ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

ΙΑ’ Λουκά  Λουκ. Ιδ’ 16-24 Η Παραβολή του μεγάλου δείπνου.

    Ευαγγέλιο Κυριακής: Λουκ. ιδ΄ 16-24

    Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· 17 καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα.
18 καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον.
19 καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον.
20 καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν.
21 καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε.

22 καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. 23 καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκος μου. 24 λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου. πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.
_____________

Κάποιος άρχοντας, άρχισε να διηγείται ο Κύριος μας την παραβολή, ετοίμασε βραδινό συμπόσιο μεγαλοπρεπές, λαμπρό, βασιλικό, τέτοιο που ούτε να το φανταστεί κανείς δεν μπορούσε. Κάλεσε λοιπόν πολλούς σε αυτό το συμπόσιο, να έρθουν να πάρουν μέρος στην τιμή που τους έκανε. Τιμή μοναδική, ανεπανάληπτη!

Έφτασε η ώρα του δείπνου, και τότε ο άρχοντας έστειλε τον δούλο του να πεί στους καλεσμένους, « ελάτε είναι όλα έτοιμα. Ο Κύριος σας περιμένει στο αρχοντικό του».

Αλλά τι δυσάρεστη έκπληξη! Σαν να ήταν όλοι τους προσυννενοημένοι, άρχισαν ένας- ένας να αρνούνται. « Ξέρεις, του είπε ο πρώτος, αγόρασα ένα χωράφι τελευταία, και θέλω να πάω να το δώ. Σε παρακαλώ συγχώρα με και απάλλαξέ με από την υποχρέωση να έρθω». « Εγώ αγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια, είπε ο δεύτερος, και πάω στο κτήμα να τα δοκιμάσω». Κι ο άλλος είπε: « Άνοιξα σπίτι, έκανα τον γάμο μου, έχω οικογενειακές υποχρεώσεις, και δεν μπορώ να έρθω. Κατάλαβες;».

Γύρισε ο δούλος άπρακτος πίσω, και με θλήψη ανήγγειλε στον κύριο του τις απαντήσεις των «εκλεκτών» προσκαλεμένων. Οργίστηκε τότε ο άρχοντας για την καταφανή περιφρόνηση που του έδειξαν και είπε στον δούλο του: « Πήγαινε γρήγορα έξω, στις πλατείες και στα σταυροδρόμια της πόλης, κι όσους φτωχούς, ανάπηρους, κουτσούς, τυφλούς βρείς, φέρε τους όλους μέσα».

Το έκανε ο δούλος, και ακόμα υπήρχε χώρος στο τραπέζι. «Πήγαινε τώρα και έξω από την πόλη, του λέει ο άρχοντας, στους δρόμους και στα χωράφια, και σε όλους τους ζητιάνους και σε όσπυς γυρνούν εδώ και εκεί πές τους να έρθουν. Κι αν ντραπούν, επέμενε. Με αυτούς να γεμίσει το τραπέζι μου. Οι άλλοι αποδείχθηκαν ανάξιοι. Για αυτό και δεν θα απολαύσουν την τιμή και την ευφροσύνη του συμποσίου μου. Θα μείνουν για πάντα απέξω».
Απέξω! Στην μιζέρια τους…

«και ήρξαντο από μιάς παραιτείσθαι πάντες». Άρχισαν μεμιάς όλοι να αρνούνται. Φοβερό! Δεν δέχθηκαν το συμπόσιο του άρχοντα. Την τιμή πού τους έκανε. Την μεγαλοπρέπεια της συνεστίασης. Την ευφροσύνη, την απόλαυση, τη λαμπρότητα του τραπεζιού. Και αν σκεφτεί κανείς τι προτίμησαν… Ο ένας το χώμα! Ο άλλος τα βόδια του! Ο τρίτος  «πνίγονταν» λέει στις υποχρεώσεις του, τα τρεξίματα του για το σπίτι…

Και ξέρεις ποιο είναι το μεγαλοπρεπές συμπόσιο; Η βασιλεία των ουρανών, στην οποία μας έχει προσκαλέσει ο Θεός- αυτός είναι ο άρχοντας. Η Εκκλησία του. Και εμείς να προτιμούμε το χώμα και… από την τιμή που μας κάνει ο Θεός!

Βλέπεις τον έναν, δεν πηγαίνει στην εκκλησία. – Γιατί, φίλε, δεν πηγαίνεις στην εκκλησία; -Ά , σου λέει, δεν είναι δυνατόν. Στις 9 το πρωί έχω προπόνηση στο γυμναστήριο με την ομάδα. Δεν μπορώ να λείψω. Ο άλλος έχει φροντιστήριο. Ο τρίτος θέλει να κοιμηθεί, μια Κυριακή την έχει, όλες τις άλλες μέρες τρέξιμο…

Και το δείπνο να περιμένει… Το ευφρόσυνο δείπνο! Η Θεία Τράπεζα της Εκκλησίας. Ο οικοδεσπότης μας, ο Χριστός. Αυτός που έχει τα χέρια Του γεμάτα δώρα, ευλογίες, άπειρες, αιώνιες, που ούτε να τις φανταστείς μπορείς. Σαν να σου προσφέρει κανείς ένα ορυχείο χρυσού για δικό σου, κι εσύ να λές: «Ευχαριστώ, δεν με ενθουσιάζει. Προτιμώ το καινούργιο κινητό, τέταρτης γενιάς».

Καταλαβαίνεις τον παραλογισμό; Προτού λοιπόν είναι αργά, κάνε τη σωστή επιλογή: Κινήσου έξυπνα. Πιάσε τη μεγάλη ευκαιρία. Προτού είναι αργά. Προτού η πόρτα του δείπνου κλείσει και το μεγάλο ευφρόσυνο πανηγύρι αρχίσει…(φοβερό!) χωρίς εσένα.

Περιοδικό «Προς την ΝΙΚΗ»
Δεκέμβριος 2010
Σελίδα 410-411

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου