ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Παρασκευή 24 Απριλίου 2015

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΣΤΑΓΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΕΩΡΩΝ (18-4-2010)
ΚΥ­ΡΙ­Α­ΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ
                             

Τήν πε­ρί­ο­δο αὐ­τή, ἀ­πό τό Πά­σχα μέ­χρι τήν Πε­ντη­κο­στή, τά ἀ­πο­στο­λι­κά ἀ­να­γνώ­σμα­τα προ­έρ­χο­νται ἀ­πό τίς Πρά­ξεις τῶν Ἀ­πο­στό­λων. Οἱ Πρά­ξεις εἶ­ναι ἕ­να ἀ­πό τά βι­βλί­α τῆς Και­νῆς Δι­α­θή­κης, τό ὁ­ποῖ­ο μᾶς πλη­ρο­φο­ρεῖ γι­ά τήν ἵ­δρυ­ση τῆς πρώ­της Ἐκ­κλη­σί­ας, τήν ἐ­ξά­πλω­σή της, τίς ἀ­πο­στο­λι­κές πε­ρι­ο­δεῖ­ες, τούς πρώ­τους δι­ω­γμούς, κα­θώς καί γι­ά τήν ζω­ή τῶν πρώ­των Χρι­στι­α­νῶν.

Ὅ­πως εἶ­ναι γνω­στό, οἱ πρῶ­τοι Χρι­στι­α­νοί δι­α­κρί­νο­νταν γι­ά τήν φλο­γε­ρή πί­στη, ἀλ­λά καί γι­ά τήν με­γά­λη ἀ­γά­πη πού εἶ­χαν με­τα­ξύ τους. Ἐν τού­τοις, ὅ­πως ἀ­κού­σα­με στήν ση­με­ρι­νή ἀ­πο­στο­λι­κή Πε­ρι­κο­πή, πα­ρου­σί­α­σαν καί κά­ποι­ες ἀν­θρώ­πι­νες ἀ­δυ­να­μί­ες. Ἄν καί εἶ­χαν ἀ­πο­δε­χθῆ τήν και­νούρ­γι­α πί­στη καί εἶ­χαν ἐ­ντα­χθῆ στό Σῶ­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἐ­ξα­κο­λου­θοῦν νά πε­ρι­βάλ­λο­νται ἀ­πό τήν ἀν­θρώ­πι­νη ἀ­τέ­λει­α καί νά ἐ­πη­ρε­ά­ζο­νται εἴ­τε ἀ­πό τά ἴ­δι­α τους τά πά­θη, εἴ­τε ἀ­πό τίς προ­κλή­σεις τοῦ πο­νη­ροῦ. «Κα­θώς πλή­θαι­ναν οἱ μα­θη­ταί-Χρι­στι­α­νοί, ἄρ­χι­σαν νά πα­ρα­πο­νοῦ­νται οἱ ἑλ­λη­νό­φω­νοι Χρι­στι­α­νοί ἐ­να­ντί­ον τῶν ἑ­βραι­ο­φώ­νων ὅ­τι πα­ρα­με­λοῦ­νταν οἱ χῆ­ρες τους στήν κα­θη­με­ρι­νή δι­α­νο­μή τῶν τρο­φί­μων». Δη­μι­ουρ­γή­θη­καν, λοι­πόν, τά πρῶ­τα πα­ρά­πο­να ὅ­τι πα­ρα­με­λοῦ­σαν τίς χῆ­ρες τῶν ἑλ­λη­νο­φώ­νων. Ἴ­σως ἡ ἀ­νω­μα­λί­α αὐ­τή νά μήν προ­ερ­χό­ταν ἀ­πό κα­κή πρό­θε­ση. Ὑ­πῆρ­χε ἕ­να πλῆ­θος καί μπο­ροῦ­σαν νά γί­νουν καί λά­θη. Δέν φαί­νε­ται, ὅ­μως, ὅ­τι ἡ ἀ­δι­κί­α ἔ­γι­νε σκό­πι­μα. Πά­ντως, ἔ­γι­ναν ἀ­δι­κί­ες καί αὐ­τό εἶ­ναι μι­ά ἀ­τέ­λει­α τῆς πρώ­της χρι­στι­α­νι­κῆς κοι­νό­τη­τας.
Ἀ­πό τήν πλευ­ρά τῶν ἀ­δι­κου­μέ­νων ἀ­κού­γο­νται γογ­γυ­σμοί. Εἶ­ναι κι αὐ­τό μι­ά ἀ­δυ­να­μί­α. Μπο­ρεῖ νά σέ ἀ­δί­κη­σαν καί νά ἔ­χης δί­και­ο. Τό νά ἀρ­χί­ζης, ὅ­μως, ἀ­μέ­σως τά πα­ρά­πο­να καί νά μεμ­ψι­μοι­ρῆς γι­ά τά λί­γα πού δέν ἔ­λα­βες, νά μήν ἀ­να­γνω­ρί­ζης καί νά μήν εὐ­χα­ρι­στῆς γι­ά τά πολ­λά πού ἔ­λα­βες, εἶ­ναι κι αὐ­τό ἀ­δυ­να­μί­α. Ὁ φθό­νος καί ἡ πλε­ο­νε­ξί­α εἶ­ναι πά­θη πού προ­σβάλ­λουν τίς καρ­δι­ές ὅ­λων τῶν ἀν­θρώ­πων, πλου­σί­ων καί πτω­χῶν.
Καί στίς κα­λύ­τε­ρες χρι­στι­α­νι­κές κοι­νω­νί­ες εἶ­ναι δυ­να­τόν νά δη­μι­ουρ­γη­θοῦν πρα­γμα­τι­κές ἀ­φορ­μές γι­ά πα­ρά­πο­να. Μήν εἴ­μα­στε, ὅ­μως, μεμ­ψί­μοι­ροι καί μήν ἐ­πι­κρί­νου­με τά πά­ντα χω­ρίς πνεῦ­μα ἐ­πι­εί­κει­ας. Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α δέν εἶ­ναι κοι­νω­νί­α κα­θα­ρῶν καί τε­λεί­ων, ἀλ­λά ἰ­α­τρεῖ­ο ἀ­δυ­νά­των. Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α δέν ἀ­πο­τε­λεῖ­ται ἀ­πό Ἀγ­γέ­λους, ἀλ­λά ἀ­πό ἀν­θρώ­πους, ἀ­πο­γό­νους τοῦ Ἀ­δάμ, οἱ ὁ­ποῖ­οι δέν εἶ­ναι τέ­λει­οι, ἀλ­λά μέ τήν χά­ρη τοῦ Θε­οῦ ἀ­γω­νί­ζο­νται νά γί­νουν κα­λύ­τε­ροι. Τά πα­ρά­πο­να καί οἱ δυ­σα­ρέ­σκει­ες τῶν Χρι­στι­α­νῶν τῆς πρώ­της Ἱ­ε­ρο­σο­λυ­μι­τι­κῆς κοι­νό­τη­τας, πού ἀ­να­φέ­ρο­νται στήν πε­ρι­κο­πή, ἔρ­χο­νται νά πι­στο­ποι­ή­σουν καί τήν ἀν­θρώ­πι­νη πλευ­ρά τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, κά­τι πού συ­χνά ξε­χνοῦ­με καί γι᾿ αὐ­τό εὔ­κο­λα σκαν­δα­λι­ζό­μα­στε ἀ­πό τίς ἀ­δυ­να­μί­ες πού πα­ρα­τη­ροῦ­νται στόν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κό χῶ­ρο.
Ταυ­τό­χρο­να, ἡ ἑ­νό­τη­τα καί ἡ σύ­μπνοι­α τῶν Ἀ­πο­στό­λων καί τοῦ χρι­στι­α­νι­κοῦ λα­οῦ, ἡ ἀ­ξι­ο­λο­γι­κή ἱ­ε­ράρ­χη­ση τῶν ἐ­πί μέ­ρους στοι­χεί­ων πού συν­θέ­τουν τήν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή ζω­ή (προ­σευ­χή, κή­ρυ­γμα, φι­λαν­θρω­πί­α), ὁ τρό­πος καί ἡ ἐ­πι­λο­γή τῶν με­λῶν πού ἀ­να­δέ­χο­νται τά δι­ά­φο­ρα λει­τουρ­γή­μα­τα καί ἡ κυ­ρί­αρ­χη θέ­ση τῶν Ἀ­πο­στό­λων στή ζω­ή τῆς κοι­νό­τη­τας πι­στο­ποι­οῦν τήν πα­ρου­σί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος στήν Ἐκ­κλη­σί­α, πού τήν ἐ­λευ­θε­ρώ­νει ἀ­πό τίς δυ­σκο­λί­ες. Καί πρά­γμα­τι, οἱ μι­κρές ἀ­νω­μα­λί­ες στήν πρώ­τη Ἐκ­κλη­σί­α γρή­γο­ρα τα­κτο­ποι­ή­θη­καν.
Οἱ Ἀ­πό­στο­λοι ἔ­βλε­παν νά δι­α­τρέ­χουν τόν κίν­δυ­νο νά ἀ­πορ­ρο­φη­θοῦν ἀ­πό τό ἔρ­γο τῆς δι­α­κο­νί­ας τῶν τρα­πε­ζῶν καί ἔ­τσι νά πα­ρα­με­λή­σουν τήν κύ­ρι­α ἀ­πο­στο­λή τους, πού εἶ­ναι τό κή­ρυ­γμα τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου. Οἱ «πλή­ρεις Πνεύ­μα­τος Ἁ­γί­ου» Ἀ­πό­στο­λοι ἐ­νήρ­γη­σαν μέ σο­φί­α, ἀλ­λά καί δι­και­ο­σύ­νη. Δέν ἐ­πι­λύ­ουν μό­νοι τους τό πρό­βλη­μα, ἀλ­λά τό θέ­τουν ὑπ᾿ ὄ­ψιν ὁ­λο­κλή­ρου τοῦ Σώ­μα­τος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί ζη­τοῦν ἐ­νερ­γό συμ­με­το­χή ὅ­λων τῶν πι­στῶν στήν ἀ­ντι­με­τώ­πι­σή του. Καί ἀ­να­θέ­τουν τήν ἐ­πι­λο­γή τῶν ἑ­πτά δι­α­κό­νων στό συ­να­γμέ­νο πλῆ­θος, κρα­τώ­ντας ὡς δι­κή τους ἁρ­μο­δι­ό­τη­τα τήν χει­ρο­το­νί­α. Ὁ σκο­πός τῆς ἐ­κλο­γῆς τῶν ἑ­πτά δι­α­κό­νων εἶ­ναι ἡ δι­α­κο­νί­α τῶν χη­ρῶν καί τῶν πτω­χῶν, ὥ­στε οἱ Ἀ­πό­στο­λοι νά πα­ρα­μέ­νουν ἀ­πε­ρί­σπα­στοι στό ἔρ­γο τοῦ κη­ρύ­γμα­τος. Πρω­ταρ­χι­κή ση­μα­σί­α εἶ­χε ἡ προ­σευ­χή καί ἡ δι­α­κο­νί­α τοῦ λό­γου. Ἀ­ντί­θε­τα, ἡ δι­α­κο­νί­α τῶν τρα­πε­ζῶν ἦ­ταν ἔρ­γο δευ­τε­ρεύ­ου­σας ση­μα­σί­ας. Ἡ προ­σευ­χή καί ἡ δι­α­κο­νί­α τοῦ λό­γου ἀ­πε­τέ­λε­σαν, ἀ­πό τά πρῶ­τα χρό­νι­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, δύ­ο βα­σι­κούς θε­σμούς τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς ζω­ῆς. Μέ τήν δι­α­κο­νί­α τοῦ λό­γου ὁ Θε­ός μι­λοῦ­σε στόν λα­ό Του καί μέ τήν κοι­νή προ­σευ­χή ἡ συ­να­γμέ­νη Ἐκ­κλη­σί­α ἐ­πι­κοι­νω­νοῦ­σε καί ἑ­νω­νό­ταν μέ τόν Κύ­ρι­ό της. Ἔ­τσι, δέν ἄρ­γη­σε νά φα­νῆ ἡ καρ­πο­φο­ρί­α. Μέ τήν ἐ­ξά­πλω­ση τοῦ κη­ρύ­γμα­τος αὐ­ξα­νό­ταν στά Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα καί ὁ ἀ­ρι­θμός τῶν Χρι­στι­α­νῶν.
Ἀ­δελ­φοί μου, ἡ Ἐκ­κλη­σί­α πο­τέ δέν ἀρ­νή­θη­κε τά ἔρ­γα τῆς ἀ­γά­πης καί τῆς φι­λαν­θρω­πί­ας καί πά­ντο­τε σέ και­ρούς ἐ­κτά­κτων ἀ­να­γκῶν δί­νει τό «πα­ρών» καί ἀ­πό ὑ­λι­κή πλευ­ρά. Ὅ­μως, τό κύ­ρι­ο ἔρ­γο της εἶ­ναι νά χορ­τά­ση τήν πνευ­μα­τι­κή πεῖ­να καί δί­ψα τοῦ λα­οῦ καί, χω­ρίς νά ἀρ­νεῖ­ται τήν ὑ­λι­κή προ­σφο­ρά, νά τόν ὁ­δη­γῆ στήν ἀ­λή­θει­α καί στήν σω­τη­ρί­α. Α­ΜΗΝ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου