ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2022

 Ὁ σταυρὸς τότε καὶ τώρα

Σ.Ν.Σάκκου

Ἂν θέλαμε νὰ δείξουμε κάτι τὸ ὁποῖο νὰ ἐκφράζει ὅλη τὴν ἀθλιότητα τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴ διαφθορὰ τοῦ προχριστιανικοῦ κόσμου, θὰ ἔπρεπε νὰ σταθοῦμε μπροστὰ σ’ ἕναν σταυρό. Ἀλλά καὶ ἂν θέλαμε νὰ δείξουμε κάτι τὸ ὁποῖο σήμερα ἐκφράζει τὰ ἐντελῶς ἀντίθετα, τὴν ἄκρα δηλαδὴ ἁγιότητα καί τήν ἀπέραντη ἀγάπη, πάλι σ’ ἕναν σταυρὸ θὰ στεκόμασταν. Ὁ σταυρὸς εἶναι τὸ σύμβολο δύο ἐντελῶς ἀντίθετων κόσμων καὶ συγχρόνως τὸ σύμβολο τῆς μεγαλύτερης ἀλλαγῆς, ἡ ὁποία συντελέσθηκε στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος.

Πρὸ Χριστοῦ ὁ σταυρὸς ἦταν τὸ ἀκριβότερο τίμημα τὸ ὁποῖο διέθετε ἡ ἁμαρτία, γιὰ νὰ ἀμείβει τὰ θύματά της. Μετὰ τὴν πτώση οἱ ἄνθρωποι ἀποχαλινώθηκαν καὶ ἐξώκειλαν σὲ κάθε εἴδους ἁμαρτήματα καὶ ἐγκλήματα. Ἡ διατάραξη τῶν σχέσεων μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων μὲ τὴν παράβαση τῶν προπατόρων εἶχε ὡς συνέπεια καὶ τὴ διατάραξη τῆς σχέσεως τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους. Ἡ συμβίωση τῶν ἀνθρώπων μέσα στὴν κοινωνία, λείψανο τῆς εἰρηνικῆς ζωῆς τὴν ὁποία ἔζησαν στὸν παράδεισο, διαταράχθηκε ἀπό τούς καρποὺς τῆς παραβάσεως, δηλαδὴ τὰ πάθη καὶ τὴν ἐγκληματικότητα. Οἱ ἴδιοι οἱ ἄνθρωποι, θέλοντας νὰ ἀναχαιτίσουν τὰ ἀχαλίνωτα πάθη τῶν κακοποιῶν καὶ νὰ ἐπιβάλουν κάποια τάξη, θέσπισαν νόμους καὶ ὅρισαν αὐστηρὲς ποινές. Ὡς ἔσχατη ποινὴ ὁρίσθηκε ὁ θάνατος.

Γιὰ ὁρισμένα ὅμως εἴδη ἐγκλημάτων ἡ ἁπλή ποινὴ τοῦ θανάτου δὲν θεωρήθηκε ἱκανοποιητική. Γι’ αὐτὸ ἐφεῦραν πολλὰ εἴδη θανατώσεως, τὸ ἕνα ὀδυνηρότερο ἀπὸ τὸ ἄλλο. Καὶ τὸ πιὸ ὀδυνηρὸ ἀπὸ ὅλα ἦταν ὁ σταυρός. Ὁ ἁπλὸς θάνατος δὲν ἔφθανε, γιὰ νὰ καλύψει ὅλη τὴν ἐγκληματικότητα τοῦ κακούργου κι οὔτε μποροῦσε νὰ χορτάσει ὅλη τὴν ἐκδικητικότητα τοῦ τιμωροῦ. Ὁ σταυρικὸς ὅμως θάνατος ἔφθανε καὶ γιὰ τὰ δύο. Ἦταν, λοιπόν, ὁ σταυρὸς ἔκφραση τῶν ἀνθρώπινων παθῶν στὸν μέγιστο βαθμό.

Ὅπως ὑπῆρχαν διάφορα εἴδη θανατώσεως, ἔτσι ὑπῆρχαν καὶ διάφορα εἴδη σταυρικῆς θανατώσεως, ἀνάλογα μὲ τὸ σχῆμα τοῦ σταυροῦ καὶ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο κρεμοῦσαν ἐπάνω σ’ αὐτὸν τὸν κατάδικο. Ἀρχικὰ ὁ σταυρὸς ἦταν ὁ κορμὸς ἑνὸς δένδρου ἤ ἕνας πάσσαλος σὲ σχῆμα I. Ἐπάνω σ’ αὐτὸν ἔδεναν τὸν κατάδικο καὶ τὸν ἄφηναν νὰ πεθάνει ἐκεῖ ἀπὸ τὴν πείνα, τὴ δίψα, τὴν κόπωση, τὸ ψύχος, τὸν καύσωνα ἤ τὸν κάρφωναν, γιὰ νὰ πεθάνει ἀπό τούς πόνους καὶ τὴν αἱμορραγία. Ἀργότερα πῆρε τὰ σχήματα Υ Τ Χ. Σὲ σταυρικὸ θάνατο καταδικάζονταν οἱ μεγάλοι κακοποιοί, οἱ διαβόητοι ληστές, οἱ προδότες τῆς πατρίδος, οἱ ἀντάρτες καὶ ἐπαναστάτες, οἱ ἀρχηγοὶ ἐχθρικῶν στρατευμάτων καὶ οἱ ταλαίπωροι δοῦλοι, τὰ θύματα τῆς ἀνθρώπινης ἀδικίας καὶ ἐκμεταλλεύσεως.

Ἡ περιγραφὴ καὶ οἱ λεπτομέρειες τῆς σταυρώσεως εἶναι ἀνατριχιαστικές. Πρὶν ἀπὸ τὴ σταύρωση προηγοῦνταν ἄλλα μαρτύρια καὶ ἐξευτελισμοί:

*Ἡ ἀνελέητη μαστίγωση, ἡ φραγγέλωση,

*ἡ διαπόμπευση τοῦ καταδίκου μέχρι τὸν τόπο τῆς σταυρώσεως,

*οἱ ἐμπτυσμοί,

*τὰ ραπίσματα,

*τὰ λακτίσματα καὶ

*οἱ ὕβρεις τοῦ πλήθους καὶ τῶν δημίων.

Ὁ τόπος τῆς σταυρώσεως ἦταν συνήθως ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς πόλεως, γιὰ νὰ μὴ βρίσκεται τὸ μίασμα μέσα στὴν πόλη· κοντὰ σὲ κάποια πύλη, γιὰ νὰ εἶναι ἐκτεθειμένος σὲ κοινὴ θέα ὁ σταυρωμένος, ὥστε νὰ παραδειγματίζονται ἤ νὰ συμμετέχουν στὴν ἐκδίκηση καὶ οἱ διερχόμενοι διαβάτες. Οἱ σταυρωτὲς ἀφαιροῦσαν ὅλα τὰ ροῦχα τοῦ καταδίκου καὶ τὸν σταύρωναν γυμνό. Παρέμεναν ἐκεῖ μέχρις ὅτου ξεψυχήσει μετὰ ἀπὸ κάποιες ὧρες πάνω στὸ σταυρό, τόσο γιὰ νὰ ἐπιτείνουν τὸ μαρτύριό του μὲ ποικίλες σαδιστικὲς ἐπινοήσεις, ὅσο καὶ γιὰ νὰ τὸν φρουροῦν, μήπως τὸν κλέψουν καὶ τὸν διασώσουν οἱ φίλοι καὶ οἱ συγγενεῖς του.

Ἡ φρίκη γιὰ τὴ στέρηση τῆς ζωῆς ἦταν μεγὰλη. Ἡ ἀτίμωση ἐξαιτίας τοῦ τρόπου τῆς στερήσεως ἀσύγκριτα μεγαλύτερη. Οἱ πόνοι τοῦ μαρτυρίου καί ἡ δημοσιότητα τοῦ ἐξευτελισμοῦ, ὁ ὁποῖος γινὸταν μπροστὰ σὲ ὅλους, μικροὺς καὶ μεγάλους, αὔξανε καὶ τὴ φρίκη καὶ τὴν ἀτίμωση. Μιὰ ἔνδειξη τῆς ἀτιμίας τοῦ σταυροῦ εἶναι καὶ τὸ ὅτι οἱ εἰδωλολάτρες, ὅταν ἤθελαν νὰ ἐμπαίξουν τοὺς χριστιανούς ὑπενθύμιζαν σ’ αὐτοὺς τὸ σταυρό, ὅπως παραδὶδει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος στὸν περίφημο λόγο του κατά Ἑλλήνων (=εἰδωλολατρῶν). «Οἱ εἰδωλολάτρες», λέγει, «εἰρωνεύονται καὶ καγχάζουν εἰς βάρος μας μέ μόνο ἐπιχείρημα τὸ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Ἐδῶ ἀκριβῶς θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ ἐλεεινολογήσει τὴν ἀναισθησία τους. Διότι μὲ τὸ νὰ διαβάλλουν τὸ σταυρό, δὲν βλέπουν ὅτι ἡ δύναμή του ἔχει κυριαρχήσει σὲ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη καὶ ὅτι μὲ αὐτὸν τὰ ἔργα τῆς θεογνωσίας ἀποκαλύφθηκαν σὲ ὅλους»1.

Καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ρωτᾶ: «Μήπως ὁ σταυρὸς εἶναι κάτι λαμπρὸ καὶ ἐπίσημο;». Καὶ δίδει ὁ ἴδιος τὴν ἀπάντηση: «Τὸ ἀντίθετο μάλιστα· προκαλεῖ ντροπὴ καὶ μεγάλο ἐξευτελισμὸ· διότι εἶναι θάνατος καταδίκου· εἶναι ἡ χειρότερη μορφὴ τοῦ θανάτου· γιὰ τοὺς Ἰουδαίους ἦταν καταραμένος καὶ στοὺς εἰδωλολάτρες προξενοῦσε ἀηδία»2.

Μὲ μιὰ λέξη ὁ σταυρὸς ἦταν γιὰ τοὺς πρὸ Χριστοῦ κατάρα, ἡ ὁποία καταπίεζε ὅλο τὸν κόσμο. Ποιὸς θὰ πίστευε ὅτι θὰ ἐρχόταν ἡ ὥρα, κατὰ τὴν ὁποία τὸ ἀποτρόπαιο αὐτὸ ἰκρίωμα θὰ γινόταν

* τὸ προσφιλέστερο σύμβολο,

* τὸ ἱερότερο σκεῦος στὴ λατρεία,

* τὸ ἀντικείμενο πού θὰ στόλιζε τὰ στήθη τῶν εὐγενέστερων ἀνθρώπων;

Αὐτὸ τὸ θαῦμα, αὐτὴ ἡ μεταβολὴ ἔγινε, ὅταν «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο» (Ἰω 1, 14) καὶ «ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε» (Ρωμ 5, 8). Ἔκτοτε ὁ σταυρὸς εἶναι ἡ μεγαλύτερη εὐλογία.

Γιὰ νὰ κατανοήσουμε αὐτὴ τὴν ἀλλαγὴ καὶ ὅλο τὸ μυστήριο τοῦ σταυροῦ, πρέπει νὰ διεισδύσουμε στὸ βαθύτερο θεολογικὸ νόημά του. Ὁ σταυρός, ὅπως ἦταν μέχρι τὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ, ἐξέφραζε πιστὰ τὴν πνευματικὴ κατάσταση τοῦ ἀρχαίου κόσμου. Ὅλοι, ὡς ἔνοχοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἦταν ἄξιοι σταυρώσεως. Ὄχι μόνον οἱ εἰδωλολάτρες ἀλλά καὶ ὁ περιούσιος λαὸς τοῦ Θεοῦ βρισκόταν ὑπὸ κατάρα. Αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ νόμος, πού ὁ Ἰσραὴλ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεό, ἦταν ἕνα στένωμα ἀδιαπέραστο καὶ ἀπὸ τὸν πιὸ ἅγιο ἄνθρωπο. Ὁ καθένας κινδύνευε νὰ πέσει στὸ βάραθρο τῆς κατάρας. Ἡ φύση τοῦ νόμου ἦταν τέτοια, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ τὸν τηρήσει φυσικὸς ἄνθρωπος.

Ἀνάμεσα στὶς κατάρες τοῦ νόμου, πού στιγμάτιζαν τὶς διάφορες παραβάσεις, ὑπῆρχαν καὶ δύο, οἱ ὁποῖες εἶχαν μυστικὴ σχέση. Ἡ μία εἶναι: «Ἐπικατὰρατος πᾶς ἄνθρωπος ὃς οὐκ ἐμμενεῖ ἐν πᾶσι τοῖς λόγοις τοῦ νόμου τούτου ποιῆσαι αὐτοὺς» (Δευτ. 27, 26″ πρβλ. Γαλ. 3, 10)· ἡ ἄλλη: «Κεκατηραμένος ὑπὸ Θεοῦ πᾶς κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου» (Δευτ. 21, 23- πρβλ. Γαλ. 3, 13).

*Στὴν πρώτη κατάρα ἔπεσαν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, διότι ἡ ἀκριβὴς τήρηση τοῦ νόμου ἦταν ἀδύνατη.

* Στὴ δεύτερη ἔπεσε μόνον ὁ Χριστός, διότι οἱ Ἑβραῖοι, ἂν καὶ γνώριζαν τὸ σταυρὸ ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια, δὲν τὸν χρησιμοποίησαν ποτέ. Μόνον ὅταν ἐπρόκειτο γιὰ τὸν ἀναμάρτητο Ἰησοῦ, τότε μὲ μανία φώναξαν στὸν Πιλάτο- «Σταύρωσον αὐτὸν» (Μάρκ. 15, 13.14- Λουκ 23, 21).

Ὁ Κύριος ἦλθε στὴ γῆ καὶ «ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γενόμενος ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα» (Γαλ. 3, 13). Δὲν διάλεξε ἄλλο εἶδος θανάτου ἀλλά τὸν φρικτὸ καὶ ἄτιμο σταυρό, γιὰ νὰ μᾶς λυτρώσει μὲ τὴν ἄκρα ταπείνωση ἀπὸ τὴν ἀκαθαρσία τῆς ἐπάρσεως, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας ἐκπέσαμε ἀπὸ τὸν παράδεισο. «Ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ» (Φιλ. 2, 8). Κυρίως ὅμως διάλεξε τὸ θάνατο ἐπάνω στὸ καταραμένο ξύλο γιὰ ἄλλο λόγο. Ἔστησε -κατὰ κάποιο τρόπο- ἐνέδρα ἐκεῖ, ὅπου θὰ συναντοῦσε τὴν κατάρα καὶ ἀπὸ ὅπου θὰ περνοῦσαν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καὶ θὰ γίνονταν ἐπικατάρατοι. Ἔγινε «ὑπὲρ ἡμῶν» κατάρα χωρὶς προσωπικὴ ἐνοχή.

Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἐξηγώντας γιατί ὁ Κύριος διάλεξε τὸν σταυρικὸ θάνατο λέγει: «Ἂν κάποιος ζητᾶ νὰ μάθει γιατί δὲν πέθανε μὲ διαφορετικὸ τρόπο ἀλλά μὲ τὸ σταυρό, ἂς ἀκούσει καὶ αὐτὸς ὅτι δὲν μᾶς συνέφερε μὲ κανένα ἄλλο τρόπο παρὰ μόνον ἔτσι· καὶ καλῶς σταυρώθηκε ὁ Κύριος γιὰ χάρη μας. Ἦλθε νὰ φορτωθεῖ τὴν κατάρα πού ἐπιβλήθηκε ἐναντίον μας. Ἀλλά μὲ ποιὸν ἄλλο τρόπο θὰ γινόταν κατάρα, ἂν δὲν δεχόταν τὸ θάνατο πού ἐπινοήθηκε γιὰ τοὺς καταραμένους;»3.

Ὁ σταυρὸς ἦταν ἄτιμος, ἐφόσον καρφώνονταν ἐπάνω του ἡ κακία καὶ ὁ ἐγωισμός. Ἀλλά ὅταν καρφώθηκε ἡ τελειότητα καὶ ἡ ἄκρα ταπείνωση, νικήθηκε, ἔχασε τὶς ἰδιότητές του καὶ ἔγινε Τίμιο ξύλο καὶ ποθητό. Ἡ μέχρι τότε ἔκφραση τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀθλιότητος τοῦ κόσμου ἔγινε ἔκφραση τῆς ἁγιότητος τῆς νέας γενιᾶς, πού ἔχει ἀρχηγὸ τῆς ζωῆς τὸν Χριστὸ· ἡ κατάρα ἔγινε εὐλογία. Ἡ ἀλλαγὴ τοῦ σταυροῦ συμβολίζει τὴν ἀλλαγὴ τοῦ κόσμου. Ὅπως τὸ σταυρὸ τὸν μετέβαλε ὁ Κύριος ἀπὸ σκεῦος ἀτιμίας σὲ σκεῦος τιμῆς, ἔτσι καὶ τὸν κόσμο τὸν μετέφερε ἀπὸ τὴν ἀθλιότητα στὴ χάρη καὶ τὴν εὐλογία.

Τὴ διαχωριστικὴ αὐτὴ γραμμὴ τῆς ἀλλαγῆς πρέπει νὰ τὴν ἐννοήσουμε ὄχι μόνο χρονικὰ ἀλλά καὶ τροπικά. Χωρίζει τοὺς «μετὰ Χριστοῦ» ἀπό τούς «ἄνευ Χριστοῦ», ἄσχετα ἀπὸ τὸ ἂν οἱ τελευταῖοι ζοῦσαν πρὸ ἤ μετὰ Χριστόν. Ἔτσι, ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ σταυρὸς παραμένει «Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, ἕλλησι δὲ μωρία» (Α΄ Κορ. 1, 23), ἐφόσον αὐτοὶ δὲν δέχονται τὸν Χριστό. Μόνο γιὰ τοὺς γνήσιους δούλους τοῦ Ἐσταυρωμένου ὁ Τίμιος σταυρὸς εἶναι τιμὴ καὶ δόξα καὶ εὐλογία. Γι’ αὐτοὺς τὸ πρώην καταραμένο ξύλο, τὸ σύμβολο τῆς ἔσχατης τιμωρίας, εἶναι τώρα πολυαγαπημένο καὶ ποθητό. Εἶναι τὸ σύμβολο τῆς ἀπέραντης ἀγάπης καὶ σοφίας καὶ δυνάμεως τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.


______________________

1.-. Μ. Ἀθανασίου, Λόγος κατὰ Ἑλλήνων 1. ΡΨ 25,4Β «Ἕλληνες χλευάζουσι καὶ πλατὺ γελῶσι καθ’ ἡμῶν, οὐδὲν ἕτερον ἢ τὸν σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ προφέροντες˙ ἐφ’ ᾧ μάλιστα καὶ τὴν ἀναισθησίαν αὐτῶν οἰκτειρήσειεν ἂν τις, ὅτι τὸν σταυρὸν διαβάλλοντες οὐχ ὁρῶσι τὴν τούτου δύναμιν πᾶσαν τὴν οἰκουμένην πεπληρωκυΐαν καὶ ὅτι δι’ αὐτοῦ τὰ τῆς θεογνωσίας ἔργα πᾶσι πεφανέρωται».

2.-. Ι. Χρυσοστόμου, Εἰς τὸν ἀπόστολον Παῦλον 4˙ ΡG 50, 490: «Μὴ γὰρ λαμπρὸν καὶ ἐπίσημον ὁ σταυρός; Τουναντίον μὲν οὖν, αἰσχρόν καὶ ἐπονείδιστον˙ θάνατος γὰρ ἐστι καταδίκου˙ θάνατος ἐστιν ὁ κακῶν ἔσχατος καὶ παρ’ Ἰουδαίοις ἐπάρατος καὶ παρ’ Ἕλλησι βδελυκτός».

3.-. Μ. Ἀθανασίου, Λόγος περὶ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου 25˙ ΡG 25, 137D-140Α: «Ἂν δὲ καὶ τῶν ἐξ ἡμῶν τις μὴ ὡς φιλόνεικος ἀλλ’ ὡς φιλομαθὴς ζητῆ, διὰ τί μὴ ἑτέρως, ἀλλά σταυρὸν ὑπέμεινεν ἀκουέτω καὶ οὗτος, ὅτι οὐκ ἄλλως ἢ οὕτως ἡμῖν συνέφερε, καὶ τοῦτο δι’ ἡμᾶς καλῶς ὑπέμεινεν ὁ Κύριος. Εἰ γὰρ τὴν καθ’ ἡμῶν γενομένην κατάραν ἦλθεν αὐτὸς βαστᾶσαι, πῶς ἂν ἄλλως ἐγένετο κατάρα, εἰ μὴ τὸν ἐπὶ κατάρᾳ γενόμενον θάνατον ἐδέξατο;».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου