῾Η ἐλευθερία τῆς συγνώμης
ARCH. ΑΝΤΗΟΝΥ ΒLΟΟΜ
Καθώς προχωροῦμε ὅλο καί βαθύτερα στή Μεγάλη Τεσσαρακοστή, μποροῦμε, μέ ὁλοένα αὐξανόμενη εὐγνωμοσύνη καί χαρά (μιά χαρά εἰρηνική καί θριαμβική μαζί) νά ἐπαναλάβουμε τά λόγια τοῦ Ψαλμωδοῦ· «Ζήσεται ἡ ψυχή μου καί αἰνέσει σε» (Ψαλμ. 118, 175)14.
Τήν πρώτη ἑβδομάδα εἴδαμε νά ἐκπληρώνονται ὅλες οἱ ὑποσχέσεις περί σωτηρίας πού δίδονται στήν Παλαιά Διαθήκη· ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, ἡ σωτηρία ἦρθε, ἔχουμε κάθε δυνατότητα νά ἐλπίζουμε. Κατόπιν, τή δεύτερη ἑβδομάδα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, εἴχαμε τήν περίλαμπρη διακήρυξη ὅλων τῶν ῾Αγίων τῆς Χριστιανοσύνης, ὅτι ὄχι μόνον ἦρθε καί κατοίκησε ἀνάμεσά μας ὁ Θεός, ἀλλά καί ἐξέχυσε πάνω μας, πάνω στήν ᾿Εκκλησία καί σέ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή πού εἶναι ἕτοιμη νά Τόν δεχθεῖ, τήν παρουσία, τό μεταμορφωτικό δῶρο τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο μᾶς κάνει σταδιακά νά μετέχουμε ὅλο καί βαθύτερα στόν Ζώντα Θεό, μέχρις ὅτου μιά μέρα γίνουμε κοινωνοί τῆς θείας Αὐτοῦ φύσεως.
Καί σήμερα, καθώς θά ἀναρωτιόμαστε πῶς μποροῦμε νά συγχωρηθοῦμε, πῶς εἶναι δυνατόν νά ἀκυρωθεῖ τό κακό, τό ἑπόμενο βῆμα μας, ἀτενίζοντας τόν Τίμιο Σταυρό, θά μᾶς φέρει βαθύτερα στήν εὐγνωμοσύνη, βαθύτερα στή χαρά, βαθύτερα στή βεβαιότητα.
῾Υπάρχει μία περικοπή τοῦ Εὐαγγελίου στήν ὁποία διαβάζουμε ὅτι, ὅταν ὁ Κύριος μίλησε γιά τή σωτηρία καί τίς προϋποθέσεις της, ὁ Πέτρος Τοῦ εἶπε· «Καί τίς ἄρα δύναται σωθῆναι;». Καί ὁ Χριστός ἀπάντησε· «Τά ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις, δυνατά ἐστι παρά τῷ Θεῷ». ῏Ηρθε ὁ ῎Ιδιος, κατοίκησε στό ἀνθρώπινο πρόσωπό Του τό πλήρωμα τῆς θεότητας, καί ἔχει τή δύναμη νά συγχωρήσει, διότι μόνο τό θύμα μπορεῖ νά συγχωρήσει αὐτούς πού ἔφεραν τό κακό, τόν πόνο, τή δυστυχία καί τόν θάνατο στή ζωή του· κι Αὐτός ὑπῆρξε τό θύμα ὅλων τῶν δυνάμεων τοῦ κακοῦ, ὅλης τῆς σκληρότητας καί τῆς καταστροφικότητας τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Καί ὁ Χριστός ὄχι μόνον συγχωρεῖ τούς φονεῖς Του, ἀλλά λέει, «Πατέρα μου, συγχώρησέ τους, διότι δέν γνωρίζουν τί κάνουν». Προχωρεῖ ἀκόμη πιό πέρα, διότι εἶχε πεῖ πώς «῞Ο,τι κάνετε στούς ἐλάχιστους ἀδελφούς καί ἀδελφές μου, τό ἔχετε κάνει σ’ ἐμένα τόν ἴδιον»· ὄχι μόνο τό καλό ἀλλά καί τό κακό. Μέσα στή συμπάθειά Του καί τήν ἀλληλεγγύη Του πρός ἐμᾶς, ταυτίζεται μέ καθέναν πού ὑποφέρει· ὁ θάνατος, ὁ πόνος, ἡ ἀγωνία καθενός ἀπό μᾶς εἶναι καί δικά Του. ῞Οταν λοιπόν προσεύχεται μέ τά λόγια αὐτά, ἡ προσευχή Του δέν ἀναφέρεται μόνο στό δικό Του ὄνομα, ἀλλά στό ὄνομα ὅλων ἐκείνων πού γνώρισαν τό κακό ἐξαιτίας τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας.
