ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Ο ΜΟΧΘΟΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΠΟΡΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Ἔχουμε ἐπισημάνει κι ἄλλοτε ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀντιμετωπίζει συχνά τό πρόβλημα τῆς διαιρέσεως τῶν χριστιανῶν τῆς Κορίνθου. Στήν Ἐκκλησία αὐτή εἶχαν δημιουργηθεῖ ὁμάδες κάθε μία ἀπό τίς ὁποῖες ἔδειχνε θαυμασμό καί ἐκτίμηση σ’ ἕναν Ἀπόστολο, πού τόν θεωροῦσε ἀνώτερο ἀπό τούς ἄλλους. Ὁ Παῦλος στά πρῶτα τέσσερα κεφάλαια τῆς ἐπιστολῆς του προσπαθεῖ νά ἀντιμετωπίσει τήν διάσπαση τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου.
Ἡ παροῦσα περικοπή εἶναι εἰλημμένη ἀπό τό δ΄ κεφάλαιο τῆς ἐπιστολῆς, ὅπου ὁ Ἀπόστολος περιγράφει μέ ἔντονα χρώματα τίς δυσκολίες στήν ἀποστολή διαδόσεως τοῦ Εὐαγγελίου καί τόν μόχθο πού κατέβαλαν οἱ Ἀπόστολοι γιά τήν θεμελίωση τῶν κατά τόπους Ἐκκλησιῶν.
Ὅμως, μέ τό βαρύ καί ἐπίμοχθο αὐτό ἔργο ὁ Παῦλος ἔχει τήν συνείδηση ὅτι συμμετέχει στά παθήματα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ὅτι ἀποκτᾶ τό προνόμιο νά ἐκθέτει τόν ἑαυτό του στόν κίνδυνο τοῦ θανάτου, χάριν τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ.
Γι’ αὐτό καί ἀντιδιαστέλλοντας τήν ἐπίπονη ἀποστολική ζωή πρός τήν αὐταρέσκεια καί τόν πνευματικό ἐφησυχασμό τῶν Κορινθίων, οἱ ὁποῖοι πίστευαν ὅτι ἤδη εἶχαν λάβει τήν πληρότητα τῆς μακαριότητος τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, ἀναγκάζεται νά παρουσιάσει τά δεινά, τούς κινδύνους καί τούς ἐξευτελισμούς πού ὑφίστανται οἱ ἀληθινοί Ἀπόστολοι. Δηλαδή, τά στοιχεῖα ἐκεῖνα πού συμβάλλουν περισσότερο ἀπό ὁτιδήποτε ἄλλο στήν αὐθεντικότητα τῆς χριστιανικῆς βιοτῆς, ὡς ζωῆς μαρτυρίου καί μαρτυρίας τῆς ἀλήθειας.
«Θέατρον τῷ κόσμῳ καί ἀγγέλοις καί ἀνθρώποις»
Θέλοντας, λοιπόν, νά τούς ὑπενθυμίσει τί σημαίνει ἀποστολική ζωή, ὡς ἐπικρεμάμενη ἀπειλή τοῦ θανάτου, γράφει· «μοῦ φαίνεται, ὅμως, ὅτι ὁ Θεός σέ ἐμᾶς τούς Ἀποστόλους ἔδωσε τήν τελευταία θέση, σάν νά εἴμαστε καταδικασμένοι σέ θάνατο. Ἐπειδή γίναμε θέατρο, θέαμα δηλαδή, γιά τόν κόσμο, γιά ἀγγέλους καί ἀνθρώπους». Ἐδῶ μέ τήν λέξη «θέατρο» ὑπονοεῖ τό ρωμαϊκό θέατρο, τό στάδιο μέ τίς φοβερές σκηνές τῶν καταδίκων σέ θάνατο, καί μάλιστα ἐνώπιον πάντων. «Οὐκ ἐν γωνίᾳ μιᾷ οὐδέ ἐν μικρῷ τῆς οἰκουμένης μέρει ταῦτα πάσχομεν», σημειώνει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «ἀλλά πανταχοῦ καί ἐπί πάντων», δηλαδή παντοῦ καί ἐνώπιον ὅλων.
Ἡ σταυρική θεολογία τοῦ Παύλου
Εὐθύς ἀμέσως ἀκολουθοῦν δυνατά ἀντιθετικά σχήματα πού κατανοοῦνται μέσα στήν προοπτική τῆς σταυρικῆς θεολογίας τοῦ Παύλου, στό πρότυπο τοῦ προφήτη τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί, βεβαίως, τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Παῦλος χαρακτηρίζει τούς Κορινθίους «φρόνιμους, ἰσχυρούς, ἔνδοξους», ἐνῶ, ἀντιθέτως, ὀνομάζει τούς Ἀποστόλους «μωρούς, ἀσθενεῖς καί ἄτιμους». Μέ τούς πρώτους προσδιορισμούς ἀποδοκιμάζει, μέ ἐλαφρά εἰρωνεία ἀναμεμειγμένη μέ πικρία, τήν αὐτάρκεια καί φιλαυτία τῶν Κορινθίων. Μέ τούς δεύτερους ἐξαίρει τρεῖς θεμελιώδεις συντελεστές τῆς ἀποστολικῆς ζωῆς καί διακονίας στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἐφόσον τό κήρυγμα περί τοῦ Σταυροῦ ἐκλαμβανόταν ἀπό τούς μή πιστεύοντες ὡς «μωρία» καί ὡς «σκάνδαλον» (Α΄ Κορ. 1,18-21.23), ἦταν ἑπόμενο νά χαρακτηρίζονται ἀνόητοι καί οἱ κήρυκες τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ. Οἱ διωγμοί καί ἡ περιφρόνηση πρός αὐτούς, ἡ ἔλλειψη ἀνθρώπινης τιμῆς καί ἀναγνωρίσεως φανερώνουν ὅτι κύριο μέλημά τους ἦταν τό σταυρικό ἦθος πού ἐνέπνεε τήν ἀποστολική τους δράση.
Οἱ Ἀπόστολοι πεινοῦν, διψοῦν, ὑποφέρουν ἀπό γύμνια, δέχονται προσβολές, κοπιάζουν καί ἐργάζονται μέ τά ἴδια τους τά χέρια γιά νά μήν ἐπιβαρύνουν κανέναν. Ὅλα αὐτά ὁ Παῦλος τά ἀποδέχεται ἑκουσίως, δηλαδή μέ τήν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία τῆς ὑπάρξεώς του. Ἡ ὁλοκληρωμένη ἀφοσίωση καί διακονία του στό ἔργο τοῦ Χριστοῦ τόν κάνει νά γίνεται θέατρο καί θέαμα στόν κόσμο καί τούς ἀγγέλους, πού τόν θαυμάζουν, ἀλλά καί τῶν ἀνθρώπων, οἱ περισσότεροι τῶν ὁποίων τόν χλευάζουν.
Ἡ ζωή τοῦ Παύλου ὡς ἀντανάκλαση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ
Ὁ Ἀπόστολος, ἀφοῦ ἐπισημαίνει ὅτι ὁ γνήσιος μαθητής τοῦ Χριστοῦ στίς ὕβρεις τῶν ἀνθρώπων ἀπαντᾶ μέ προσευχή, στήν καταδίωξη μέ ἀνοχή καί στίς συκοφαντίες τους μέ καλοσύνη, ζητᾶ ἀπό τούς Κορινθίους νά τόν θεωροῦν ὡς πατέρα τους, καθότι τούς γέννησε στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μέ τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Γι’ αὐτό καί τούς προτρέπει παρακλητικά νά τόν μιμοῦνται, ὅπως ὁ ἴδιος μιμεῖται τόν Χριστό (Α΄ Κορ. 11,1). Ἡ ἀποδοχή τῆς πατρικῆς ἀγάπης τοῦ Παύλου, ἡ ὁποία εἶναι ἀκτινοβολία τῆς ζωῆς καί τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, βοηθᾶ τούς Κορινθίους νά ὑπερβοῦν τίς διαιρέσεις, τά σχίσματα, τήν αὐταρέσκεια καί ὁτιδήποτε ἄλλο ἐμποδίζει τό ἔργο τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας. Ὁ Ἀπόστολος γίνεται φῶς σέ αὐτούς πού βρίσκονται στό σκότος, ὅταν στήν ἀπαράδεκτη συμπεριφορά τους συνεχίζει νά τούς προσφέρει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού κατευθύνει τόν ἄνθρωπο στόν ἁγιασμό καί τήν ἀπολύτρωση.
Ἀρχιμ. Ν. Κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου