ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

  ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΣΤΑΓΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΕΩΡΩΝ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ 

16 Φεβρουαρίου 1997

«Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ»

Δύ­ο ἄν­θρω­ποι, λέ­γει ἡ πα­ρα­βο­λή, ἀ­γα­πη­τοί μου Χρι­στι­α­νοί, πῆ­γαν στό Να­ό τοῦ Σο­λο­μῶ­ντος γι­ά νά προ­σευ­χη­θοῦν· ὁ ἕ­νας Φα­ρι­σαῖ­ος καί ὁ ἄλ­λος Τε­λώ­νης.

Δύ­ο ἄν­θρω­ποι μέ δι­α­φο­ρε­τι­κή κοι­νω­νι­κή, θρη­σκευ­τι­κή καί ἠ­θι­κή προ­έ­λευ­ση καί κα­τά­στα­ση ζω­ῆς βα­δί­ζουν τόν ἴ­δι­ο δρό­μο, πρός τόν ἴ­δι­ο σκο­πό.

Ὁ σκο­πός τους εἶ­ναι νά προ­σευ­χη­θοῦν στό Θε­ό. Τό πε­ρι­ε­χό­με­νο ὅ­μως καί ἡ ποι­ό­τη­τα τῆς προ­σευ­χῆς τους φα­νε­ρώ­νει καί τίς ψυ­χι­κές τους δι­α­θέ­σεις καί τίς σο­βα­ρές τους ἀ­ντι­θέ­σεις, σέ ση­μεῖ­ο πού ἡ προ­σευ­χή τοῦ Φα­ρι­σαί­ου νά κα­τα­λή­γει στήν ἀ­πο­τυ­χί­α.

Ὁ Φα­ρι­σαῖ­ος, πού ἀ­νή­κει στήν ὁ­μώ­νυ­μη θρη­σκευ­τι­κή ἰ­ου­δα­ϊ­κή αἵ­ρε­ση, εἶ­ναι γνω­στός ὡς θρη­σκευ­ό­με­νος ἄν­θρω­πος, εἶ­ναι με­λε­τη­τής τοῦ θεί­ου Νό­μου καί ἀ­κρι­βής τη­ρη­τής τῶν πα­ρα­δό­σε­ων τῶν Ραβ­βί­νων. Κα­τά τήν ὥ­ρα τῆς προ­σευ­χῆς του εὐ­χα­ρι­στεῖ τόν Θε­ό γι­ά τόν ἑ­αυ­τό του καί αὐ­το­ε­παι­νεῖ­ται γι­ά τίς κα­λές πρά­ξεις, τίς σύμ­φω­νες μέ τόν Μω­σα­ϊ­κό Νό­μο, λές καί ὁ Θε­ός δέν εἶ­ναι πα­ντο­γνώ­στης καί δέν γνω­ρί­ζει τό τί κά­νει ὁ κα­θέ­νας μας.

Ἡ προ­σευ­χή τοῦ Φα­ρι­σαί­ου γί­νε­ται ἔ­τσι ὑ­πε­ρή­φα­νη καί ἐ­πι­δει­κτι­κή, χω­ρίς πό­νο με­τα­νοί­ας γι­ά τά σφάλ­μα­τά του καί συ­ντρι­βή καρ­δί­ας γι­ά τίς ἀ­δυ­να­μί­ες του.

Ἐ­κεῖ­νο δέ τέ­λος πού ἀ­που­σι­ά­ζει ἀ­πό τήν καρ­δι­ά του κα­τά τήν προ­σευ­χή εἶ­ναι ἡ ἀ­γά­πη γι­ά τούς ἄλ­λους ἀν­θρώ­πους. Οἱ ἄλ­λοι ὑ­πάρ­χουν μό­νον γι­ά νά συ­γκρί­νει τόν ἑ­αυ­τό του, ὅ­τι αὐ­τός δέν εἶ­ναι ὅ­πως ἐ­κεῖ­νοι, πού εἶ­ναι κλέ­φτες καί ἀ­νή­θι­κοι ἤ ὅ­πως ὁ Τε­λώ­νης.

Ἀ­πό τήν προ­σευ­χή, τέ­λος, τοῦ Φα­ρι­σαί­ου στήν οὐ­σί­α, πρέ­πει νά ποῦ­με, ἀ­που­σι­ά­ζει καί ὁ Θε­ός.

Ὁ Φα­ρι­σαῖ­ος δέν αἰ­σθά­νε­ται τήν ἀ­νά­γκη νά ζη­τή­σει τό ἔ­λε­ος τοῦ Θε­οῦ γι­ά τίς ἁ­μαρ­τί­ες του καί τήν βο­ή­θει­α τοῦ Θε­οῦ γι­ά τίς θλί­ψεις καί τίς δυ­σκο­λί­ες πού ἀ­ντι­με­τω­πί­ζει στόν πνευ­μα­τι­κό του ἀ­γῶ­να· μό­νος του εἶ­ναι αὐ­τάρ­κης. Οὔ­τε κά­ποι­α δο­ξο­λο­γί­α ἀ­κού­γε­ται ἀ­πό τό στό­μα του γι­ά τό με­γα­λεῖ­ο τοῦ Θε­οῦ.

Ἡ προ­σευ­χή τοῦ Φα­ρι­σαί­ου δέν ἔ­φθα­σε στόν οὐ­ρα­νό, γι­α­τί ἦ­ταν ὑ­πε­ρή­φα­νη καί δέν ἔ­γι­νε δε­κτή ἀ­πό τόν Θε­ό, γι­α­τί ἦ­ταν ἄ­σπλαγ­χνη καί σκλη­ρό­καρ­δη γι­ά τούς συ­ναν­θρώ­πους του.

Πό­σες φο­ρές, Χρι­στι­α­νοί μου, ἡ καύ­χη­ση καί ἡ πε­ρι­αυ­το­λο­γί­α τῶν ἄλ­λων δέν γί­νε­ται σέ μᾶς ἀ­πο­κρου­στι­κή καί ἀ­η­δι­α­στι­κή; Ἐ­άν ἔ­τσι ἐ­μεῖς αἰ­σθα­νό­μα­στε τούς ὑ­πε­ρή­φα­νους καί ἐ­πι­δει­ξι­ο­μα­νεῖς, σκε­φθεῖ­τε πό­σο τοῦ­το γί­νε­ται ἀ­παί­σι­ο στά μά­τι­α τοῦ Θε­οῦ. Δί­και­α ὁ Προ­φή­της τῆς Πα­λαι­ᾶς Δι­α­θή­κης προ­φη­τεύ­ει: «Ὁ Θε­ός ἀ­πο­στρέ­φε­ται κά­θε ὑ­πε­ρή­φα­νο καί με­γα­λό­στο­μο».

Εὐ­τυ­χῶς ὅ­μως ὑ­πάρ­χει, Χρι­στι­α­νοί μου, καί ἡ ἄλ­λη εἰ­κό­να, τοῦ Τε­λώ­νη, πού μᾶς δί­νει πα­ρη­γο­ρι­ά καί ἐλ­πί­δα.

Ὁ Τε­λώ­νης ἔ­χει συ­ναί­σθη­ση τῆς ἐ­νο­χῆς του καί γι­ά τό λό­γο αὐ­τό στέ­κε­ται πα­ρά­με­ρα καί μα­κρι­ά ἀ­πό τά βλέμ­μα­τα τῶν ἀν­θρώ­πων καί δέν τολ­μᾶ οὔ­τε τά μά­τι­α του νά ση­κώ­σει πρός τόν οὐ­ρα­νό. Λυ­πεῖ­ται καί θλί­βε­ται γι­ά τίς ἀ­δι­κί­ες πού ἔ­χει κά­νει, ἀλ­λά ἐλ­πί­ζει στό ἔ­λε­ος τοῦ Θε­οῦ. Ζη­τά­ει συγ­γνώ­μην, γε­μᾶ­τος συ­ντρι­βή καρ­δι­ᾶς καί ἡ προ­σευ­χή του, σύ­ντο­μη καί κα­τα­νυ­κτι­κή, τόν κά­νει νά γί­νε­ται τα­πει­νός. «Ὁ Θε­ός, ἰ­λά­σθη­τί μοι τῷ ἁ­μαρ­τω­λῷ» λέ­γει. Κτυ­πᾶ, συγ­χρό­νως, τό στῆ­θος του, ὅ­που εὑ­ρί­σκε­ται ἡ ἔ­νο­χη καρ­δι­ά του καί ἡ συ­νεί­δη­ση πού τόν ἐ­λέγ­χει.

Προ­σευ­χή σε­μνή· ἁρ­μο­νί­α σώ­μα­τος καί ψυ­χῆς, πού φαί­νε­ται μέ τή στά­ση τοῦ σώ­μα­τος καί ἐκ­φρά­ζε­ται μέ τά λό­γι­α. Ὅ­λη ἡ ὕ­παρ­ξη προ­σεύ­χε­ται, σάν ὁ ἄν­θρω­πος ξυ­πνή­σει καί ἀρ­χί­ζει νά βλέ­πει τό πό­σο ἔ­χει ἀ­πο­ξε­νω­θεῖ ἀ­πό τόν Θε­ό, ἐξ αἰ­τί­ας τῆς ἁ­μαρ­τί­ας.

Τέ­λος, ὁ Τε­λώ­νης δέν ἀ­σχο­λεῖ­ται μέ τούς ἄλ­λους. Κα­νέ­να δέν κα­κο­λο­γεῖ καί σέ κα­νέ­να δέν ἐ­πιρ­ρί­πτει εὐ­θύ­νες γι­ά τήν κα­τά­στα­σή του. Παίρ­νει ἐ­πά­νω του ὅ­λη τήν εὐ­θύ­νη γι­ά τό ἁ­μαρ­τω­λό κα­τά­ντη­μά του καί ζη­τεῖ μό­νο τό ἔ­λε­ος τοῦ Θε­οῦ.

Πά­νω σ᾿ αὐ­τό τό πνεῦ­μα τῆς τε­λω­νι­κῆς προ­σευ­χῆς στη­ρί­ζε­ται καί ἡ προ­σευ­χή τοῦ Ἁ­γί­ου Ἐ­φραίμ τοῦ Σύ­ρου: «Ναί, Κύ­ρι­ε Βα­σι­λεῦ, δώ­ρη­σαί μοι τοῦ ὁ­ρᾶν τὰ ἐ­μὰ πταί­σμα­τα καὶ μὴ κα­τα­κρί­νειν τὸν ἀ­δελ­φόν μου».

Μι­ά τέ­τοι­α προ­σευ­χή ἔ­χει τίς προ­ϋ­πο­θέ­σεις νά γί­νει δε­κτή ἀ­πό τόν Θε­ό καί νά ἑλ­κύ­σει τό ἔ­λε­ος καί τήν εὐ­λο­γί­α Του. Α­ΜΗΝ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου