ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2014



Κυριακή Γ΄ Λουκά  (ανάστασις του υιού της χήρας της Ναίν)

«καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὐτὴ ἦν χήρα» (Λκ. 7,12).

Ο θάνατος είχε χτυπήσει τον μοναχογιό αλλά και την καρδιά μιας χήρας γυναίκας που έμενε στη μικρή πόλη Ναίν. Ο θάνατος χτύπησε και όλους εκείνους που έζησαν πριν από μας, ίσως δε πολλές φορές και τα δικά μας σπίτια. Και οι εναπομένοντες σε αυτές τις περιπτώσεις ψάχνουν για μια παρηγοριά. Ποια είναι όμως η σωστή στάση που πρέπει να πάρομε στο συνταρακτικό αυτό γεγονός και ποια η σωστή παρηγοριά που θα μπορούσαμε να προσφέρομε πρώτα στους εαυτούς μας και μετά στους άλλους; Θα προσπαθήσουμε να διευκρινίσουμε κάποια πράγματα και βάσει αυτών να διατυπώσουμε ορισμένα συμπεράσματα.

Πρώτον. Κάποιοι μέσα στο μεγάλο τους πόνο για το θάνατο προσφιλών τους προσώπων φθάνουν μέχρι το σημείο άστοχα και άδικα να τα βάζουν με το Θεό, θεωρώντας τον αίτιο του θανάτου. Όμως ο Θεός είναι ζωή και μόνο ζωή δίνει. Δεν δημιούργησε το θάνατο. Και τον άνθρωπο τον έκανε να ζει και όχι να πεθαίνει. «Από την αρχή, μας λέει ο άγ. Ιωάννης Χρυσόστομος, γι' αυτό έπλασε τον άνθρωπο, όχι για να χάνεται αλλά για να προχωρεί προς την αφθαρσία». Όμως επειδή ο άνθρωπος δεν έχει από μόνος του ζωή αλλά την παίρνει από την πηγή της ζωής, το Θεό, γι' αυτό η αφθαρσία για την οποία πλάστηκε προϋποθέτει τη συνεχή επικοινωνία με την πηγή της ζωής, το Θεό. Η απομάκρυνση του ανθρώπου από το Θεό με την αμαρτία και η διακοπή αυτής της ζωηφόρου επικοινωνίας που έγινε και γίνεται με την συμβουλή του διαβόλου, είχε και έχει αποτέλεσμα την αρρώστια και το θάνατο, όπως η απομάκρυνση από το φως έχει ως αποτέλεσμα το σκοτάδι. Έτσι λοιπόν ο θάνατος είναι έργο του διαβόλου και της θέλησης του ανθρώπου και όχι του Θεού· τον θάνατο δε της ψυχής, που είναι η αμαρτία, και την από αυτή στέρηση της χάριτος του Θεού ακολουθεί ο θάνατος του σώματος.

Δεύτερον. Αν και ο Θεός δεν έκανε τον θάνατο, όμως επιτρέπει το θάνατο του σώματος, από φιλανθρωπία, «ἵνα μὴ τὸ κακὸν ἀθάνατο γένηται», για να μη γίνεται το κακό ασταμάτητα. Δηλαδή να σταματήσει και το κακό της ψυχής, (να σταματήσει ο άνθρωπος να αμαρτάνει) να σταματήσει και το κακό του σώματος, η ταλαιπωρία της σωματικής αρρώστιας. Πραγματικά θα ήταν τρομερό κάποιος που π.χ. πάσχει από αθεράπευτη και με φρικτούς πόνους αρρώστια ή έστω απλώς έχει λιώσει από τα βαθειά γεράματα, θα ήταν τρομερό να ζει χωρίς τελειωμό σε αυτή την κατάσταση και να μη μπορεί αναπαυτεί με το θάνατο.

Τρίτον. Ο πεσμένος πλέον άνθρωπος όχι μόνο δεν μπορούσε να γλυτώσει από την αρρώστια και το θάνατο αλλά και τα μετέδιδε ως κληρονομική ασθένεια στους απογόνους του. Η σωτηρία από τον αμαρτωλό άνθρωπο ήταν αδύνατη. Γι' αυτό ο Θεός, το δεύτερο πρόσωπο της αγίας Τριάδος παίρνει την ανθρώπινη φύση, γίνεται άνθρωπος όχι με το συνηθισμένο τρόπο αλλά εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου, γίνεται ο νέος Αδάμ και πεθαίνει πάνω στο Σταυρό όχι από υποχρέωση, καθότι ήταν αναμάρτητος, αλλά από αγάπη· με τη θεϊκή του δύναμη ανασταίνεται και δίνει έτσι σε όλους τους ανθρώπους τη δυνατότητα της αναστάσεως των σωμάτων η οποία και θα πραγματοποιηθεί κατά τη Δευτέρα του Χριστού μας παρουσία.

Μετά από όλα αυτά ερχόμαστε στα συμπεράσματα· Πρώτον, ο πιστός χριστιανός δεν φοβάται τον σωματικό θάνατο, διότι ο Χριστός τον κατέστησε παροδικό, τον θεωρεί ως ύπνο· και μάλιστα ο άγιος τον επιθυμεί. Γιατί όμως εμείς, οι συνηθισμένοι χριστιανοί φοβόμαστε το θάνατο; «Δεν ζούμε προσεκτικά, απαντά ο άγ. Ιωάννης Χρυσόστομος, και δεν έχομε αγαθή συνείδηση. Αν συνέβαινε αυτό, καθόλου δε θα μας φόβιζε ο θάνατος. Διότι εκείνος που ζει με αρετή σε τίποτε δε θα μπορέσει να τον βλάψει ο θάνατος ούτε να του αφαιρέσει τη χαρά». Και προσθέτει· «θέλεις να σου πω και μια άλλη αιτία που μας κάνει να φοβόμαστε το  θάνατο; Δεν άναψε στην καρδιά μας ο έρωτας προς τον Θεό, ούτε φούντωσε ο πόθος της βασιλείας των ουρανών και των μελλοντικών αγαθών, διότι τότε θα περιφρονούσαμε όλα τα πρόσκαιρα όπως ο μακάριος Παύλος».

Δεύτερο. Ο πραγματικός χριστιανός δε φοβάται το θάνατο φοβάται όμως την αιτία του θανάτου δηλαδή την αμαρτία. Και πάλι ο χρυσορρήμων άγιος μας λέει· «όπως το σώμα νεκρώνεται όταν το αφήσει η ψυχή, έτσι και η ψυχή νεκρώνεται όταν την αφήσει το Άγιο Πνεύμα. Και αυτό γίνεται όταν ο άνθρωπος αμαρτάνει. Ο θάνατος της ψυχής είναι πολύ πιο φοβερός από το θάνατο του σώματος».

Πώς τέλος να αντιμετωπίσουμε το θάνατο των προσφιλών μας προσώπων; Και πάλι οι Πατέρες μας, που ήταν προσγειωμένοι και φιλάνθρωποι, μας δίνουν τη χρυσή τομή. Ούτε κατά τρόπο ευσεβιστικό να μένουμε απαθείς και ασυγκίνητοι, ούτε να κραυγάζουμε και να χτυπιόμαστε, καθ’ όσον κατά τον άγ. Γρηγόριο Θεολόγο το μεν απαθές «ἀπάν­θρωπον», το δε πολυπαθές «ἀφιλό­σοφον». Και ο άγ. Ιωάννης Χρυσόστομος ερωτά και συμβουλεύει· «πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να μη λυπηθεί, θα με ρωτήσετε; Αλλά ούτε εγώ λέγω αυτό. Δεν καταδικάζω την λύπη, την υπερβολική λύπη κατηγορώ. Το να λυπηθείς είναι φυσικό… Λυπήσου, δάκρυσε αλλά μην απελπιστείς, μη δυσανασχετήσεις και μη αγανακτήσεις. Δάκρυσε, όπως ο Κύριος δάκρυσε για το Λάζαρο και μας άφησε με το παράδειγμά του το μέτρο της λύπης και τα όρια του πόνου που δεν πρέπει να ξεπερνάμε. Θα λυπηθούμε λοιπόν, όπως είναι φυσικό, για τον προσωρινό χωρισμό, όχι όμως όπως «οι μη έχοντες ελπίδα», την ελπίδα της αναστάσεως.

 Ο Κύριος με την ανάσταση του υιού της χήρας του σημερινού ευαγγελίου αλλά και άλλες αναστάσεις, όπως του φίλου του Λαζάρου, της κόρης του αρχισυναγώγου Ιαείρου, και προπαντός με τη δική του Ανάσταση, μας έδειξε ότι μπορεί να αναστήσει τον κάθε άνθρωπο και μας διαβεβαίωσε για την κοινή ανάσταση των σωμάτων όλων των ανθρώπων, δικαίων και αδίκων, την δεύτερη λεγομένη ανάσταση, κατά τη Δευτέρα του Παρουσία. Όμως πραγματικά μακάριος, για να θυμηθούμε και  την Αποκάλυψη, «ὁ ἔχων μέρος ἐν τῇ ἀναστάσει τῇ πρώτῃ», αυτός που θα λάβει μέρος, θα υποστεί την πρώτη ανάσταση, την ανάσταση της ψυχής, η οποία πρέπει να γίνει στην παρούσα ζωή, ενόσω έχουμε τα μάτια ανοιχτά σε αυτόν τον κόσμο, με τη χάρη του Θεού και τη δική μας συνέργεια, με τα άγια μυστήρια και τις άγιες αρετές, και την οποία ευχόμαστε σε όλους μας. Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου