ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΛΟΥΚΑ (ΑΣΩΤΟΥ)
Απόστολος: Α΄ Κορ. στ΄ 12-20
Ευαγγέλιο: Λουκ. ιε΄ 11-32
16 Φεβρουαρίου 2014


«Ευρανθήναι δε και χαρήναι έδει, ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλός ην και ευρέθη» (Λουκ. ιε΄ 32).

Η παραβολή ή αλληγορική διδασκαλία χρησιμοποιείται  συχνά από τον Ιησού σαν μέσο διδασκαλίας. Με εικόνες παρμένες από τη θρησκευτική, κοινωνική ή γεωργική ζωή των ανθρώπων και που δεν απέχουν από την πραγματικότητα προσπαθεί να διδάξει ύψιστες θρησκευτικές ή ηθικές αλήθειες. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς προτάσσει των παραβολών σύντομες σημειώσεις μέσα από τις οποίες εξηγεί τους λόγους που οδηγούν τον Ιησού στο να διηγηθεί μια παραβολή. Με τη σημερινή παραβολή του ασώτου υιού ολοκληρώνεται η τριλογία των παραβολών που αναφέρεται στη χάρη του Θεού και που αποκαλύπτει το μέγεθος της φιλανθρωπίας του Θεού. Έτσι, μετά την παραβολή του απολωλότος προβάτου και της απολεσθείσας δραχμής, ο Ευαγγελιστής Λουκάς παραθέτει την τρίτη κατά σειρά παραβολή, αυτή του ασώτου υιού και που αποτελεί το μαργαριτάρι των παραβολών. Έχει λεχθεί χαρακτηριστικά ότι εάν από όλη τη διδασκαλία διεσώζετο μόνο αυτή η παραβολή τότε αυτή θα ήταν αρκετή για να επιβεβαιώσει την ύπαρξη του Θεού και μάλιστα ως Θεού της αγάπης.

Οι τρεις αυτές παραβολές αποτελούν απάντηση στους Γραμματείς και Φαρισαίους της εποχής του, όπως και σε όλους τους όμοιους τους δια μέσου των αιώνων, «ότι αμαρτωλούς προσδέχεται και συνεσθίει αυτοίς». (Λουκ. ιε΄2). Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, πίστευαν ότι οι τελώνες και οι αμαρτωλοί, με την αμαρτωλότητα τους δεν ήταν άξιοι να δεχθούν τα μέσα της χάριτος του Θεού, όπως η μετάνοια. Γι’ αυτούς, οι τελώνες και οι αμαρτωλοί ήταν καταδικασμένοι όχι μόνο στη δική τους συνείδηση, αλλά και στην κρίση του Θεού. Γι’ αυτούς δεν υπήρχε ελπίδα σωτηρίας.

Αντίθετα ο Ιησούς, μέσα από τις παραβολές αυτές, προβάλλει την αγάπη του Θεού σαν κίνητρο για τη μετάνοια του ανθρώπου καθώς και τη χαρά που γίνεται στον ουρανό όταν ένας αμαρτωλός μετανοεί. Αυτή η αγάπη λειτουργεί λυτρωτικά και μέσα από τη δύναμη της ελευθερίας οδηγεί τον άνθρωπο στη μετάνοια. Στις δυο πρώτες παραβολές ο Ιησούς μας παρουσιάζει τη θεία πλευρά της Χάριτος που ξέρει να αγαπά, που ξέρει να συγχωρεί και που αναζητά τον αμαρτωλό και στη συνέχεια, αφού τον βρει, καλεί και τους Αγγέλους να γίνουν συμμέτοχοι αυτής της χαράς. Στην τρίτη παραβολή, αυτή του ασώτου, μας παρουσιάζει την αναζήτηση του Θεού μέσα από τη δύναμη της μετάνοιας.

Μέσα από την αποδοχή του αμαρτωλού ανθρώπου δεν προβάλλει μόνο την αγάπη του Θεού, αλλά και συνιστά αντίστοιχη αγάπη από μέρους των ανθρώπων. Μέσα από την αποδοχή της μετάνοιας του συνανθρώπου και τη συμμετοχή στη χαρά της επιστροφής του αδελφού μας αποκαλύπτεται και η έκταση της πνευματικής μας τελειότητας. Γιατί πολλές φορές μετέχουμε με σχετική ευκολία στη θλίψη του συνανθρώπου μας, αλλά με δυσκολία μετέχουμε και μάλιστα με ειλικρίνεια στη χαρά του συνανθρώπου μας.

Η παραβολή του ασώτου, που ακούσαμε σήμερα, ονομάστηκε «Ευαγγέλιο των Ευαγγελίων», λόγω των σημαντικών μηνυμάτων που εκπέμπονται μέσα από αυτήν και που είναι η μετάνοια, ιδιαίτερα όμως το μέγεθος της αγάπης του Θεού. Μια αγάπη που προσφέρει αφειδώλευτα στον άνθρωπο που είναι παραβάτης του νόμου του Θεού, είτε με την αποστασία και την αμαρτία, όπως του ασώτου υιού, είτε με την αυτοδικαίωση, όπως του μεγαλύτερου  υιού και που αρνείται την αγάπη στο μετανοημένο αδελφό ή συνάνθρωπο.

Αποστασία ή αμαρτία και αυτοδικαίωση οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα. Απομακρύνουν τον άνθρωπο από το Θεό, που είναι η πηγή της ελευθερίας και της αγάπης. Ο μικρότερος γιος μέσα από τη φαινομενική ελευθερία του κατέστη στην πραγματικότητα ανελεύθερος και δούλος. Μέσα από την ελευθερία, που την μετέτρεψε σε ασυδοσία, οδήγησε τον εαυτό του στην ασωτία και κατ’ επέκταση στην τραγωδία. Από κύριος και με αφθονία αγαθών κατάντησε δούλος και στερημένος που προσπαθούσε να ικανοποιήσει την πείνα του με τα ξυλοκέρατα των χοίρων.

Πίστεψε ότι φεύγοντας από την πατρική επίβλεψη θα απολάμβανε την ελευθερία. Όμως η ελευθερία που οδηγεί στην αθλιότητα και την αμαρτία δεν είναι ελευθερία, αλλά δουλεία, όπως αποδείχθηκε στην πράξη με τον άσωτο. Όμως και η ελευθερία που είναι συνδεδεμένη με ιδιοτελείς σκοπούς και εφαρμόζει το νόμο του Θεού εξ’ ανάγκης ή από συμφέρον και όχι από αγάπη, όπως στην περίπτωση του μεγαλύτερου γιου της παραβολής, είναι και πάλι πράξη ανελεύθερου. Η εφαρμογή του νόμου του Θεού πρέπει να είναι πράξη ελευθερίας και αγάπης και όχι πράξη σκοπιμότητας ή ανάγκης. Σαν τέτοια πράξη ελευθερίας πρέπει να έχει τη δύναμη να διακρίνει τις καθημερινές φανερές και αφανείς ευεργεσίες του Θεού προς αυτόν που θα τον οδηγούν με δύναμη στην εφαρμογή του θελήματος του. Αλλά και όταν αμαρτάνει θα αποτελούν κίνητρο για επιστροφή, όπως έγινε σήμερα με τον μικρότερο γιο της παραβολής. Δυστυχώς, η μεγαλύτερη τραγωδία του ανθρώπου δεν είναι, ίσως, την ώρα που αμαρτάνει και που έχει την ελπίδα και τη δυνατότητα να μετανοήσει και να σωθεί, αλλά την ώρα της αυτοδικαίωσης. Την ώρα που θεωρώντας τον εαυτό του τέλειο, αρνείται τη μετάνοια του αδελφού του, όπως έγινε σήμερα με το μεγαλύτερο γιο της παραβολής, καθώς και το Φαρισαίο του ευαγγελίου της περασμένης Κυριακής. Γιατί και οι δυο τους σταμάτησαν στην αμαρτία του αδελφού ή αντίστοιχα του τελώνη και όχι στην ειλικρινή τους μετάνοια και επιστροφή. Γι’ αυτούς η λέξη «μετάνοια» είναι άγνωστη καθώς και η λέξη χαρά. Γιατί μετάνοια σημαίνει χαρά.

Αδελφοί μου, το ότι η μετάνοια ενός αμαρτωλού είναι πηγή χαράς τόσο στον κόσμο των αγγέλων όσο και στους ανθρώπους επιβεβαιώνεται από το ίδιο τον Κύριο: «Ούτε, λέγω υμίν, χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκ. ιε΄10). Το επιβεβαιώνει και σήμερα με τη σφαγή του μόσχου του σιτευτού και την πρόσκληση για συμμετοχή των δούλων καθώς και του μεγαλύτερου γιου. Και εξηγεί γιατί. «Ευρανθήναι δε και χαρήναι έδει, ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ήν και ανέζησε, και απολωλός ην και ευρέθη». Υποκλινόμαστε με σεβασμό σε τούτη την άπειρη αγάπη του Θεού, που δεν αρνείται τίποτε στο νεώτερο γιο, αλλά και δε στερεί τίποτε από το μεγαλύτερο, αφού, κατά το σημερινό ευαγγέλιο, «συ πάντοτε μετ’ εμού ει, και πάντα τα εμά σα εστίν». Ας ανταποκριθούμε επάξια σ’ αυτή την αγάπη, είτε μέσα από τη δική μας μετάνοια, είτε με την αποδοχή της επιστροφής των συνανθρώπων μας. Ξεκάθαρο το μήνυμα του σημερινού ευαγγελίου. Οι μετανιωμένοι άσωτοι θα γίνουν δεκτοί στη βασιλεία του Θεού. Αντίθετα οι εγωιστές και φθονεροί θα μείνουν έξω, έστω κι αν δεν υπήρξαν άσωτοι κι ακόλαστοι. Ας ανταποκριθούμε στην πρόσκληση για μετάνοια αλλά και συμμετοχή στη χαρά της επιστροφής του αδελφού μας. Αμήν.


Θεόδωρος Αντωνιάδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου