ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012


ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΛΟΥΚΑ
(Λουκά ιστ' 19-31)

Μερικές ευαγγελικές περικοπές παρουσιάζουν την εξής δυσκολία: Δεν είναι μόνο δύσκολο να τις αναλύσουμε, είναι αδύνατο ακόμα και να ερμηνεύσουμε το νόημα των λέξεών τους. Παράδειγμα, η σημερινή παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. Σε μια εποχή μάλιστα, κρίσεως οικονομικής, ποιός θα συμφωνούσε στην οριοθέτηση αυτών των δύο εννοιών; Ποιός θα παραδεχτεί ότι είναι πλούσιος και ποιός θα αποδεχτεί ότι δεν είναι φτωχός, σε σύγκριση με άλλους! Χρειάζεται, λοιπόν, να ξεκαθαρίσουμε ότι πλούσιος είναι όποιος αρκείται σε όσα έχει και φτωχός είναι αυτός που κατατρώγεται από τη μανία να αποκτήσει περισσότερα.  Εδώ είναι σαν να ακούω τις αντιρρήσεις σας, που φωνάζουν για τα διακαιώματα των εργαζομένων, για τις κοινωνικές ευθύνες, για τις συντεχνιακές αδικίες, για την άνιση μισθοδοσία, για τις αποκλίσεις του δημόσιου από τον ιδιωτικό τομέα και συμφωνώ μαζί σας. Όμως, η σημερινή παραβολή, δεν αδικεί κανέναν άνθρωπο, δεν ακοκλείει κανένα δικαίωμα, δεν απαγορεύει καμμιά επιδίωξη. Πε-ριγράφει μόνο την έκβαση του βίου στο άνοιγμα της ζωής. Εμφανίζει την προοπτική των πράξεών μας στον ορίζοντα της αιωνιότητος. Επειδή, αυτό είναι το μόνο βέβαιο∙ ότι ο βίος μας που αρχίζει με τη γέννησή μας, θα περάσει κάποτε το πλατύσκαλο του θανάτου και έπειτα θα ανοιχτεί  στην πραγματικότητα της υπάρξεώς της. Την ατέλειωτη αυτή πορεία και την ποιότητά της, καθορίζουν οι πράξεις μας και ιδιαίτερα όσες έχουν να κάνουν με τους συνανθρώπους μας. Επειδή ο άνθρωπος, απέκτησε την αυτοσυνειδησία της υπεροχής του από τα ζώα, μόνο όταν συγκρότησε κοινωνίες, επειδή ο Θεός δεν είναι αυθαίρετη μονάδα αλλά Τριάδα και επειδή η ζωή που ζούμε, μας χαρίστηκε σαν δώρο και την οφείλουμε στους πριν από μας και στους μετά.  
Το βέβαιο που παρουσιάζει το σημερινό ευαγγελικό κείμενο είναι η ύπαρξη της άλλης ζωής. Η άλλη ζωή, είναι ένας κοινός πνευματικός τόπος όλων σχεδόν των λαών του πλανήτη. Ο άνθρωπος δεν θέλησε να ξεχάσει ποτέ, έναν άλλο κόσμο, από τον οποίο κάποτε ναυάγησε σε αυτόν εδώ. Μιά άλλη ποιότητα ζωής από την οποία ξέπεσε σ’αυτήν που ζούμε τώρα. Εναν κόσμο παραδεισένιο, απ’ όπου μια ξαφνική ανταρσία, επέφερε κοσμοχαλασιά και ανέτρεψε την αρμονία της κτίσεως και την αγαθή επικοινωνία του ανθρώπου με το Θεό. Αυτής της ζωής η διάρκεια και η ποιότητα είναι μειωμένα, σε σχέση με την πρώτη, την μόνιμη και αληθινή. Παρά την σκληρότητα αυτού του κόσμου, ο άνθρωπος, διατήρησε και την ελπίδα της επανάκαμψης, της επιστροφής στην αρχέγονη εκείνη κατάσταση της ξεγνοιασιάς και της αμέριμνης ζωής του.
Στη χριστιανική διδασκαλία, στη Γένεση, περιγράφεται περισσότερο αποκαλυπτικά η Πτώση του ανθρώπου και η θεληματική του απομάκρυνση από τον Παράδεισο και το Θεό. Σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, οι όροι της επιστροφής μας στον χαμένο Παράδεισο, δεν καθορίζονται από το Θεό αλλά επιτυγχάνονται από τον ίδιο τον άνθρωπο. Τα κριτήρια της μετοχής μας στην άλλη ζωή μέχρι τον Ιησού Χριστό ανήκαν στο Θεό Πατέρα. Κατά το χρονικό διάστημα της επιγείου δράσεως του Χριστού, η εξουσία της διαχειρίσεως του Παραδείσου, είχε παραδωθεί στον Θεάνθρωπο Ιησού. Λίγο πριν αναληφθεί ο Χριστός, έδειξε στους ανθρώπους τον τρόπο και τον δρόμο μέσῳ του οποίου θα επιστρέψουμε στη Βασιλεία των Ουρανών. Ο τρόπος και ο δρόμος αυτός έχει να κάνει με τους συνανθρώπους μας και περνάει άλλοτε αγαπητικά κι άλλοτε θεραπευτικά από τη ζωή τους, πριν συνταντήσει την πύλη του Παραδείσου.
Ο πλούσιος τον οποίο περιγράφει η σημερινή περικοπή του Ευαγγελίου, όσο ζούσε σ’ αυτή τη ζωή, δεν σκέφθηκε ποτέ την άλλη. Οι καθημερινές φροντίδες και οι έγνοιες του ήταν τόσο πολλές, που λησμόνησε να προβληματισθεί τί θα απογίνει μετά το θάνατό του. Ήταν τόσο απορροφημένος στη δίνη των δραστηριοτητων του και δεν σκέφθηκε οτι είναι θνητός άνθρωπος. Ίσως και να ήταν τόσο δειλός που δεν ήθελε καν να συλλογισθεί ή να ακούσει για θάνατο. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι ο πλούσιος της παραβολής ήταν εγωϊστής. Οτι νοιάζονταν μόνο για τον εαυτό του.
Μα, δεν ειναι έτσι. Αν νοιάζονταν για τον εαυτό του, θα σκέπτονταν το μέλλον του. Θα εξασφάλιζε τον εαυτό του και για μετά το θάνατο.  Τελικά, ο πλούσιος ήταν ένας αφελής, κοντόφθαλμος άνθρωπος που έτρεχε διαρκώς και φρόντιζε με πάθος για πράγματα που δεν τον συνόδευσαν στο αιώνιο ταξείδι του. Σε όλη του τη ζωή αγωνίστηκε για φθαρτά και εφήμερα πράγματα. Μετά το θάνατό του, τα χρήματά του τα μετρούσαν άλλοι. Τα κοσμήματά του τα φορούσαν άλλοι. Τα ρούχα του τα πέταξαν. Τα χωράφια του τα καλλιεργούσαν οι κληρονόμοι του και στα σπίτια του κατοίκησαν ξένοι. Και εκείνος, ο πρώην πλούσιος, βημάτιζε γυμνός στους δρόμους της άλλης ζωής, τελείως προδομένος απ’ όσα αγωνίστηκε, παντελώς έρημος από όσα έφτιαξε. Τα χέρια του άδεια, τσέπες δεν είχε, χωράφια δεν υπήρχαν, τροφές δεν χρειάζονταν πιά. Τί κι αν τον εξυπηρέτησαν τα πλούτη του σε αυτόν τόν κόσμο; Σαν μια ημέρα πέρασε, οσο κρατάει η κίνηση των βλεφάρων, σαν όνειρο έσβυσαν όλα πιά.
Όμως, έπαθε και χειρότερο κακό! Χειρότερο απ’αυτό; Ναί! Μέσα στην αλλοφροσύνη της δράσης του και του πλουτισμού του, δεν πρόσεξε ποτέ κάποιον καμόμοιρο Λάζαρο, που σέρνονταν πεινασμένος και άρρωστος έξω από το αρχοντικό του. Και αυτόν, που εδώ δεν έτυχε να προσέξει, τον είδε εκεί, στον Παράδεισο, να απολαμβάνει όσα του στέρησε σε αυτή τη ζωή ο κόσμος. Ο πρώην πλούσιος προσπάθησε να τον πλησιάσει. Δεν υπήρχαν γέφυρες. Τις είχε γκρεμίσει ο ίδιος. Προσπάθησε να επικοινωνήσει. Δεν υπήρχε κοινωνία. Την είχε ο ίδιος διακόψει γιά πάντα. Έτσι θα ζούσε, λοιπόν, στην αιωνιότητα της Βασιλείας του Θεού. Φτωχός και παντέρημος. Έτσι επέλεξε ο ίδιος να ζήσει. Με τέτοια οικοδομικά υλικά έκτισε την εκεί κατοικία του. Και να του έδινε ο Θεός κάτι άλλο, δεν μπορούσε να το διαχειρισθεί. Δεν είχε καλλιεργήσει το πνεύμα του, δεν είχε εξασκήσει την αγάπη του, δεν είχε συνάψει φιλίες, δεν του όφειλε κανείς, δεν τον γνώριζε κανείς, γι’αυτό ούτε και το όνομά του αναφέρεται στο Ευαγγέλιο.

Το ερώτημα που κάποτε ανεβαίνει στην καρδιά μας, λέει: «Ο Θεός δεν θα τον λυπηθεί ποτέ; θα αντέχει η αγάπη του να βλέπει αιώνια τον πρώην πλούσιο σε εκείνον τον τόπο της συνειδησιακής βασάνου;»
Χρειαζόμαστε πολύ πίστη για να αντέξουμε την απάντηση: υποφέρει ο Θεός με τη αμετανοησία των αδίκων και των αμαρτωλών, όπως οι γονείς υποφέρουν με τις λαθεμένες επιλογές των παιδιών τους. Όμως, συνεχίζει να σέβεται και να μην παραβιάζει την ελευθερία της βουλήσεως των ανθρώπων. Η καρδιά του πλουσίου σκλήρυνε, πάγωσε σε αυτόν τον κόσμο, για πάντα. Όταν η Εκκλησία λέει «μετά θάνατον ουκ έστι μετάνοια», δεν εννοεί ότι θα μετανοούν οι άνθρωποι αλλά δεν θα τους συγχωρεί ο Θεός! Εννοεί ότι δεν θα μετανοούν, επειδή θα έχει παγιωθεί μέσα τους η κακία και η σκληρότητα. Ο σημερινός πλούσιος, βλέπετε, δεν ζήτησε συγνώμη από το Θεό για τις πράξεις του. Και η παράκλησή του να έρθει ο Λάζαρος να του βρέξει τα χείλη, απέβλεπε στο να καεί και ο Λάζαρος, έστω και για λίγο, όπως καίγονταν ο ιδιος, σχολιάζει ο Ιωάννης Χρυσόστομος.
Μακάρι, αγαπητοί, να μας φυλάξει ο Θεός από μια τέτοια στάση της ζωής μας αυτής, που καθορίζει και την άλλη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου