Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2023
Κυριακή Τελώνου καί Φαρισαίου.
(Λουκ. 18, 10 – 14).
«πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτόν ταπεινωθήσεται» (Λουκ. 18, 14).
Μέσα στούς πειρασμούς καί στίς δοκιμασίες τῆς ἀλλοπρόσαλλης ἐποχῆς μας ξεκινάει σήμερα καί πάλι γιά φέτος ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου. Αὐτή τήν πρώτη ἡμέρα τῆς πορείας μας πρός τό Πάσχα ὁ Κύριος, γιά νά μᾶς βοηθήσει στήν πνευματική μας ἀφύπνιση, καταθέτει ἕναν αἰώνιο πνευματικό νόμο μέ ἀπαραβίαστη δύναμη: «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτόν ταπεινωθήσεται». Εἶναι παγκόσμια ἀλήθεια πώς ὅποιος ὑψώνει τόν ἑαυτό του θά ταπεινωθεῖ. Ἰσχύει γιά ὅλα τά ἔλλογα πλάσματα. Ἰσχύει γιά τούς ἀγγέλους, ἰσχύει γιά τούς ἀνθρώπους. Ἰσχύει ἀπό τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας καί θά ἰσχύει μέχρι τό τέλος τῆς ἱστορίας.
Ὁ πνευματικός νόμος αὐτός ἐφαρμόστηκε γιά πρώτη φορά στήν περίπτωση τοῦ Ἑωσφόρου. Ὅταν αὐτός, ὁ πιό δοξασμένος ἀπ’ ὅλους τούς ἀγγέλους, ἄγγιξε τήν ἔπαρση, ὑπέστη τήν πτώση. Ἀπό τά κράσπεδα τῆς Θεότητας ἔπεσε στά τάρταρα τῆς κόλασης. Ὁ ἴδιος πνευματικός νόμος ἐφαρμόστηκε στούς πρωτόπλαστους. Στόν Παράδεισο τῆς Ἐδέμ τούς δόθηκε ἡ ἄδεια νά δοκιμάσουν ἀπό τά πάντα ἐκτός ἀπό τό δέντρο τῆς γνώσης τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ. Αὐτό τό ἀπαγορευμένο δέντρο ἦταν ὁ ἐγωισμός. Χωρίς ἐγωισμό ἤξεραν μόνον τό καλό. Ὁ ἐγωισμός ἦταν ὁ μόνος τρόπος νά μάθουν καί τό καλό καί τό κακό. Ὅταν ἔφτασαν στόν ἐγωισμό, δοκίμασαν τί σημαίνει κακό. Μέ τήν ἐμπειρία καί τή δοκιμή τοῦ ἐγωισμοῦ ἔπεσαν στήν ἐξορία καί στόν θάνατο. Αὐτή ἡ ἐμπειρία τοῦ ἐγωισμοῦ τούς ὁδήγησε καί στήν ἀμετανοησία, γι’ αὐτό δέν ξαναβρῆκαν τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς πρός τόν Πατέρα παρά μόνον ὅταν σαρκώθηκε ὁ Υἱός, ὁ Ὁποῖος καθαίρεσε τόν ἐγωισμό καί ἔφερε τόν θρίαμβο τῆς ἀγάπης.
Κατά τήν περιπέτεια τῆς ἀνθρωπότητας μέσα στούς αἰῶνες ὁ ἐγωισμός καί ἡ ἔπαρση στάθηκαν ὁ κυριότερος παράγοντας τῆς δυστυχίας καί τοῦ κακοῦ. Ὅλοι οἱ πολιτισμοί στιγμάτισαν τήν ἔπαρση σάν ἕνα στοιχεῖο πού ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν πτώση. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες μίλησαν γιά τήν ὕβρη. Ἡ ὕβρις εἶναι ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά γίνει θεός χωρίς τή συγκατάθεση τοῦ θεοῦ. Τήν ὕβρη πάντοτε τήν ἀκολουθεῖ ἡ Νέμεσις. Ἡ Νέμεσις εἶναι ἡ ἰσορροπία πού φέρνει ὁ Θεός, γιά νά καταλάβει ὁ ἄνθρωπος τή μικρότητά του καί νά μάθει νά ζεῖ ἁρμονικά μέ τόν ἑαυτό του καί τούς γύρω του.
Ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα ἐκφράζει τήν ἀρχέγονη ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή τήν κουβαλάει μέσα της σάν σφραγίδα. Γι’ αὐτό στιγματίζει τήν ἔπαρση σάν τήν κύρια αἰτία κάθε πτώσης. Ὁ Χριστός, ὅμως, ἔρχεται νά πεῖ μέ καθαρό καί ἀπόλυτο τρόπο αὐτή τήν ἀλήθεια καί νά δηλώσει ὅτι αὐτός ὁ νόμος δέν ἔχει ἐξαιρέσεις: «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτόν ταπεινωθήσεται».
Καθώς ξεκινᾶμε τήν πνευματική μας προσπάθεια μέσα στό Τριώδιο, ὑπάρχουν πολλές εὐκαιρίες νά ὑψώσουμε τόν ἑαυτό μας σάν τόν Φαρισαῖο τῆς παραβολῆς πού ἀκούσαμε σήμερα. Μέσα στήν προσπάθειά μας γιά κοινωνία μέ τόν Θεό κινδυνεύουμε νά πέσουμε στήν ἔπαρση. Κινδυνεύουμε νά θεωρήσουμε τούς ἑαυτούς μας καλούς, ξεχωριστούς, μοναδικούς, ἄριστους. Κινδυνεύουμε νά ὑποτιμήσουμε τούς ἄλλους. Νά δοῦμε γύρω μας ἁμαρτωλούς, βρώμικους, ἀνάξιους τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. Κινδυνεύουμε νά παρασυρθοῦμε ἀπό τήν αὐτοεκτίμηση καί νά πέσουμε στήν κατάκριση.
Τό λάθος τῶν πρωτόπλαστων δέν εἶναι δύσκολο νά τό ἐπαναλάβουμε. Τό δέντρο τῆς γνώσης τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ στέκεται πάντοτε μπροστά μας, θελκτικό, ὄμορφο, ἄξιο δοκιμῆς, γεμάτο καρπούς. Αὐτό τό δέντρο δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι εἶναι ὁ ἐγωισμός. Ὁ ἐγωισμός δέν παρουσιάζεται ἀπό τόν διάβολο σάν κάτι κακό. Μᾶλλον παρουσιάζεται σάν κάτι καλό. Σάν ἕνας τρόπος καταξίωσης. Παρουσιάζεται μέ τή μορφή τῆς ἀξιοπρέπειας, μέ τή μορφή τῶν δικαιωμάτων, μέ τή μορφή τῆς φιλαρέσκειας, μέ τή μορφή τῆς αὐτοεπιβεβαίωσης, μέ τή μορφή τῆς ἐπιβολῆς.
Γλιστρᾶμε στήν ἔπαρση καί ἀρχίζουμε νά ὑψώνουμε τόν ἑαυτό μας, ὅταν ξεχάσουμε τόν Θεό. Ὅταν σκεφτόμαστε τά θέματά μας καί δέν τά ἀναθέτουμε πρῶτα σ’ Ἐκεῖνον πού μᾶς ἀγαπάει ἀπέραντα. Ὅταν ἀρχίζουμε νά γινόμαστε διαχειριστές τῆς ζωῆς μας, χωρίς νά θέλουμε πνευματική καθοδήγηση. Ὅταν ὑποτιμᾶμε καί ἀπορρίπτουμε τούς ἄλλους ὡς κατώτερους ἀπό ἐμᾶς, διότι πιστεύουμε στήν αὐτάρκειά μας. Ὅποιος αἰσθάνεται αὐτάρκης, νά ξέρει ὅτι ἔφαγε τόν καρπό ἀπό τό ἀπαγορευμένο δέντρο τοῦ ἐγωισμοῦ. Ἀλλά καί ὅποιος αἰσθάνεται ἀνεπαρκής καί δέν ζητάει τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ οὔτε καταφεύγει στό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ, πάλι νά ξέρει ὅτι ἔφαγε ἀπό τόν καρπό τοῦ ἀπαγορευμένου δέντρου τοῦ ἐγωισμοῦ. Ἡ ὕψωση τοῦ ἑαυτοῦ μας γίνεται καί μέ τήν αἴσθηση τῆς αὐτάρκειας καί μέ τήν αἴσθηση τῆς ἀνεπάρκειας. Ὁ ἀληθινά πιστός δέν αἰσθάνεται οὔτε αὐτάρκης οὔτε ἀνεπαρκής.
Αἰσθάνεται ἀληθινά εὐλογημένος καί εὐεργετημένος ἀπό τόν Θεό, διότι ὅ,τι καταφέρνει εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ καί ὅπου ἀποτυγχάνει εἶναι παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ. Ἡ αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ φυλάσσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν πτώση στήν ὕψωση τοῦ ἑαυτοῦ του, δηλαδή ἀπό τήν πτώση στήν ἔπαρση.
Τό νά θέλουμε νά ὑψωθοῦμε στή ζωή μας δέν εἶναι κακό. Τό νά ἐπιχειροῦμε, ὅμως, νά ὑψωθοῦμε περισσότερο ἀπό τούς ἄλλους εἶναι ἔπαρση. Τό νά ἀγωνιζόμαστε νά ὑψωθοῦμε στήν προσευχή, στήν ἀρετή, στίς ἐπιδόσεις τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, στήν ἐγκράτεια, στήν ἐλεημοσύνη, στήν ἀγάπη, στή μελέτη καί ἐσωτερική καλλιέργεια εἶναι κάτι εὐλογημένο.
Ἄν ὅμως ὅλον αὐτόν τόν ἀγώνα τῆς ὕψωσης τόν κάνουμε ὄχι γιά νά πλησιάσουμε στόν Χριστό, ἀλλά γιά νά διακριθοῦμε ἀπέναντι στούς ἄλλους, τότε δέν εἶναι εὐλογημένος. Τότε εἶναι ἔπαρση καί θά ἀκολουθήσει ὁπωσδήποτε κάποια πτώση. Ὅσοι ὕψωσαν τόν ἑαυτό τους ἔπεσαν ἀργά ἤ γρήγορα. Ὅσοι ὑψώνουν τόν ἑαυτό τους νά περιμένουν ὅτι θά πέσουν. Τόν ἐπηρμένο ἄνθρωπο δέν τόν ἀκολουθεῖ ἡ εὐλογία καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ὅποιος ὑψώνει τόν ἑαυτό του ἀπό μόνος του καί ἐρήμην τοῦ Θεοῦ, δέν θά τά πάει καλά στή ζωή του. Μετά τήν ἔπαρση θά ἔλθει ἡ δοκιμασία, ἡ πτώση καί ἡ ἀποτυχία. Αὐτό δέν γίνεται ἐπειδή κάποιος τόν ἐκδικεῖται οὔτε ἐπειδή κάποιος τόν τιμωρεῖ. Γίνεται γιά νά καταλάβει τό λάθος του, νά κατανοήσει πώς ὁ ἐγωισμός δέν εἶναι καταξίωση ἀλλά κατάντια. Γίνεται γιά νά προλάβει νά μετανοήσει. Νά παραδεχτεῖ τή μικρότητά του καί νά μεγαλουργήσει μέσα ἀπό τήν ταπείνωσή του.
Μήν ὑψώνουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό μόνοι μας μέ κανένα τρόπο. Μή νομίζουμε ὅτι εἴμαστε ξεχωριστοί, διότι εἴμαστε ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι. Μή νομίζουμε ὅτι εἴμαστε αὐτάρκεις ἤ ἐλλειμματικοί, διότι εἴμαστε σύμμετροι στά μέτρα τῆς πρόνοιας καί τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ.
Μή βάζουμε τόν ἑαυτό μας στό κέντρο ποτέ, διότι τό κέντρο εἶναι τοῦ Θεοῦ. Ἐάν μάθουμε νά ζοῦμε καί νά κινούμαστε γύρω ἀπό αὐτό τό κέντρο, ἐάν μάθουμε νά δεχόμαστε ὁδηγίες πιό εὔκολα ἀπό τό νά δίνουμε ὁδηγίες, ἐάν μάθουμε τήν ἐλεύθερη ὑπακοή στόν πνευματικό μας μέσα ἀπό τό ψαλίδισμα τοῦ θελήματός μας, τότε θά βιώσουμε μία εὐλογημένη ὕψωση.
Εἶναι ἡ ὕψωση πού κάνει ὁ Θεός στούς ταπεινούς ἀνθρώπους. Εἶναι ἡ ὕψωση πού φέρνει τήν πνευματική ὡριμότητα, τήν ἐσωτερική γαλήνη, τήν ἀληθινή μυστική πληρότητα καί χαρά τῆς κοινωνίας μέ τόν Θεό, τήν ὁποία μακάρι νά βιώσουμε ἀπό τώρα καί νά συνεχίσουμε νά ἀπολαμβάνουμε γιά πάντοτε. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου