ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ

(17 Μαρτίου 2002)

Μέ τή χά­ρη καί τή βο­ή­θει­α τοῦ Θε­οῦ φθά­σα­με καί φέ­τος, ἀ­γα­πη­τοί μου ἀ­δελ­φοί, στή ση­με­ρι­νή Κυ­ρι­α­κή τῆς Τυ­ρι­νῆς, ὅ­πως τήν ὀ­νο­μά­ζει ἡ Ἐκ­κλη­σί­α μας. Φθά­σα­με στά πρό­θυ­ρα τῆς Σα­ρα­κο­στῆς.

Ἀ­πό αὔ­ρι­ο ἀρ­χί­ζει ἡ κα­τα­νυ­κτι­κή πε­ρί­ο­δος τῆς Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς πού ἔ­χει ὡς τέρ­μα της τή Με­γά­λη Ἑ­βδο­μά­δα. Ἀ­νοί­γει ἕ­να πνευ­μα­τι­κό στά­δι­ο, «οἱ βου­λό­με­νοι ἀ­θλῆ­σαι εἰ­σέλ­θε­τε», ὅ­πως ἔ­ψαλ­λε σή­με­ρα ἡ Ἐκ­κλη­σί­α μας, κα­λώ­ντας μας σέ πνευ­μα­τι­κούς ἀ­γῶ­νες. Ὅ­σοι θέ­λου­με νά πα­λέ­ψου­με ἐ­νά­ντι­α στά πά­θη μας ἄς μποῦ­με σ᾿ αὐ­τή τήν ἔ­ρη­μο τῆς Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς, ὅ­πως ὁ Κύ­ρι­ός μας με­τά τή Βά­πτι­σή Του μπῆ­κε γι­ά σα­ρά­ντα μέ­ρες στήν ἔ­ρη­μο τοῦ Ἰ­ορ­δά­νη καί νί­κη­σε τούς τρεῖς πει­ρα­σμούς.

Σή­με­ρα, Κυ­ρι­α­κή τῆς Τυ­ρι­νῆς, θυ­μό­μα­στε ἕ­να θλι­βε­ρό γε­γο­νός: Τήν ἔ­ξω­ση, τό χά­σι­μο τοῦ Πα­ρα­δεί­σου. Χά­σα­με τήν πα­τρί­δα μας, ἀ­δελ­φοί μου! Ὅ­λοι οἱ Χρι­στι­α­νοί ἔ­χου­με μι­ά κοι­νή πα­τρί­δα, γι᾿ αὐ­τό λε­γό­μα­στε καί «συ­μπο­λί­τες». Δη­μι­ούρ­γη­σε ὁ Θε­ός τόν ἄν­θρω­πο καί τόν ἔ­βα­λε στόν Πα­ρά­δει­σο. Ἅ­πλω­σαν ὅ­μως ὁ Ἀ­δάμ καί ἡ Εὕ­α τά χέ­ρι­α τους καί ἔ­φα­γαν τόν ἀ­πα­γο­ρευ­μέ­νο καρ­πό, κά­νο­ντας κα­κή χρή­ση τῆς ἐ­λευ­θε­ρί­ας τους καί δι­ω­χθή­κα­με, χά­σα­με τόν Πα­ρά­δει­σο. Αὐ­τή ὅ­μως ἡ ἔ­ξω­ση ἀ­πό τόν Πα­ρά­δει­σο ἦ­ταν σω­τή­ρι­α γι­ά τούς ἀν­θρώ­πους! Δέν ἦ­ταν τι­μω­ρί­α, ἦ­ταν εὐ­ερ­γε­σί­α. Μ᾿ αὐ­τό τόν τρό­πο ὁ Θε­ός στα­μα­τά­ει τό σχέ­δι­ο τοῦ δι­α­βό­λου νά πα­ρα­σύ­ρει τούς ἀν­θρώ­πους στό κα­κό καί νά κά­νει τό κα­κό ἀ­θά­να­το. Κλεί­νει ὁ Θε­ός τήν πόρ­τα τοῦ Πα­ρα­δεί­σου μά ἀ­νοί­γει τήν πόρ­τα τῆς σω­τη­ρί­ας μέ τήν ἐ­ξαγ­γε­λί­α τοῦ ἔρ­χο­μοῦ τοῦ Χρι­στοῦ πού θά συ­ντρί­ψει τήν ἰ­σχύ τοῦ δι­α­βό­λου.

Ὅ­ταν ὁ Ἀ­δάμ καί ἡ Εὔ­α βγῆ­καν ἀπ᾿ τόν Πα­ρά­δει­σο, ὁ Θε­ός τούς βά­ζει νά ζή­σουν «ἀ­πέ­να­ντι τοῦ Πα­ρα­δεί­σου». Γι­α­τί; Γι­ά νά βλέ­πουν τόν Πα­ρά­δει­σο καί νά τόν λα­χτα­ροῦν, ἑρ­μη­νεύ­ουν οἱ ἅ­γι­οι Πα­τέ­ρες. Ἤ­ξε­ραν πο­λύ κα­λά τί εἶ­χαν καί τί ἔ­χα­σαν. Καί τώ­ρα στέ­κο­νται ἀ­πέ­να­ντι ἀπ᾿ τόν Πα­ρά­δει­σο καί «κλαῖ­νε πι­κρά», ὅ­πως ἔ­κλα­ψε καί ὁ ἀ­πό­στο­λος Πέ­τρος, ὅ­ταν μέ τήν ἄρ­νη­σή του ἔ­χα­σε τόν Χρι­στό. Τά πι­κρά αὐ­τά δά­κρυ­α ἦ­ταν δά­κρυ­α με­τά­νοι­ας, ὄ­χι πλη­γω­μέ­νου ἐ­γω­ι­σμοῦ. Ἦ­ταν δά­κρυ­α λα­χτά­ρας γι᾿ αὐ­τά πού χά­θη­καν. Δά­κρυ­α πό­νου γι­ά τήν ἀ­πο­μά­κρυν­ση, ὄ­χι ἀ­πό τήν κα­λο­πέ­ρα­ση, ἀλ­λά ἀ­πό τόν ἀ­γα­πη­μέ­νο Θε­ό πού εἶ­ναι ἡ μο­να­δι­κή πη­γή ἀ­λη­θι­νῆς ἀ­γά­πης, εἰ­ρή­νης καί εὐ­τυ­χί­ας.

Ποῦ πῆ­γε σή­με­ρα αὐ­τή ἡ λα­χτά­ρα; Λα­χτα­ρᾶ­με ἐ­μεῖς τόν Πα­ρά­δει­σο; Γνω­ρί­σα­με τόν ἀ­γα­πη­μέ­νο μας γι­ά νά Τόν λα­χτα­ρᾶ­με ἤ μέ­νου­με στόν ἀ­πα­γο­ρευ­μέ­νο καρ­πό κι αὐ­τόν κά­νου­με εἴ­δω­λο καί λα­τρεύ­ου­με; Τσου­γκρί­ζου­με τά πο­τή­ρι­α μας καί εὐ­χό­μα­στε: «στήν ὑ­γει­ά μας», «νά πᾶ­νε ὅ­λα κα­λά», «ἐ­βί­βα» (στή ζω­ή, δη­λα­δή). Ὅ­λα γι­ά ἐ­δῶ, γι­ά τά ὑ­λι­κά. Ποῦ πῆ­γε ἡ τό­σο ὡ­ραί­α εὐ­χή πού ἔ­λε­γαν οἱ πα­λι­οί; «Κα­λόν Πα­ρά­δει­σο»; Χά­σα­με τό ὅ­ρα­μα τοῦ Πα­ρα­δεί­σου στόν πο­λι­τι­σμέ­νο μας αἰ­ῶ­να, τόν τό­σο ἀ­πα­τε­ῶ­να!

Ἀ­δελ­φοί μου! Ἡ ἀ­νυ­πα­κο­ή, ἡ ὑ­πε­ρη­φά­νει­α, ἡ ἀ­κρα­σί­α μᾶς ἔ­βγα­λαν ἀπ᾿ τόν Πα­ρά­δει­σο, γι­α­τί ὑ­πε­ρη­φα­νεύ­θη­καν ὁ Ἀ­δάμ καί ἡ Εὔ­α καί κά­νο­ντας ἀ­νυ­πα­κο­ή ἔ­φα­γαν τόν ἀ­πα­γο­ρευ­μέ­νο καρ­πό. Τώ­ρα ἡ ὑ­πα­κο­ή, ἡ τα­πεί­νω­ση, ἡ με­τά­νοι­α καί ἡ νη­στεί­α θά μᾶς ξα­να­βά­λουν στόν Πα­ρά­δει­σο. Γι᾿ αὐ­τό σή­με­ρα ἡ ἁ­γί­α μας Ἐκ­κλη­σί­α μᾶς θυ­μί­ζει τήν ἐ­ξο­ρί­α μας ἀπ᾿ τόν Πα­ρά­δει­σο. Ἡ ἐ­ντο­λή τοῦ Θε­οῦ ἦ­ταν ἐ­ντο­λή νη­στεί­ας. Πα­ρα­βή­κα­με τήν νη­στεί­α καί πά­θα­με ζη­μι­ά Με­γά­λη. Νά, ὅ­μως! Ἀ­πό αὔ­ρι­ο ἀρ­χί­ζει μι­ά νέ­α εὐ­και­ρί­α νά ξα­να­κερ­δί­σου­με τόν Πα­ρά­δει­σο: ἡ νη­στεί­α τῆς Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς. Ἄς ξυ­πνή­σει μέ­σα μας αὐ­τή ἡ νο­σταλ­γί­α τῆς χα­μέ­νης πα­τρί­δας μας, ἄς τήν ἀ­να­σύ­ρου­με μέ­σα ἀ­πό τά τό­σα ὑ­λι­κά ἀ­γα­θά πού τήν κα­τα­πλά­κω­σαν. Καί ἐ­λᾶ­τε μέ τήν νη­στεί­α, τή με­τά­νοι­α, τόν πό­λε­μο μέ τά πά­θη μας, τήν ὑ­πα­κο­ή στήν Ἐκ­κλη­σί­α νά ξα­να­μποῦ­με πά­λι στόν Πα­ρά­δει­σο, νά γυ­ρί­σου­με πά­λι στήν ἀ­λη­θι­νή μας πα­τρί­δα.

Κα­λή Με­γά­λη Τεσ­σα­ρα­κο­στή, ἀ­δελ­φοί μου! ΚΑ­ΛΟΝ ΠΑ­ΡΑ­ΔΕΙ­ΣΟ!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου