ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2022

 ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΑΜΑΡΕΙΤΟΥ

(Λουκ. ι΄ 25-37)

Ἡ εὐρεία ἔννοια τοῦ πλησίον καὶ τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης

Ἡ παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὴν ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου.

Οἱ Φαρισαῖοι κατηγοροῦσαν τὸν Ἰησοῦ καὶ τοῦ ἔλεγαν ὅτι: «Σαμαρείτης εἰ σὺ καὶ δαιμόνιον ἔχεις1». Μιλῆσαν περιφρονητικὰ γιὰ τὸ Χριστὸ ὅτι εἶναι Σαμαρείτης. Δὲν ἐπέλεξε ἑπομένως, τυχαία τὴν παραβολὴ αὐτὴ ὁ Κυρίος. Μέσῳ αὐτῆς τῆς παραβολῆς δίδει ἔμμεση ἀπάντηση στοὺς κατηγόρους του. Ὁ Σαμαρείτης, τὸν ὁποῖον περιφρονοῦσαν ὡς παραχαράκτη τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου, αὐτὸς εὐσπλαχνίσθηκε τὸν τραυματισμένο καὶ τὸν βοήθησε.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δίδουν ἀλληγορικὴ ἑρμηνεία τῆς παραβολῆς καὶ ταυτίζουν τὸν Σαμαρείτη μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Οἱ κακοποιοὶ-ληστὲς ταυτίζονται μὲ τὸ Σατανᾶ, ὁ ὁποῖος πλήγωσε θανάσιμα τὸ ἀνθρώπινο γένος μὲ τὴν ἀστοχία-ἁμαρτία. Ἀμαυρώθηκε ὁ ἀνθρώπινος νοῦς καὶ ἔτσι σκοτίσθηκε τὸ λογικὸ τοῦ ἀνθρώπου, διαποτίζοντάς το μὲ βαθιὰ ἄγνοια. Τὸν τραυμάτισε στὴν καρδιὰ καὶ ἔχασε τὴ χαρὰ καὶ τὴν ἐσωτερικὴ εἰρήνη καὶ γι’ αὐτὸ ἐπιζητεῖ ὁ ἄνθρωπος τὶς ἀπολαύσεις, τὴν ἱκανοποίηση τῶν παθῶν καὶ τὴν μάταιη δόξα. 

Πλήγωσε τὸ φυσικὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸ ἔκανε γνωμικὸ καὶ δὲν ἔχει τὴν δύναμη νὰ ἀντιδράσει στὶς ἐπιθυμίες καὶ τὶς ὁρμὲς οἱ ὁποῖες ἀμαυρώνουν τὸ καθ’ ὁμοίωσιν, καθότι, ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς ποὺ εἶναι ἡ κινητήρια δύναμη τῆς ἀνθρώπινης ὀντότητας δὲν εἶναι φυσική2.

Ἡ ἁμαρτία ἕλκει τὸν ἄνθρωπο καὶ σὲ ἄλλες ἀδυναμίες: θυμό, ὀργή, μίσος καὶ ἀδικία -ἐνέργειες ποὺ πραγματικὰ γίνονται στοιχεῖα ποὺ ἀπομακρύνουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν πνευματικό του στόχο.

Ὁ Μωσαϊκὸς Νόμος καὶ οἱ Προφῆτες, ποὺ κρύβονται κάτω ἀπὸ τὴν ἀλληγορία τοῦ Ἱερέα καὶ τοῦ Λευίτη, δὲν μποροῦσαν νὰ θεραπεύσουν καὶ νὰ γίνουν σωτήρια ὁδὸς γιὰ τὴν ἀμαυρωμένη ἀνθρωπότητα. «Ἀδύνατον αἷμα ταύρων καὶ τράγων ἀφαιρεῖν ἁμαρτίας3», γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Εἶναι ἀδύνατο τὸ αἷμα ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὶς θυσίες τῶν ζώων νὰ ἀφαιρέσει ἁμαρτίες. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε ἔγινε ἡ ἐνανθρώπιση Τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὁ ὁποῖος ἔσκυψε ἐπάνω στὶς πληγὲς τῆς τραυματισμένης ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἀνθρώπινης ὀντότητας καὶ μὲ τὴ σταυρική Του θυσία τὶς θεράπευσε δίδοντας καὶ πάλι τὴν δυνατότητα στὸ τέλειο κτιστὸ δημιούργημα νὰ γίνει μέτοχος τῆς Βασιλείας Τοῦ Θεοῦ, συνεργείᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος4.

Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὴ σωτηριολογική Του διδασκαλία φωτίζει τὸ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, καθαρίζει τὴν καρδιὰ ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες, θεραπεύει καὶ ἐνισχύει τὴ φυσικὴ θέληση καὶ ἐπαναφέρει τὸν ἄνθρωπο στὴν πλήρη πνευματικὴ ζωή, ὥστε νὰ ἀποφεύγει ἀπὸ τὴ μιὰ τὰ ἔργα ποὺ ἀμαυρώνουν τὴν ψυχή του καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ ὑπηρετεῖ τὸ ἀγαθό, νὰ γίνεται μύστης τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας καὶ κατ’ ἐπέκταση νὰ δοξάζει τὸν Τριαδικὸ Θεό. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀλληγορικὴ ἑρμηνεία τῆς παραβολῆς τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη. Ὁ Χριστὸς ἔδωσε εὐρεία σημασία στὴν ἔννοια «πλησίον». Ἀπέκλεισε τὸ στενὸ θρησκευτικὸ ἐθνικισμὸ καὶ φυλετισμὸ τῶν Ἰουδαίων δίδοντας οἰκουμενικὲς διαστάσεις5.

Ὁ νομικός, ποὺ εἶναι ὑγιὴς καὶ ἀσφαλής, ρωτᾶ ποιὸς εἶναι πλησίον μου καὶ ὁ Χριστὸς ἀντιστρέφει τὸ ἐρώτημα. Ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς ποὺ πέρασαν τὸ δρόμο πρὸς τὴν Ἱεριχῶ φάνηκε πλησίον τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἦταν γυμνὸς καὶ πληγωμένος ἀπὸ τοὺς ληστές; Ὁ νομικὸς ἀπάντησε σωστά: «Ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος», αὐτὸς ποὺ εὐσπλαχνίσθηκε τὸν τραυματισμένο ἄνθρωπο καὶ τὸν βοήθησε. Τότε τοῦ ἀπάντησε ὁ Χριστός: «Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως»6.

Πήγαινε καὶ κᾶνε καὶ σὺ τὸ ἴδιο: νὰ ἐνεργήσεις κατὰ παρόμοιο τρόπο πρὸς κάθε πάσχοντα ἄνθρωπο.

Δὲν γνωρίζουμε ἂν ὁ νομικὸς ἀκολούθησε τὴ σύσταση τοῦ Χριστοῦ. Γνωρίζουμε ὅμως τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μέσῳ των Ἁγίων Της, ὅπου κάνανε ἐφαρμογὴ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ:

«Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως». Ἡ ἐντολὴ τῆς ἀγάπης ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ ἔγινε βίωμα στοὺς Ἁγίους της Ἐκκλησίας μας πρὸς ὅλους τους ἀνθρώπους, ἀνεξαρτήτως ἐθνικῆς καταγωγῆς καὶ θρησκευτικῶν πεποιθήσεων. Στὴν Ἀλεξάνδρεια λ.χ., οἱ Χριστιανοὶ μὲ κίνδυνο τὴν ἴδια τοὺς τὴ ζωὴ περιέθαλπαν τοὺς εἰδωλολάτρες, ὅταν εἶχε πέσει ἡ ἐπιδημία τῆς πανώλης κατὰ τὸν 3ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἔθαπταν τοὺς νεκρούς, χωρὶς καμία διάκριση. Ἐνῶ οἱ ἴδιοι οἱ ἐθνικοὶ τοὺς ἐγκατέλειπαν7. Θὰ ἀναφέρουμε ἕνα ἀκόμη παράδειγμα σύγχρονου Ἁγίου της Ἐκκλησίας μας, τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκου. Ὁ συγκεκριμένος Ἅγιος ἔκανε χρήση τοῦ ἰδιώματος ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὸ νὰ θαυματουργεῖ καὶ νὰ εὐεργετεῖ τοὺς Χριστιανοὺς καὶ νὰ ἀνακουφίζει μὲ τὴ θεραπεία. Δὲν ἔμεινε ὅμως μόνο στοὺς Χριστιανοὺς καὶ ὁμοεθνεῖς, ἀλλὰ μὲ τὸ χάρισμα ποὺ τοῦ εἶχε δοθεῖ θεράπευε καὶ Μουσουλμάνους Τούρκους, ποὺ ἦταν ἐχθροὶ καὶ διῶκτες τῶν Χριστιανῶν Ἑλλήνων8.

Ἑπομένως, αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ κάνει τὸ καταφατικὸ δὲν ἀσχολεῖται μὲ αὐτοὺς ποὺ κάνουν τὸ ἀποφατικό. Δὲν ἀγανακτεῖ γιὰ τὴν ἀσπλαχνία τους, ἀλλὰ ἀναγνωρίζει τὴ θεϊκὴ ἐντολή: «Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως» καὶ τὴν υἱοθετεῖ, τὴν κάνει τρόπο ζωῆς καὶ γίνεται μιμητὴς τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ὁμοιάζει ὁ ἄνθρωπος τῷ Θεῷ καὶ ἀντιλαμβάνεται τὸν ἀρχικό του προορισμό, δηλαδὴ τὴν ἐπίτευξη τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης μέσῳ τῆς αὐταπάρνησης9. Ἡ ἀγάπη αὐτὴ δὲν εἶναι γενικὴ καὶ ἀόριστη ἀλλὰ ἀναφέρεται στὸν συγκεκριμένο ἄνθρωπο, ποὺ ζεῖ στὸ συγκεκριμένο χῶρο καὶ χρόνο. Ἄλλωστε, γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία ἡ ἠθικὴ τελείωση δὲν συνίσταται στὴν ἐπίτευξη κάποιων ἠθικῶν πράξεων ποὺ ὁδηγοῦν σὲ μιὰ ἠθικὴ εὐδαιμονία, ἡ ὁποία εἶναι δυνατὸν νὰ ἐγκλωβίσει τὸν ἄνθρωπο μέσα στὰ δίχτυα τῆς ἑωσφορικῆς αὐτοθεώσης, ἀλλὰ στὴν ἐπίτευξη ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης. Ἡ τέλεια ἀγάπη εἶναι ὑπεράνω ὅλων μέσα στὸν κόσμο ἀκόμη καὶ πάνω ἀπὸ τὸ ἔνστικτο τῆς αὐτοσυντήρησης, ὥστε ὁ ἄνθρωπος: «τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῆ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ»10. Γι’ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ ἀγαπάει ἀκόμη καὶ τοὺς ἐχθροὺς τού11.

Σήμερα, παράλληλα μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας, ποὺ συντελεῖται κάθε Κυριακὴ ἐντός της Ὀρθοδοξίας, ἑορτάζουμε, τιμοῦμε καὶ μνημονεύουμε στὸ Συναξάρι τῆς Ἐκκλησίας μας, ἕναν μεγάλο Ἅγιο. Ἕναν ἀπὸ τοὺς σπουδαιότερους Πατέρες Της, στὸν ὁποῖον, γιὰ τὸ μακροσκελές, πολύπλευρο, ἀπαράμιλλο, καὶ ζωτικὸ μέχρι τὶς μέρες μας ἔργο του, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν προσωπικότητα καὶ τὰ χαρίσματα ποὺ εἶχε ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολική μας Ἐκκλησία τοῦ ἔδωσε ὡς προσωνύμιο τὴν λέξη «Χρυσόστομος», χωρὶς κανέναν ἄλλον ποτὲ νὰ στεφανώσει μὲ κάτι παρόμοιο. Ὁ Χρυσόστομος ἦταν ὁ φωστήρας τῆς γνώσης, ὁ ἀδέκαστος, ὁ ἄφοβος καὶ ἀτρόμητος κριτὴς τῆς ἀνηθικότητας, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Βασιλεύουσας καὶ ὁ ἀγαπητὸς τοῦ λαοῦ Τοῦ Θεοῦ. Χαρακτηρίστηκε ὡς ὁ Χρυσοῤῥήμων καὶ ὁ πολυγραφέστατος ὅλων τῶν Πατέρων καὶ εἶναι ὁ συγγραφέας τῆς Θείας Λειτουργίας, ποὺ τελοῦμε σχεδὸν σὲ ὅλες τὶς Λειτουργίες τοῦ χρόνου - ἐκτὸς ἐλαχίστων. Μορφὴ σπουδαία καὶ ἄνδρας πανεπιστήμων, εὔσπλαχνος, φιλάνθρωπος καὶ ἐν τέλει, ἦταν ὁ Ἅγιος ποὺ ἄγγιξε ὅλα τα προβλήματα ποὺ ἀπασχόλησαν ἀπὸ τὴν ἐποχή του μέχρι καὶ σήμερα τὴν ἀνθρωπότητα. Ὅλα τὰ μείζονα θέματα τὰ ἀνέλυσε καὶ κήρυξε τὴ λύση τους ἀπὸ τὸν Ἄμβωνα. Τὰ λόγια του ἦταν «χρυσά», ὅπως καὶ τὸ ὄνομα, ποὺ τοῦ χάρισε ἡ Ἐκκλησία, γιὰ αὐτὸ καὶ κηρύσσονται ἀκόμα στὶς μέρες μας ἀπὸ τοὺς συνεχιστὲς τοῦ ἔργου του, τοὺς Ἱερεῖς καὶ Ἀρχιερεῖς μας. Ἐπίσης, ἀποτελοῦν πηγὴ ἔμπνευσης καὶ μάθησης γιὰ τοὺς σοφοὺς τῆς κοινωνίας μας, τοὺς δασκάλους, τοὺς κατηχητὲς καὶ τὰ συγγράμματά του εἶναι ὁδηγός μας σὲ κάθε φυσικὸ ἀλλὰ καὶ ὑπερβατικὸ προβληματισμό.

Ἑπομένως, ἀφοῦ ὅλοι μας γνωρίζουμε τὴν παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη, ἀλλὰ καὶ τὸ ἀνάστημα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἂς ἀναρωτηθοῦμε σὰν καὶ αὐτὸν τὸν νομικὸ τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, γιὰ νὰ λάβουμε τὴν ἀπάντηση ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ καὶ πέντε αἰῶνες ἀργότερα ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο, ποὺ ἀνέλυσε καὶ ἑρμήνευσε -λέξη πρὸς λέξη- τὰ Θεόπνευστα κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς: «Ὅπως ἀγαπᾶς ἐμένα ἔτσι νὰ ἀγαπήσεις καὶ τὸν διπλανό σου καὶ ἂν καταφέρεις νὰ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου, τότε θὰ εἶναι σὰν νὰ ἀγαπᾶς τὸν ἑαυτό σου, …τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ».

Ἀρχιμ. Τίτος Γιαννούλης

Ἐφημ. Ἄγ. Ἀπόστολοι

Λευκοθέας


1 Ἰω. 8, 48-49.

2 PG 91,593Α.

3 Ἑβρ. 10, 8.

4 ΕΠΕ 21, Κ΄ Ὁμιλία Ἱεροῦ Χρυσ.

5 Γαλ. 3, 23-4, 5.

6 Λουκ. 10, 37.

7 ΒΕΠΕΣ 17, 210, 29-30.

8 Μοναχοῦ Παϊσίου Ἁγιορείτου (1991) σελ. 35-36.

9 Ἰω. 15, 12-13.

10 Ἰω. 15, 13.

11 Ματθ. 5, 44.

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου