ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020

Το συγκρότημα του φριχτού Γολγοθά

Πρωτοπρ. Σπυρίδωνος Ν. Λόντου
Εφημέριος, Έτος 64-Τεύχος 5 ,
Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 2015, σελ. 30-33.

Ο Γολγοθάς είναι ο τόπος που έλαβε χώρα η Σταύρωση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, «ος και δείκνυται εν Αιλία, προς τοις βορείοις του Σιών όρους». Η λέξη Γολγοθάς αποδίδεται στην ελληνική ως «κρανίου τόπος».

Όπως μαρτυρεί ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο τόπος αυτός ήταν «πλησίον της πόλεως», και στο χώρο του υπήρχε κήπος. Σύμφωνα με τον συγγραφέα της προς Εβραίους επιστολής, ο Γολγοθάς βρισκόταν «έξω της πύλης» της πόλης.


Τρεις θεωρίες υπάρχουν σχετικά με την ονομασία του τόπου ως Γολγοθά: Η πρώτη εξάγεται από τη παράδοση ότι εκεί βρισκόταν το κρανίο του Αδάμ. Η δεύτερη παράγεται από την άποψη ότι εκεί ήταν δημόσιος χώρος εκτελέσεων και ήταν γεμάτος από τα κρανία των εκτελεσθέντων, ενώ η τρίτη θεωρία πηγάζει από το γεγονός ότι ο χώρος έμοιαζε με ανθρώπινο κρανίο.

Αν υιοθετήσουμε την περιγραφή του Ευσεβίου, αυτή ταιριάζει με τη σύγχρονη αντίληψη για την έκταση του όρους Σιών. Ένας τοίχος που κτίστηκε κατά τη πρώιμη βυζαντινή περίοδο χώριζε το όρος από την πόλη. Στο τέλος του τρίτου αιώνα, η περιοχή της Σταύρωσης του Κυρίου θα μπορούσε κάλλιστα να περιγραφεί ως η Αιλία, ακριβώς δίπλα από τις βόρειες περιοχές του όρους Σιών.

Το 135, όταν ο Αυτοκράτορας Ανδριανός ίδρυσε την πόλη Αιλία Καπιτωλίνα, ο Γολγοθάς εξαφανίστηκε κάτω από τη μάζα του νέου ναού της Αφροδίτης. Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής αρχαιολογικά και άλλα ευρήματα για τη μορφή της Αιλίας Καπιτωλίνας φαίνεται, ότι οι θέσεις του Γολγοθά και του Τάφου βρίσκονταν βόρεια του μεγαλύτερου ανοικτού και δημόσιου χώρου, της αγοράς ( Forum ) της πόλης, πραγματικά «εν μέση πλατεία», όπως γράφει ο Μελίτων. Ο χώρος αυτός περιβαλλόταν από τέσσερις δρόμους και συνέπιπτε με το σημερινό Μουριστάν που γειτνιάζει με το συγκρότημα του Πανίερου Ναού της Αναστάσεως.

Αργότερα, την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου, έγινε η διαμόρφωση του χώρου στη περιοχή του Γολγοθά (325-335), αναδείχθηκε ο Τάφος και το κτιριακό συγκρότημα του Ναού της Αναστάσεως εγκαινιάστηκε το 335. Τα έργα αυτά φαίνεται ότι κάλυψαν την κοιλότητα - «Σπήλαιο του Αδάμ», το όποιο ήλθε στο φως σχετικά πρόσφατα. Ο Ισπανός αρχαιολόγος F . Diez , εξετάζοντας τα ευρήματα της ανατολικής πλευράς του Γολγοθά, όπου βρίσκεται το αναφερόμενο στις πηγές «Σπήλαιο του Αδάμ», αποφαίνεται ότι η λατρεία της Χριστιανικής Κοινότητας της Ιερουσαλήμ στον χώρο της Σταυρώσεως αρχίζει ήδη από τον 1° αιώνα. Η αναφερθείσα κοιλότητα - σπήλαιο μέσα στην παρειά του βράχου έπρεπε να χρησίμευε αρχικά ως τάφος, όπως και οι άλλες παρόμοιες και διάσπαρτες μέσα στο λατομείο. Ύστερα όμως τη Σταύρωση, μετατράπηκε σε λατρευτικό χώρο - παρεκκλήσιο.

Αν και το θέμα της αυθεντικότητας της θέσης των κορυφαίων προσκυνημάτων της Σταυρώσεως και της Ταφής έχει πλέον αποσαφηνισθεί, η τοπογραφία της εν τούτοις δεν μπορεί να αναπαρασταθεί στην πληρότητά της, παρά ενδεικτικά και σε ορισμένα μόνο σημεία. Τούτο, άλλωστε, είναι αναμενόμενο μετά τις διαδοχικές αλλαγές που υπέστη ο χώρος στην ιστορική του διαδρομή.

Μελετώντας τα αρχαιολογικά δεδομένα, που ήλθαν στο φως χάρη στις ανασκαφές της Kathleen Kenyon στην περιοχή του Μουριστάν κοντά στον Ναό της Αναστάσεως, της Ute Wagner - Lux στην εκκλησία του Λυτρωτή και του φραγκισκανού Ιερέα και αρχαιολόγου Virgilio Corbo στον ίδιο τον Ναό της Αναστάσεως, αποκτούμε μία σφαιρικότερη εικόνα. Τα ανασκαφικά δεδομένα παρουσιάζουν, ανάμεσα σε άλλα ευρήματα, εντυπωσιακά λαξευμένους ή ακατέργαστους ογκώδεις λίθους σε διάφορα σημεία της περιοχής, από τους οποίους φαίνεται καθαρά, ότι σε μία προγενέστερη φάση της υπήρξε λατομείο, χρονολογούμενο στην Εποχή του Σιδήρου, δηλαδή στον 7° αιώνα.

Χωρίς άλλες πληροφορίες για την αρχαιολογία της θέσης εικάζεται ότι το λατομείο εξακολουθούσε να υπάρχει ως τον 1° αιώνα π.X., σύμφωνα με την άποψη του V. Corbo , οπότε μετατράπηκε σε κήπο με καλλιέργειες δημητριακών και οπωροφόρων δένδρων. ’λλες υποθέσεις θεωρούν ότι η περιοχή κατοικήθηκε ως την αιχμαλωσία της Βαβυλώνας και την καταστροφή της Ιερουσαλήμ (586 π.Χ.), στηριζόμενες στα ευρήματα της κεραμικής αυτής της περιόδου. Στον κρίσιμο, πάντως, χρόνο που μας ενδιαφέρει εδώ για την ιστορία των χριστιανικών γεγονότων φαίνεται ότι η περιοχή του Γολγοθά ήταν κήπος και ταυτόχρονα ταφική περιοχή, όπου είχαν λαξευτεί τάφοι, σύμφωνα με την εβραϊκή παράδοση, σε διάφορα σημεία του εγκαταλελειμμένου πλέον λατομείου. Τέσσερις τάφοι τουλάχιστον έχουν εντοπισθεί, χρονολογούμενοι στην εποχή του Χριστού: ο ένας βρίσκεται στη δυτική πλευρά της Ροτόντας και θεωρείται ότι είναι ο τάφος του Ιωσήφ από την Αριμαθαία. Ένας δεύτερος, μεγαλύτερος, ανακαλύφθηκε κάτω από τη σημερινή Ιερά Αυλή, ο οποίος λαξεύτηκε αργότερα και μετατράπηκε σε κινστέρνα (της Αγίας Ελένης) κατά τους χρόνους του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Τέλος, ένας τρίτος είχε εντοπισθεί από τον C . Schlick και τον D . Bahat , κάτω από την εκκλησία των Κοπτών, ΒΑ του Ναού της Αναστάσεως.

Μπορούμε, επομένως, να φαντασθούμε την τοποθεσία του Γολγοθά και του Τάφου ως έναν εκτεταμένο χώρο με εξάρσεις και βυθίσματα στο φυσικό πέτρωμα, διαφόρου σχήματος, βάθους και ύψους, που προέκυψε από την εξόρυξη του λατομημένου λίθινου υλικού. Το μεγαλύτερο διαπιστωμένο βάθος στην περιοχή (στο σημείο εύρεσης του Τιμίου Σταυρού - παρεκκλήσιο της Αγίας Ελένης) είναι 9,52 μ. από το σημερινό δάπεδο του Ναού της Αναστάσεως. Σε μερικά από αυτά τα βυθίσματα-εξάρσεις ή τα «μάγουλα» του φυσικού πετρώματος πρέπει να είχαν λαξευτεί τάφοι που εντοπίσθηκαν με τις αρχαιολογικές έρευνες.

Αυτή η διαμορφωμένη ανώμαλη επιφάνεια του λατομείου, το οποίο έπρεπε να ήταν σε χρήση μέχρι τον 1° αιώνα π.Χ. κατά τον Corbo , δέχθηκε στη συνέχεια, όπως ήδη σημειώθηκε, μία διττή λειτουργία: εκείνη του κήπου και του νεκροταφείου.

Σε αυτό, λοιπόν, το λατομείο - νεκροταφείο - κήπο εντοπίζονται ο Γολγοθάς, όπου θα πραγματοποιηθεί το γεγονός της Σταυρώσεως, και ο υπάρχων τάφος του Ιωσήφ από την Αριμαθαία, στον οποίον θα εναποτεθεί το απόγευμα της Μεγάλης Παρασκευής ο νεκρός του Θεανθρώπου. Τα δύο αυτά κορυφαία χωρικά σημεία του Θείου Πάθους δεν απέχουν περισσότερο από 40 μ. το ένα από το άλλο. Ο Τάφος βρίσκεται χαμηλότερα από το σημείο της Σταυρώσεως κατά 4,50 μ. στη σημερινή τους θέση, όπως και ολόκληρος σχεδόν ο Ναός της Αναστάσεως σήμερα (εκτός από τον ακόμη χαμηλότερο χώρο της εύρεσης του Τιμίου Σταυρού). Αυτό υποδεικνύει επίσης τη μορφή και τη συσχέτιση που πρέπει να είχαν τα δύο αυτά σημεία στον κήπο-νεκροταφείο κατά τη στιγμή του μεγάλου γεγονότος της Σταυρώσεως. Στο επίπεδο του φυσικού πετρώματος και σε μία απ' αυτές τις παρειές πρέπει να πραγματοποιήθηκε η Σταύρωση. Η παρειά αυτή, πιθανώς από τη λάξευση, να είχε αποκτήσει ή να φαινόταν ως μορφή κρανίου (κρανιόμορφη), εξ ου και η περιγραφή των Ευαγγελιστών για τον Γολγοθά ως «κρανίου τόπον». Αυτό το συναντούμε και σε άλλα παρόμοια λαξευμένα σημεία της Παλαιστίνης και άλλων περιοχών.

Ο Γ. Π. Λάββας ως εμπειρογνώμων και επικεφαλής του Τεχνικού Γραφείου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων το 1984 με Διευθυντή τον Δρα Θ. Μητρόπουλο, εκπόνησε έργα-μελέτες με αποτυπώσεις του Γολγοθά, της περιοχής της Αποκαθήλωσης, του Ιερού Ναού της Αναστάσεως, της Ροτόντας και του Ιερού Κουβουκλίου, αποκάλυψε και εξωράισε τον Φρικτό Γολγοθά και το Ιερό Προσκύνημα, και επέβλεψε τις εργασίες στερέωσης - συντήρησης του Ιερού Ναού του Ιακώβου, του Παρεκκλησίου του Αδάμ και της Φυλακής του Χριστού στον Ιερό Ναό της Αναστάσεως.

Επιθυμια της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας σ' ότι αφορά στο έργο ανάδειξης του Ιερού Προσκυνήματος του Φρικτού Γολγοθά (1986-1988) ήταν η θέαση των αγίων λειψάνων με την απομάκρυνση των λίθινων πλακών που χωρίς καλλιτεχνική επιμέλεια τοποθετήθηκαν μετά την πυρκαϊά του 1808 από τον πρωτομάστορα Κάλφα Κομνηνό για την προστασία του Ιερού Βράχου. Η συστηματική αποτύπωση και μελέτη ολόκληρης της περιοχής του Γολγοθά εντόπισε προβλήματα ευστάθειας του όλου βραχώδους σώματος, τα όποια αντιμετωπίστηκαν από την αρμόδια τεχνική υπηρεσία του Πατριαρχείου. Η μελέτη ανάδειξης περιλάμβανε την αντικατάσταση των πλακών από μεταλλικό πλαίσιο με ειδικές κρυστάλλινες επιφάνειες πάχους 33 χιλιοστών. Αφαιρέθηκαν μόνο τα στοιχεία εκείνα -πλάκες και λασποκτησίες- που εμπόδιζαν την ανάδειξη της πεμπτουσίας του λατρευτικού χώρου και δεν θίχθηκε στο ελάχιστο η υπόλοιπη ιστορική και καλλιτεχνική διαμόρφωση του ναού του Γολγοθά. Έτσι στο σεβάσμιο αυτό λατρευτικό περιβάλλον προβάλλει ανάγλυφος, απλός, υποβλητικά φωτισμένος και διακριτικά προστατευμένος ο βράχος του Θείου Πάθους και της Θυσίας, ο ορατός πλέον «Φρικτός Γολγοθάς» της χριστιανικής Υμνολογίας και Πίστης.

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

1. ΛΑΒΒΑΣ Γ.Π., Ο Πανίερος Ναός της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα στο Corpus , τεύχ. 60, 2004,30-47. LAVAS G. The Rock of Calvary: the uncovering of Christ's Crucifixion Site, The Real and Ideal Jerusalem in Jewish, Christian and Islamic Art, 5th International Seminar in Jewish Art 23/24, Jerusalem, 16-21/6/1996, pp. 147-150. WATSON C.M. (1906), Golgotha and the Holy Sepulchre , The Committee of the Palestine Exploration Fund, London. G. LAVAS – TH. MITROPOULOS: Golgothas Jerusalem. Die Aufdeckung der Kewzigungs stelle Christi, Πρακτικά του 12ou Διεθνούς Συνεδρίου Χριστιανικής Αρχ αιολογ ί ας, Bonn 1991. Εκδ . Munster, 1995, τευχ . II,964-8. Ε . JOAN TAYLOR: Golgotha: A reconsideration of the evidence for the sites of Jesus' Crucifixion and Burial, New Testament Studies 44, 1988, 180-203. KATSIMBINIS C. (1977), The Uncovering of the Eastern Side of the Hill of Calvary and its Base. New lay out of the area of the Canons Refectory by the Greek Orthodox Patriarchate, στο Liber Annus 27, 197-208. Bagatti , B. (1978), II Golgota e la Croce: Ricerche storico-archeologiche , ed. Testa , E. ( Studium Biblicum Franciscanum , Collectio Minor), Jerusalem. 2 . ΕΥΣΕΒΙΟΥ , ' Ονομ αστικον, 365. 3 . Ματθ . 27:33, Μαρκ . 15:22, Λουκ . 23:33, Ιωάν . 19:17. 4 . Ιωάν . 19:20. 5 . Ιωάν . 19:41. 6 . Εβρ . 13:12. 7 . WATSON C.M. (1906), Golgotha and the Holy Sepulchre , The Committee of the Palestine Exploration Fund, London, 2-13. 8 . ΛΑΒΒΑΣ Γ.Π., Ο Πανίερος Ναός της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα στο Corpus , τεύχ. 60, Μάιος 2004, 35. 9 . ΛΑΒΒΑΣ Γ.Π., Ο Πανίερος Ναός της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα στο Corpus , τευχ. 60, Μάιος 2004, 40. 10 . STEINER M.L. (2001), Excavations by Kathleen M. Kenyon in Jerusalem, 1961-1967, vol. III, The Settlement in the Bronze and Iron Ages, (Copenhagen International Series 9; London: Sheffield Academic Press. 11 . WAGNER-LUX, UTE, Vorlaufiger Bericht uber die Ausgrabung unter der Erloserkirche im Muristan in der Altstadt von Jerusalem in den Jahren 1970 und 1971. Zeitschrift des Deutschen Palastina-Vereins 88 (1972) 185-201. 12 . CORBO VIRGILIO, (1981), The Holy Sepulchre of Jerusalem. 13 . ΛΑΒΒΑΣ Γ.Π., Ο Πανίερος Ναός της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα στο Corpus , τεύχ. 60, Μάιος 2004, 36. 14 . ΛΑΒΒΑΣ Γ.Π., Ο Πανίερος Ναός της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα στο Corpus , τεύχ. 60, Μάιος 2004, 38. 15 . ΛΑΒΒΑΣ Γ.Π., Ο Πανίερος Ναός της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα στο Corpus , τεύχ. 60, Μάιος 2004, 39.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου