έχουν καταλάβει και δεν θέλουν να παραμερίσουν για να φθάσει ο άρρωστος κοντά στο Χριστό.Η γνήσια αγάπη γίνεται εφευρετική.


ΑΛΛΑ ΤΗΝ ΑΣΠΛΑΧΝΙΑ των πολλών, του πλήθους, υπερνικά ο ζήλος και το θερμό ενδιαφέρον των τεσσάρων. Συνάντησαν εμπόδια. Η προσπάθεια τους να φέρουν τον άρρωστο κοντά στον Ιησού φαίνεται εκ πρώτης όψεως αδύνατη. Και όμως δεν απογοητεύτηκαν. Δεν παραιτήθηκαν από το σκοπό τους. Επιμένουν και αρχίζουν να σκέπτονται τι θα μπορούσε να γίνει. Η αγάπη όταν είναι γνήσια και θερμή γίνεται εφευρετική. Επινοεί τρόπους για να υπερπηδά τα εμπόδια και να παρακάμπτει τις δυσκολίες. "Και επειδή δεν μπορούσαν να τον φέρουν κοντά στον Ιησού εξαιτίας του πλήθους, έβγαλαν τη στέγη πάνω από κει που ήταν ο Ιησούς, έκαναν ένα άνοιγμα και κατέβασαν το κρεβάτι, πάνω στο οποίο ήταν ξαπλωμένος ο παράλυτος".Εδώ ακριβώς έγκειται το δεύτερο στοιχείο που χαρακτηρίζει τη στάση των τεσσάρων μεταφορέων: η τόλμη της αγάπης και η εφευρετικότητα του ενδιαφέροντος τους. Είναι αυτό που επισημαίνει ο απόστολος Παύλος στον μαθητή του Τιμόθεο: "Ου γαρ έδωκεν υμίν ο Θεός πνεύμα δειλίας αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού" (Β' Τιμ. 1, 7).Η ζωντανή πίστη αποτελεί το θεμέλιο της αγάπης.ΟΜΩΣ ΥΠΑΡΧΕΙ και ένα τρίτο στοιχείο που αποτελεί, θα λέγαμε, το θεμέλιο και των δυο άλλων. Και αυτό είναι η πίστη των τεσσάρων ανδρών. Μια πίστη που λάμπει και φανερώνεται όχι μόνο στα μάτια του παντογνώστη Κυρίου αλλά και όλων των συγκεντρωμένων. Πίστη δυνατή, που τους έκανε να ελπίζουν ακλόνητα ότι ο Κύριος είχε τη δύναμη και την αγαθότητα να ανορθώσει το ζωντανό εκείνο πτώμα και να το κάνει άνθρωπο υγιή. Πίστη ταπεινή, διότι, ενώ ο ασθενής ήταν παράλυτος και ανίκανος να μετακινηθεί, αυτοί δεν ζήτησαν να τον επισκεφτεί ο Χριστός για να τον θεραπεύσει, αλλά έφεραν αυτοί τον ασθενή στον Χριστό υπερνικώντας εμπόδια.Και την πίστη αυτή βλέποντας ο Κύριος χαρίζει την ίαση και την άφεση αμαρτιών στον παράλυτο. Ο ίδιος άλλωστε επισημαίνει σε άλλη περίσταση πόση δύναμη κρύβει η ζωντανή πίστη. Τι εκπληκτικά πράγματα μπορεί να επιτελέσει. «Εάν έχητε πίστιν και μη διακριθήτε…καν τω όρει τούτω είπητε, άρθητι και βλήθητι εις την θάλασσαν, γενήσεται» (Ματθ. 21,21).Οι ανάγκες της εποχής και το δικό μας χρέος.


Η ΣΤΑΣΗ ΑΥΤΗ των τεσσάρων άγνωστων ανδρών που εμπνέει η πίστη και καθοδηγεί η αγάπη, ανταποκρίνεται σ’ ένα υπαρκτό πρόβλημα. Καλύπτει μια βαθιά ανθρώπινη ανάγκη. Παρόμοια προβλήματα και ανάλογες ανάγκες εξακολουθούν να υπάρχουν και σήμερα ανάμεσα μας. Στις συγκεκριμένες κοινωνίες και στις σύγχρονες συνθήκες στις οποίες ζούμε κι εμείς. Ας μνημονεύσουμε μερικές περιπτώσεις.* Ξεχασμένοι άρρωστοι σε νοσοκομεία ή παρατημένοι τρόφιμοι σε διάφορα ιδρύματα. Άνθρωποι, που πέρα από τον πόνο που τους βασανίζει, αντιμετωπίζουν και την πικρία της μοναξιάς. Αισθάνονται εγκατελειμμένοι. Τους λείπει η ζεστασιά της ανθρώπινης παρουσίας. Το χαμόγελο και το ενδιαφέρον κάποιου που θα τους επισκεφτεί. Αισθάνονται – ιδιαίτερα όταν και η πίστη τους δεν είναι ζωντανή – ότι τους έχουν ξεχάσει οι πάντες, ο Θεός και οι άνθρωποι.* Άνθρωποι ανήμποροι ή ανάπηροι, που περνούν μια ζωή ολόκληρη πάνω στο αναπηρικό καροτσάκι ή κλεισμένοι στους τέσσερις τοίχους ενός δωματίου. Θέλουν να εκκλησιαστούν. Έχουν κι αυτοί ανάγκη ενός περιπάτου στην όμορφη φύση. Όμως κάποιοι θα πρέπει να τους φροντίσουν. Χρειάζονται, όπως όλοι μας, να κάνουν μερικές προμήθειες. Αλλά κάποιοι θα πρέπει να διαθέσουν τον απαιτούμενο χρόνο για να τους εξυπηρετήσουν.* Άλλοι που είναι κατάκοιτοι και μόνοι, χωρίς κανένα στον κόσμο, έχουν ανάγκη από περιποίηση ή λίγη συντροφιά. Θέλουν να κουβεντιάσουν με κάποιον. Να πουν τον πόνο τους. Να επικοινωνήσουν κι αυτοί ως άνθρωποι μ’ έναν συνάνθρωπο τους.* Απέναντι όλων αυτών των αδελφών μας έχουμε χρέος να σταθούμε με αγάπη. Να τους αναζητήσουμε όπου υπάρχουν. Να τους πλησιάσουμε με ενδιαφέρον. Να τους ακούσουμε με προσοχή. Στο όνομα του Χριστού ν’ απλώσουμε το χέρι μας και να τους συμπαρασταθούμε αδελφικά.Ας μας εμπνέει στην άσκηση του ιερού αυτού χρέους το συγκινητικό παράδειγμα των τεσσάρων μεταφορέων του παραλύτου που είδαμε σήμερα στο Ευαγγέλιο. Είναι ο δρόμος της ζωντανής και έμπρακτης αγάπης. Είναι ο δρόμος του Θεού. «Ο Θεός αγάπη εστί, και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει» (Α’ Ιω. 4, 16).