ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΚΣΤ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ
07-12-2025
«καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα μία» (Γένεσις 1,5)
Ὁ Χρόνος, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἔχει ἀρχή καί τέλος. Αὐτό ἐκφράζεται ἀπό τήν πρώτη φράση τῆς Ἁγίας Γραφῆς: «Στήν ἀρχή ὁ Θεός δημιούργησε τόν οὐρανό καί τή γῆ» (Γεν. 1,1)· «καί ἔγινε τό ἑσπέρας καί ἔγινε τό πρωΐ μία ἡμέρα». Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ τονίζει κατηγορηματικά πώς μετά τήν Δεύτερή Του Παρουσία ἡ νοητή Ἱερουσαλήμ «δέν θά ἔχει ἀνάγκη τόν ἥλιο γιά νά τήν φωτίζει. Διότι ἡ ἔνδοξη λαμπρότητα τοῦ Θεοῦ πού εἶναι φῶς, τήν ἔκανε φωτεινή καί ὡς λύχνο της ἔχει τό Ἀρνίο, τόν Χριστό» (Ἀποκ. 21,23-27).
Σήμερα ἡ προτροπή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, «ἐξαγοραζόμενοι τόν καιρόν» (Ἐφεσ. 5,16) μᾶς δίνει τήν ἀφορμή νά μιλήσουμε γιά τόν χρόνο τῆς ζωῆς μας. Σέ πολλούς ἀπό ἐμᾶς ἐπικρατεῖ ἕνας ἐκνευρισμός καί ἕνα ἄγχος, μήπως δέν προλάβουμε νά ἀπολαύσουμε τή ζωή μας.
Εἴμαστε ἀνυποψίαστοι πώς ὑπάρχει καί ἄλλη ζωή, πού εἶναι συνέχεια τῆς τωρινῆς. Ὁ χρόνος πού τώρα ζοῦμε εἶναι ὁ χρόνος τῆς Ἐκκλησίας, ἕνας χρόνος ριζικά διαφορετικός ἀπό τούς «χρόνους τῆς ἀγνοίας» τοῦ εἰδωλολατρικοῦ κόσμου (Πράξ. 17,30).
Ἡ Ἐνανθρώπιση τοῦ Χριστοῦ σημαίνει ὅτι «πεπλήρωται ὁ καιρός καί ἤγγικεν ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Μάρκ. 1,15). Ὁ ἱστορικός χρόνος στόν ὁποῖο εἰσῆλθε ὁ Ἰησοῦς γίνεται πλέον ἱερός. Ὁ Θεός ἔγινε ἔγχρονος γιά νά γίνουμε ἐμεῖς αἰώνιοι, γράφει ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος. Ὁ Θεός εἶναι ὑπεραιώνιος, ὑπέρχρονος, δέν ἔχει ἀρχή καί τέλος. Ἀντίθετα ἡ κτίση εἶναι πεπερασμένη καί ὁ ἄνθρωπος θνητός «καί ὡσεί χόρτος αἱ ἡμέραι αὐτοῦ» (Ψαλμ. 102,15). Ὁ χρόνος γιά τούς ἀνθρώπους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν χρόνος νοσταλγίας, διότι ὁ Λυτρωτής δέν εἶχε φανεῖ ἀκόμη. Ὅμως, ὁ Σωτῆρας ἦλθε καί ἡ σωτηρία εἶναι προσιτή σέ ὅλους. Ἀλλά ἡ σωτηρία δέν εἶναι δυνατόν νά κατορθωθεῖ παρά μόνο μέ τή συνεχῆ μετάνοια. Μόνο σέ Αὐτόν ἐλπίζοντες μποροῦμε νά ἐλεηθοῦμε καί νά σωθοῦμε. Ἡ μετάνοια μᾶς ταπεινώνει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί ἄρα ἑλκύει τόν Θεό σέ ἐμᾶς (Ἰακ. 4,6). Ὁ βαπτισμένος στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος ἄνθρωπος, ὅταν ἀγωνίζεται καί μετέχει τοῦ Ποτηρίου τῆς Ζωῆς, τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου, ἐξαγοράζει τόν χρόνο του κάι ξαναγεννιέται στήν αἰωνιότητα.
Ἀντίθετα, αὐτός πού ἔφυγε ἀπό τή ζωή αὐτή καί δέν διέλυσε τά ἁμαρτήματά του, δέν θά μπορέσει νά ἀποφύγει τήν εὐθύνη, τονίζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Τότε θά ἀντικρύσει τόν Θεό, ὡς φωτιά, ἀφοῦ σέ αὐτή τή ζωή δέν προσπάθησε νά τόν δεῖ ὡς φῶς. «Ἐγώ φῶς εἰς τόν κόσμον ἐλήλυθα» (Ἰω. 12,46). Ὁ χρόνος εἶναι ἀέναος. Εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, μέχρις ὅτου φθάσουμε στήν αἰωνιότητα. Ἡ εὐχή τοῦ τρισαγίου ὕμνου καταλήγει: «ἁγίασον ἡμῶν τάς ψυχάς καί τά σώματα, καί δός ἡμῖν ἐν ὁσιότητι λατρεύειν σοι πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς ἡμῶν...ὅτι Ἅγιος σύ εἶ ὁ Θεός ἡμῶν». Ἐφ΄ ὅσον ὁ Θεός μας εἶναι Ἅγιος (Ἠσ. 5,16· Ἀποκ. 4,8) καί ἐμεῖς εἴμαστε δικά του πλάσματα, ἔχουμε κάι ἐμεῖς σάν σκοπό τῆς ζωῆς μας τήν ἁγιότητα, τήν ὁποία ἁγιότητα ὅμως δέν μποροῦμε νά τήν ἐπιτύχουμε, παρά μόνον ἐάν τήν ζητήσουμε ἀπό Αὐτόν πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ἁγιότητας. Μέ ὁσιότητα νά Τόν λατρεύουμε, μέ φόβο Θεοῦ, μέ εὐλάβεια σέ ὅλο τό χρόνο τῆς ζωῆς μας, νά ζητᾶμε ἁγιότητα ψυχῆς καί σώματος. Καί ἄν ἐπιτρέψει ὁ Κύριος νά πέσουμε σέ κανένα ἀπό τά μισητά πάθη, τά ὁποῖα μολύνουν τήν ψυχή καί τό σῶμα, ἀμέσως νά σηκωθοῦμε μέ μετάνοια καί νά γίνουμε καί πάλι καθαροί καί εὐάρεστοι ἐνώπιόν Του, πρεσβείαις τῆς Κυρίας Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων. Ἐξ ἄλλου αὐτά εὔχεται καί ὁ ἱερέας στή Θεία Λατρεία: «τόν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καί μετανοίᾳ ἐκτελέσαι».
Ὁ Μέγας Βασίλειος σημειώνει: Ὁ χρόνος συνυπάρχει μέ τήν κτίση. Καί γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο, εἶναι ἡ μόνη περίοδος προετοιμασίας τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν αἰώνια μακαριότητα. Καί ἀναρωτιέται ὁ οὐρανοφάντωρ Ἐπίσκοπος: Μέ τί γεμίζετε τόν χρόνον σας; Μέ ἄσκοπα καί ἀνόητα πράγματα; Εἶναι παρών στόν χρόνο τῆς ζωῆς σας ὁ Χριστός; Εἶναι γεμάτη ἡ ζωή σας ἀπό ἀγαθά ἔργα, ἀπό ἀγάπη ἀληθινή; Τότε τόν κερδίσατε τόν χρόνο σας.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέγει: Μήν ἀπατᾶσαι χριστιανέ, ὅτι μέ τόν χρόνο πού θά ἔλθει θά ἀναπληρώσεις τόν χαμένο. Διότι τῆς καθ’ ἡμέρας ὁ χρόνος δέν ἐπαρκεῖ, ὅπως πρέπει, γιά τίς ὑποχρεώσεις σου ἔναντι τοῦ Δημιουργοῦ σου.
Ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς διδάσκει: Ὁ χρόνος μᾶς ἔχει δοθεῖ γιά νά τόν μεταβάλλουμε σέ αἰωνιότητα ζῶντας «ἐν σοφίᾳ» δηλαδή ἐν Χριστῷ καί διά τοῦ Χριστοῦ. Ὁ χρόνος εἰσῆλθε στό θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στήν Ἐκκλησία καί ἐκεῖ βρῆκε τήν αἰώνια καταξίωσή του καί τῇ θείᾳ του πραγμάτωση. Διά μέσου τῶν Ἁγίων Μυστηρίων καί τῶν ἁγίων ἀρετῶν στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, ὁ χρόνος μεταβάλλεται σέ αἰωνιότητα.
Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ὑπογραμμίζει: Βάλετε τούς ὀφθαλμούς σας νά βλέπουν τό ἀγαθόν· βάλετε τάς χεῖρας σας νά πράττουν ἔργα ἀρεστά εἰς τόν Θεόν· βάλε τήν ἀκοήν σου νά ἀκούη τά μέλη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τό πόδι σου νά βαδίζη εἰς τήν ὁδόν τῆς ἀρετῆς. Ἀλλιῶς δέν θά ζήσωμεν ἐνάρετα, ἀλλά μέ κακίαν· δέν θά ζήσωμεν μέ ὑπομονήν, ἀλλά μέ ἀνυπομονησίαν.
Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἀνακεφαλαιώνει: Νά ἐτοιμασθοῦμε γιά τήν Πατρίδα μας, τόν οὐρανό, τόν παράδεισο. Τό πᾶν εἶναι νά συλλάβει ὁ ἄνθρωπος τό βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς, πού εἶναι ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς.
Χριστιανοί μου,
ἄς ἐξαγοράσουμε τόν παρόντα καιρό μέ τό νά δώσουμε ὅλη μας τήν πρόθεση, τή φρόνηση, τήν δικαιοσύνη, τήν ἀνδρεία τῶν ψυχῶν μας κατά τῶν πειρασμῶν, τή σωφροσύνη μας στό Θεό καί στήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν Του, ἀπομακρυνόμενοι ἀπό τό φρόνημα τῆς σαρκός, τοῦ ἐγωϊσμοῦ καί τοῦ κόσμου. Ἄς ἀκολουθήσουμε τήν προτροπή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «ὡς τέκνα φωτός περιπατεῖτε» καί «ἐν σοφίᾳ περιπατεῖτε πρός τά ἔξω, τόν καιρόν ἐξαγοραζόμενοι» (Κολ. 4,5). Γιατί ἐμεῖς οἱ χριστιανοί δέν ἐλπίζουμε στό σκότος καί στό χάος, ἀλλά στό Φῶς τῆς Ἀνάστασης.
Ὁ παιάνας τοῦ ποιητῆ μας θά ἠχήσει καί πάλι: Τραγουδῶντας αὐτόν πού μᾶς ἔπλασε, καί μᾶς χάρισε πλούσιο τό Φῶς Του, καί μᾶς δίνει φτερά νά πετάξουμε σέ καλύτερους κόσμους ἀγάπης. Καί μᾶς κάλεσε νά Τόν ὑμνήσουμε μέ ἔργα ἀγάπης καί ἔργα συμπόνιας...
ΑΜΗΝ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου