ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΙΩΤΙΔΟΣ ΚΑΙ ΦΑΝΑΡΙΟΦΕΡΣΑΛΩΝ

Κυριακή Τελώνου καί Φαρισαίου (Λουκ. ιη΄ 10-14)

 24 Φεβρουαρίου 2013

ΟΜΙΛΙΑ ΕΠΙ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ

Ἀπό τά πιό ὄμορφα κομμάτια τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι ἡ παραβολή τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου πού ἀκούσαμε καί πάλι σή­μερα καί μέ τήν ὁποία ἀρχίζει τό Τριώδιο. Τό νόημά της εἶναι ἡ ἀνάγκη γιά ταπεινό φρόνημα. Ἄς τή θυμηθοῦμε.



* * *

Ἡ παραβολή.

Δυό ἄνθρωποι, πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, ἕνας Φαρι­σαῖ­ος κι ἕνας Τελώνης ἀνέβηκαν κάποια μέρα στό Ναό γιά νά προ­σευ­χηθοῦν.

Ὁ Φαρισαῖος ἦταν ἄνθρωπος τῆς θρησκείας.  Ἦταν δάσκαλος τοῦ νόμου. Καί ταυτόχρονα φρουρός ἀκοίμητος γιά τήν τήρησή του. Ὁ Τελώνης ἀντίθετα ἦταν ἄνθρωπος τῆς ἀδικίας, τῆς ἁρπα­γῆς, τῆς ἁμαρτίας.

Ἡ προσευχή τοῦ Φαρισαίου ἦταν ὑποδειγματική. Περιεῖχε ὅσα ἦταν σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τους καί τή ζωή τους. Ἦταν ὅμως καί γεμάτη ὑπεροψία, ὑπερηφάνεια. Ἔλειπε ἀπό αὐτή ἡ ἀ­γάπη καί ἡ ταπείνωση.

Τοῦ Τελώνη, κάθε ἄλλο. Ἀκατάστατη, ἀπρόσεκτη. Ἔβγαινε ἀπό μέσα του σάν ἀκράτητος ἀναστεναγμός. Ἔνοιωθε ὅμως τήν ἁ­μαρτωλότητά του. Δέν τολμᾶ νά κοιτάξει πρός τόν οὐρανό. Μό­νο ἱκετεύει γιά τό θεῖο ἔλεος.

Καί ὁ Θεός τή δέχεται. Καί τόν δικαιώνει! Γιατί αὐτή ἡ τελω­νική προσευχή, πέρασε ἀπό τή συντριβή, τήν ταπείνωση, τήν ἐξαφάνιση τοῦ ἑαυτοῦ του.



* * *

Τά διδάγματά της.

1. Βασικό στοιχεῖο γιά τή σχέση μας μέ τόν Θεό εἶναι ἡ αὐ­τογνωσία. Ἡ σωστή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ὅταν αὐτή ὑπάρχει, τότε ὁ ἄνθρωπος εἶναι προσγειωμένος. Ξέρει τίς ἀδυναμίες καί τίς δυνατότητές του.

Ἀπό τό Φαρισαῖο ἔλειπε. Γι’ αὐτό καί δίνει μιά ψεύτικη εἰ­κόνα τοῦ ἑαυτοῦ του. Ὄχι αὐτό πού ἦταν, ἀλλά αὐτό πού ἔπρεπε νά δείξει. Αὐτό πού ζητοῦσαν οἱ «τύποι», τῆς νοοτροπίας καί δι­δα­σκαλίας τους.

2. Ἔλειπε ὅμως καί ἡ συντριβή καί ἡ μετάνοια πού πάντοτε ζητοῦσε ὁ Θεός. Θεωροῦσε τόν ἑαυτό του, τέλειο, δίκαιο. Ἀδια­νό­ητο ἦταν γι’ αὐτόν τό ταπεινό πνεῦμα.

Ὁ Τελώνης δέν ἔλεγε λόγια, ἀλλά ζοῦσε αὐτή τή συντριβή. Εἶχε τήν ἀπόλυτη συναίσθηση πώς βρισκόταν μακρυά ἀπό τόν Θεό. Καί τώρα μέσα του κάτι οὐσιαστικό εἶχε ἀλλάξει. Μιά ἀλλοί­ωση ἀποφασιστική εἶχε γίνει.

3. Κι ἀκόμα ὁ Τελώνης εἶχε ἀνακαλύψει τήν ταπείνωση. Ἀνέ­βηκε στό Ναό γιά νά προσευχηθεῖ, γιά νά ἀνέβει πρός τόν Θεό. Γι’ αὐτό, ἀδιαφορώντας γιά τούς ἄλλους, γιά τούς γύρω του, ἀφή­νο­ντας κάθε ὗφος, προσευχήθηκε καί πῆρε αὐτό πού ζήτησε ἀπό τόν Θεό.

Ὁ Φαρισαῖος ἀντίθετα ἔμεινε στόν ἐγωϊσμό του. Βλέπει ὅ­λους τούς ἄλλους σάν ἁμαρτωλούς. Τούς καταδικάζει. Καί φυσικά μαζί τους καί τόν ἑαυτό του.



* * *

Συχνά κι ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, ἀπευθυνόμαστε στόν Θεό. Εἶναι ἡ προσευχή μας ταπεινή; Ἐκφράζει τήν πραγματική εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ μας; Ἔχει τό ταπεινό φρόνημα, ἔχει μέσα της λίγη συν­τριβή; Ποιός ἀπό τούς δύο αὐτούς ἀνθρώπους, εἶναι τό πρότυπό μας;

 (Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου