ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ (Λουκ. δ΄, 16-22) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Σερβιών και Κοζάνης
Στή σημερινή περικοπή, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ὁ Χριστός μπροστά στούς ἔκπληκτους Ἰουδαίους πού βρίσκονταν στή Συναγωγή τῆς Ναζαρέτ κατά τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, λέει μέ ἁπλό καί φυσικό τρόπο ὅτι: «Σήμερα βρίσκει τήν ἐκπλήρωσή της ἡ προφητεία πού μόλις ἀκούσατε».
Ἑρμηνεύοντας τήν προφητεία τοῦ Ἠσαΐα στό Πρόσωπό Του καί ἔχοντας πλήρη αὐτοσυνειδησία, ἀφήνει νά φανερωθεῖ ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας, ὁ ἀπό αἰώνων κεχρισμένος μέ Πνεῦμα Θεοῦ. Δέν εἶναι ἁπλά ἕνας ἄνθρωπος πού σέ μία στιγμή τῆς ζωῆς τοῦ ἦλθε ἐπ’ αὐτόν τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τοῦ χάρισε μία παροδική, μικρή ἤ μεγάλη θεοπνευστία. Δέν εἶναι ἕνα ἔκτακτο ἤ ὑπερφυσικό γεγονός πού θά βοηθοῦσε τούς ἀνθρώπους μέσω τοῦ Χριστοῦ νά γνωρίσουν τό Θεό. Εἶναι Αὐτός, στόν Ὁποῖο ἐνυπάρχει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μέσα Του, κατέχει τήν ὕπαρξή Του, ὁδηγεῖ τήν ἐπίγεια ζωή Του στήν ὁλοκλήρωση τοῦ σχεδίου τῆς θείας φιλανθρωπίας. Ὁ Χριστός ἦλθε στή γῆ νά φέρει τό μήνυμα τῆς Σωτηρίας καί τῆς ἐπερχομένης Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους.
Ἡ Βασιλεία πού ἐπαγγέλλεται ὁ Χριστός δέν εἶναι κοσμική. Δέν εἶναι μία βασιλεία πού θά ἀποκαταστήσει ἀνθρώπινα βασίλεια, πού θά συντρίψει ἀντίπαλα ἔθνη καί ἀσεβεῖς βασιλιάδες. Δέν εἶναι μία βασιλεία πού περιλαμβάνει προνομιούχους λαούς, πού ὁρίζει ἡγεμόνες, πού περιβάλλει καί θάλπει τήν ἐξουσία. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πού ἀνακοινώνει ὁ Χριστός στή Συναγωγή τῆς Ναζαρέτ, ἔχει ὡς κέντρο της τή Σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Τό μήνυμά της ἀπευθύνεται στούς φτωχούς, στούς μικρούς καί ταπεινούς αὐτοῦ του κόσμου, σ’ αὐτούς πού νιώθουν τήν ὕπαρξή τους ἀσήμαντη μπροστά στό Ἄπειρό του Θεοῦ. Φέρνει τήν κατάργηση τῆς αἰχμαλωσίας τῶν ἀνθρώπων ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας, τήν ἀπαλλαγή, τή λύτρωση ἀπ’ ὅσα τούς κρατοῦσαν δέσμιους μέχρι τώρα. Ἡ ἁμαρτία εἶναι αἰχμαλωσία πού δέν ἀφήνει τόν ἄνθρωπο νά δεῖ καί νά βρεῖ τόν ἀληθινό του προορισμό, πού τόν κατέχει δέσμιο σέ μία κατάσταση φθαρτότητας σωματικῆς καί ψυχικῆς.
Αὐτή τήν ἀνθρωποκτόνο κατάσταση τῆς ἁμαρτίας πού κρατάει δέσμιο τόν ἄνθρωπο θά συντρίψει ὁ Χριστός μέ τήν Ἀνάστασή Του στό τέλος τῆς ἐπίγειας παρουσίας Του. Μέχρι νά ὁδηγηθεῖ στό Πάθος καί στή σωτήρια Ἀνάστασή Του ὁ Χριστός θά χαρίσει τό φῶς στούς τυφλούς. Φυσικό φῶς στούς σωματικά τυφλούς, οὐράνιο καί ἀποκαλυπτικό στούς πνευματικά τυφλούς. Αὐτό δέν σημαίνει παντοῦ καί πάντα ὅτι ὅσοι ἀκοῦνε καταλαβαίνουν καί ὅσοι βλέπουν ἀντιλαμβάνονται. Προϋπόθεση γιά τήν ἀνάβλεψη τῶν πνευματικά τυφλῶν εἶναι ἡ ἁγνότητα τῆς καρδιᾶς, ἡ πίστη, ἡ ἀποδοχή τῶν λόγων τοῦ Κυρίου. Ἡ σκληρότητα, ἡ σκληροκαρδία, ἡ δυσπιστία στό Πρόσωπο τοῦ Κυρίου, καί ἡ ἀδιαφορία, ἡ ἀναλγησία πρός τούς ἀνθρώπους θά κρατοῦν πάντα κλειστές τίς πόρτες στό φῶς ἤ θά δυσκολεύουν πάντα νά φτάσει στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων τό πνευματικό φῶς. Ὅμως ἀκόμη καί σ’ αὐτές τίς περιπτώσεις τά ἀδύνατα γιά τούς ἀνθρώπους εἶναι δυνατά γιά τό Θεό. Ὁ Χριστός εἶναι πάντα σέ θέση νά ἀποκαλύψει τό Θέλημα τοῦ Οὐράνιου Πατέρα Του καί Πατέρα μας, δίνοντας στούς ἀνθρώπους τήν πνευματική ἀνάβλεψη.
Ὁ τραυματισμένος ἄνθρωπος ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα, τοῦ ὁποίου ἀμαυρώθηκε τό «κατ’ εἰκόνα» καί ἐσκοτίσθη ἡ διάνοια, δέν ἦταν σέ θέση νά φτάσει μόνος του στή σωτηρία. Ὁ Νόμος πού δόθηκε στό Μωϋσῆ ἀπό τό Θεό στό ὅρος Σινᾶ, προκειμένου νά παιδαγωγήσει τόν Ἰσραήλ καί δι’ αὐτοῦ νά ἀνακαινίσει καί τούς ὑπόλοιπους λαούς, ἐξέπεσε λόγω τῆς ἀδυναμίας τοῦ Ἰσραήλ σέ ἐπίπεδο νομικιστικῶν καί ἠθικῶν διατάξεων, τύποις καί ὄχι οὐσίας. Γράμματος καί ὄχι Πνεύματος. Πιστεύοντας ὅτι ἡ ἁπλή τήρηση τῶν διατάξεων τοῦ Νόμου φέρνει τή σωτηρία, παραγνωρίστηκαν καί παραμελήθηκαν τό πνεῦμα καί ἡ θεϊκή του προέλευση, φτάνοντας στό ἐπίπεδό της φαρισαϊκῆς τήρησής του.
Σ’ αὐτό τόν ἄνθρωπο ὁ Χριστός φέρνει τό σωτήριο μήνυμά Του, πού δέν εἶναι πλέον τό γράμμα τοῦ Νόμου, ἀλλά ἡ ἐν πνεύματι ὁλοκληρωτική ἀνακαίνιση, ὁ φωτισμός τῆς διανοίας του, πού ἐπιτυγχάνονται μέ τήν ὑπακοή καί μίμηση τῆς θυσιαστικῆς προσφορᾶς Του, τήν ἀποδοχή τῶν Λόγων Του, μέ τήν ἀγάπη ἀκόμη καί στούς ἐχθρούς, μέ τήν ἐν «Πνεύματι καί Ἀληθεία» λατρεία στό Θεό.
Ἡ ἄφεση χαρίζεται πλέον ἀπό τό Χριστό στόν ἄνθρωπο ὄχι ἐπειδή τηρεῖ μηχανικά κάποιες διατάξεις, οὔτε ἐπειδή ὑπακούει σέ στεῖρα νομοθετήματα. Τούτη ἡ ἄφεση πού ἐπαγγέλλεται ὁ Χριστός προϋποθέτει τήν ὁλοκληρωτική μεταστροφή τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, χαρίζεται ὡς δῶρο ζωῆς ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾶ τό Θεό «ἐξ ὅλης της καρδίας του καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς του, καί ἐξ ὅλης της ἰσχύος του καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας του καί τόν πλησίον του ὡς σεαυτόν» (Λουκ. 10,27). Ἡ Θυσιαστική πράξη τοῦ Χριστοῦ, ὁ Σταυρός τοῦ Μαρτυρίου, εἶναι λύτρο γιά ὅλους, εἶναι Ἄφεση, εἶναι Λύτρωση, εἶναι Ἀπαλλαγή, εἶναι Ἀποκατάσταση στήν ἀρχέγονη πρότερη θέση πού εἶχε ὁ ἄνθρωπος κατά τή δημιουργία του ἀπό τό Θεό.
Ὅλα αὐτά ὅμως, ἀγαπητοί, δέ θά γίνουν μέσα σέ μία ἡμέρα, ὡς ἀστραπή, ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ. Ὁ Χριστός δέν ἦλθε γιά νά καταδικάσει, γιά νά ἀπολέσει καί νά ἀπειλήσει τόν πάσχοντα καί πονεμένο ἄνθρωπο μέ τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Δέν ἦλθε γιά νά κρίνει τόν κόσμο, ἀλλά γιά νά τόν σώσει˙ «οὐ γάρ ἦλθον ἵνα κρίνω τόν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σώσω τόν κόσμον» (Ἰωάν.12,47).
Κηρύττει «ἐνιαυτόν Κυρίου δεκτόν», δηλαδή μία περίοδο χάριτος καί μετανοίας, καί εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός πού δέν στέκει ἀπόμακρος καί ἀπροσμέτρητος στό ὕψος τῆς Θεότητάς Του, ἀλλά εἶναι ὁ ἀπό αἰώνων «κρούων τή θύρα» περιμένοντας τήν ἀνταπόκριση τοῦ ἀνθρώπου πού τόσο «ἠγάπησεν ὁ Θεός, ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀποληται ἀλλ’ ἔχη ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν. 3,16). Ἀμήν.
Στή σημερινή περικοπή, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ὁ Χριστός μπροστά στούς ἔκπληκτους Ἰουδαίους πού βρίσκονταν στή Συναγωγή τῆς Ναζαρέτ κατά τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, λέει μέ ἁπλό καί φυσικό τρόπο ὅτι: «Σήμερα βρίσκει τήν ἐκπλήρωσή της ἡ προφητεία πού μόλις ἀκούσατε».
Ἑρμηνεύοντας τήν προφητεία τοῦ Ἠσαΐα στό Πρόσωπό Του καί ἔχοντας πλήρη αὐτοσυνειδησία, ἀφήνει νά φανερωθεῖ ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας, ὁ ἀπό αἰώνων κεχρισμένος μέ Πνεῦμα Θεοῦ. Δέν εἶναι ἁπλά ἕνας ἄνθρωπος πού σέ μία στιγμή τῆς ζωῆς τοῦ ἦλθε ἐπ’ αὐτόν τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τοῦ χάρισε μία παροδική, μικρή ἤ μεγάλη θεοπνευστία. Δέν εἶναι ἕνα ἔκτακτο ἤ ὑπερφυσικό γεγονός πού θά βοηθοῦσε τούς ἀνθρώπους μέσω τοῦ Χριστοῦ νά γνωρίσουν τό Θεό. Εἶναι Αὐτός, στόν Ὁποῖο ἐνυπάρχει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μέσα Του, κατέχει τήν ὕπαρξή Του, ὁδηγεῖ τήν ἐπίγεια ζωή Του στήν ὁλοκλήρωση τοῦ σχεδίου τῆς θείας φιλανθρωπίας. Ὁ Χριστός ἦλθε στή γῆ νά φέρει τό μήνυμα τῆς Σωτηρίας καί τῆς ἐπερχομένης Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους.
Ἡ Βασιλεία πού ἐπαγγέλλεται ὁ Χριστός δέν εἶναι κοσμική. Δέν εἶναι μία βασιλεία πού θά ἀποκαταστήσει ἀνθρώπινα βασίλεια, πού θά συντρίψει ἀντίπαλα ἔθνη καί ἀσεβεῖς βασιλιάδες. Δέν εἶναι μία βασιλεία πού περιλαμβάνει προνομιούχους λαούς, πού ὁρίζει ἡγεμόνες, πού περιβάλλει καί θάλπει τήν ἐξουσία. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πού ἀνακοινώνει ὁ Χριστός στή Συναγωγή τῆς Ναζαρέτ, ἔχει ὡς κέντρο της τή Σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Τό μήνυμά της ἀπευθύνεται στούς φτωχούς, στούς μικρούς καί ταπεινούς αὐτοῦ του κόσμου, σ’ αὐτούς πού νιώθουν τήν ὕπαρξή τους ἀσήμαντη μπροστά στό Ἄπειρό του Θεοῦ. Φέρνει τήν κατάργηση τῆς αἰχμαλωσίας τῶν ἀνθρώπων ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας, τήν ἀπαλλαγή, τή λύτρωση ἀπ’ ὅσα τούς κρατοῦσαν δέσμιους μέχρι τώρα. Ἡ ἁμαρτία εἶναι αἰχμαλωσία πού δέν ἀφήνει τόν ἄνθρωπο νά δεῖ καί νά βρεῖ τόν ἀληθινό του προορισμό, πού τόν κατέχει δέσμιο σέ μία κατάσταση φθαρτότητας σωματικῆς καί ψυχικῆς.
Αὐτή τήν ἀνθρωποκτόνο κατάσταση τῆς ἁμαρτίας πού κρατάει δέσμιο τόν ἄνθρωπο θά συντρίψει ὁ Χριστός μέ τήν Ἀνάστασή Του στό τέλος τῆς ἐπίγειας παρουσίας Του. Μέχρι νά ὁδηγηθεῖ στό Πάθος καί στή σωτήρια Ἀνάστασή Του ὁ Χριστός θά χαρίσει τό φῶς στούς τυφλούς. Φυσικό φῶς στούς σωματικά τυφλούς, οὐράνιο καί ἀποκαλυπτικό στούς πνευματικά τυφλούς. Αὐτό δέν σημαίνει παντοῦ καί πάντα ὅτι ὅσοι ἀκοῦνε καταλαβαίνουν καί ὅσοι βλέπουν ἀντιλαμβάνονται. Προϋπόθεση γιά τήν ἀνάβλεψη τῶν πνευματικά τυφλῶν εἶναι ἡ ἁγνότητα τῆς καρδιᾶς, ἡ πίστη, ἡ ἀποδοχή τῶν λόγων τοῦ Κυρίου. Ἡ σκληρότητα, ἡ σκληροκαρδία, ἡ δυσπιστία στό Πρόσωπο τοῦ Κυρίου, καί ἡ ἀδιαφορία, ἡ ἀναλγησία πρός τούς ἀνθρώπους θά κρατοῦν πάντα κλειστές τίς πόρτες στό φῶς ἤ θά δυσκολεύουν πάντα νά φτάσει στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων τό πνευματικό φῶς. Ὅμως ἀκόμη καί σ’ αὐτές τίς περιπτώσεις τά ἀδύνατα γιά τούς ἀνθρώπους εἶναι δυνατά γιά τό Θεό. Ὁ Χριστός εἶναι πάντα σέ θέση νά ἀποκαλύψει τό Θέλημα τοῦ Οὐράνιου Πατέρα Του καί Πατέρα μας, δίνοντας στούς ἀνθρώπους τήν πνευματική ἀνάβλεψη.
Ὁ τραυματισμένος ἄνθρωπος ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα, τοῦ ὁποίου ἀμαυρώθηκε τό «κατ’ εἰκόνα» καί ἐσκοτίσθη ἡ διάνοια, δέν ἦταν σέ θέση νά φτάσει μόνος του στή σωτηρία. Ὁ Νόμος πού δόθηκε στό Μωϋσῆ ἀπό τό Θεό στό ὅρος Σινᾶ, προκειμένου νά παιδαγωγήσει τόν Ἰσραήλ καί δι’ αὐτοῦ νά ἀνακαινίσει καί τούς ὑπόλοιπους λαούς, ἐξέπεσε λόγω τῆς ἀδυναμίας τοῦ Ἰσραήλ σέ ἐπίπεδο νομικιστικῶν καί ἠθικῶν διατάξεων, τύποις καί ὄχι οὐσίας. Γράμματος καί ὄχι Πνεύματος. Πιστεύοντας ὅτι ἡ ἁπλή τήρηση τῶν διατάξεων τοῦ Νόμου φέρνει τή σωτηρία, παραγνωρίστηκαν καί παραμελήθηκαν τό πνεῦμα καί ἡ θεϊκή του προέλευση, φτάνοντας στό ἐπίπεδό της φαρισαϊκῆς τήρησής του.
Σ’ αὐτό τόν ἄνθρωπο ὁ Χριστός φέρνει τό σωτήριο μήνυμά Του, πού δέν εἶναι πλέον τό γράμμα τοῦ Νόμου, ἀλλά ἡ ἐν πνεύματι ὁλοκληρωτική ἀνακαίνιση, ὁ φωτισμός τῆς διανοίας του, πού ἐπιτυγχάνονται μέ τήν ὑπακοή καί μίμηση τῆς θυσιαστικῆς προσφορᾶς Του, τήν ἀποδοχή τῶν Λόγων Του, μέ τήν ἀγάπη ἀκόμη καί στούς ἐχθρούς, μέ τήν ἐν «Πνεύματι καί Ἀληθεία» λατρεία στό Θεό.
Ἡ ἄφεση χαρίζεται πλέον ἀπό τό Χριστό στόν ἄνθρωπο ὄχι ἐπειδή τηρεῖ μηχανικά κάποιες διατάξεις, οὔτε ἐπειδή ὑπακούει σέ στεῖρα νομοθετήματα. Τούτη ἡ ἄφεση πού ἐπαγγέλλεται ὁ Χριστός προϋποθέτει τήν ὁλοκληρωτική μεταστροφή τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, χαρίζεται ὡς δῶρο ζωῆς ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾶ τό Θεό «ἐξ ὅλης της καρδίας του καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς του, καί ἐξ ὅλης της ἰσχύος του καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας του καί τόν πλησίον του ὡς σεαυτόν» (Λουκ. 10,27). Ἡ Θυσιαστική πράξη τοῦ Χριστοῦ, ὁ Σταυρός τοῦ Μαρτυρίου, εἶναι λύτρο γιά ὅλους, εἶναι Ἄφεση, εἶναι Λύτρωση, εἶναι Ἀπαλλαγή, εἶναι Ἀποκατάσταση στήν ἀρχέγονη πρότερη θέση πού εἶχε ὁ ἄνθρωπος κατά τή δημιουργία του ἀπό τό Θεό.
Ὅλα αὐτά ὅμως, ἀγαπητοί, δέ θά γίνουν μέσα σέ μία ἡμέρα, ὡς ἀστραπή, ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ. Ὁ Χριστός δέν ἦλθε γιά νά καταδικάσει, γιά νά ἀπολέσει καί νά ἀπειλήσει τόν πάσχοντα καί πονεμένο ἄνθρωπο μέ τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Δέν ἦλθε γιά νά κρίνει τόν κόσμο, ἀλλά γιά νά τόν σώσει˙ «οὐ γάρ ἦλθον ἵνα κρίνω τόν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σώσω τόν κόσμον» (Ἰωάν.12,47).
Κηρύττει «ἐνιαυτόν Κυρίου δεκτόν», δηλαδή μία περίοδο χάριτος καί μετανοίας, καί εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός πού δέν στέκει ἀπόμακρος καί ἀπροσμέτρητος στό ὕψος τῆς Θεότητάς Του, ἀλλά εἶναι ὁ ἀπό αἰώνων «κρούων τή θύρα» περιμένοντας τήν ἀνταπόκριση τοῦ ἀνθρώπου πού τόσο «ἠγάπησεν ὁ Θεός, ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀποληται ἀλλ’ ἔχη ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάν. 3,16). Ἀμήν.