Δέν συγχωρεῖ ὅμως μόνον ὁ Χριστός· καθένας πού ὑπέφερε, σωματικά, ψυχικά ἤ πνευματικά, καλεῖται νά χαρίσει τήν ἐλευθερία σ’ ἐκείνους πού τόν ἔκαναν νά πονέσει.
Τώρα λοιπόν καταλαβαίνουμε γιατί ὁ Κύριος εἶπε, «Νά συγχωρεῖτε γιά νά συγχωρηθεῖτε». ᾿Επειδή τό θύμα καί ὁ θύτης εἶναι δεμένοι μέ τά δεσμά τῆς ἀλληλεγγύης καί τῆς ἀμοιβαίας εὐθύνης. Μόνο τό θύμα μπορεῖ νά πεῖ, «Κύριε, συγχώρησέ τον, συγχώρησέ την», καί μόνον τότε ᾿Εκεῖνος μπορεῖ νά πεῖ «τόν συγχωρῶ».
Καταλαβαίνετε ὅμως τί εὐθύνη ἐναποθέτει στούς ὤμους τοῦ καθενός μας ἔναντι ὅλων τῶν ἄλλων; ᾿Αλλά καί τό βάθος, τό μεγαλειῶδες βάθος τῆς ἐλπίδας πού ἀνοίγεται γιά μᾶς, ὅταν σηκώνουμε τό βλέμμα στόν Σταυρό καί βλέπουμε ὅτι σέ ἀλληλεγγύη μέ τό ἀνθρώπινο γένος, ὁ Χριστός παίρνει ἐπάνω Του ὅλο τόν πόνο τοῦ κόσμου, καί ἀποδεχόμενος νά πεθάνει ἕναν ἀπίστευτα σκληρό θάνατο, λέει στό ὄνομα ὅλων ὅσοι ὑποφέρουν, «Ναί, ἐμεῖς τούς συγχωροῦμε»!
Αὐτό εἶναι ἄλλο ἕνα βῆμα πρός τήν ἐλευθερία, ἄλλο ἕνα βῆμα πρός τή στιγμή πού θά ἔρθουμε πρόσωπο πρός πρόσωπο μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ πού ἀγκαλιάζει καί ἐμᾶς, διότι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε καί προσφέρει σέ ὅλους τήν πληρότητα τῆς αἰώνιας ζωῆς.
᾿Επιβεβαιώνεται λοιπόν γιά ἄλλη μιά φορά, ὅτι ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι μιά ἄνοιξη νέας ζωῆς, νέα ἐποχή, ἐποχή ἀνανέωσης, ὄχι μόνο γιατί μετανοοῦμε, ἀλλά καί γιατί ὁ Χριστός μᾶς προσλαμβάνει, ὅπως ὁ ποιμένας φορτώνεται τό ἀπολωλός πρόβατο, ὅπως ὁ ῎Ιδιος φορτώθηκε τόν Σταυρό Του, τόν μετέφερε στόν τόπο τοῦ θανάτου καί ἀκύρωσε τόν θάνατο, ἀκύρωσε μέ τή συγνώμη του καί μέ τήν προσφορά τῆς Ζωῆς Του τό κακό. Νά ’μαστε λοιπόν πάλι μπροστά σέ ἕνα καινούργιο βῆμα ἐλευθερίας καί καινότητας. ῎Ας προχωρήσουμε βαθύτερα σ’ αὐτό τό μυστήριο, σ’ αὐτό τό θαῦμα τῆς σωτηρίας, ἄς εὐφρανθοῦμε ἐν Κυρίῳ καί, εὐφραινόμενοι, βῆμα πρός βῆμα, ὅλο καί περισσότερο, ἄς ἀναπέμπεται ἡ εὐγνωμοσύνη μας μέσα ἀπό τήν καινότητα τῆς ζωῆς μας.
ΙΙ.
Σήμερα, μαζί μέ τίς Γραφές ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Κύριός μας ᾿Ιησοῦς Χριστός εἶναι Βασιλεύς, Προφήτης καί ᾿Αρχιερεύς ὅλης τῆς Κτίσεως15. Καί ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι στή Χριστιανική ᾿Εκκλησία καί στή Βασιλεία, ὁ Βασιλεύς δέν εἶναι ἐκεῖνος πού ἐξουσιάζει τούς ἄλλους γιά νά ἀποσπάσει ἀπό αὐτούς, ἀσφυκτικά καί τυραννικά, τήν ὑπακοή τους, ἀλλά εἶναι ᾿Εκεῖνος πού τούς ὑπηρετεῖ καί δίνει τή ζωή του γι’ αὐτούς. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς διδάσκει ὅτι ὁ καθένας μπορεῖ νά διοικεῖ, ἀλλά μόνον ὁ βασιλιάς δίνει τή ζωή του γιά τόν λαό του, ἐπειδή ταυτίζεται τόσο μέ αὐτόν, ὥστε μοναδικός του σκοπός, μοναδικός λόγος τῆς ὕπαρξης καί τῆς ζωῆς του εἶναι νά τόν ὑπηρετεῖ μέ τή ζωή καί, ἄν χρειαστεῖ, καί μέ τόν θάνατό του.
Τιμώντας τόν Τίμιο Σταυρό συνειδητοποιοῦμε μέ νέο σθένος, ἀντιλαμβανόμαστε μέ νέο βάθος τί σημαίνει ἡ Βασιλεία τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Σημαίνει ὅτι μᾶς ἀγαπᾶ τόσο ἀπόλυτα καί ὁλοκληρωτικά καί τόσο ἀνεπιφύλακτα, ὥστε ξεχνᾶ τόν ῾Εαυτό Του μέχρι σημείου νά ὑπάρχει, νά ζεῖ καί νά πεθαίνει γιά μᾶς καί μαζί μ’ ἐμᾶς. Ξεχνᾶ τόν ῾Εαυτό Του σέ τέτοιο βαθμό καί ταυτίζεται μαζί μας μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε ἡ ἀνθρώπινη φύση Του δέχεται νά χάσει τήν αἴσθηση ὅτι εἶναι ἕνα μέ τόν Θεό, μέ τήν πηγή τῆς αἰώνιας ζωῆς (οὐσιαστικά δηλαδή μέ τήν αἰώνια ζωή μέσα Του) καί νά γίνει ἕνα μέ τή δική μας θνητότητα, μέ τή δική μας νεκρότητα. Αὐτή ἀκριβῶς ἡ ἀγάπη κάνει τόν Κύριό μας ᾿Ιησοῦ Χριστό ἄξιο βασιλέα μας καί αὐτό κάνει «πᾶν γόνυ» νά κάμπτεται ἐνώπιον τῆς Βασιλείας Του.
Γιά τόν ἴδιο ἀκριβῶς λόγο, Αὐτός εἶναι καί ὁ Μέγας ᾿Αρχιερεύς τῆς κτίσεως. Οἱ ἀρχιερεῖς τοῦ εἰδωλολατρικοῦ κόσμου καθώς καί οἱ ᾿Αρχιερεῖς τοῦ ᾿Ισραήλ προσέφεραν ὡς θυσία θύματα μέ τά ὁποῖα ταυτίζονταν μόνο μεταφορικά καί συμβολικά, στά πλαίσια κάποιου τελετουργικοῦ. ῾Ο Κύριος μᾶς προσέφερε ὡς θύμα τόν ἴδιο τόν ῾Εαυτό Του, μ’ ὅλο πού δέν ὑπῆρχε τίποτε σ’ Αὐτόν πού νά τόν καταδικάζει στόν θάνατο πού ἑκούσια ἀποδέχθηκε. Δέ λέει ἄλλωστε στήν ᾿Αρχιερατική Του προσευχή «ἔρχεται γάρ ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων καί ἐν ἐμοί οὐκ ἔχει οὐδέν»; Τίποτε ἀπό τά τοῦ Χριστοῦ δέν ἀνήκει στό βασίλειο τοῦ κακοῦ καί τοῦ θανάτου. Καί στόν Πατέρα Του λέει ὅτι γιά χάρη τους «ἁγιάζω ἐμαυτόν», προσφέρω δηλαδή τόν ἑαυτό μου ὡς ἁγιαστική θυσία γιά τόν λαό μου. ῾Ο ᾿Αρχιερεύς λοιπόν πού προσφέρει τόν ἑαυτό Του, ἀπελευθερώνει ὅλα τά ἄλλα πλάσματα ἀπό τή φρίκη τῆς αἱματηρῆς προσφορᾶς, ἀλλά τά ἀντιμετωπίζει μέ ἕνα μεγαλεῖο, ἕνα βάθος θείας ἀγάπης, τήν ὁποία διαφορετικά δέν θά μπορούσαμε κἄν νά βυθομετρήσουμε· ζωή πού δέχεται νά τερματιστεῖ, φῶς πού δέχεται νά τό σβήσουν, αἰωνιότητα πού δέχεται νά πεθάνει γιά νά ἀκυρώσει τή θνητότητα ἑνός πεσμένου κόσμου.
Καί γι’ αὐτό ἐν τέλει ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νά μᾶς μιλήσει ὡς Προφήτης. Προφήτης δέν εἶναι αὐτός πού μπορεῖ νά προείπει τό μέλλον· Προφήτης εἶναι αὐτός πού μιλᾶ γιά τόν Θεό. Κάποιος ἀπό τούς ἀρχαίους προφῆτες λέει ὅτι μέ τόν προφήτη ὁ Θεός μοιράζεται τή σκέψη Του. ῾Ο Χριστός, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ τέλεια εἰκόνα τῆς θείας ἀγάπης, εἶναι ᾿Εκεῖνος ὁ ὁποῖος ὄχι μόνον μιλᾶ γιά τόν Θεό, ἀλλά καί ἐνεργεῖ, ἀπεικονίζει στή ζωή καί στόν θάνατό Του τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τή θυσιαστική, τήν ἀπόλυτη, τήν τέλεια, τήν προσφερόμενη…
Γιά ὅλους αὐτούς τούς λόγους λοιπόν, ἡ ῾Εορτή τοῦ Σταυροῦ ἀποτελεῖ ἕνα τέτοιο θάμβος γιά τήν ἐμπειρία τῆς ᾿Εκκλησίας. Ποτέ δέν θά μπορέσουμε νά γευθοῦμε τί ἀκριβῶς σήμαινε γι’ Αὐτόν τό νά πεθάνει πάνω στόν Σταυρό· οὔτε κἄν ὁ δικός μας θάνατος θά μπορέσει νά μᾶς ἀποκαλύψει πῶς ἦταν ὁ δικός Του θάνατος _ πῶς μπόρεσε ἡ ᾿Αθανασία νά πεθάνει; Κάτι μποροῦμε ὅμως νά μάθουμε, κάτι μποροῦμε νά ἀνακαλύψουμε ἐάν, μέσα ἀπό μία τολμηρή καί ὁλόψυχη συνάντησή μας μέ τή ζωή, μέ τή διδασκαλία, μέ τούς τρόπους τοῦ Χριστοῦ, μετάσχουμε βαθύτερα καί πληρέστερα σ’ Αὐτόν. Κι αὐτό γίνεται μέ τό νά μάθουμε ν’ ἀγαπᾶμε μέ ἕναν τρόπο πού ὅλο καί περισσότερο προσομοιάζει στή θεία ἀγάπη, καί νά ἀνακαλύπτουμε σ’ αὐτή τίς ἰδιότητες ἐκεῖνες διά τῶν ὁποίων ὁ θάνατος συνδέεται μέ τό ἀπόλυτο καί τέλειο παραμέρισμα τοῦ ἑαυτοῦ μας, μέ τή νίκη τῆς ἀγάπης, τῆς ᾿Αναστάσεως καί τῆς αἰώνιας ζωῆς.
ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΚΡίΣΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, πορεία ἀπό τό τριώδιο στήν ἀνάσταση
Ἐκδ. «Ἐν πλῷ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου