Κυριακή 14η Μαῒου 2023
Κυριακή τῆς Σαμαρείτιδος.
(Ἰωάν. 4, 5 – 42).
«...δός μοι πιεῖν» (Ἰωάν. 4, 7).
Ἡ ἀπέραντη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ὁδήγησε τόν Ἕνα τῆς Τριάδος Λόγο νά φορέσει τήν ἀνθρώπινη φύση, γιά νά ἀναζητήσει τόν ἐξόριστο ἄνθρωπο στά μονοπάτια τοῦ κόσμου τούτου. Στίς ἀμέτρητες διαδρομές τοῦ Χριστοῦ Τόν βλέπουμε σήμερα νά συναντάει τή Σαμαρείτιδα. Στέκουν οἱ δυό τους πάνω ἀπό ἕνα πηγάδι καί συνδιαλέγονται. Ὁ Κύριος δέν διστάζει οὔτε ντρέπεται νά ζητήσει ἀπό τόν ἄνθρωπο κάτι φτηνό καί συνηθισμένο. Ζητάει λίγο νερό.
Λέγει στή Σαμαρείτιδα «δός μοι πιεῖν». Παρουσιάζει τόν ἑαυτό του διψασμένο Αὐτός πού ἔφτιαξε τίς θάλασσες καί τά ποτάμια. Διψάει Αὐτός πού φύτεψε τίς λίμνες καί ποτίζει τή γῆ μέ τίς βροχές καί τά χιόνια. Διψάει Αὐτός πού εἶναι ἡ πηγή τοῦ ζωντανοῦ καί γάργαρου νεροῦ τῆς ἀληθινῆς ζωῆς. Διψάει Αὐτός πού ξεδιψάει τούς ἀνθρώπους μέ τή δικαιοσύνη καί τήν ἄκτιστη χάρη Του. «Δός μοι πιεῖν» λέγει ὁ Χριστός σέ μιά γυναίκα πού ἦλθε κοντά Του νά ξεδιψάσει τό σῶμα της, ἀλλά ἀπό τή μεταξύ τους γνωριμία ξεδιψάει τήν ἐσωτερική της ἀναζήτηση γιά τόν πραγματικό Θεό.
Διψάει ὁ Θεός, διψάει καί ὁ ἄνθρωπος. Ἀπό τή σημερινή συνάντηση τοῦ Χριστοῦ μέ τή Σαμαρείτιδα διαπιστώνουμε πώς ὁ ἕνας διψάει γιά τόν ἄλλο. Ὁ Θεός διψάει γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Φλέγεται ὁ Θεός ἀπό τόν πόθο Του γιά τόν ἄνθρωπο! Σάν Πλάστης καί Πατέρας παρακολουθεῖ τό κάθε παιδί Του μέ ἀγωνία γιά τήν πορεία καί τήν πρόοδό του.
Ὁ ἀπαθής Θεός πάσχει, ὅταν ὁ ἄνθρωπος πέφτει στήν ἁμαρτία. Πονάει, ὅταν τό πλάσμα Του παρασύρεται στήν ἔρημο τῆς καταστροφῆς. Δέν ἔχει σημασία ἐάν κάποιος εἶναι πλούσιος ἤ φτωχός, παιδί ἤ γέροντας, ἐπιστήμονας ἤ ἀγράμματος, ἄνδρας ἤ γυναίκα, ἄσπρος, μαῦρος, κίτρινος ἤ κόκκινος. Σημασία ἔχει γιά τόν Θεό τό κάθε πρόσωπο. Μέ τό φιλάνθρωπο βλέμμα Του στόχευσε στή Σαμαρείτιδα καί δίψασε γιά τή σωτηρία της. Πῆγε κοντά της καί ἤπιε ἀπό τήν πίστη της. Ξεδίψασε ἀπό τήν ἀγάπη της. Τό ἴδιο κάνει μέ τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς.
Δέν ὑπάρχει τρόπος νά περπατήσουμε ἀποφεύγοντας τό βλέμμα τοῦ Θεοῦ. Ὅπου καί νά βρεθοῦμε ἡ ἀγάπη τοῦ Κυρίου μᾶς παρακολουθεῖ στοργικά καί πατρικά. Ὅταν μᾶς βλέπει νά προκόπτουμε, μᾶς εὐλογεῖ. Ὅταν μᾶς βλέπει νά ὑποφέρουμε, μᾶς παρηγορεῖ. Ὅταν μᾶς βλέπει νά ἁμαρτάνουμε, μᾶς συγχωρεῖ. Ὅταν μᾶς βλέπει νά διαλύουμε τή σχέση μας μαζί Του, διψάει γιά μᾶς.
Διψάει γιά τή σωτηρία μας. Διψάει ὁ Θεός γιά τήν ἀγάπη μας.
Ἀλλά καί ἐμεῖς διψᾶμε γιά τόν Θεό. Ἡ Σαμαρείτιδα σήμερα μαζί μέ τό δοχεῖο γιά τό νερό, πού πῆγε νά πάρει ἀπό τό πηγάδι, κουβαλοῦσε μέσα της καί μία πνευματική δίψα. Ὑπέφερε ἀπό τή δίψα γιά τόν ἀληθινό Θεό. Ὅταν τῆς ἔδωσε τήν ἀφορμή ὁ Κύριος, ἐκδήλωσε αὐτή τή δίψα ἔντονα καί μέ εἰλικρίνεια. Ἐξέφρασε τόν πόθο της γιά τόν πραγματικό Θεό. Αὐτόν τόν Θεό, πού οἱ ἄνθρωποι Τόν χάσαμε μέσα στό δράμα τῆς ἐξορίας ἀπό τήν Ἐδέμ, τό ὁποῖο βιώνουμε. Ὅλοι διψᾶμε γιά τόν Θεό. Πηγαίνουμε στά διάφορα πηγάδια τῆς γῆς νά ξεδιψάσουμε, ἀλλά δέν τά καταφέρνουμε. Οἱ παρέες, τά ξενύχτια, οἱ κοσμικότητες, οἱ ἐπιδόσεις σέ καθετί γήινο καί ρηχό, τά χρήματα, ἡ εὐμάρεια, ἡ τεχνολογία εἶναι τά σύγχρονα πηγάδια, στά ὁποῖα καταφεύγουμε γιά νά ξεδιψάσουμε τήν ψυχή μας. Τό νερό, ὅμως, πού ἀντλοῦμε ἀπ’ ἐκεῖ εἶναι θολό, πικρό καί δηλητηριασμένο ἀπό τήν τοξικότητα τῆς ἀπουσίας τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι μέ τό στόμα τοῦ ποιητῆ ἐκφράζουμε τήν ἐσωτερική μας ἀγωνία: «Δέν ἔχουμε ποτάμια, δέν ἔχουμε πηγάδια, δέν ἔχουμε πηγές. Μονάχα λίγες στέρνες, ἄδειες κι αὐτές. Πού ἠχοῦν καί πού τίς προσκυνοῦμε». Τά πάντα καί οἱ πάντες μᾶς ἀπογοητεύουν. Ὅσο περισσότερα μᾶς ὑπόσχονται, τόσο περισσότερο ψεύδονται καί μᾶς ξεγελοῦν.
Ὅταν ἀκουμπᾶμε πάνω στούς ἀνθρώπους, γκρεμιζόμαστε. Ἔτσι ψάχνουμε τήν ἄσειστη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Διψᾶμε γιά τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ στή ζωή μας. Ἐπιζητοῦμε τήν παρηγοριά Του, τήν προστασία Του, τήν ἐπιστήριξή Του, τήν ἄκτιστη καί θεοποιό χάρη Του. Ἡ ζωή χωρίς Χριστό εἶναι ἄνοστη, ἀνυπόφορη, μονοδιάστατη, λασπώδης, βασανιστική.
Χωρίς Χριστό δέν ὑπάρχει ἐλπίδα. Τό μέλλον γίνεται ἀγωνία καί πειρασμός. Χωρίς Χριστό τό παρελθόν γίνεται βασανιστήριο καί Ἐρινύα. Χωρίς Χριστό τό παρόν ἐξαφανίζεται ἀνάμεσα στίς ἀναμνήσεις τοῦ παρελθόντος καί στά σχέδια τοῦ μέλλοντος. Χωρίς Χριστό ὅλοι εἶναι ἀντίπαλοι, ὅλοι εἶναι ἀνταγωνιστές, ὅλοι εἶναι ἐχθροί, μέ μεγαλύτερο ἴσως τόν ἴδιο μας τόν ἑαυτό.
Ἡ μοναξιά εἶναι ὁ κλῆρος, ὁ φόβος καί ἡ κατάληξή μας χωρίς τόν Χριστό. Ἡ ἀνικανοποίητη καρδιά χωρίς τόν Χριστό φλέγεται καί βασανίζεται ἀπό μία δίψα ἀσίγαστη. Εἶναι ἡ δίψα γιά τήν τελειότητα, γιά τήν πληρότητα, γιά τήν οὐσιαστική εὐδαιμονία, γιά τή φιλάνθρωπη παρηγορία, γιά τήν ἀγαπητική πατρότητα. Ὅταν γευτοῦμε τόν Χριστό, αὐτή ἡ δίψα σβήνει. Ὅταν βάλουμε τόν Χριστό μέσα μας, μόνον τότε ἡ ζωή μας γεμίζει καί ἡ ὕπαρξή μας ἀνακαινίζεται.
Στή δίψα μας γιά τό τέλειο καί τό ἄπειρο μοιάζουμε μέ τή Σαμαρείτιδα τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Αὐτό τό τέλειο καί τό ἄπειρο δέν εἶναι κάποια ἰδέα οὔτε κάποια κατάσταση οὔτε κάποιο συναίσθημα ἤ κάποια ψευδαίσθηση. Τό τέλειο καί τό ἄπειρο εἶναι ἕνα πρόσωπο. Εἶναι ὁ Χριστός. Ὅπως ἐμεῖς διψᾶμε γιά Ἐκεῖνον, ἔτσι καί ὁ φιλάνθρωπος Ἰησοῦς διψάει γιά τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς. «Δός μοι πιεῖν» λέγει στόν καθένα μας. Νά τοῦ προσφέρουμε τό νερό τῆς ἐμπιστοσύνης μας, τῆς ἀγάπης, τῆς προσευχῆς, τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, τῆς μικροσκοπικῆς μας ἀρετῆς. Θά Τόν ἱκανοποιήσουμε.
Θά δικαιώσουμε τήν πορεία πού κάνει πρός ἐμᾶς.
Κυρίως ὅμως θά ἀπολαύσουμε τό δικό Του νερό τῆς ἄκτιστης Θείας Χάρης. Θά ποτιστοῦμε μέ τούς ζωοφόρους κρουνούς τῶν ἄπειρων δωρεῶν Του, μέ τά νάματα καί τά ἀλλεπάλληλα κύματα τῆς ἀπέραντης ἀγάπης Του καί τῆς ἀσίγαστης φροντίδας Του.
Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου