ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2018

ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ ΕΛΘΩΝ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΪΟΥ

(Λουκ. ιε ́, 11-32)

Ἔχει λεχθεῖ, καί εἶναι ἀλήθεια, ὅτι, καί ἄν ὅλο τό Εὐαγγέλιο χανόταν καί ἔμενε μόνο ἡ παραβολή τοῦ Ἀσώτου υἱοῦ, καί μόνον αὐτό τό ἀριστούργημα θά ἦταν ἱκανό νά ἀναπληρώσει ὁλόκληρο τό εὐαγγελικό μήνυμα περί μετανοίας.
Πράγματι, στήν παραβολή αὐτή τοῦ Κυρίου ζωγραφίζεται ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Ἡ ἀγάπη τοῦ πατέρα πρός τόν ἄσωτο υἱό του, ἀλλά καί ἡ ἐπιστροφή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ στήν γεμάτη στοργή ἀγκαλιά τοῦ πατέρα του.

Ἀπό τά μικρά μας χρόνια, γνωρίζουμε τά περιστατικά πού περιγράφονται στήν παραβολή αὐτή... Ὁ μικρός υἱός, νομίζοντας ὅτι δικαιοῦται νά λάβει πρό καιροῦ τό μερίδιο τῆς περιουσίας πού τοῦ ἀνῆκε καί ὅτι, φεύγοντας ἀπό τό σπίτι, θά ζήσει εὐτυχισμένα μακρυά ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ πατέρα του, σηκώνεται ἕνα πρωΐ καί ζητᾶ τήν περιουσία πού τοῦ ἀνήκει καί τρέχει μακρυά, γιά νά βρεῖ τήν χαρά καί τήν εὐτυχία, πού νόμιζε ὅτι τοῦ ἔλειπε. Τό ἀποτέλεσμα; Τραγικό καί κάτι παραπάνω ἀκόμα. Τό ἀρχοντόπουλο, ἀφοῦ κατέφαγε τήν πατρική του περιουσία «ζῶν ἀσώτως», κατάντησε νά βόσκει χοίρους καί νά προσπαθεῖ νά χορτάσει τώρα τό καλομαθημένο στομάχι του μέ τά ξυλοκέρατα (χαρούπια), πού ἔτρωγαν οἱ χοῖροι.
Μέσα στήν περιγραφή τοῦ ἱεροῦ κειμένου, ὁ μικρός ἄσωτος υἱός παρουσιάζεται ὡς μία τόσο τραγική προσωπικότητα, ὥστε νά λυγίζει καί ὁ πιό «ἀγέρωχος» ἀπό τήν ἁμαρτία ἄνθρωπος, ὅταν τήν ἀντικρίζει. Πραγματικά, δέν θά μποροῦσε νά βρεθεῖ σκληρότερη καί ἀντιπροσωπευτικότερη εἰκόνα ἀπό τούς χοίρους καί τά ξυλοκέρατα, τήν τροφή αὐτή πού, μαζί μέ τούς χοίρους, συμβολίζουν τά δαιμόνια πού τυραννοῦν τόν ἄνθρωπο καί τά πάθη τῆς σάρκας πού κυριαρχοῦν στήν ὕπαρξη, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ξεφεύγει ἀπό τήν ἀγάπη καί τόν νόμο τοῦ Θεοῦ.
Ὄντως, τί τρομερή κατάσταση βιώνουν ὅσοι ἀπομακρύνονται ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τίς ἐντολές Του! Διότι, ὁ πατέρας τῆς παραβολῆς, ὅπως πρέπει νά γνωρίζουμε, συμβολίζει τόν Θεό, καί ὁ ἄσωτος υἱός τόν κάθε ἁμαρτωλό καί ἀποστάτη ἄνθρωπο.
Ἀλλά εὐτυχῶς γιά τόν ἄσωτο υἱό, διότι, «εἰς ἑαυτόν ἐλθών», ὅταν δηλαδή συνῆλθε, ἀναλογίστηκε τό ποῦ βρισκόταν πρίν καί τό κατάντημα τό τωρινό καί, ἐλεημένος ἀπό τόν Θεό, ἦλθε σέ μετάνοια. Ἐνθυμούμενος καί συγκρίνοντας τό ὄμορφο παρελθόν πού ζοῦσε τότε μέ τήν κόλαση πού ζεῖ τώρα, παίρνει τήν ὄμορφη καί γενναία ἀπόφαση νά ἐπιστρέψει στήν οἰκία τοῦ πατέρα του. Φυσικά, καί δέν μένει μόνο στήν ἀπόφαση. Προχώρησε καί στήν λυτρωτική πράξη.
Αὐτό δέ ἦταν, τελικῶς, καί ἐκεῖνο πού τόν ἔσωσε.
Ὅπως μᾶς διηγεῖται στήν συνέχεια ἡ παραβολή, ὁ πατέρας, ὄχι ἁπλῶς, τόν δέχεται, ἀλλά δίνει ἐντολή στούς ὑπηρέτες νά τόν ντύσουν τήν «στολήν τήν πρώτην», νά τοῦ φορέσουν τό δαχτυλίδι (σύμβολο τιμῆς καί ἐξουσίας) καί ἀκόμα νά σφάξουν τόν «μόσχον τόν σιτευτόν»... Τελικά, ὁ ἄσωτος υἱός σώζεται καί συνευφραίνεται μέσα στό σπίτι του μέ τόν καλό του πατέρα καί τούς ὑπηρέτες του... 
Ἐκεῖνος, ὅμως, πού, ἀπροσδόκητα, δείχνει ἀπαράδεκτη διαγωγή εἶναι ὁ «πρεσβύτερος υἱός» τῆς παραβολῆς, πού, ἀντί νά συγχαρεῖ καί νά ἀγκαλιάσει τόν μέχρι τότε χαμένο ἀδελφό του, ἀγριεύει καί ἀρνεῖται πεισματικά νά περάσει ἀπό τό σπίτι τῆς εὐτυχίας. Ἴσως, τελικῶς, ὁ πατέρας νά τόν ἔπεισε, μέ τήν στοργή, τήν ἀγάπη καί τά λόγια του, καί νά εἰσῆλθε καί αὐτός ἐντός τῆς χαρᾶς καί τῆς εὐλογίας... Δέν μᾶς τό ἀποκαλύπτει ἡ παραβολή, ἴσως, ἐπειδή ὁ πρεσβύτερος υἱός παρέμεινε ἀμετανόητος καί σκληρός, πού εἶναι καμμιά φορά τό κατάντημα τῶν κατ ̓ ἐπίφασιν «υἱῶν τοῦ Θεοῦ», τῶν «καλῶν Χριστιανῶν»...
Πολλά θά μποροῦσε νά πεῖ κανείς σέ ὅλες τίς εἰκόνες πού μᾶς παρουσιάζει
αὐτή ἡ παραβολή. Ὁ πατέρας συμβολίζει τόν Θεό Πατέρα καί ὁ ἄσωτος υἱός
τόν κάθε ἁμαρτωλό. Ἀφοῦ ὑπογραμμίσουμε τήν θεϊκή ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατέρα,
πού περιμένει πάντοτε τήν ἐπιστροφή τοῦ ἁμαρτωλοῦ, συγχωρῶντας του τά
πάντα μετά τήν μετάνοια, ἐπιστροφή καί ἐξομολόγησή του, νά τονίσουμε ἕνα
μόνο βασικό σημεῖο τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος. Τό «εἰς ἑαυτόν
ἐλθών» τοῦ ἀσώτου υἱοῦ. Ἐδῶ βρίσκεται τό «κλειδί» τῆς σωτηρίας του.
Ναί. Ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀποφασίσει νά ἀποστατήσει ἀπό τόν Θεό καί νά
ἀκολουθήσει τόν εὔκολο καί κατηφορικό δρόμο τῆς καταστροφῆς πού
ἀναπόφευκτα τόν περιμένει, γίνεται «ἐκτός ἑαυτοῦ». Καταντᾶ νά χάνει τά
μυαλά του καί δέν γνωρίζει οὔτε τί λέει, οὔτε τί πράττει. Τίποτε δέν τρελαίνει
τόσο τόν ἄνθρωπο ὅσο ἡ ἁμαρτία, δηλαδή ἡ ἀποστασία ἀπό τό θέλημα τοῦ
Θεοῦ. Καί ἡ καθημερινή πραγματικότητα, δυστυχῶς, πιστοποιεῖ τοῦ λόγου τό
ἀληθές.
Στήν περίπτωση αὐτή, δηλαδή στήν περίπτωση κάποιου πού ἔχει κυριευθεῖ
ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἀποστασίας καί τοῦ ἰδίου θελήματος, ὁ ἄσωτος, ὁ
ταλαίπωρος ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά δεχθεῖ ἀπολύτως τίποτε. Οὔτε λόγο
παρακλητικό, οὔτε συμβουλή γιά πιό συνετή σκέψη, ἤ γιά ἐπιστροφή καί
μετάνοια. Καί αὐτήν ἀκόμα τήν οἰκογένειά του, τούς στενούς συγγενείς του,
τούς νομίζει ἐχθρούς, διότι καί μόνο ἡ ἀνάμνησή τους τόν ἐλέγχει...
Σ ̓ αὐτήν τήν κατάσταση, ὅταν φθάνει ὁ ἄνθρωπος, ἀρχίζουν νά
λειτουργοῦν οἱ πνευματικοί νόμοι. Κυρίως, ὁ νόμος πού ἐκφράζεται μέ τόν λόγο
τοῦ Θεοῦ πού λέει: «ὁ ὑψῶν ἑαυτόν, ταπεινωθήσεται...». Τό ἀποτέλεσμα τῆς
ἐνεργείας αὐτοῦ τοῦ πνευματικοῦ νόμου εἶναι ὅτι ὁ ἀποστάτης καί ἁμαρτωλός
ἄνθρωπος, κατ ̓ ἀνάγκην, θά χτυπηθεῖ, θά πονέσει, θά «φάει τά μοῦτρα του»,
καί, τέλος, θά ἀηδιάσει ἀπό τά ξυλοκέρατα πού τοῦ δίνει ἡ ἄνομη ἡδονή.
Καί τότε, μέσα ἀπό τόν ἀφόρητο πόνο πού δοκιμάζει, τήν θλίψη καί τήν
ὀδύνη, ὅπως καί ὁ ἄσωτος υἱός τῆς παραβολῆς, «εἰς ἑαυτόν ἐλευσόμενος»,
ἀφοῦ δηλαδή θά ἔλθει στόν ἑαυτό του, θά θυμηθεῖ, μέ λαχτάρα καί συγκίνηση,
τό σπίτι του. Τόν πατέρα, τήν μητέρα, τήν σύζυγο, τά παιδιά, τήν ἐργασία... Τό
ὄμορφο καί ζεστό οἰκογενειακό περιβάλλον θά τόν συγκινήσει καί θά τόν κάνει
νά ἐπιστρέψει μετανοιωμένος στό σπίτι καί ἀλλαγμένος.
Ἀδελφοί μου, ὁ Θεός δέχεται τήν μετάνοια καί τοῦ μεγαλύτερου ἀσώτου.
Τόν δέχεται, τόν ἀγκαλιάζει καί τόν ἐξαγιάζει, ὅταν αὐτός μετανοήσει
εἰλικρινά.
Ἄς προσέξουμε, λοιπόν, ἀφ ̓ ἑνός νά μή φτάσουμε στό φοβερό κατάντημα
τοῦ ἀσώτου πρῶτα, ὥστε, μέσα ἀπό τήν ὀδύνη καί τήν ταλαιπωρία, νά
ἔλθουμε νά γνωρίσουμε τήν ἀγάπη τοῦ Πατέρα, ἡ ὁποία πάντοτε ὑπάρχει καί
ἡ ὁποία βιώνεται φυσιολογικά, ὅταν κάποιος δέν ξεφύγει ἀπό τό θέλημα καί
τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, καί, ἀφ ̓ ἑτέρου, ἄς προσέξουμε μήπως, χωρίς νά τό
θέλουμε, μιμηθοῦμε τήν σκληρή καί ἀπαράδεκτη στάση τοῦ πρεσβυτέρου
υἱοῦ τῆς παραβολῆς, θεωρῶντας τούς ἑαυτούς μας δικαίους, ἐνῷ ὁ Θεός δέν
ζητᾶ ἀπό ἐμᾶς ἁπλῆ δικαιοσύνη ἀλλά ἔλεος πρός τούς ἄλλους, δηλαδή ἀγάπη
καί ἐλεημοσύνη, πού εἶναι πάνω ἀπό τήν δικαιοσύνη, καί εἶναι καί τό πνεῦμα
τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀμήν.

Ἀρχιμ. Ἰωήλ Κωνστάνταρος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου