ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ (5–2–2023)
(Λουκᾶ ιη΄ 10–14)
«πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται» (στ. 14)
Οἱ Ἅγιοι Θεοφόροι Πατέρες, θέσπισαν κατά τό ἐκκλησιαστικό ἔτος, διάφορες ἑορταστικές περιόδους, ὥστε μέ αὐτές οἱ χριστιανοί μας, νά προετοιμάζονται κατάλληλα, γιά νά γιορτάσουν μεγάλα θρησκευτικά γεγονότα. Μιά τέτοια ἐκκλησιαστική περίοδος εἶναι τοῦ «Κατανυκτικοῦ Τριωδίου», πού ἀρχίζει μέ τήν παραβολή τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου καί τελειώνει τό Μ. Σάββατο.
Τί εἶναι τό Τριώδιο; Εἶναι ἕνα ἀπό τά πιό ὡραῖα λειτουργικά βιβλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Περιέχει ὕμνους καί τροπάρια, πού συγκινοῦν καί προτρέπουν τούς ἀνθρώπους σέ μετάνοια καί ἐπιστροφή.
Ἐπίσης ἡ Ἐκκλησία τήν περίοδο τοῦ Τριωδίου προετοίμαζε τούς «Κατηχουμένους», γιά νά δεχθοῦν τό Ἅγιο Βάπτισμα, τό Μ. Σάββατο, ὥστε καί αὐτοί νά γιορτάσουν μέ κατάνυξη τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ὑμνογραφία τοῦ Τριωδίου ἀναπτύχθηκε σέ διαφόρους περιόδους, μεταξύ του 5ου καί 15ου αἰώνα. Τούς ὕμνους ἔγραψαν, Ἅγιοι ἄνθρωποι φωτισμένοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως: ὁ Ρωμανός ὁ Μελωδός, ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ Θεόδωρος Στουδίτης, ὁ Γερμανός Πατριάρχης Κῶν/λεως καί ἄλλοι.
Οἱ Πατέρες, στήν κατάταξη τῶν Εὐαγγελικῶν Περικοπῶν, πρός ἀνάγνωση τίς Κυριακές τῆς περιόδου αὐτῆς, θέσπισαν, νά ἀναγιγνώσκεται τήν πρώτη Κυριακή ἡ παραβολή τοῦ «Τελώνου καί Φαρισαίου». Ἤθελαν νά διδαχθοῦμε ὅτι, ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι μεγάλο ἐμπόδιο, γιά τήν ψυχική μας σωτηρία. Γιά τόν λόγο αὐτό καί ὁ Κύριος, ἐπισφραγίζει τήν παραβολή, λέγοντας: «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται». Δηλαδή, «ὁ ὑπερήφανος θά ξεπέσει ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί θά τιμωρηθεῖ, ἐνῶ ἀντίθετα ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θά ταπεινώσει τόν ἑαυτό του, θά βρεῖ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί θά δοξασθεῖ». Ἄρα, οἱ ταπεινοί, θά ὑψωθοῦν μέ τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ὑπερήφανος Φαρισαῖος, τῆς παραβολῆς, ξέπεσε ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ, γιατί ὅπως λέει, ὁ Μ. Βασίλειος: «Ὁ Φαρισαῖος, δέν προσηύχετο πρός τόν Θεό, ἀλλά ὠμιλοῦσεν εἰς τόν ἐαυτόν του, μέ σκοπόν ὅπως τόν ἀκούσουν ὅσοι ἄνθρωποι εὐρίσκοντο εἰς τόν Ναόν, πολλαπλασιάζοντας ἔτσι, διά τοῦ τρόπου του αὐτοῦ, της στάσεώς του, τήν ἁμαρτίαν τῆς ὑπερηφανείας καί τῆς ὑποκρισίας του. Ἡ ἀληθής εὐχαριστία καί προσευχή πρός τόν Θεόν, συνοδεύεται πάντοτε μέ τό συναίσθημα τῆς ἁμαρτωλότητός μας, ὡσάν τοῦ Τελώνου, ὅστις μακρόθεν ἐστῶς δέν ἤθελεν οὔτε τούς ὀφθαλμούς του νά σηκώσει εἰς τόν οὐρανόν, ἀλλά ἔτυπτεν τό στῆθος λέγων: Κύριε, εὐσπλαγχνίσου με καί συγχώρησέ με διά τίς ἁμαρτίες μου».
Ἡ ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης καί τούς ἁμαρτωλούς δικαιώνει καί τούς δικαίους προφυλάσσει ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἀνεβάζει τίς προσευχές ἁγνές καί καθαρές στό Θεό. Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος, ζητᾶ πάντοτε τή Χάρη καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἀντίθετα, οἱ ὑπερήφανοι γίνονται μισητοί, γιατί ὁ ἐγωισμός τους δέν τούς ἐπιτρέπει νά διορθώσουν τόν ἁμαρτωλό τους χαρακτήρα.
Γιά τήν ὑπερηφάνεια, ὁ Ἱ. Χρυσόστομος λέει: «Δέν ὑπάρχει χειρότερο κακό ἀπό τήν ἁμαρτία τῆς ὑπερηφανείας, γιατί ὁ διάβολος πρίν ἦταν ἄγγελος, ἀλλά ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, θέλησε νά ξεπεράσει τή δόξα τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτό ξέπεσε ἀπό τόν οὐρανό καί ἀπό τό φῶς πού ἦταν καί ἔγινε σκοτάδι. Αὐτός ἔβαλε καί τόν Ἀδάμ, νά θέλει νά γίνει Θεός καί ἔτσι ἔχασε ὁ ἄνθρωπος, τήν ἀθανασία καί ἔγινε θνητός». Ὅπως ἀκριβῶς, τά ἀγαθά της γῆς δέν μποροῦμε νά τά δοῦμε χωρίς τό φῶς τοῦ ἥλιου, ἔτσι καί ἡ πίστη τοῦ χριστιανοῦ εἶναι σκοτεινή χωρίς τήν ἀρετή τῆς ταπεινώσεως. Ζωντανό παράδειγμα ταπεινοφροσύνης γιά ἐμᾶς, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Σωτήρας μας Χριστός, ὁ ὁποῖος ἄν καί Θεός, ταπείνωσε τόν Ἑαυτό Του καί δέχθηκε τόν σταυρικό θάνατο, γιά τή δική μας σωτηρία: «καί σχήματι εὑρεθεῖς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἐαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ» (Φιλ., 2:8).
Ὅσοι ἔγιναν Ἅγιοι, ἦταν πολύ ταπεινοί ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι κόσμησαν τή ζωή τους μέ τήν ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης, ὄχι μέ λόγια ἀλλά μέ τή ζωή τους. Γιά τήν ταπείνωσή του ὁ Μωυσῆς, κλήθηκε ἀπό τό Θεό, στό ὅρος Σινά, γιά νά παραλάβει τίς θεῖες Ἐντολές. Ἡ Παναγία δέχθηκε μέ ταπείνωση τό ἄγγελμα τοῦ Ἀγγέλου, ὅτι: «ἐπέβλεψεν ὁ Κύριος ἐπί τήν ταπείνωσιν τῆς δούλης Αὐτοῦ» (Λουκ., 1:48).
Οἱ ταπεινοί ἄνθρωποι, ἔχουν ἐπίγνωση τοῦ ἐαυτοῦ τους. Γνωρίζουν ποιοί εἶναι καί ποιός εἶναι ὁ προορισμός τους στή γῆ. Γνωρίζουν ἐπίσης, ποιά σχέση πρέπει νά ἔχουν μέ τόν Θεό, Δημιουργό τους καί ποιά μέ τούς συνανθρώπους τους. Ἀντιθέτως, οἱ ὑπερήφανοι καί ἐγωιστές λάμπουν γιά λίγο καί μετά ἐξαφανίζονται. Ἄρχοντες, ἡγεμόνες καί μεγιστάνες ὑπερήφανοι χάθηκαν ἄδοξα, στίς σελίδες τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας.
Παράδειγμα μεγάλο ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, ἔχουμε τόν «Ἡρώδη τόν Μέγα», τόν φονέα τῶν ἀθώων νηπίων καί τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, πού χάθηκε ἄδοξα καί κανένας ἀπό τούς ἀπογόνους του δέν ἀπέμεινε, γιά νά διαιωνίσει τό ὄνομά του.
Ἀγαπητοί μου, «ταπεινωθεῖτε κάτω ἀπό τό παντοδύναμο χέρι τοῦ Θεοῦ, γιά νά σᾶς ὑψώσει καί δοξάσει κατά τόν καιρό τῆς Δευτέρας Του Παρουσίας» (Α΄ Πετρ. 5:6). Ἀμήν!
Πρωτοπρεσβύτερος π. Βύρων Λάππας
ἐφημέριος ἐνορίας Βουνοπλαγιᾶς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου