ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ (26-2-2012)

Ἡ Κυ­ρι­α­κὴ τῆς Τυ­ρι­νῆς, ἀ­γα­πη­τοί μου, εἶ­ναι τὸ προ­α­νά­κρου­σμα τῆς εὐ­λο­γη­μέ­νης πε­ρι­ό­δου τῆς Μ. Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς ποὺ ἐ­ντο­νό­τε­ρα ἀ­πὸ κά­θε ἄλ­λη στι­γμὴ ὁ χρι­στι­α­νὸς κα­λεῖ­ται νὰ ζεῖ ὡς μέ­το­χος τοῦ Σταυ­ροῦ καὶ τῆς Ἀ­να­στά­σε­ως τοῦ Χρι­στοῦ μας. Αὐ­τὴ τὴν εὐ­λο­γη­μέ­νη πε­ρί­ο­δο, γυ­ρεύ­ει ἡ Ἐκ­κλη­σί­α ἀ­πὸ τὰ παι­δι­ά της νὰ ζή­σουν τὴν χαρ­μο­λύ­πη καὶ τὸ χα­ρο­ποι­ὸ πέν­θος της, νὰ γί­νουν φι­λό­θε­οι ἢ νὰ πα­ρα­μεί­νουν φι­λό­ϋ­λοι, νὰ κα­τα­θέ­σουν τὸν θη­σαυ­ρό τους στὸν δρό­μο Του ἤ στὴν σα­πί­λα τοῦ κό­σμου. Μᾶς κα­λεῖ νὰ ρι­χτοῦ­με στὸν πνευ­μα­τι­κὸ ἀ­γώ­να γι­ὰ τὴν λα­μπρό­τε­ρη νί­κη, γι­ὰ τὴν πρα­γμα­το­ποί­η­ση τοῦ ὑ­ψη­λό­τε­ρου ἔρ­γου ἐ­πά­νω στὴ γῆ, τὴν ἠ­θι­κὴ τε­λει­ο­ποί­η­ση, τὸν ἐ­ξα­γι­α­σμὸ καὶ τὴν σω­τη­ρί­α μας, ὑ­πεν­θυ­μί­ζο­ντάς μας τὴν με­γά­λη ἀ­ρε­τὴ τῆς συγ­γνώ­μης, τῆς συγ­χω­ρή­σε­ως.

Ὅ­πως, ἐ­ὰν θέ­λου­με νὰ τα­ξι­δέ­ψου­με μὲ ὁ­ποι­ο­δή­πο­τε με­τα­φο­ρι­κὸ μέ­σο, πρέ­πει νὰ εἴ­μα­στε ἐ­φο­δι­α­σμέ­νοι μὲ τὸ ἀ­νά­λο­γο εἰ­σι­τή­ρι­ο, ἔ­τσι καὶ ὅ­ταν θέ­λου­με νὰ τα­ξι­δέ­ψου­με, ἀ­πὸ τὴν γῆ στὸν οὐ­ρα­νὸ καὶ νὰ κα­τα­κτή­σου­με τοὺς θη­σαυ­ροὺς τῆς αἰ­ω­νι­ό­τη­τας, χρει­α­ζό­μα­στε ἐ­πί­σης εἰ­σι­τή­ρι­ο. Γι᾿ αὐ­τὸ τὸ εἰ­σι­τή­ρι­ο μᾶς μί­λη­σε ὁ Ἰ­η­σοῦς Χρι­στὸς στὸ ση­με­ρι­νὸ Εὐ­αγ­γέ­λι­ο. «Ἐ­ὰν ἀ­φῆ­τε τοῖς ἀν­θρώ­ποις τὰ πα­ρα­πτώ­μα­τα αὐ­τῶν, ἀ­φή­σει καὶ ὁ πα­τὴρ ὑ­μῶν ὁ οὐ­ρά­νι­ος τα πα­ρα­πτώ­μα­τα ὑ­μῶν».  Ἂν θέ­λε­τε νὰ ἔρ­θε­τε μα­ζί μου, ἂν θέ­λε­τε νὰ τα­ξι­δέ­ψε­τε στὸν οὐ­ρα­νό, πρέ­πει νὰ συγ­χω­ρεῖ­τε ὅ­λους τοὺς ἀν­θρώ­πους ποὺ σᾶς ἔ­βλα­ψαν, ποὺ σᾶς ἔ­κα­ναν κά­ποι­ο κα­κό. Χω­ρὶς τὴν συγ­χω­τη­τι­κό­τη­τα δὲν μπο­ροῦ­με νὰ κά­νου­με οὔ­τε βῆ­μα.

Μᾶς προ­τρέ­πει λοι­πὸν καὶ ἡ Ἐκ­κλη­σί­α, πρὶν ἀρ­χί­σου­με τὸν ἀ­γώ­να, πρὶν προ­σέλ­θου­με στὰ μυ­στή­ρι­α, πρὶν γευ­θοῦ­με τὴ χα­ρὰ τῆς Ἀ­να­στά­σε­ως, πρὶν κά­νου­με ὁ­ποι­ο­δή­πο­τε ἄλ­λο βῆ­μα, νὰ ἀ­νοί­ξου­με τὴν καρ­δι­ά μας καὶ νὰ βά­λου­με μέ­σα τοὺς ἀ­δελ­φούς μας. Νὰ ξε­χά­σου­με αὐ­τὰ ποὺ μᾶς ἔ­χουν κά­νει, νὰ ἀ­φή­σου­με κά­θε πι­κρί­α, νὰ σβή­σου­με κά­θε ἀρ­νη­τι­κὸ ἀ­πό­η­χο ἀ­πὸ τὴν καρ­δι­ά μας. Τὸ πρῶ­το βῆ­μα, συ­νε­πῶς, καὶ ἡ πρώ­τη ἀ­ρε­τὴ εἶ­ναι αὐ­τὴ ποὺ ὅ­λοι ξέ­ρου­με πό­σο εὔ­κο­λη εἶ­ναι στὸν ὁ­ρι­σμό της καὶ πό­σο δύ­σκο­λη στὴ πρα­κτι­κή της· εἶ­ναι ἡ ἀ­ρε­τὴ τῆς συγ­χω­ρή­σε­ως. Πρέ­πει νὰ ἁ­γι­ά­σου­με τὸν χῶ­ρο. Καὶ γι­ὰ νὰ γί­νει αὐ­τό, πρέ­πει νὰ ἁ­γι­ά­σου­με τὸν δι­κό μας καρ­δι­α­κὸ χῶ­ρο, τὸν χῶ­ρο τῆς ἀν­θρώ­πι­νης ὑ­πο­στά­σε­ώς μας· αὐ­τόν, ποὺ ἐ­νῷ εἶ­ναι προ­ο­ρι­σμέ­νος νὰ λει­τουρ­γεῖ ὡς χῶ­ρος τοῦ προ­σώ­που μας, στὸν ὁ­ποῖ­ον νὰ ἐκ­φρά­ζε­ται καὶ νὰ ἀ­να­παύ­ε­ται ὁ Θε­ός, συ­νή­θως πα­ρου­σι­ά­ζε­ται ὡς χῶ­ρος τοῦ ἐ­γώ μας, ὁ ὁ­ποῖ­ος κυ­ρι­αρ­χεῖ­ται ἀ­πὸ τὰ πά­θη τῆς φι­λαυ­τί­ας μας. Τὸ πρῶ­το βῆ­μα γι­ὰ νὰ ἁ­γι­α­σθεῖ ὁ χῶ­ρος τῆς ψυ­χῆς μας εἶ­ναι νὰ δε­χθοῦ­με τοὺς ἄλ­λους μέ­σα μας.

Ἀ­γα­πη­τοί μου, πολ­λοὶ ἄν­θρω­ποι καυ­χῶ­νται γι­ὰ τὴν δύ­να­μη ποὺ ἔ­χουν. Τὰ κρά­τη καυ­χῶ­νται γι­ὰ τὴν δύ­να­μη τῶν ὅ­πλων, ποὺ δι­α­θέ­τουν. Ἡ με­γα­λύ­τε­ρη δι­κή μας δύ­να­μη εἶ­ναι τὸ νὰ ζη­τοῦ­με συγ­γνώ­μη, ἀλ­λὰ καὶ νὰ συγ­χω­ροῦ­με. Αὐ­τὸ εἶ­ναι τὸ ἀ­σφα­λὲς εἰ­σι­τή­ρι­ο γι­ὰ τὸν οὐ­ρα­νό. Ὁ κό­σμος σή­με­ρα γι­ὰ νὰ ζή­σει ἔ­χει ἀ­νά­γκη ἀ­πὸ τὴν με­γα­λο­σύ­νη τῆς συγ­γνώ­μης, ποὺ σβή­νει φω­τι­ές, ποὺ κα­τα­λα­γι­ά­ζει τὰ πά­θη, ποὺ φυ­γα­δεύ­ει τὶς ἔ­ρι­δες, ποὺ στή­νει γέ­φυ­ρες, ποὺ γι­α­τρεύ­ει σω­θη­κὰ καὶ πλη­γές, ποὺ ἀ­φή­νει στὰ χέ­ρι­α τοῦ Θε­οῦ τὴν κρί­ση γι­ὰ τὸν ἄλ­λο. Συ­νι­στᾷ ὄ­ντως πρά­ξη βα­σι­λι­κή τὸ νὰ συγ­χω­ροῦ­με. Γι­α­τί ὁ Θε­ὸς εἶ­ναι πά­ντο­τε ἐ­κεῖ­νος ποὺ συγ­χω­ρεῖ ἁ­μαρ­τί­ες καὶ ποὺ συμ­βι­βά­ζει δι­α­φω­νί­ες. Ἐρ­χό­μα­στε πολ­λὲς φο­ρὲς σὲ δι­ά­στα­ση ὁ ἕ­νας μὲ τὸν ἄλ­λον καὶ σχε­δὸν αἰ­σθα­νό­μα­στε δυ­στυ­χεῖς, ὅ­ταν ἀλ­λη­λο­συ­να­ντι­ώ­μα­στε χω­ρὶς νὰ μι­λᾶ­με. Μὰ σὰν βρε­θεῖ ὁ ἕ­νας καὶ ἐκ­φρά­σει τὴν λύ­πη του γι᾿ αὐ­τό, ἡ ἔ­ρι­δα τα­κτο­ποι­εῖ­ται. Τὸ νέ­φος πα­ρέρ­χε­ται. Τὸ θαῦ­μα τῆς συγ­χω­ρή­σε­ως ἔ­χει τε­λε­στεῖ καὶ ἡ ἱ­ε­ρουρ­γί­α τῆς συγ­γνώ­μης ἔ­δω­σε τοὺς καρ­πούς της.

Ἡ συγ­γνώ­μη, ἀ­δελ­φοί μου, γεν­νά­ει τὴν ἐ­λευ­θε­ρί­α. Δὲν εἶ­ναι ἐ­λεύ­θε­ρος ὅποιος δὲν συγ­χω­ρεῖ. Ἡ συγ­γνώ­μη πο­δο­πα­τεῖ τὶς ἐ­νο­χὲς καὶ δι­ώ­χνει ἀπ᾿ τὶς καρ­διές τὸν φό­βο. Ὁ ἄν­θρω­πος τῆς συ­γνώ­μης γνω­ρί­ζει ν᾿ ἁ­πλώ­νει τὰ χέρια καὶ νὰ καρ­φώ­νε­ται στὸ ξύ­λο τοῦ σταυ­ροῦ, ἐ­κεῖ ἀ­να­παύ­ε­ται καὶ ἀ­να­παύ­ει κι ἄλ­λους. Δὲν ὑ­πάρ­χει τρό­πος καὶ τό­πος ν᾿ ἀ­να­παύ­ει τὴν ἀν­θρώ­πι­νη φύ­ση βα­θύ­τε­ρα, πιὸ ἀ­λη­θι­νὰ καὶ θεαν­θρώπι­να ἀ­πὸ τὸ ὕ­ψος τοῦ σταυ­ροῦ τῆς συ­γ­γνώ­μης. Μό­νο ὁ ἄν­θρω­πος ποὺ κρύ­βει μέ­σα του τὸ με­γα­λεῖ­ο τῆς συ­γγνώ­μης μπο­ρεῖ νὰ ἑρ­μη­νεύ­σει τὸ «για­τί» τοῦ σταυ­ροῦ τοῦ Χρι­στοῦ, τὸν λό­γο γιὰ τὸν ὁ­ποῖ­ο Ἐ­κεῖ­νος πέ­θα­νε: πέ­θα­νε γιὰ νὰ μᾶς κα­τα­στή­σει ἄ­ξι­ους συγ­γνώ­μης, ὥ­στε νὰ μπο­ρέ­σου­με νὰ λά­βου­με τέ­λει­α καὶ πλή­ρη τὴν συγ­γνώ­μη τοῦ Θε­οῦ.

«Κά­ποι­ος ἀ­δελ­φός της Σκή­της κά­πο­τε ἔ­σφα­λε, γρά­φει τὸ γε­ρο­ντι­κό. Ἔ­γι­νε συ­γκέ­ντρω­ση, στὴν ὁ­ποί­α κά­λε­σαν τὸν ἀβ­βᾶ Μω­υ­σῆ, ἀλλ᾿ αὐ­τὸς δὲν θέ­λη­σε νὰ πά­ει. Τοῦ πα­ρήγ­γει­λε τό­τε ὁ πρε­σβύ­τε­ρος: «Ἔ­λα γι­α­τί σὲ πε­ρι­μέ­νουν ὅ­λοι». Κι ἐ­κεῖ­νος ση­κώ­θη­κε καὶ πῆ­γε κρα­τώ­ντας στὴν πλά­τη ἕ­να τρύ­πι­ο κα­λά­θι ποὺ τὸ γέ­μι­σε ἄμ­μο. Οἱ Πα­τέ­ρες ποὺ βγῆ­καν νὰ τὸν προ­ϋ­πα­ντή­σουν τοῦ λέ­νε: «τί εἶ­ναι αὐ­τὸ πά­τερ; «οἱ ἁ­μαρ­τί­ες μου -ἀ­πα­ντά­ει ὁ Γέ­ρο­ντας- ποὺ κυ­λοῦν καὶ πέ­φτουν πί­σω μου καὶ δὲν τὶς βλέ­πω. Κι ἦλ­θα ἐ­γὼ σή­με­ρα νὰ κρί­νω τὰ σφάλ­μα­τα τοῦ ἄλ­λου». Ὅ­ταν τὰ ἄ­κου­σαν οἱ πα­τέ­ρες δὲν εἶ­παν τί­πο­τα ἐ­να­ντί­ον τοῦ ἀ­δελ­φοῦ, ἀλ­λὰ τὸν συγ­χώ­ρε­σαν.

Μὲ αὐ­τὸ τὸ ὅ­πλο τῆς συγ­χω­ρη­τι­κό­τη­τος ἂς ἀ­γω­νι­σθοῦ­με νὰ μᾶς ἀ­ξι­ώ­σει ὁ Θε­ὸς νὰ φτά­σου­με αἰ­σί­ως νι­κη­ταὶ στὸ τέρ­μα καὶ νὰ προ­σκυ­νή­σου­με τὴν Ἀ­νά­στα­ση τοῦ Χρι­στοῦ. Ἀ­μήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου