Κυριακή 22 Ἰανουαρίου 2023
Κυριακή ΙΕ΄ Λουκᾶ.
(Λουκ. 19, 1 – 10)
«Ἦλθε γάρ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός» (Λουκ. 19,10).
Ἕνα χαριτωμένο περιστατικό ἀκούσαμε σήμερα στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας. Ὁ κοντούλης Ζακχαῖος γίνεται ἕναςτεράστιος ἀκατάβλητος γίγαντας. Μηχανεύεται τρόπους καί μεθόδους, γιά νά δεῖ τόν Χριστό καί γιά νά κερδίσει τή θεϊκή εὐλογία Του, καί ἔτσι Τόν κάνει ἔνοικο στό σπίτι του. Τό ὕψος τοῦ σώματος, πού τοῦ λείπει, τόἀναπληρώνει μέ τό ὕψος τοῦ πνεύματος, πούκερδίζει, τό ὁποῖο εἶναι τόσο μεγάλο ὥστε νά λάβει τόν δίκαιο ἔπαινο τοῦ Ἰησοῦ.
Ὁ Χριστός ὅμως, καθώς θέλει νά δικαιολογήσει τόν ἁγιασμό πού χαρίζει στό σπίτι τοῦ ἁμαρτωλοῦ Ζακχαίου, λέγει πώς «ἦλθε γάρ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός». Ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ Ἴδιος, ὁ Θεάνθρωπος Σωτήρας τοῦ κόσμου.
Ὡς τέλειος Θεός ἦλθε στήν κτιστή πραγματικότητα νά γίνει ὁ τέλειος καί αὐθεντικός ἄνθρωπος. Ὀνομάζει τόν ἑαυτό Του «Υἱό τοῦ ἀνθρώπου», διότι εἶναι ὁ ἀτόφιος ἄνθρωπος, ὁ κατ’ ἐξοχήν ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος ὅπως τόνἔπλασε καί τόν θέλει ὁ Θεός. Ἦλθε στόν κόσμο νά μᾶς δείξει πώς ὁ αὐθεντικός ἄνθρωπος εἶναι καθαρός ἀπό τή βρωμιά τῆς ἁμαρτίας.
Εἶναι εὐθυγραμμισμένος στό μονοπάτι τῆς θεογνωσίας, στόν δρόμο τῆς συνάντησης καί τῆςἕνωσης μέ τόν Θεό. Αὐτή ἡ πορεία εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Ἡ ἀνθρωπότητα ἔχασε τό μονοπάτι τῆς σωτηρίας. Ἔπεσε ἀπό τό ὕψος τῆς θεογνωσίας στό βάθος τῆς ἀπανθρωπίας. Ἔχασε τήν πρωταρχική λαμπρότητα τῆς φύσης της. Ἔγινε μία σκοτεινή καρικατούρα τοῦ ἀρχέγονου προτύπου, τό ὁποῖο ἦταν καθαρό καί δοξασμένο ἀπό τήν ἀδιάκοπη ἀδολεσχία μέ τόν Θεό. Κατάντησε ἕνα ταλαίπωρο πλάσμα. Ὁ ἄνθρωπος ἔγινε «ἀπολωλώς», δηλαδή χαμένος. Χάθηκε ὁ ἄνθρωπος στόν σκοτεινό λαβύρινθο τῆς ἄγνοιας καί τῆς ἀγωνίας. Κατέπεσε καί τραυματίστηκε στίς χαράδρες τῆς κακίας. Τυφλώθηκε καί ἀρρώστησε στίς παγίδες τῆς ἁμαρτίας. Ἀμαύρωσε τήν ψυχή του, τραυμάτισε τό σῶμα του, πολέμησε τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του. Ὁ χαμένος ἄνθρωπος ἔχασε τήν ἀνθρωπιά του. Στράφηκε ἐνάντια στ’ ἀδέλφια του. Κατέσφαξε τά παιδιά του. Βίασε τήν ἀγάπη.
Ἀπομύζησε ἀδίστακτα τή φύση. Χωρίς τόν Θεό ἔγινε τό πιό πονηρό καί καταστροφικό θηρίο πού περπάτησε ποτέ πάνω στή γῆ.
Χαμένος ὁ ἄνθρωπος πλέον περιπλανιέται στά μάταια μονοπάτια τῆς αὐτάρκειας καί τῆς αὐταρέσκειας. Ψάχνει νά βρεῖ τήν ἀληθινή του ἀξία, τήν ὁποία ὁ ἴδιος καθημερινά ἀκυρώνει μέ τίς ἐπιλογές του. Ψάχνει νά ἀναπαυθεῖ κάπου, ἀλλά κουράζεται περισσότερο, διότι δέν ἡσυχάζει ποτέ. Ψάχνει νά θεραπεύσει τή μολυσμένη του ὕπαρξη, ἀλλά ἀσθενεῖ περισσότερο, διότι εἶναι ἐρωτευμένος μέ τό μόλυσμα τῆς ἁμαρτίας. Ὁ χαμένος ἄνθρωπος ψάχνει διεξόδους, ἀλλά χτίζει καθημερινά ἀδιέξοδα. Ἡ τεχνολογία, ἡ γνώση, ἡ ἐπιστήμη χωρίς τόν Θεό γίνονται ἐργαλεῖα πού τόν καταρρακώνουν καί τόν ὁδηγοῦν στήν ἀπόγνωση. Χωρίς Θεό φτιάχνει στρατόπεδα συγκέντρωσης, βιολογικά ὅπλα ἐξόντωσης, ρατσιστικές ἐπιλογές γονιμοποίησης, οἰκονομικά συστήματα ἐξουθένωσης.
Χωρίς Θεό βγάζει τά παιδιά του στά φανάρια, ρίχνει τά παιδιά του στά κρεβάτια τῆς ἀνηθικότητας, ὁπλίζει τά παιδιά του μέ τά ὅπλα τοῦ μίσους, τά ἐκγλωβίζει στή φυλακή τῆς ἀμάθειας, στά ὑπόγεια τῶν ἐξαρτήσεων, στά πεζοδρόμια τῆς ἀνασφάλειας. Χωρίς Θεό ἀλλοιώνει τή μορφή τῆς οἰκογένειας, διαστρέφει τήν ἀγάπη ἀπό θυσία σέ ἀπόλαυση, κυνηγάει τήν ἡδονή καί χάνει τήν εὐτυχία, βλέπει τόν διπλανό του σάν κρέας καί ὄχι σάν συνάνθρωπο. Χωρίς Θεό διχάζεται ἀπό τόν ἑαυτό του, βασανίζεται ἀπό τά κενά του, ὑποδουλώνεται στίς ἐπιθυμίες, στά πάθη καί στίς πτώσεις του, ψάχνει μέσα στό ψέμα τά ψήγματα τῆς ἀλήθειας καί σταυρώνει τήν ἀλήθεια μέ τά καρφιά τῆς ἄρνησης, φοβᾶται τή μοναξιά του, ἀλλά τήν αὐξάνει μέ τήν αὐταρέσκεια καί τόν ἐγωισμό του. Χωρίς Θεό ὅλα τά δικαιολογεῖ, σέ ὅλα θέλει νά ἐπιβάλλεται. Χωρίς Θεό γκρεμίζει χωρίς νά χτίζει ἤ χτίζει χωρίς θεμέλια. Χωρίς Θεό ψάχνει γιά θεούς ἤ κατασκευάζει θεούς πού νά τόν ὑπακοῦν καί νά τόν θυμιατίζουν. Λέγει τόν ἑαυτό του προοδευτικό, ἀλλά συμπεριφέρεται ὡς πρωτόγονος ἀπέναντι στούς διαφορετικούς, στούς ἀδύνατους, στούς ἀντιπάλους, ἀκόμη καί ἀπέναντι στή φύση, πού τή χτυπάει μέ τό ρόπαλο τῆς τεχνολογίας του καί τή βιάζει μέ τήν ἔπαρση τῆς σκέψης του. Ἀπολωλώς δέν εἶναι μόνον ὁ Ζακχαῖος τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Εἶναι ἀπολωλώς ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος πού ἀπώλεσε τόν Θεό καί ἀπώλεσε τόν ἑαυτό του.
Ὁ Κύριος ἦλθε «ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός». Ὡς κοινός ἄνθρωπος, ὡς ἕνας ἁπλός γιός τῶν ἀνθρώπων ξέρει νά συμμερίζεται τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία, μπορεῖ νά ἀφουγκράζεται τήν ἀνθρώπινη ἀγωνία, πάσχει μέ τόν ἀνθρώπινο πόνο, συμπορεύεται μαζί μας στά μονοπάτια τῆς ζωῆς. Ὡς τέλειος Θεός, ὅμως, ἔχει τή θέληση καί τή δύναμη νά μᾶς υἱοθετήσει, νά μᾶς ἁγιάσει, νά μᾶς ἐλευθερώσει καί νά μᾶς θεραπεύσει. Δέν ψάχνει «τό ἀπολωλός» ἄσκοπα. Τό βρίσκει καί τό ἀναγεννᾶ. Ἔρχεται ὁ Κύριος στή ζωή μας καί μᾶς ξαναπλάθει. Ὅπως τήν πρώτη φορά μᾶς ἔπλασε ἀπό τή λάσπη τῆς γῆς, ἔτσι καί τώρα μᾶς ἀναπλάθει ἀπό τή λάσπη τῆς ἁμαρτίας, ἡ ὁποία μᾶς περιβάλλει. Φυσάει στή νεκρωμένη ὕπαρξή μας τήν πνοή τῆς χάρης Του. Ἀνοίγει τά μάτια μας μέ τό φῶς τῆς ἀγάπης Του. Σμιλεύει καί στιλβώνει τή γρανιτένια καρδιά μας μέ τά προσεκτικά καί μελετημένα χτυπήματα τῆς παιδαγωγίας Του.
Ὁδηγεῖ τά βήματά μας στό ἀναστάσιμο δεῖπνο τῆς παρουσίας Του. Κάνει τό περιφρονημένο καί ἀπαξιωμένο πρόσωπό μας πολίτη τῆς ἀπέραντης βασιλείας Του, κληρονόμο τῆς ἀνέκφραστης δόξας Του, ὁμοίωμα τῆς Θεότητάς Του.
Ἀπό ἐμᾶς τί περιμένει ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου, πού «ἦλθε... ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός»; Περιμένει νά ἀνταποκριθοῦμε στήν κάθοδό Του. Νά φιλοτιμηθοῦμε ἀπό τήν ἀναζήτησή Του. Νά συγκινηθοῦμε ἀπό τό βλέμμα Του. Νά ἀνοίξουμε τό σπίτι τῆς ψυχῆς καί τῆς ὕπαρξής μας καί νά Τόν προσκαλέσουμε ἐκεῖ μέσα. Νά Τόν κάνουμε σύνευνό μας, μέ τήν προσευχή, μέ τήν ἀγάπη πρός ὅλους, μέ τήν ὁλόκαρδη συμμετοχή στά μυστήρια, μέ τήν εὐλογημένη ἑνότητα, πού εἶναι ἀπαραίτητο στοιχεῖο τῆς σωτηρίας μας, μέ τή μελέτη τοῦ θελήματός Του. Αὐτό τό θέλημά Του εἶναι οἱ ὀντολογικές μας προδιαγραφές.
«Ἦλθε γάρ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός». Ὁ Χριστός κατάφερε αὐτό γιά τό ὁποῖο ἦλθε. Βρῆκε τό ἀπολωλός. Στό πρόσωπο τοῦ Ζακχαίου βρίσκει κάθε χαμένο ἄνθρωπο πού θέλει νά βρεθεῖ ἀπό τόν Χριστό. Ὅ,τι ἄλλο βροῦμε καί ὅ,τι ἄλλο βρεθεῖ στή ζωή μας εἶναι ἀσήμαντο καί εὐτελές μπροστά στόν Χριστό. Ἄς ἀφεθοῦμε στή συνάντησή μας μαζί Του, γιά νά εἰσπράξουμε τούς καρπούς τῆς ἀγάπης Του, οἱ ὁποῖοι εἶναι εὔχυμοι καί γλυκύτατοι καί γιά τούτη τή ζωή καί γιά τήν ἑπόμενη. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου