ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Πέμπτη 21 Απριλίου 2022

 H Σταύρωση

Γκότσης Χρήστος

Οι ιερές ακολουθίες της Εκκλησίας μας είναι διδακτικές και συγκινητικές. Οι ύμνοι και οι ευχές τους μας υψώνουν στον ουρανό, μας πλουτίζουν με ιερά συναισθήματα και μας βοηθούν στην περισυλλογή και την κατάνυξη.

Ανάμεσα σ’ αυτές τις ακολουθίες ξεχωρίζουν εκείνες της Μ. Εβδομάδας. Κορυφαία ημέρα της η Μεγάλη Παρασκευή. Οι ύμνοι της παρακολουθούν βήμα προς βήμα τους σταθμούς της μεγάλης οδύνης, των φρικτών Παθών του Κυρίου. Ο Σταυρωμένος δέχεται τους ασπασμούς των πιστών που κατακλύζουν τους ιερούς ναούς. Η φωνή της Εκκλησίας μας θυμίζει το δράμα:

«Τῇ Ἁγίᾳ καὶ Μεγάλῃ Παρασκευῇ τὰ ἅγια καὶ σωτήρια καὶ φρικτὰ Πάθη τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπιτελοῦμεν· τοὺς ἐμπτυσμούς, τὰ ῥαπίσματα, τὰ κολαφίσματα, τὰς ὕβρεις, τοὺς γέλωτας, τὴν πορφυρᾶν χλαίναν, τὸν κάλαμον, τὸν σπόγγον, τὸ ὄξος, τοὺς ἥλους, τὴν λόγχην· καὶ πρὸ πάντων, τὸν σταυρόν, καὶ τὸν θάνατον, ἃ δι᾿ ἡμᾶς ἑκὼν κατεδέξατο· ἔτι δὲ καὶ τὴν τοῦ εὐγνώμονος Λῃστοῦ, τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ, σωτήριον ἐν τῷ Σταυρῷ ὁμολογίαν».

Το θέμα της σταυρικής θυσίας του Κυρίου ήταν ο πυρήνας του αποστολικού κηρύγματος, των ομιλιών των αγίων Πατέρων, της διδαχής της Εκκλησίας. Για τους Ιουδαίους, όπως λέει ο απόστολος Παύλος, ο σταυρωμένος Χριστός ήταν σκάνδαλο, για τους Έλληνες μωρία, για τους πιστούς όμως Θεού δύναμη και Θεού σοφία» (Α΄ Κορ. 1, 23-24).

Η αγία μας Εκκλησία στο Σταυρό του Κυρίου βλέπει την αγάπη του Θεού προς τον αμαρτωλό άνθρωπο, την ταπείνωση, την υπακοή και τη θυσία του Υιού του Θεού. Όπως λέει ο απόστολος Παύλος, ο Χριστός ο Θεός ημών «ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ» (Φιλιπ. 2, 7-8).

Έπρεπε ο Χριστός να γευτεί θάνατο και μάλιστα σταυρικό, «ἵνα ἐκ μέσου ποιήσῃ τὴν διὰ ξύλου παράβασιν, καὶ τὰ ἐπʾ αὐτοῖς δὴ τούτοις αἰτιάματα (= κατηγορίες) καταλύσῃ, καὶ τῆς καθʾ ἡμῶν τυραννίδος ἀποστήσῃ θάνατον» (Κύριλλος Αλεξανδρείας, PG 72, 676 Α). Με άλλες λέξεις ο Κύριος με το σταυρικό του θάνατο μας εξαγόρασε από την κατάρα του νόμου, έσκισε και έσβησε το χειρόγραφο με τις αμαρτίες μας, κατάργησε το κράτος του θανάτου, άνοιξε τις κλεισμένες πόρτες του Παραδείσου και χάρισε τη ζωή και την ανάσταση στο νέο λαό του Θεού, τα μέλη της Εκκλησίας του.

Γι’ αυτό ορθά παρατηρήθηκε πως «ο Σταυρός εκφράζει λοιπόν συγκεκριμένα το χριστιανικό μήνυμα, τη νίκη από την ήττα, τη δόξα από την ταπείνωση, τη ζωή από το θάνατο – σύμβολο ενός παντοδύναμου Θεού, ο οποίος θέλησε να γίνει άνθρωπος και να πεθάνει σαν ένας δούλος, για να σώσει το πλάσμα του» (Βλαδίμηρος Λόσκυ).

Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας, ιδιαίτερα εκείνοι της Μεγάλης Παρασκευής, είναι γεμάτοι παρόμοιες αντιθέσεις. Ο παρακάτω είναι απ’ όλους ο εκφραστικότερος, Ακούγεται στους ιερούς ναούς το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης μέσα σε νεκρική σιγή:

«Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας. Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται ὁ τῶν ἀγγέλων Βασιλεύς. Ψευδῆ πορφύραν περιβάλλεται ὁ περιβάλλων τὸν οὐρανὸν ἐν νεφέλαις. Ράπισμα κατεδέξατο ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τὸν Ἀδάμ. Ἥλοις προσηλώθη ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Λόγχῃ ἐκεντήθη ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου. Προσκυνοῦμεν σου τὰ πάθη, Χριστέ. Δεῖξον ἡμῖν καὶ τὴν ἔνδοξόν σου ἀνάστασιν».

Από τις περικοπές των Ευαγγελίων, που διαβάζονται στην ακολουθία των Αγίων Παθών μετά τον παραπάνω ύμνο, σταχυολογούμε τους στίχους εκείνους που θα μας βοηθήσουν για να περιγράψουμε την άγια εικόνα της Σταυρώσεως:

«Καὶ φέρουσιν αὐτὸν (τον Ιησού) ἐπὶ Γολγοθά τόπον· ὃ ἐστι μεθερμηνευόμενον Κρανίου τόπος. Καὶ ἐδίδουν αὐτῷ πιεῖν ἐσμυρνισμένον οἶνον· ὁ δὲ οὐκ ἔλαβε. Καὶ σταυρώσαντες αὐτόν, διεμέριζον τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, βάλλοντες κλῆρον ἐπʾ αὐτά, τίς τί ἄρῃ… Καὶ ἦν ἡ ἐπιγραφὴ τῆς αἰτίας αὐτοῦ ἐπιγεγραμμένη· ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων. Καὶ σὺν αὐτῷ σταυροῦσι δύο λῃστάς, ἕνα ἐκ δεξιῶν καὶ ἕνα ἐξ εὐωνύμων αὐτοῦ… Καὶ οἱ παραπορευόμενοι ἐβλασφήμουν αὐτὸν… Ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς, ἐμπαίζοντες πρὸς ἀλλήλους μετὰ τῶν γραμματέων ἔλεγον· ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι… Εἱστήκεισαν παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή. Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου Εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου… Ἦν δὲ ὡσεὶ ὥρα ἕκτη καὶ σκότος ἐγένετο ἐφ᾿ ὅλην τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης, καὶ ἐσκοτίσθη ὁ ἥλιος, καὶ ἐσχίσθη τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ μέσου. Καὶ φωνήσας φωνῇ μεγάλῃ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπε· Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου. Καὶ ταῦτα εἰπὼν ἐξέπνευσεν. Ἰδὼν δὲ ὁ ἑκατόνταρχος τὸ γενόμενον ἐδόξασε τὸν Θεὸν λέγων· ὄντως ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος ἦν…».

Όπως βλέπουμε στους παραπάνω στίχους των ιερών Ευαγγελιστών, στο χώρο του Γολγοθά υψώνεται εκούσια πάνω στο Σταυρό ο Κύριος, κρέμονται οι δύο ληστές που σταυρώθηκαν μαζί του, στέκουν κάτω από το Σταυρό η Μητέρα του με τις άλλες γυναίκες, κινούνται στο ίδιο μέρος οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, καθώς στρατιώτες και άνθρωποι από τον ιουδαϊκό όχλο.

Όλα αυτά τα πρόσωπα δε ζωγραφίζονται συνήθως στην εικόνα της Σταύρωσης. Έκτος από το σταυρωμένο Κύριο, τη Μητέρα του, τον Ιωάννη, μία ή δύο γυναίκες παράπλευρα στην Παναγία και τον εκατόνταρχο, τα υπόλοιπα θεωρούνται περιττά, «ὡς συντελούντα εἰς τὸ νὰ χάσῃ ἡ ἁγία εἰκὼν τῆς Σταυρώσεως τὴν αὐστηρὰν ἀπλότητα ὁποῦ ἔχει, ἡ ὁποία εἶναι το ὑπερέχον τῆς Ὀρθοδόξου ἁγιογραφίας» (Φ. Κόντογλου). Έτσι «ημπορεί να λεχθεί, ότι το Βυζάντιο δημιούργησε έναν τύπο Σταυρώσεως, ο οποίος είναι κλασικός με την αίσθηση της αναλογίας του. Αναζητώντας ο τύπος αυτός νηφαλιότητα σύνθεσης, απέβαλε ολίγον κατ’ ολίγον τα πρόσωπα κοντά στο Σταυρό, και περιορίστηκε στα βασικά: τη Μητέρα του Θεού και τον Άγιο Ιωάννη, που κάποτε συνοδεύονται από μίαν αγία γυναίκα και τον εκατόνταρχο» (Βλαδίμηρος Λόσκυ).

Περιγραφή της εικόνας

α) Ο Σταυρωμένος Κύριος. «Ὁ Χριστὸς γυμνός, μόνον μὲ ἔνα ἄσπρο πανὶ τυλιγμένον εἰς τὴν μέση Του, νεκρός, μὲ κλειστὰ τὰ ὀμμάτια, μὲ κεκλιμένην τὴν κεφαλὴν πρὸς τὰ δεξιά, μὲ ὄψιν βασανισμένην. Τὸ ἄχραντον σῶμά Του εἶναι ὄλον κόκκαλα ἀπὸ τὴν κακοπάθησιν, μὲ τὰς χεῖρας ἀπλωμένας καὶ μὲ ἀνοικτὰς τὰς παλάμας, ὡς νὰ προσεύχεται. Ἐνθυμίζω εἰς τὸν πιστὸν τὸ τροπάριον ὁποὺ λέγει· «Ἥπλωσας τὰς παλάμας καὶ ἥνωσας τὰ τὸ πρὶν διεστῶτα», ἤγουν ὅτι συνεφιλίωσε, μὲ τὸ πάθος Του, τὸν Θεὸν μὲ τὸν ἄνθρωπον, καὶ ὡσὰν νὰ ἀνοίγῃ τὰς ἀγκάλας Του πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Οἱ δὲ πόδες σμικτοί, μὲ τὰ γόνατα ὀλίγον διπλωμένα, πατοῦν ἐπάνω εἰς ἓν σανίδιον ὡς ὑποπόδιον. Ἀπὸ τὰς ἀχράντους χεῖρας καὶ πόδας Του τρέχουν αἵματα, ἀπὸ δὲ τὴν πλευράν Αὐτοῦ αἷμα καὶ ὕδωρ. Καὶ ἐπάνω τῆς κεφαλῆς Αὐτοῦ εἶναι ἐπιγραφὴ καρφωμένη ἐπὶ τοῦ σταυροῦ μὲ τὲ γράματα ΟΒCΛΤΔΞC ἤγουν Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΔΟΞΗΣ, οὐχὶ δὲ μὲ τὰ ψηφία Ι.Ν.Β.Ι., ὡς ἔγραψαν οἱ ἀσεβεῖς σταυρωταί τοῦ Κυρίου χλευάζοντες Αὐτόν» (Φ. Κόντογλου).

H Σταύρωση

Για τη στάση του Κυρίου στο Σταυρό πρέπει να παρατηρήσουμε, πως οι εικόνες της Δύσεως παρουσιάζουν το Σταυρωμένο ζωντανό, με ανοιχτά τα μάτια του, κρεμασμένο στο Σταυρό με τα χέρια προς τα πάνω. Αντίθετα η βυζαντινή εικόνα τον παρουσιάζει νεκρό, με κλειστά μάτια, με κάμψη του σώματος προς τα δεξιά για να τονίσει το θάνατό του, τη θεία του κένωση, Ο ορθόδοξος αγιογράφος μάλιστα εμπνέεται από τα τροπάρια της Εκκλησίας. Αυτά παρουσιάζουν τον Κύριο να κοιμάται. Γι’ αυτό η εικόνα δίνει στο πρόσωπό του μια τέτοια έκφραση. Ο θάνατος και ο Άδης άφησαν άφθαρτο, απαθές και αθάνατο το σώμα του Κυρίου, γιατί θανατώθηκαν από το ζωοποιό θάνατο του Θεανθρώπου. Ψάλλει η Εκκλησία μας «Σαρκὶ ὑπνώσας ὡς θνητός, ὁ Βασιλεὺς καὶ Κύριος, τριήμερος ἐξανέστης, Ἀδὰμ ἐγείρας ἐκ φθορᾶς, καὶ καταργήσας θάνατον, Πάσχα τῆς ἀφθαρσίας, τοῦ κόσμου σωτήριον» (Εξαποστειλάριο της Κυριακής του Πάσχα).

Κάτω από τη βραχώδη κορυφή του Γολγοθά, όπου είναι στημένος ο Σταυρός του Κυρίου, ανοίγει το στόμιό του ένα σπήλαιο. Εδώ εικονογραφείται ένα κρανίο, στο οποίο στάζει το αίμα που βγαίνει από τα πόδια του Κυρίου. Είναι το κρανίο του Αδάμ, που κατά την παράδοση πέθανε και τάφηκε στο Γολγοθά και «ᾠκονομήθη, ἵνα ὅπου ὁ παλαιὸς Ἀδὰμ ἔπεσεν ὑπὸ τοῦ θανάτου, ἐκεῖ καὶ τὸ τοῦ νέου Ἀδὰμ (του Χριστού) τρόπαιον στῇ κατὰ τοῦ θανάτου, λέγω δὴ τὸν σταυρόν» (Ευθύμιος Ζιγαβηνός). Τα ίδια λένε και αρκετοί Πατέρες της Εκκλησίας (άγιος Επιφάνιας, Μ. Βασίλειος κ.α.).

β) Τα λοιπά πρόσωπα της εικόνας. Δεξιά από το Σταυρό στέκει η Παναγία, άλλοτε μόνη και άλλοτε, όπως στην εικόνα μας, συνοδευόμενη από άγιες γυναίκες. Όρθια ενατενίζει τον Υιό της. Τη συγκρατημένη θλίψη της δείχνει το χέρι της που έχει στο μάγουλό της (το άλλο είναι υψωμένο σε σχήμα ικεσίας). Το πένθος της είναι συγκρατημένο. Πιστεύει στη θεότητα του Υιού της, που της λέει κατά τον υμνωδό· «Μὴ ἐποδύρου μου Μήτερ, …ἀναστήσομαι γὰρ καὶ δοξασθήσομαι» (Κανών Μ. Σαββάτου, ωδή θ΄, ο ειρμός).

Αντίθετα με τη στάση της Παναγίας η στάση του Ιωάννη, στην άλλη πλευρά, εκφράζει αγωνία και φόβο. Με καμπυλωμένο σώμα και πρόσωπο τσακισμένο από τον πόνο συμμετέχει κι αυτός στο θείο δράμα. Το ένα του χέρι έχει στο στήθος και με το άλλο ανασηκώνει το ιμάτιό του.

Πίσω από τον Ιωάννη βλέπουμε τον εκατόνταρχο Λογγίνο με τη στρατιωτική του πανοπλία. Κοιτάζει το Χριστό και ομολογεί την αθωότητά του, συνάμα υψώνει σε νεύμα ομιλίας το δεξί του χέρι στο ύψος του μετώπου, σα να θέλει να το σταυρώσει. «Ο εκατόνταρχος με την παράδοξη στάση του, την κίνηση του χεριού του και το ύφος του, που έρχονται σε χτυπητή αντίθεση με την ευγένεια των στάσεων και την συγκρατημένη εκδήλωση ανθρωπίνου πάθους των υπολοίπων προσώπων, ξενίζει καθώς μάλιστα είναι τοποθετημένος δίπλα στον σχεδόν αδρανή Ιωάννη. Η παρουσία όμως και η απόδοσή του είναι απόλυτα δικαιολογημένες. Είναι ένα πρόσωπο που δεν συμπάσχει, ένας αυτόπτης μάρτυς ξένος από τον κύκλο του Χριστού, άρα αξιόπιστος, που συγκλονίζεται από την απόδειξη της θεότητας» (Αγάπη Καρακατσάνη).

Η παράσταση κλείνει με το αρχιτεκτόνημα που δείχνει το τείχος της Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς «ἔξω τῆς πύλης ἔπαθε» (Εβρ. 13, 12). Την εξήγηση δίνει ο ιερός Χρυσόστομος· «Διὰ τοῦτο ἔξω τῆς πόλεως καὶ τῶν τειχῶν ἵνα μάθῃς ὅτι καθολικὴ ἡ θυσία, ὅτι ὑπὲρ τῆς γῆς ἁπάσης ἡ προσφορά. Ἵνα μάθῃς ὅτι κοινὸς ὁ καθαρισμὸς ἐστιν. (PG 49, 400).


Γκότσης Χρήστος, Ο μυστικός κόσμος των βυζαντινών εικόνων, Τόμος πρώτος, 2η έκδ., Αθήνα, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, 1995

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου