ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ (07.05.2023)
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ
7 Μαΐου 2023
«αὕτη ἦν πλήρης ἀγαθῶν ἔργων καὶ ἐλεημοσυνῶν» (Πράξ. 9, 36)
Σκηνὴ συγκινητικὴ καὶ διδακτικὴ μᾶς παρουσιάζει, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα. Μᾶς μεταφέρει καὶ πάλι νοερὰ στὴν πρώτη Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων. Στὴν πόλη Ἰόππη, τὴν σημερινὴ Γιάφα τῆς Συρίας. Ἐκεῖ εἶχε πεθάνει, μετὰ ἀπὸ σοβαρὴ ἀσθένεια, κάποια σπουδαία μαθήτρια τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ταβιθά (ἑβραϊκὸ ὄνομα) ἢ Δορκάς (τὸ ἀντίστοιχο στὰ ἑλληνικά). Ὁ Ἀπόστολος Λουκᾶς ἀναφέρει καὶ τὰ δύο ὀνόματα καὶ ὁ ἱ. Χρυσόστομος πὼς καλῶς ὀνομάστηκε ἔτσι, ἐπειδὴ ἦταν ἄγρυπνη καὶ προσεκτικὴ ὅπως τὸ ζαρκάδι. Αὐτὴ «ἦν πλήρης ἀγαθῶν ἔργων καὶ ἐλεημοσυνῶν ὧν ἐποίει». Πρόκειται γιὰ ἕνα θαυμάσιο χαρακτηρισμό, ὁ ὁποῖος διερμηνεύει τὴν φιλανθρωπικὴ δράση ποὺ ἀνέπτυξε ἡ Ταβιθὰ μεταξὺ τῶν πιστῶν τῆς Ἰόππης. «Ἀγαθὰ ἔργα» εἶναι τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης, οἱ ἀγαθοεργίες. Ὁ ἱερὸς συγγραφέας προσθέτοντας καὶ τὸ «ἐλεημοσυνῶν», ὁρίζει ἀκόμα ἀκριβέστερα τὴν ἀγαθοεργὸ προσφορά της.
Ὁ θάνατος τῆς Ταβιθὰ προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση καὶ θλίψη στοὺς Χριστιανοὺς τῆς πόλεως. Ἡ μεταστᾶσα ἦταν πασίγνωστη καὶ ἀξιαγάπητη γιὰ τὴν ἀκούραστη φιλανθρωπία της. Πτωχὲς χῆρες γυναῖκες εἶχαν ἔλθει στὸ σπίτι της καὶ ἔκλαιγαν γοερὰ γιὰ τὸν θάνατό της. Θρηνοῦσαν καὶ ἔδειχναν τὰ ροῦχα ποὺ φοροῦσαν. Ὅλα ἦσαν ἔργα τῶν χειρῶν τῆς καλῆς Ταβιθά! Τὰ δάκρυα ἐκεῖνα ἦταν τὸ καλύτερο ἐγκώμιο, ὁ πιὸ ἐγκάρδιος καὶ εἰλικρινὴς ἐπικήδειος εἰς τιμὴν καὶ μνήμη της! Ἐκείνη τὴν ἐπίδειξη τῶν ἐνδυμάτων τὴν παρηκολούθησαν συγκινημένοι φίλοι καὶ συγγενεῖς τῆς κεκοιμημένης Χριστιανῆς, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ οἱ ἄγγελοι στὸν οὐρανό. Μᾶλλον ὁ τῶν ἀγγέλων Βασιλεύς, Ἐκεῖνος ποὺ εἶπε: «ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. 25, 40). Νὰ μιὰ ἐπίδειξη ρούχων θεάρεστη καὶ εὐλογημένη, ποὺ στήθηκε στὸν ἀργαλειὸ τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης καὶ τὴν ἐβράβευσε ὁ Ἴδιος ὁ Θεὸς μὲ τὸ μεγαλύτερο βραβεῖο. Ἡ Ταβιθά, λοιπόν, ἀρρώστησε καὶ ἀπέθανε, ἀλλὰ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς τὴν ἀνέστησε μὲ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο, τὴν ἔφερε ξανὰ στὴν ζωή, τὴν ἔδωσε στοὺς πτωχοὺς ποὺ τὴν εἶχαν ἀνάγκη. Ἦταν δέντρο καρποφόρο καὶ ἄξιζε νὰ ζήσει.
Τὶ εἶναι ἐλεημοσύνη; Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης μᾶς δίνει ἕναν ὁρισμὸ της: «ἐπίτασις τῆς ἀγάπης, ὁ ἔλεος». Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι τὸ δυνάμωμα τῆς ἀγάπης. Ὅπως ἡ θηριωδία καὶ ἡ σκληρότητα φυτρώνουν ἀπὸ τὸ μῖσος, ἔτσι καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη βλασταίνει ἡ ἐλεημοσύνη. Εἶναι ἡ ἀγαπητικὴ διάθεση γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ Θεὸς τὶς ἀφορμὲς ὅλων τῶν ἀγαθῶν τὶς ἔχει βάλει μέσα στὴν φύση τῶν ἀνθρώπων. Μέσα μας εὑρίσκονται τὰ πάντα. «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστι», λέγει ὁ Χριστός (Λουκ. 17, 21). Παρακινούμαστε, λοιπὸν, ἀπὸ τὴν φύση μας νὰ κάνουμε ἐλεημοσύνη. Εἴμαστε «αὐτοκίνητοι» πρὸς τὸ ἀγαθό. Ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ συμπάθεια πρὸς τὶς ψυχικὲς καὶ σωματικὲς ἀφορμὲς τοῦ πλησίον. Γιὰ τὴν τήρηση τῶν ἄλλων ἐντολῶν ὁ Κύριος θέτει ὡς ἔπαθλο τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἐνῶ γιὰ ἐκείνους ποὺ θὰ φανοῦν πρὸς τοὺς ἄλλους ἐλεήμονες καὶ οἰκτίρμονες, ἔβαλε πολὺ μεγαλύτερο ἔπαθλο: «καὶ ἔσεσθε υἱοὶ τοῦ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς» (Λουκ. 6, 35).
Ποιοὶ εἶναι οἱ ἐλεήμονες; Πρῶτα-πρῶτα ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ ἐλεήμονος ἀνήκει στὸν Θεό. «Ἐλεήμων ὁ Κύριος καὶ δίκαιος καὶ ὁ Θεὸς ἡμῶν ἐλεεῖ» (Ψαλμ. 114, 5). Τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου φάνηκε μὲ τὴν ἐνσάρκωσή Του, προσλαμβάνοντας ὅλη τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ ἀνακαινίζοντας τὸ γένος μας. Ἐλεήμονες εἶναι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ μιμοῦνται τὸν Θεό. «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται» (Ματθ. 5, 7), θὰ ἀνακράξει ὁ Κύριος στὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους ὁμιλία Του. Ἐκεῖνος ποὺ πλεονεκτεῖ σὲ κάτι ἂς ἔλθει ἀρωγὸς στὸν ὑστερούμενο. Καὶ συμπληρώνει ὁ μακάριος Παῦλος: «ἐν τῷ νῦν καιρῷ τὸ ὑμῶν περίσσευμα εἰς τὸ ἐκείνων ὑστέρημα…» (Β΄Κορ. 8, 14).
Ἡ χριστιανικὴ πίστη πρέπει νὰ εἶναι ἔμπρακτη καὶ ἡ χριστιανικὴ ζωὴ καρποφόρα σὲ ἔργα ἀγαθά. Ἀσφαλῶς ἡ πηγὴ καὶ ἡ ἐγγύηση τῆς σωτηρίας μας εἶναι ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου, στὸν ὁποῖο πιστεύουμε καὶ ἡ Χάρη Του, τῆς ὁποίας γινόμαστε κοινωνοί. Τὰ ἔργα ἀπὸ μόνα τους δὲν μποροῦν νὰ σώσουν τὸν ἄνθρωπο! Ὡστόσο, ἀποτελοῦν τὴν ἀπαραίτητη ἔκφραση τῆς πίστεως. «Ὥσπερ γὰρ τὸ σῶμα», γράφει ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, «χωρὶς πνεύματος νεκρόν ἐστιν, οὕτω καὶ ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι» (2, 26). Ἡ πίστη τότε εἶναι γνήσια, ὅταν συνοδεύεται ἀπὸ «καλὰ ἔργα» (Ματθ. 5, 16. Τιμ. 5, 10), τὰ «ἔργα τῆς πίστεως» (Α΄ Θεσσ. 1, 3). Ὁ Κύριος μᾶς ζητᾶ νὰ ἔχουμε ὄχι μιὰν ὁποιαδήποτε πίστη, ἀλλὰ ἐκείνη ποὺ «ἐνεργεῖται δι’ ἀγάπης» (Γαλ. 5, 6). Καὶ διὰ τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου μᾶς προτρέπει νὰ ἀποδείξουμε «βεβαίαν τὴν κλῆσιν» μας ὡς Χριστιανοὶ «διὰ τῶν καλῶν ἔργων» (Β΄ Πετρ. 1, 10).
Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη διαβάζουμε: «δῶρον γὰρ ἀγαθόν ἐστιν ἡ ἐλεημοσύνη τοῖς ποιοῦσιν αὐτὴν ἐνώπιον τοῦ Ὑψίστου» (Τωβ. 4, 11)‧ «ἐλεημοσύνη γὰρ ἐκ θανάτου ῥύεται καὶ αὕτη ἀποκαθαριεῖ πᾶσαν ἁμαρτίαν» (Τωβ. 12, 9)‧«τῇ ψυχῇ αὐτοῦ ἀγαθὸν ποιεῖ ἀνὴρ ἐλεήμων» (Παρ. 11, 17).
Ἡ σοφία τῶν Ἁγίων Πατέρων θὰ μᾶς διδάξει καὶ πάλι.
Ὁ ἱ. Χρυσόστομος: «Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν, αὐτὴ ποὺ πολὺ γρήγορα ἀνοίγει τὶς ἁψίδες τῶν οὐρανῶν στοὺς ἀνθρώπους καὶ εἶναι ἡ καλύτερη συνήγορος. Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι τροφὴ τῆς ψυχῆς. Καὶ ὅπως ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος εἶναι τροφὴ καὶ εὐχαρίστηση τοῦ σώματος, ἔτσι καὶ ἡ ἐλεημοσύνη καὶ ἡ προσευχὴ γίνονται θεραπεία καὶ χαρὰ τῆς ψυχῆς. Εἶναι, λοιπόν, μέγα ἀπόκτημα ἡ ἐλεημοσύνη καὶ γρήγορη μεσίτρια πρὸς τὸν φιλεύσπλαγχνο Θεό, γιατὶ ἔχει μεγάλη παρρησία μπροστά Του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν θέλει πηγαίνει πρὸς Ἐκεῖνον καὶ κάθεται στὰ δεξιά Του. Ὁ Θεὸς τὴν ἀγαπάει πάρα πολὺ καὶ τὴν ἔχει ὡς πρώτη μεταξὺ τῶν θυγατέρων Του, γιατὶ ἐκείνη πάντοτε εἶναι μαζί Του. Αὐτὴ ἡ ἴδια Τὸν παρακάλεσε νὰ κατέβει στὴν γῆ καὶ νὰ σώσει τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων. Αὐτὴ εἶναι ἡ μητέρα τῆς ἀγάπης‧ αὐτὴ εἶναι τὸ φάρμακο τῶν δικῶν μας ἁμαρτημάτων, βγάζοντας τὸ πύον τῆς ἄρρωστης ψυχῆς μας. Σκάλα στηριγμένη στὸν οὐρανό. Αὐτὴ ποὺ ἀναβλύζει τὴν αἰώνια ζωή».
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης τὴν ἀποκαλεῖ πηδάλιο τῆς ἀγάπης καὶ σημειώνει: «Ἐλεημοσύνη ποὺ προέρχεται ἀπὸ ἀδικίες εἶναι ὡμότητα καὶ ἀπανθρωπιά. Διότι ποιὸ τὸ ὄφελος νὰ γυμνώσεις κάποιον γιὰ νὰ ντύσεις κάποιον ἄλλον;»
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος: «Ὁ ἀνελεήμονας πάσχει ἀπὸ ἀναισθησία ψυχῆς. Ἡ καρδιά του δὲν συγκινεῖται ἀπὸ τοὺς πόνους τοῦ ἀδελφοῦ. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἄγνωστο συναίσθημα γι’ αὐτόν. Ἀντ’ αὐτῆς ὑπάρχει ἕνα εἶδος μίσους ποὺ ἐκδηλώνεται ὡς ἀδιαφορία. Κανένα εὐγενικὸ συναίσθημα δὲν ὑπάρχει μέσα του. ἡ ἀπανθρωπιὰ κρατάει τὸ χέρι του μαζεμένο, ὥστε νὰ μὴν τὸ ἁπλώνει γιὰ νὰ ἐλεεῖ. Ἀποστρέφει τὸ πρόσωπό του ἀπὸ φτωχὸ καὶ τὰ μάτια του ἀπὸ ζητιάνο. Θεωρεῖ τὸν πλοῦτο του ἰδιοκτησία του, γιὰ νὰ ἱκανοποιεῖ τὰ πάθη του. Ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ὁ Θεὸς ἀπὸ αὐτόν». Καὶ συνοψίζοντας ὁ Ἅγιος προσθέτει: «Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι πράξη ἀγαθῆς προαίρεσης. Εἷναι ἐσωτερικὴ φωνὴ προερχόμενη ἀπὸ ἀγαθὴ καρδιά. Ἔργα τῆς ἐλεημοσύνης εἶναι ὅσα προέρχονται ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου: α) Νὰ τρέφουμε ὅσους πεινᾶνε β)Νὰ ντύνουμε τοὺς γυμνούς γ) Νὰ φιλοξενοῦμε τοὺς ξένους δ) Νὰ ἐπισκεπτόμαστε τοὺς ἀρρώστους ε) Νὰ παρηγοροῦμε τοὺς θλιμμένους καὶ στ) Νὰ βοηθοῦμε τοὺς φυλακισμένους».
Ὁ ὅσιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητὴς προσθέτει: «Ἀληθινὰ ἐλεήμων δὲν εἶναι ὅποιος δίνει μὲ τὴν θέλησή του ἀπὸ τὰ περισσεύματά του, ἀλλὰ ὅποιος συγχωρεῖ ἐκείνους ποὺ τοῦ ἁρπάζουν τὰ ἀπαραίτητα».
Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος διδάσκει: «Ἡ κατὰ Θεὸν ἀγάπη εἰς τὸν πλησίον εἶναι αὐτὸς ὁ Θεός. Ἐὰν δὲν ἔχωμεν ἀγάπην ἀναμεταξύ μας, οὔτε μὲ τὸν Θεὸν δὲν θὰ ἔχωμεν… Κακὸ μεγάλο εἶναι νὰ μὴ προσπαθοῦμε νὰ ἀπολαύσωμε τὴν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν. Θὰ σαλπίση, ὅμως, μία οὐράνια σάλπιγξ μίαν ἡμέραν‧ τὴν ἡμέραν ἐκείνην ποὺ θὰ βγαίνη ἡ ψυχή μας ἀπὸ τὸ ἄθλιον τοῦτο σῶμά μας. Καὶ ἡ σάλπιγξ αὐτὴ θὰ ἀναγγέλη τὴν ἀπόφασιν, ποῦ θὰ καταταχθῆ ἡ ψυχή μας: ἢ εἰς τὴν αἰώνιον ζωὴν ἢ εἰς τὴν αἰώνιον κόλασιν. Μὴ γένοιτο εἰς τὴν κόλασιν! Βλέπει ὁ Θεὸς τοὺς καθημερινοὺς κόπους καὶ μόχθους τοῦ ἀγωνιζομένου διὰ τὴν ἀγάπην Του καὶ τὸν περιμένει μὲ ἀνοιχτὰς ἀγκάλας, διὰ νὰ τοῦ δώση τὴν αἰώνιον ἀπόλαυσιν καὶ χαράν».
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὑπογραμμίζει: «Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν ἀδελφὸ καλλιεργεῖ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ φθάσει στὸν Θεό, ἐὰν δὲν περάσει ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Γιατί, «ὁ μὲν ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ὃν ἑώρακε, τὸν Θεόν, ὃν οὐχ ἑώρακε πῶς δύναται ἀγαπᾶν;» (Α΄ Ἰω. 4, 20).
Ὁ Ἅγιος Παΐσιος συμπληρώνει: «Νὰ ἐργάζεσαι καὶ νὰ βοηθᾶς ὅσο μπορεῖς τοὺς πονεμένους ἀπὸ τὸ ὑστέρημά σου, ἐπειδὴ αὐτὸ ἔχει μεγαλύτερη ἀξία. Ἀλλά, καὶ ὅταν κανεὶς δὲν ἔχει τίποτα νὰ δώσει σὲ ἕνα φτωχὸ καὶ πονάει ἡ καρδιά του, τότε κάνει ἀνώτερη ἐλεημοσύνη μὲ τὸ αἷμα τῆς καρδιᾶς του. Γιατί, ἂν εἶχε κάτι καὶ τὸ ἔδινε, θὰ αἰσθανόταν καὶ χαρά, ἐνῶ, ὅταν δὲν ἔχει νὰ δώσει, αἰσθάνεται πόνο στὴν καρδιά».
Εὐλογημένοι Χριστιανοί!
Ὑπάρχουν σήμερα ἐλεήμονες; Βεβαίως καὶ ὑπάρχουν! Ὑπάρχουν πολλοὶ ποὺ συγκινοῦνται ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου καὶ τὶς ἀνάγκες τῶν συνανθρώπων μας καὶ ἔρχονται ἀρωγοί τους. Ψυχὲς ἐνάρετες ποὺ δὲν ἔχουν στεγνώσει ἀπὸ τὸ ἀτομικὸ συμφέρον καὶ τὴν φιλαυτία, φανερώνουν τὴν εὐγένεια τῆς ἀνθρώπινης φύσης, κάνοντας ἀδιάκριτα ἐλεημοσύνη. Στὶς πονηρὲς ἡμέρες μας ποὺ ἐπικρατεῖ ἠ ἀπληστία τοῦ κέρδους ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ σκορπίζουν τὰ ἀγαθά τους στοὺς φτωχούς. Σ’ αὐτοὺς ἐφαρμόζεται ὁ λόγος τῆς Γραφῆς: «Ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν, ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα» (Ψαλμ. 111, 2). Θὰ ἦταν ἄδικο, ὅμως, νὰ μὴν ἀναφερθοῦμε καὶ στοὺς ἐλεήμονες τῆς ψυχικῆς ἔνδειας τοῦ συνανθρώπου τους. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ βασανίζονται ὄχι ἀπὸ ἔλλειψη ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἀλλὰ ἀπὸ ἄγχος, μοναξιά, ψυχικὲς ἀρρώστιες, τὴν περιφρόνηση, τὴν ἀπουσία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν ζωή τους, ἀπὸ ναρκωτικά, ἀπὸ ἔμμονες λαθεμένες ἰδέες καὶ θεωρίες, ναυάγια τῆς κοινωνίας ποὺ εὐεργετήθηκαν ἀπὸ ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ. Κάποιες σεμνὲς ψυχές, μὲ τὴν χάρη ποὺ τοὺς ἔδωσε ὁ Θεός,εὐεργέτησαν πολλοὺς ἀπὸ αὐτούς, συνδέοντάς τους μὲ τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς καὶ τῆς χαρᾶς ποὺ εἶναι ὁ Χριστός.
Ἀγαπητοί μου!
Ἡ ἄσκηση τοῦ χρέους τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας εἶναι τὸ κατ’ ἐξοχὴν γνώρισμα τῶν Χριστιανῶν. Τότε εἴμαστε πραγματικὰ μαθητὲς Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅταν ἀνάμεσά μας βασιλεύει ἡ ἀγάπη (Ἰω. 13, 35). Τὸ παράδειγμα μᾶς τὸ δίνει ἡ Ταβιθά, αὐτὴ ἡ ἀκούραστη ἐργάτρια τῆς ἐλεημοσύνης καὶ διακόνισσα τῆς ἀγάπης. Ἂς καταξιώσουμε κι ἐμεῖς τὴν ὑπόστασή μας «ἔργῳ καὶ ἀληθείᾳ» (Α΄ Ἰω. 3, 18), γιὰ νὰ ἐλεηθοῦμε ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ ἀπὸ τὸν ἐλεήμονα Θεό.
Ἡ γλυκόηχη ἅρπα τοῦ Βερίτη ψάλλει:
«Φλόγα νά ’ναι ἡ ψυχὴ γιὰ τ’ Ὄνομά Σου
καὶ φωτιὰ τοῦ κακοῦ καὶ τοῦ σάπιου
καὶ ν’ ἀνθίζει λουλούδι στὴν ἄνοιξη
γιὰ νὰ κάνει καρποὺς τὴν ἀγάπη
-τὴν ἀγάπη ποὺ μένει ἀμετάβλητη
καὶ νεάζει καὶ παίρνει δυνάμεις
γιὰ τὰ ἔργα ποὺ γίνονται ἀθόρυβα
κι ὅμως ἔχουν ἀπύθμενο βάθος». ΑΜΗΝ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου