ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΣΤΑΓΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΕΩΡΩΝ (5-2-2012)
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ
Μὲ τὴ σημερινὴ Κυριακή τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου, ἀνοίγει τὶς πύλες της, ἀγαπητοί μου, ἡ κατανυκτικὴ περίοδος τοῦ Τριωδίου καὶ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, τὴν περίοδο αὐτή, μεθοδικὰ καὶ ἱεραρχημένα, μὲ τὴ λατρεία καὶ τὴν ὅλη ζωή Της, ἀπευθύνεται πρὸς τὸν ἄνθρωπο γιὰ ἀλλαγὴ τοῦ τρόπου ζωῆς του καὶ τὴν ἐπάνοδό του στὴν προτέρα ἁγιοπνευματικὴ κατάσταση ποὺ ἦταν, ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμή, ποὺ ἐξῆλθε ἀπὸ τὴ Θεϊκὴ Βούληση.
Μία περίοδος, ὡστόσο, παρεξηγημένη ἀπὸ τοὺς πνευματικὰ ἀδιάφορους χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἐπιδίδονται σὲ διονυσιακὲς διασκεδάσεις καὶ σὲ μία τυπολατρικὴ τήρηση κάποιων «ἐθίμων», ὅπως π.χ. ἡ νηστεία τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας. Γιὰ τοὺς ἐνσυνείδητους ὅμως Χριστιανούς, εἶναι ἕνα δεύτερο Βάπτισμα ἀναγέννησης, ἕνα ταξίδι ἐσωτερικῆς μεταστροφῆς καὶ ἀναζήτησης, μὲ ἔντονο τὸ στοιχεῖο τῆς χαρμολύπης, μία πορεία συνάντησης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, λοιπόν, ὅρισαν ἡ πρώτη Κυριακή του Τριωδίου, νὰ εἶναι ἀφιερωμένη στὴ διδακτικὴ αὐτὴ παραβολὴ τοῦ Κυρίου, τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, ὥστε νὰ παραδειγματιστοῦν οἱ πιστοὶ ἀπὸ τὴν ἑωσφορικὴ καὶ ψυχοκτόνο ὑπεροψία τοῦ φαρισαίου καὶ νὰ μιμηθοῦν τὴ σωτήρια ταπείνωση καὶ μετάνοια τοῦ ἁμαρτωλοῦ τελώνη, ἡ ὁποία εἶναι βασικὴ προϋπόθεση γιὰ τὴν ἀρχὴ τοῦ πνευματικοῦ τους ἀγώνα.
Οἱ δύο τύποι, ὁ φαρισαῖος καὶ ὁ τελώνης, ἡ προσωποποίηση τῆς οἰήσεως καὶ ἡ προσωποποίηση τῆς συντριβῆς, τοποθετοῦνται ὡς προσευχόμενοι στὸ ναό. Ὁ Χριστὸς κάνει ἀνατομία τῶν δύο τύπων κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς! Ἐδῶ καὶ τῶν δύο οἱ προσευχὲς εἶναι αὐθόρμητες. Καὶ οἱ δύο ἀφήνουν νὰ ἀνοίξει ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος καὶ φανερώνουν μπροστὰ στὸν Θεό, ὅ,τι ἔχουν μέσα τους.
Ἡ προσευχὴ τοῦ φαρισαίου εἶναι τυπικὰ μὲν εὐχαριστία, οὐσιαστικὰ δὲ περιαυτολογία καὶ κατάκριση ὅλων των ἀνθρώπων, ἐκτός τοῦ ἑαυτοῦ του. Ὁ ἐγωισμὸς ἀνεβαίνει τὸ ἕνα σκαλοπάτι μετὰ τὸ ἄλλο. Ὁ τελώνης ἀντιθέτως στάθηκε στὸ πίσω μέρος τοῦ ναοῦ καὶ δὲν τολμοῦσε «οὔτε τὰ μάτια του νὰ σηκώσει στὸν οὐρανό. Χτυποῦσε τὸ στῆθος του καὶ ἔλεγε: «Θεέ μου, σπλαχνίσου με τὸν ἁμαρτωλό».
Ὁ φαρισαῖος στὴ προσευχή του δείχνει ὅτι δὲν ἔχει τὴν ἀνάγκη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς χρειάζεται μόνο γιὰ νὰ ἀκούει τοὺς ὕμνους τῆς φαρισαϊκῆς ἀρετῆς. Ἀντίθετα ὁ τελώνης ἐξαρτᾷ τὸν ἑαυτό του καὶ τὰ πάντα ἀπὸ τὸ Θεό, ἔχοντας μάλιστα τὴ συναίσθηση ὅτι καὶ αὐτὸ εἶναι πολὺ γι᾿ αὐτόν. Τὸ κέντρο τοῦ κόσμου γιὰ τὸν φαρισαῖο εἶναι τὸ ἐγώ του. Γύρω ἀπ᾿ αὐτὸ στρέφονται καὶ γι᾿ αὐτὸ ὑπάρχουν ὁ Θεὸς καὶ ὁ κόσμος. Γιὰ τὸν τελώνη τὸ κέντρο εἶναι ὁ Θεός. Ὁ ἑαυτὸς του τοποθετεῖται στὰ πλέον εὐτελῆ πράγματα γιὰ τὸν Θεό.
Ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος γνώριζε πολὺ καλά τα βάθη τῆς ὑπάρξεως τελωνῶν καὶ φαρισαίων, μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ζωγράφισε τὸν καθένα. Ζύγισε τὸν γεμάτο συντριβὴ τελώνη καὶ τὸν ὑπερήφανο φαρισαῖο καὶ ἔβγαλε τὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ τελωνικὴ κακοήθεια δὲν κατόρθωσε νὰ διαφθείρει ὁλοκληρωτικά τό εὐγενικὸ στοιχεῖο τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως, ἡ φαρισαϊκή, ὅμως, ὑπερηφάνεια διάβρωσε τὰ πάντα.
Οἱ δύο αὐτοὶ ἀνθρώπινοι τύποι ἀπαντῶνται τόσο στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὅσο καὶ τοῦ κόσμου. Ὑπάρχουν ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι διαρκῶς βρίσκονται στραμμένοι στὴ λογική τῆς σύγκρισης τοῦ ἑαυτοῦ τους τόσο μὲ τὸν κόσμο, ὅσο καὶ μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται νὰ τηρήσουν τὰ ὅσα ὁ Θεὸς ζητᾷ, ὄχι ὅμως ἀπὸ ἀγάπη πρὸς Ἐκεῖνον, ἀλλὰ ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό τους. Στόχος τους ἡ δικαίωσή τους. Γνώμονάς τους ἡ κατάκριση τῶν ἄλλων.
Ἀντίθετα, τὸν τύπο τοῦ τελώνη τὸν συναντοῦμε μακριὰ ἀπὸ τοὺς προβολεῖς τῆς δημοσιότητας, στὰ πρόσωπα ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι χωρὶς νὰ κάνουν θόρυβο γιὰ τὸν ἑαυτό τους, βλέπουν ἐντός τους πολὺ περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι ἐκτός τους. Διαισθάνονται ὅτι σὲ σύγκριση μὲ τὸν τέλειο Θεό, ὅ,τι κι ἂν κάνουν εἶναι ἀτελεῖς.
Μέσα ἀπὸ τὴ σημερινὴ παραβολὴ ὁ Χριστὸς θέλει νὰ μᾶς διδάξει τὴ σημασία τῆς ταπείνωσης γιὰ τὴ ζωή μας. Ζοῦμε σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ ὅλο καὶ πιὸ συχνὰ οἱ κοινωνίες μας χαρακτηρίζονται ὡς ἀπάνθρωπες καὶ οἱ σχέσεις μεταξύ των ἀνθρώπων ὡς ψυχρές, ἀνούσιες, ἀνιαρές. Ὅσο στὶς καρδιὲς μας πρυτανεύει ὁ ἐγωισμός, οἱ σχέσεις μας καὶ ἡ ζωή μας θὰ γίνονται ὅλο καὶ πιὸ ἀπάνθρωπες. Ἀντίθετα ἡ ταπείνωση, ὡς ἔκφραση ἀγάπης, γιατί αὐτὸ εἶναι στὴν πραγματικότητα, ἔχει τὴ δύναμη νὰ ζεστάνει καὶ νὰ μαλακώσει τὶς καρδιές μας, νὰ μᾶς φέρει πιὸ κοντὰ τόσο μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, ὅσο καὶ στὴν προσωπική μας λύτρωση.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ
Μὲ τὴ σημερινὴ Κυριακή τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου, ἀνοίγει τὶς πύλες της, ἀγαπητοί μου, ἡ κατανυκτικὴ περίοδος τοῦ Τριωδίου καὶ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, τὴν περίοδο αὐτή, μεθοδικὰ καὶ ἱεραρχημένα, μὲ τὴ λατρεία καὶ τὴν ὅλη ζωή Της, ἀπευθύνεται πρὸς τὸν ἄνθρωπο γιὰ ἀλλαγὴ τοῦ τρόπου ζωῆς του καὶ τὴν ἐπάνοδό του στὴν προτέρα ἁγιοπνευματικὴ κατάσταση ποὺ ἦταν, ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμή, ποὺ ἐξῆλθε ἀπὸ τὴ Θεϊκὴ Βούληση.
Μία περίοδος, ὡστόσο, παρεξηγημένη ἀπὸ τοὺς πνευματικὰ ἀδιάφορους χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἐπιδίδονται σὲ διονυσιακὲς διασκεδάσεις καὶ σὲ μία τυπολατρικὴ τήρηση κάποιων «ἐθίμων», ὅπως π.χ. ἡ νηστεία τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας. Γιὰ τοὺς ἐνσυνείδητους ὅμως Χριστιανούς, εἶναι ἕνα δεύτερο Βάπτισμα ἀναγέννησης, ἕνα ταξίδι ἐσωτερικῆς μεταστροφῆς καὶ ἀναζήτησης, μὲ ἔντονο τὸ στοιχεῖο τῆς χαρμολύπης, μία πορεία συνάντησης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, λοιπόν, ὅρισαν ἡ πρώτη Κυριακή του Τριωδίου, νὰ εἶναι ἀφιερωμένη στὴ διδακτικὴ αὐτὴ παραβολὴ τοῦ Κυρίου, τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, ὥστε νὰ παραδειγματιστοῦν οἱ πιστοὶ ἀπὸ τὴν ἑωσφορικὴ καὶ ψυχοκτόνο ὑπεροψία τοῦ φαρισαίου καὶ νὰ μιμηθοῦν τὴ σωτήρια ταπείνωση καὶ μετάνοια τοῦ ἁμαρτωλοῦ τελώνη, ἡ ὁποία εἶναι βασικὴ προϋπόθεση γιὰ τὴν ἀρχὴ τοῦ πνευματικοῦ τους ἀγώνα.
Οἱ δύο τύποι, ὁ φαρισαῖος καὶ ὁ τελώνης, ἡ προσωποποίηση τῆς οἰήσεως καὶ ἡ προσωποποίηση τῆς συντριβῆς, τοποθετοῦνται ὡς προσευχόμενοι στὸ ναό. Ὁ Χριστὸς κάνει ἀνατομία τῶν δύο τύπων κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς! Ἐδῶ καὶ τῶν δύο οἱ προσευχὲς εἶναι αὐθόρμητες. Καὶ οἱ δύο ἀφήνουν νὰ ἀνοίξει ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος καὶ φανερώνουν μπροστὰ στὸν Θεό, ὅ,τι ἔχουν μέσα τους.
Ἡ προσευχὴ τοῦ φαρισαίου εἶναι τυπικὰ μὲν εὐχαριστία, οὐσιαστικὰ δὲ περιαυτολογία καὶ κατάκριση ὅλων των ἀνθρώπων, ἐκτός τοῦ ἑαυτοῦ του. Ὁ ἐγωισμὸς ἀνεβαίνει τὸ ἕνα σκαλοπάτι μετὰ τὸ ἄλλο. Ὁ τελώνης ἀντιθέτως στάθηκε στὸ πίσω μέρος τοῦ ναοῦ καὶ δὲν τολμοῦσε «οὔτε τὰ μάτια του νὰ σηκώσει στὸν οὐρανό. Χτυποῦσε τὸ στῆθος του καὶ ἔλεγε: «Θεέ μου, σπλαχνίσου με τὸν ἁμαρτωλό».
Ὁ φαρισαῖος στὴ προσευχή του δείχνει ὅτι δὲν ἔχει τὴν ἀνάγκη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς χρειάζεται μόνο γιὰ νὰ ἀκούει τοὺς ὕμνους τῆς φαρισαϊκῆς ἀρετῆς. Ἀντίθετα ὁ τελώνης ἐξαρτᾷ τὸν ἑαυτό του καὶ τὰ πάντα ἀπὸ τὸ Θεό, ἔχοντας μάλιστα τὴ συναίσθηση ὅτι καὶ αὐτὸ εἶναι πολὺ γι᾿ αὐτόν. Τὸ κέντρο τοῦ κόσμου γιὰ τὸν φαρισαῖο εἶναι τὸ ἐγώ του. Γύρω ἀπ᾿ αὐτὸ στρέφονται καὶ γι᾿ αὐτὸ ὑπάρχουν ὁ Θεὸς καὶ ὁ κόσμος. Γιὰ τὸν τελώνη τὸ κέντρο εἶναι ὁ Θεός. Ὁ ἑαυτὸς του τοποθετεῖται στὰ πλέον εὐτελῆ πράγματα γιὰ τὸν Θεό.
Ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος γνώριζε πολὺ καλά τα βάθη τῆς ὑπάρξεως τελωνῶν καὶ φαρισαίων, μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ζωγράφισε τὸν καθένα. Ζύγισε τὸν γεμάτο συντριβὴ τελώνη καὶ τὸν ὑπερήφανο φαρισαῖο καὶ ἔβγαλε τὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ τελωνικὴ κακοήθεια δὲν κατόρθωσε νὰ διαφθείρει ὁλοκληρωτικά τό εὐγενικὸ στοιχεῖο τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως, ἡ φαρισαϊκή, ὅμως, ὑπερηφάνεια διάβρωσε τὰ πάντα.
Οἱ δύο αὐτοὶ ἀνθρώπινοι τύποι ἀπαντῶνται τόσο στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὅσο καὶ τοῦ κόσμου. Ὑπάρχουν ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι διαρκῶς βρίσκονται στραμμένοι στὴ λογική τῆς σύγκρισης τοῦ ἑαυτοῦ τους τόσο μὲ τὸν κόσμο, ὅσο καὶ μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται νὰ τηρήσουν τὰ ὅσα ὁ Θεὸς ζητᾷ, ὄχι ὅμως ἀπὸ ἀγάπη πρὸς Ἐκεῖνον, ἀλλὰ ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό τους. Στόχος τους ἡ δικαίωσή τους. Γνώμονάς τους ἡ κατάκριση τῶν ἄλλων.
Ἀντίθετα, τὸν τύπο τοῦ τελώνη τὸν συναντοῦμε μακριὰ ἀπὸ τοὺς προβολεῖς τῆς δημοσιότητας, στὰ πρόσωπα ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι χωρὶς νὰ κάνουν θόρυβο γιὰ τὸν ἑαυτό τους, βλέπουν ἐντός τους πολὺ περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι ἐκτός τους. Διαισθάνονται ὅτι σὲ σύγκριση μὲ τὸν τέλειο Θεό, ὅ,τι κι ἂν κάνουν εἶναι ἀτελεῖς.
Μέσα ἀπὸ τὴ σημερινὴ παραβολὴ ὁ Χριστὸς θέλει νὰ μᾶς διδάξει τὴ σημασία τῆς ταπείνωσης γιὰ τὴ ζωή μας. Ζοῦμε σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ ὅλο καὶ πιὸ συχνὰ οἱ κοινωνίες μας χαρακτηρίζονται ὡς ἀπάνθρωπες καὶ οἱ σχέσεις μεταξύ των ἀνθρώπων ὡς ψυχρές, ἀνούσιες, ἀνιαρές. Ὅσο στὶς καρδιὲς μας πρυτανεύει ὁ ἐγωισμός, οἱ σχέσεις μας καὶ ἡ ζωή μας θὰ γίνονται ὅλο καὶ πιὸ ἀπάνθρωπες. Ἀντίθετα ἡ ταπείνωση, ὡς ἔκφραση ἀγάπης, γιατί αὐτὸ εἶναι στὴν πραγματικότητα, ἔχει τὴ δύναμη νὰ ζεστάνει καὶ νὰ μαλακώσει τὶς καρδιές μας, νὰ μᾶς φέρει πιὸ κοντὰ τόσο μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, ὅσο καὶ στὴν προσωπική μας λύτρωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου