ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Δ' ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ) (14.04.2024)
«Νῦν ἠρξάμην λαλῆσαι πρός τόν Kύριόν μου» (Γεν. 18,27)
Μέ αὐτά τά φλογερά λόγια, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ὁ Πατριάρχης Ἀβραάμ προσεύχεται στό Θεό γιά νά δείξει τό ἔλεός Του, καί νά μήν καταστρέψει τά Σόδομα καί τά Γόμορα. «Κύριε», τοῦ λέγει, «μήν ἀφήσεις νά χαθεῖ ὁ δίκαιος μαζί μέ τόν ἀσεβῆ» (Γεν.18, 23). Ἀλλά σ’ αὐτές τίς πόλεις, ὅπως γνωρίζουμε, δέν ὑπῆρχε κανένας δίκαιος.
Ἡ προσευχή φαίνεται νά εἶναι βαθιά ριζωμένη στίς ψυχές τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἀρχή, μετά τήν ἔξωση τῶν πρωτοπλάστων ἀπό τόν Παράδεισο, γιατί ἔγινε ἀνάγκη τῆς ταλαίπωρης φύσης τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Ἰσαάκ προσεύχεται καί εὐλογεῖ τό γιό του Ἰακώβ (Γεν.27, 27). Ὁ Μωϋσῆς προσεύχεται γιά νά δεῖ τή δόξα τοῦ Θεοῦ (Ἐξ. 32, 12) καί γιά τήν ἀπελευθέρωση τοῦ λαοῦ του (Ἐξ. 15, 1-19). Προσεύχεται ὁ Προφήτης Ἠλίας γιά νά δεῖ διά θαύματος καί νά πιστέψη ὁ λαός στόν Θεό (Βασ. Γ΄18, 37). Προσεύχεται ὁ Ἰώβ στίς δοκιμασίες του (Ἰώβ 10, 2-22). «Τήν ὥρα πού ἄρχισα νά σβύνω θυμήθηκα ἐσένα Κύριε», ἀναφωνεῖ ὁ Ἰωνᾶς στή κοιλιά τοῦ κοίτους (Ἰων. 2, 2-10). «Κύριε, τή φωνή σου ἄκουσα καί φοβήθηκα... Ζωογόνησε τό ἔργο σου μέσα στό χρόνο», κράζει ὁ Προφήτης Ἀββακούμ (Ἀββακ. 3). «Κύριε, μέ ὅλο τό ἔλεός σου ἄς ἀποστραφεῖ ὁ θυμός σου καί ἡ ὀργή σου», βοᾶ ὁ Προφήτης Δανιήλ (Δανιήλ. 9, 16) καί ὁ Προφητάναξ Δαβίδ, διά τῶν ἱκετευτικῶν προσευχητικῶν ψαλμῶν του, ψάλλει: «Πρός σέ, Κύριε, κεκράξομαι καί πρός τόν Θεόν δεηθήσομαι» (ψαλμ. 29, 9).
Ἡ Καινή Διαθήκη, διά τοῦ στόματος τοῦ ἐνσαρκωθέντος Λυτρωτοῦ μας, ἔρχεται νά συμπληρώσει τήν Παλαιά: «Προσεύχεσθε γιά ἐκείνους οἱ ὁποῖοι σας μεταχειρίζονται ὑβριστικά καί περιφρονητικά καί σᾶς καταδιώκουν ἄδικα» (Ματθ. 5,44). Μέ τήν προτροπή Του ὁ Θεάνθρωπος «αἰτεῖτε, ζητεῖτε καί κρούετε» (Λουκ. 11, 2) τήν προσευχή ἐννοοῦσε. Προτιμᾶ τήν ἔρημο γιά τήν προσευχή Του (Λουκ. 4, 42), (Ματθ. 5, 44), καί «ἀφοῦ ἐγονάτισε, προσηύχετο» (Λουκ. 22, 41). Καί ἐντέλλεται πρός ἐμᾶς ὁ Κύριος καί Θεός μας: «ὅταν προσεύχεσαι δέν πρέπει νά εἶσαι ὅπως οἱ ὑποκριτές» (Ματθ. 6, 5). Ἄς θυμηθοῦμε τήν προσευχή τοῦ Φαρισαίου (Λουκ. 18, 10), τήν ὁποία κατέκρινε ὁ Κύριος, ἐνῶ, ἀντίθετα, ὁ Τελώνης πού ἔχει συνείδηση τῶν ἁμαρτιῶν του, ἐπιζητεῖ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. «Εἴσελθε εἰς τό ταμιεῖόν σου (στό ἰδιαίτερο δωμάτιό σου) καί κλεῖσε τήν θύρα καί κάμε τήν προσευχή σου»: «ὅταν προσεύχεσθε μήν βαταλογεῖτε ...γιατί ὁ Πατέρας σας γνωρίζει ἐκεῖνα πού ἔχετε ἀνάγκη», «ἔτσι νά προσεύχεσθε ἐσεῖς. Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς κ.λ.π.» (Ματθ. 6, 6-13). Καί συνεχίζει τίς προτροπές Του ὁ Λυτρωτής μας «Δέν ἔχει γραφεῖ ἀπό τό Προφήτη Ἠσαΐα (59, 7) ὅτι ὁ οἶκός μου θά ὀνομασθεῖ οἶκος προσευχῆς γιά ὅλα τά ἔθνη;». Στούς μαθητές Του ἔλεγε νά ἀγρυπνοῦν καί νά προσεύχονται (Μαρκ. 13, 33), καί ὁ Ἴδιος «ἦταν διανυκτερεύων στήν προσευχή πρός τόν Θεόν» (Λουκ. 6, 12).
Μετά τήν Ἀνάληψή Του ἡ προσευχή ἔγινε ἀχώριστος σύντροφος τῶν μαθητῶν Του, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Λουκᾶς: «παρέμειναν ἀκούραστοι καί καρτερικοί στήν προσευχή καί στή δέηση» (Πράξ. 1, 14). Ἡ Παναγία μας δέν εἶναι καρπός προσευχῆς τῶν ἀτέκνων γονέων της; Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς παραγγέλλει: «Κάνετε γνωστά τά αἰτήματά σας πρός τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς καί τῆς δεήσεως» (Α΄ Φιλιπ. 4, 6). «Νά κάνετε δεήσεις, προσευχές, παρακλήσεις δι’ ὅλους τούς ἀνθρώπους» (Α΄Τιμ. 2,1). Καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος σημειώνει «Νήψατε εἰς τάς προσευχάς» (Α΄ Πέτρ. 4, 7). Καί ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου θά μᾶς πεῖ: «καί ἀνέβη ἡ εὐωδία τῶν θυμιαμάτων μαζί μέ τίς προσευχές τῶν ἐπί γῆς πιστῶν ἀπό τήν χεῖρα τοῦ ἀγγέλου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (3, 4). Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης γράφει: Εἶναι ἀνάγκη νά προσευχόμαστε, γιατί ἡ καρδιά μας πεθαίνει πνευματικά μέ τήν ἁμαρτία. Καί μόνο ἡ προσευχή πού συνδέεται μέ δάκρυα τήν ἀναζωογονεῖ. Ἄν δέν προσευχόμαστε κάθε μέρα θερμά, εὔκολα καί γρήγορα θά πεθάνουμε πνευματικά. Καί ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος θά ἐπιβεβαιώσει: Ἡ προσευχή θά φέρη τήν διόρθωσιν, τήν εἰρήνην, τόν ἁγιασμόν. Διά τῆς προσευχῆς θά ἔλθει ἡ Θεία Χάρις νά βοηθήση τήν ψυχήν, ἡ ὁποία κινδυνεύει ἀπό τάς αἰτίας τῶν παθῶν. Διότι τά πάθη εἶναι δύσκολο νά ἔβγουν. Καί ἄν ἔβγουν πρέπει νά αἱματωθοῦμε, διότι εἶναι σκληρά, εἶναι βατώδη καί ἀκανθώδη.
Χριστιανοί μου,
ἡ προσευχή θαρροποιεῖ καί ἐνισχύει τόν ἄνθρωπο. Ἡ προσευχή κατορθώνει πολλά πράγματα, ἐφ’ ὅσον γίνεται ἀπό ἀγάπη καί μέ ταπεινό φρόνημα. Θά ἀναρωτηθεῖ κάποιος, ποιό εἶναι τό αἴτημα, ποιά εἶναι ἡ προσευχή πού χαρακτηρίζει ἕναν σωστό χριστιανό; Τήν ἀπάντηση θά τή δώσει ὁ ἴδιος ὁ ψαλμῳδός: «Κύριε...δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τό θέλημά Σου» (Ψαλμ. 142, 10). Ἐκεῖνος, πού προσεύχεται χριστιανικά καί σωστά, ξέρει ὄχι μόνο νά μιλᾶ στό Θεό ἀλλά καί νά ἀκούει τή φωνή Του. Γιατί προσευχή σημαίνει πάνω ἀπ’ ὅλα νά θέσω τόν ἑαυτό μου στή διάθεση τοῦ Θεοῦ, γιά νά μπορέσει νά μοῦ πεῖ αὐτό πού θέλει. Ἡ γνησιότερη προσευχή εἶναι ἐκείνη πού ἐπαναλαμβάνει σέ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς τά λόγια τοῦ Χριστοῦ τήν ὥρα τῆς ἀγωνίας στή Γεθσημανῆ: «Οὐχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ’ ὡς Σύ» [ἄς μή γίνει τό δικό μου θέλημα, ἀλλά τό δικό Σου] (Ματθ. 26, 39).
Ἀδελφοί μου,
σάν ἄνθρωποι, πλασμένοι ἀπό σάρκα καί πνεῦμα, ἔχουμε καί τίς ἀδυναμίες μας καί τίς ὑλικές μας ἀνάγκες. Δέν θά μιλήσουμε, λοιπόν, στό στοργικό Πατέρα γι’ αὐτές; Δέν θά μοιραστοῦμε μαζί Του ὅλα τά προβλήματα τῆς ζωῆς; Ἀσφαλῶς καί θά τό κάνουμε. Νά προσέξουμε ὅμως. Ἄλλο εἶναι νά ποῦμε στό Θεό «Κύριε, δῶσέ μου μιά λύση, ὅπως ἐσύ κρίνεις» καί ἄλλο «δῶσέ μου αὐτή τή λύση σύμφωνα μέ τή δική μου ἐπιθυμία».
Ἡ γλυκόηχη προσευχή τοῦ Γ. Βερίτη ἰδιαίτερα θά μᾶς χαροποιήσει:
«Ἱκέτης στοῦ βωμοῦ Σου τίς βαθμίδες
πού θάψανε οἱ πανάχραντες ρανίδες,
τά πόδια τά ματόβρεχτα φιλῶ,
καί δέομαι καί θερμά παρακαλῶ,
νά μοῦ ἀναστήσεις τίς νεκρές ἐλπίδες». ΑΜΗΝ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου