Μέγα Σάββατο
π. Θωμάς Χόπκο
Η πρώτη ακολουθία του Μεγάλου Σαββάτου, που καλείται στην Εκκλησία το Υπερευλογημένο Σάββατο, είναι ο εσπερινός τη Μεγάλη Παρασκευή. Συνήθως τελείται μετά το απόγευμα για να θυμίζει την ταφή του Χριστού.
Πριν ξεκινήσει η ακολουθία, στήνεται ένας «Τάφος»[1] στο μέσον του ναού και στολίζεται με λουλούδια. Επίσης μια ειδική εικόνα κεντημένη σε ύφασμα (στα Ελληνικά: Επιτάφιος, στα Σλαβονικά: Plaschanista), που απεικονίζει τον νεκρό Σωτήρα, τοποθετείται στην Αγία Τράπεζα. Στα Αγγλικά, αυτή η εικόνα συχνά καλείται winding-sheet.
Ο Εσπερινός ξεκινά με ύμνους σχετικά με τα πάθη και τον θάνατο του Χριστού. Ύστερα από την είσοδο με το Ευαγγέλιο και το «Φῶς Ἱλαρόν», διαβάζονται αποσπάσματα από την Έξοδο, τον Ιώβ, καθώς και το κεφ. 52 από τον Ησαΐα. Προστίθεται ένα ανάγνωσμα από την Α΄ Προς Κορινθίους Επιστολή (1, 18 – 2,2) και αναγιγνώσκεται το Ευαγγέλιο με επιλογές από τις τέσσερις αναφορές για τη σταύρωση και την ταφή του Χριστού. Τα προκείμενα και το αλληλουάριον είναι ψαλμικοί στίχοι, που έχουν ήδη ακουσθεί τη Μεγάλη Παρασκευή και είναι στίχοι προφητικής σημασίας:
«Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου, πρόσχες μοι· ἵνα τί ἐγκατέλιπές με;» (Ψαλμ. 21, 2).
«Διεμερίσαντο τὰ ἱμάτιά μου ἑαυτοῖς καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρον» (Ψαλ. 21, 19).
«Ἔθεντό με ἐν λάκκῳ κατωτάτῳ, ἐν σκοτεινοῖς καὶ ἐν σκιᾷ θανάτου» (Ψαλ. 87, 7).
Έπειτα κι από κάποιους ακόμα ύμνους δοξολογίας για τον θάνατο του Χριστού και ενώ αναγιγνώσκεται η ωδή του Αγίου Συμεών, οι ιερείς ενδύονται πλήρως με τα σκουρόχρωμα άμφιά τους και θυμιάζουν τον επιτάφιο που βρίσκεται ακόμη πάνω στην Αγία Τράπεζα. Τότε, ύστερα από το Πάτερ ἡμῶν, καθώς ψάλλεται το απολυτίκιον της ημέρας, ο ιερέας, αφού περιφέρει γύρω από την Αγία Τράπεζα τον Επιτάφιο κρατώντας τον πάνω από το κεφάλι του, τον τοποθετεί στον «Τάφο» για προσκύνηση από τον λαό.
«Ὁ εὐσχήμων Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ξύλου καθελὼν τὸ ἄχραντόν σου Σῶμα, σινδόνι καθαρᾷ, εἱλήσας καὶ ἀρώμασιν, ἐν μνήματι καινῷ κηδεύσας ἀπέθετο» (απολυτίκιον του Μεγάλου Σαββάτου).
Ο όρθρος του Μεγάλου Σαββάτου συνήθως τελείται την Παρασκευή το βράδυ. Ξεκινά κανονικά με το «Θεὸς Κύριος» και το απολυτίκιον «Ὁ εὐσχήμων Ἰωσὴφ» και ακολουθούν τα τροπάρια:
«Ὅτε κατῆλθες πρὸς τὸν θάνατον ἡ ζωὴ ἡ ἀθάνατος, τότε τὸν ᾅδην ἐνέκρωσας τῇ ἀστραπῇ τῆς Θεότητος· ὅτε δὲ καὶ τοὺς τεθνεῶτας ἐκ τῶν καταχθονίων ἀνέστησας πᾶσαι αἱ δυνάμεις τῶν ἐπουρανίων ἐκραύγαζον· Ζωοδότα Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν δόξα σοι».
«Ταῖς Μυροφόροις γυναιξὶ παρὰ τὸ μνῆμα ἐπιστὰς ὁ Ἄγγελος ἐβόα· τὰ μύρα τοῖς θνητοῖς ὑπάρχει ἁρμόδια, Χριστὸς δὲ διαφθορᾶς ἐδείχθη ἀλλότριος».
Στη θέση του κανονικού ψαλμικού αναγνώσματος ψάλλεται όλος ο Ψαλμός 118, με μία στροφή ανάμεσα στους στίχους που υμνεί τον νεκρό Σωτήρα.[2] Αυτός ο Ψαλμός είναι η ρηματική εικόνα του Χριστού, ο δίκαιος άνθρωπος του οποίου η ζωή είναι στα χέρια του Θεού και που γι’ αυτό δεν μπορεί να παραμείνει νεκρός. Τα Εγκώμια, όπως καλούνται οι στροφές, δοξολογούν τον Θεό ως την Ανάσταση και τη Ζωή, και εκφράζουν θαυμασμό μπροστά στην ταπεινή συγκατάβασή Του στον θάνατο.
Στο πρόσωπο του Χριστού υπάρχει η τέλεια ενοποίηση της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο και της αγάπης του ανθρώπου για τον Θεό. Είναι αυτή η θεϊκή αγάπη που συλλογιζόμαστε και υμνούμε πάνω από τον τάφο του Σωτήρα. Καθώς προχωρεί η Ακολουθία, τα Εγκώμια καθίστανται συντομότερα και βαθμιαία συγκεντρώνονται στην τελική νίκη του Κυρίου, έτσι έρχονται στο σωστό συμπέρασμα:
«Ἐπεπόθησα τὸ σωτήριόν σου, Κύριε, καὶ ὁ νόμος σου μελέτη μού ἐστι» (Ψαλμ. 118, 174).
«Ζήσεται ἡ ψυχή μου καὶ αἰνέσει σε, καὶ τὰ κρίματά σου βοηθήσει μου» (Ψαλμ. 118, 175).
«Ἔρραναν τὸν τάφον αἱ μυροφόροι μύρα λίαν πρωῒ ἐλθοῦσαι».
«Ἐπλανήθην ὡς πρόβατον ἀπολωλός· ζήτησον τὸν δοῦλον σου, ὅτι τὰς ἐντολάς σου οὐκ ἐπελαθόμην» (Ψαλμ. 118, 176).
«Εἰρήνην Ἐκκλησίᾳ, λαῷ σου σωτηρίαν δώρησαι σῇ ἐγέρσει».
Ύστερα από την δοξολογία της Τριάδος, η Εκκλησία φωτίζεται και διαχέεται στο ποίμνιο, καθώς ο ιερουργός θυμιατίζει όλη την Εκκλησία, η πρώτη ανακοίνωση για τις γυναίκες που έρχονται στον Τάφο. Εδώ, για πρώτη φορά, έρχεται η ξεκάθαρη διακήρυξη των καλών νέων για τη σωτηρία με την Ανάσταση του Χριστού.
Ο κανόνας του Όρθρου συνεχίζει να υμνεί τη νίκη του Χριστού πάνω στον θάνατο, με τον δικό του θάνατο, και χρησιμοποιεί κάθε μία από τις Ωδές της Παλαιάς Διαθήκης ως προτύπωση της τελικής σωτηρίας του ανθρώπου μέσω του Χριστού. Εδώ, για πρώτη φορά αναδύεται η ένδειξη πως αυτό το Σάββατο -αυτό το συγκεκριμένο, που ετάφη ο Χριστός- είναι πραγματικά η πιο ευλογημένη εβδόμη ημέρα που υπήρξε ποτέ. Αυτή είναι η μέρα που ο Λόγος του Θεού, που «πάντα διʾ αὐτοῦ ἐγένετο» (Ιωάν. 1, 3), κείται ως νεκρός στον τάφο, σώζοντας τον κόσμο που δημιούργησε και ανοίγοντας τα μνημεία:
«Τοῦτο Σάββατόν ἐστι τὸ ὑπερευλογημένον, ἐν ᾧ Χριστὸς ἀφυπνῶς ἀναστήσεται τριήμερος» (Οίκος).
Ξανά ο κανόνας τελειώνει με την τελική νίκη του Χριστού:
«Μὴ ἐποδύρου μου, Μῆτερ, καθορῶσα ἐν τάφῳ ὃν ἐν γαστρὶ ἄνευ σπορᾶς συνέλαβες Υἱόν· ἀναστήσομαι γὰρ καὶ δοξασθήσομαι καὶ ὑψώσω ἐν δόξῃ, ἀπαύστως ὡς Θεὸς τοὺς ἐν πίστει καὶ πόθῳ σὲ μεγαλύνοντας» (θ΄ Ωδή του Κανόνος).
Καθώς περισσότεροι αίνοι ψέλνονται, ο ιερουργός ενδύεται ξανά τα σκουρόχρωμα άμφιά του και ενώ ψάλλεται η Μεγάλη Δοξολογία, άλλη μια φορά θυμιάζει τον Τάφο του Σωτήρος. Τότε, ενώ η συνάθροιση με αναμμένα κεριά επαναλαμβάνει το ασματικόν Τρισάγιον, οι πιστοί -οδηγούμενοι από τον ποιμένα τους, που κρατά το Ευαγγέλιο με τον Επιτάφιο ύπερθεν αυτού- προχωρούν εν πομπή έξω και γύρω από τον Ναό. Αυτή η πομπή μαρτυρεί την τελική νίκη του Χριστού πάνω στις δυνάμεις του σκότους και του θανάτου. Ολόκληρο το σύμπαν ανακαινίστηκε και λυτρώθηκε με την είσοδο της Ζωής του κόσμου στο βασίλειο του θανάτου.
Καθώς η πομπή επιστρέφει στο ναό, τα τροπάρια ψάλλονται άλλη μια φορά και η προφητεία του Ιεζεκιήλ για τα ξηρά οστά του Ισραήλ διαβάζεται με ιεροπρέπεια:
«Καὶ ἐγένετο ἐπʾ ἐμὲ χεὶρ Κυρίου, καὶ ἐξήγαγέ με ἐν πνεύματι Κύριος καὶ ἔθηκέ με ἐν μέσῳ τοῦ πεδίου, καὶ τοῦτο ἦν μεστὸν ὀστέων ἀνθρωπίνων· καὶ περιήγαγέ με ἐπʾ αὐτὰ κύκλωθεν κύκλῳ, καὶ ἰδοὺ πολλὰ σφόδρα, ἐπὶ προσώπου τοῦ πεδίου, ξηρὰ σφόδρα, καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, εἰ ζήσεται τὰ ὀστέα ταῦτα; καὶ εἶπα· Κύριε, Κύριε, σὺ ἐπίστῃ ταῦτα. Καὶ εἶπε πρός με· προφήτευσον ἐπὶ τὰ ὀστᾶ ταῦτα καὶ ἐρεῖς αὐτοῖς· τὰ ὀστᾶ τὰ ξηρά, ἀκούσατε λόγον Κυρίου. Τάδε λέγει Κύριος τοῖς ὀστέοις τούτοις· ἰδοὺ ἐγὼ φέρω ἐφʾ ὑμᾶς πνεῦμα ζωῆς καὶ δώσω ἐφʾ ὑμᾶς νεῦρα, καὶ ἀνάξω ἐφʾ ὑμᾶς σάρκας, καὶ ἐκτενῶ ἐφʾ ὑμᾶς δέρμα, καὶ δώσω πνεῦμά μου εἰς ὑμᾶς, καὶ ζήσεσθε· καὶ γνώσεσθε ὅτι ἐγώ εἰμι Κύριος. Καὶ προεφήτευσα καθὼς ἐνετείλατό μοι Κύριος. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἐμὲ προφητεῦσαι καὶ ἰδοὺ σεισμός, καὶ προσήγαγε τὰ ὀστᾶ ἑκάτερον πρὸς τὴν ἁρμονίαν αὐτοῦ. Καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ ἐπʾ αὐτὰ νεῦρα καὶ σάρκες ἐφύοντο, καὶ ἀνέβαινεν ἐπʾ αὐτὰ δέρμα ἐπάνω, καὶ πνεῦμα οὐκ ἦν ἐπʾ αὐτοῖς. Καὶ εἶπε πρός με· προφήτευσον, ἐπὶ τὸ πνεῦμα, προφήτευσον υἱὲ ἀνθρώπου, καὶ εἰπὸν τῷ πνεύματι· τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἐκ τῶν τεσσάρων πνευμάτων ἐλθὲ, καὶ ἐμφύσησον εἰς τοὺς νεκροὺς τούτους, καὶ ζησάτωσαν. Καὶ προεφήτευσα, καθότι ἐνετείλατό μοι· καὶ εἰσῆλθεν εἰς αὐτοὺς τὸ πνεῦμα, καὶ ἔζησαν καὶ ἔστησαν ἐπὶ τῶν ποδῶν αὐτῶν, συναγωγὴ πολλὴ σφόδρα. Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρός με, λέγων· υἱὲ ἀνθρώπου, τὰ ὀστᾶ ταῦτα πᾶς οἶκος Ἰσραήλ ἐστι, καὶ αὐτοὶ λέγουσι· ξηρὰ γέγονε τὰ ὀστᾶ ἡμῶν, ἀπώλωλεν ἡ ἐλπὶς ἡμῶν, διαπεφωνήκαμεν. Διὰ τοῦτο προφήτευσον καὶ εἰπὸν πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἀνοίγω τὰ μνήματα ὑμῶν καὶ ἀνάξω ὑμᾶς ἐκ τῶν μνημάτων ὑμῶν, καὶ εἰσάξω ὑμᾶς εἰς τὴν γῆν τοῦ Ἰσραήλ, καὶ γνώσεσθε, ὅτι ἐγώ εἰμι Κύριος ἐν τῷ ἀνοῖξαί με τοὺς τάφους ὑμῶν τοῦ ἀναγαγεῖν με ἐκ τῶν τάφων τὸν λαόν μου. Καὶ δώσω πνεῦμά μου εἰς ὑμᾶς, καὶ ζήσεσθε, καὶ θήσομαι ὑμᾶς ἐπὶ τὴν γῆν ὑμῶν, καὶ γνώσεσθε, ὅτι ἐγὼ Κύριος· λελάληκα καὶ ποιήσω, λέγει Κύριος» (Ιεζ. 37, 1-14).
Μετά τους νικηφόρους στίχους των Ψαλμών που καλούν τον Θεό να εγερθεί, να υψώσει τα χέρια, να διασκορπίσει τους εχθρούς του και να δώσει την αγαλλίαση στους δικαίους, και μετά την επανάληψη του Αλληλούια, διαβάζεται η επιστολή του Παύλου προς τους Κορινθίους: «καὶ γὰρ τὸ πάσχα ἡμῶν ὑπὲρ ἡμῶν ἐτύθη Χριστός» (Α΄ Κορ. 5, 7). Αναγιγνώσκεται και πάλι το Ευαγγέλιο για τη σφράγιση του τάφου, και η ακολουθία τελειώνει με την ικεσία και την ευλογία.
Ο Εσπερινός και ο Όρθρος του Υπερευλογημένου Σαββάτου μαζί με τη θεία Λειτουργία που ακολουθεί, συγκροτούν ένα αριστούργημα της Ορθόδοξης Λειτουργικής Παράδοσης. Αυτές οι ακολουθίες δεν είναι μια δραματική αναπαράσταση του ιστορικού γεγονότος του θανάτου και της ταφής του Χριστού. Ούτε ένα είδος ριτουαλιστικής αναπαραγωγής των σκηνών του Ευαγγελίου. Είναι η πιο βαθιά πνευματική και λειτουργική διείσδυση στο αιώνιο μήνυμα των σωτηριωδών γεγονότων του Χριστού, που αντιμετωπίζονται υμνολογικά και δοξολογικά από την Εκκλησία, η οποία έχει πλήρη επίγνωση της θεϊκής τους σημασίας και δύναμης.
Η Εκκλησία δεν παριστάνει πως δεν ξέρει τι θα συμβεί στον εσταυρωμένο Ιησού. Δεν λυπάται και θλίβεται σαν να μην είναι η ίδια η Εκκλησία δημιούργημα των πληγών και του Τάφου. Σ’ όλες τις ακολουθίες στοχαζόμαστε για τη νίκη του Χριστού και προαναγγέλουμε την Ανάστασή Του. Γιατί πραγματικά, μόνο υπό το φως της Αναστάσιμης Νίκης μπορεί το βαθύ, θείο, και αιώνιο νόημα των γεγονότων του πάθους και του θανάτου του Χριστού να γίνει ουσιαστικά αντιληπτό, να εκτιμηθεί ικανοποιητικά και να δοξολογηθεί και εξυμνηθεί με τον δέοντα και ουσιαστικό τρόπο.
Κατά την ημέρα του Μεγάλου Σαββάτου, ο Εσπερινός τελείται μαζί με τη θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου. Αυτή η ακολουθία ανήκει ήδη στην Κυριακή του Πάσχα. Ξεκινά κανονικά με τον προοιμιακό ψαλμό, τη συναπτή, τους ύμνους που έπονται του ψαλμού 140, την είσοδο και το «Φῶς Ἱλαρόν». Ο ιερουργός στέκεται στον «Τάφο» όπου είναι τοποθετημένος ο Επιτάφιος με την εικόνα του Σωτήρος που κοιμάται τον ύπνο του θανάτου.
Μετά από την είσοδο, η οποία γίνεται μαζί με το ιερό Ευαγγέλιο, αναγιγνώσκονται δεκαπέντε αναγνώσματα από την Παλαιά Διαθήκη,[3] τα οποία σχετίζονται με το σχέδιο της Δημιουργίας και της Σωτηρίας που ολοκληρώθηκε με την έλευση του αναμενόμενου Μεσσία. Εκτός από την ανάγνωση των σχετικών με τη δημιουργία χωρίων από το βιβλίο της Γενέσεως, καθώς και την έξοδο των Ισραηλιτών επί των ημερών του Μωυσή, από το βιβλίο της Εξόδου, υπάρχουν αποσπάσματα από τις προφητείες του Ησαΐα, του Ιεζεκιήλ, του Δανιήλ, του Σοφονία και του Ιωνά καθώς και από το βιβλίο του Ιησού του Ναυή και των Βασιλειών. Ψάλλεται επίσης και το Άσμα Μωυσέως, καθώς και η Ωδή των Τριών Παίδων.
Μετά από τα αναγνώσματα της Παλαιάς Διαθήκης, ο ιερουργός εκφωνεί τη συνήθη εκφώνηση για τον Τρισάγιο Ύμνο, αλλά στη θέση αυτού ψάλλεται ο βαπτισματικός Ύμνος από την προς Γαλάτας: «Ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε Ἀλληλούϊα» (Γαλ. 3, 27).
Ακολουθεί ως συνήθως το αποστολικό ανάγνωσμα. Πρόκειται για τη βαπτισματική εκλογή της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Ρωμ. 6, 3-11). «Εἰ γὰρ σύμφυτοι γεγόναμεν τῷ ὁμοιώματι τοῦ θανάτου αὐτοῦ, άλλὰ καὶ τῆς ἀναστάσεως ἐσόμεθα» (Ρωμ. 6, 5).
Κατά τη στιγμή αυτή, η Ωραία Πύλη είναι κλειστή και οι ιερουργοί αλλάζουν τα σκουρόχρωμα άμφια του πάθους με την λαμπρή περιβολή της νίκης του Χριστού επί του θανάτου. Επίσης, κατά τη στιγμή αυτή, όλος ο στολισμός της Εκκλησίας αλλάζει και παίρνει χρώμα που φανερώνει τον θρίαμβο του Χριστού επί της αμαρτίας, του θανάτου και του Διαβόλου. Η αλλαγή λαμβάνει χώρα όταν ο χορός ψάλλει τους στίχους του Ψαλμού 81: «Ἀνάστα ὁ Θεός κρίνων τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι».
Ύστερα από τους ψαλμικούς στίχους, οι ιερουργοί εξέρχονται από το Ιερό για να ανακοινώσουν επί του Τάφου του Χριστού το χαρμόσυνο χαιρετισμό, τον νικηφόρο θρίαμβο επί του θανάτου και την εντολή προς τους αποστόλους: «Πορευθέντες οὖν μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν» (Ματθ. 28, 19-20). Αυτό το Ευαγγέλιο αποτελεί ανάγνωσμα στη βαπτισματική τελετή της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Η θεία Λειτουργία συνεχίζεται μέσα στη λαμπρότητα της θριαμβευτικής νίκης του Χριστού καταπάνω στον θάνατο. Ο επόμενος ύμνος αντικαθιστά τον Χερουβικό της Αναφοράς.
«Σιγησάτω πᾶσα σάρξ βροτεία καὶ στήτω μετὰ φόβου καὶ τρόμου καὶ μηδὲν γήϊνον ἐν ἑαυτῇ λογιζέσθω· ὁ γὰρ Βασιλευς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων προσέρχεται σφαγιασθῆναι καὶ δοθῆναι εἰς βρῶσιν τοῖς πιστοῖς. Προηγοῦνται δὲ τούτου, οἱ χοροὶ τῶν Ἀγγέλων μετὰ πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας, τὰ πολυόμματα Χερουβὶμ καὶ τὰ ἑξαπτέρυγα Σεραφίμ, τὰς ὄψεις καλύπτοντα, καὶ βοῶντα τὸν ὕμνον· Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα».
Στην θέση του «Ἄξιον ἐστί» ψάλλεται για άλλη μια φορά η ενάτη Ωδή του κανόνα του Όρθρου:
«Μὴ ἐποδύρου μου, Μῆτερ, καθορῶσα ἐν τάφῳ, ὃν ἐν γαστρὶ ἄνευ σπορᾶς, συνέλαβες Υἱόν· ἀναστήσομαι γὰρ καὶ δοξασθήσομαι καὶ ὑψώσω ἐν δόξῃ, ἀπαύστως ὡς Θεὸς τοὺς ἐν πίστει καὶ πόθῳ σὲ μεγαλύνοντας» (θ΄ Ωδή του Κανόνος).
Το Κοινωνικόν είναι ο ψαλμικό στίχος: «Ἑξηγέρθη ὡς ὀ ὑπνῶν Κύριος… καὶ ἀνέστη σῴζωνἡμᾶς. Ἀλληλούϊα» (Ψαλμ. 77, 65).
Η θεία Λειτουργία ολοκληρώνεται με την κοινωνία του αχράντου Σώματος και Αίματος Εκείνου που κείται νεκρός με το ανθρώπινό του Σώμα, κι ωστόσο στέκει καθήμενος αιωνίως εν δόξη στα δεξιά του Θεού Πατρός· Εκείνου που ως Δημιουργός της ζωής του Κόσμου, καταστρέφει τον θάνατο με τον ζωοποιό θάνατό Του. Ο Τάφος Του -ο οποίος ακόμη στέκει στο μέσον του Ναού- αναδεικνύεται πια τώρα, όπως η Λειτουργία εμφατικά τονίζει, «ἡ πηγὴ τῆς ἡμῶν Ἀναστάσεως».
Αρχικά αυτή η Λειτουργία ήταν η Πασχαλινή Βαπτισματική Λειτουργία για τους χριστιανούς. Παραμένει και σήμερα ως η ετήσια βίωση για κάθε χριστιανό του προσωπικού του θανάτου και της προσωπικής του ανάστασης μαζί με τον Κύριο:
«Εἰ δὲ ἀπεθάνομεν σὺν Χριστῷ, πιστεύομεν ὅτι καὶ συζήσομεν αὐτῷ, εἰδότες ὅτι Χριστὸς ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν οὐκέτι ἀποθνήσκει, θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει» (Ρωμ. 6, 8-9).
Ο Χριστός κείται νεκρός, κι όμως είναι ζωντανός. Βρίσκεται στον Τάφο, αλλά είναι ήδη ο «θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος». Δεν υπάρχει τίποτε περισσότερο να κάνουμε τώρα παρά να ζήσουμε μέσα από την Εσπέρα του Υπερευλογημένου Σαββάτου, μέσα από την κοίμηση του Χριστού, την προσμονή του μεσονυκτίου, όταν η ημέρα του Κυρίου θ’ αρχίσει να ανατέλλει στον ορίζοντά μας, μέσα από την ολόφωτη νύχτα, οπότε κι εμείς θα διακηρύξουμε μαζί με τον άγγελο: «ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν» (Μαρκ. 16, 6).
π. Θωμάς Χόπκο, Δόγμα και λατρεία Βασικό εγχειρίδιο για την ορθόδοξη πίστη, Τόμος: 1ος, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα, 2014
[1] Το γνωστό στην Ελληνική Εκκλησία ως κουβούκλιο του Επιταφίου (Σ.τ.Μ.).
[2] Πρόκειται για την κατ’ ακρίβειαν τήρηση του τυπικού. Καθ’ ημάς οι στίχοι του Αμώμου καταλιμπάνονται (Σ.τ.Μ.).
[3] Πρόκειται για κατ’ ακρίβειαν τἠρηση του τυπικού. (Σ.τ.Μ.).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου