ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ 2-2-2014
Τό εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα αὐτῆς τῆς Κυριακῆς καταγράφει τὸ γεγονὸς τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀποτελεῖ τὸ περιεχόμενο τῆς ὁμώνυμης γιορτῆς, τὸ ὁποῖο βέβαια συγκεφαλαιώνει καὶ ὁλοκληρώνει τὸ νόημα τῶν Χριστουγέννων. Ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Παναγία, ἀκολουθώντας τὴν ἰουδαϊκὴ παράδοση τῆς ἐποχῆς τους, σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ «ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ, καθὼς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου» (Λουκ. 2, 22-23). Αὐτὸ τὸ σημαδιακὸ γεγονὸς τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ ἀποκαλύπτει μιὰ βαθύτερη πνευματικὴ διάσταση ποὺ ἀφορᾶ τὴν κατάσταση τῆς ζωῆς τοῦ κάθε ἀνθρώπου.
Ὑπαπαντὴ σημαίνει συνάντηση καὶ κατ’ ἐπέκτασιν κοινωνία μὲ κάποιον. Τίνος, ὅμως, καὶ μὲ ποιόν; Ὁ Συμεὼν εἶναι ἡ εἰκόνα μιᾶς ὑπερβατικῆς προσμονῆς, γι’ αὐτὸ καὶ ἔγινε τὸ σύμβολο τῆς παναθρώπινης προσδοκίας γιὰ συνάντηση μὲ τὸν Θεό, ἀφοῦ σ’ αὐτὴν ἐκπληρώνεται ὁ ὕψιστος ἀνθρώπινος προορισμός. Ὁ Συμεὼν περίμενε σὲ ὁλόκληρη τὴν ζωή του τὸ φῶς ποὺ φωτίζει τοὺς πάντες καὶ τὴν χαρὰ ποὺ πληρώνει τὰ πάντα. Αὐτὴ ἡ συνεχὴς προσμονὴ τὸν ὡρίμαζε καὶ τὸν ἀπελευθέρωνε ἀπὸ κάθετι φθαρτὸ καὶ γήινο, μικρόψυχο καὶ ἀνόητο. Τὰ χρόνια περνοῦσαν. Οἱ φυσικὲς δυνάμεις του τὸν ἐγκατέλειπαν. Τὰ γηρατειά του ἀκόμη καὶ ὁ θάνατος δὲν τοῦ προκαλοῦσαν φόβο γιὰ τὸ ἄγνωστο ἀλλὰ ἀναμονὴ καὶ ἐλπίδα γιὰ τὴν ἔξοδό του ἀπὸ τὸν χρόνο, τὴν λύτρωσή του ἀπὸ τὴν θλίψη καὶ τὴν ἀπαλλαγή του ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς φθορᾶς. Ἡ προσευχὴ δυνάμωνε καὶ ἡ ψυχὴ ἀπαιτοῦσε «λάμπρυνόν μου τὴν ψυχὴν καὶ τὸ φῶς τὸ αἰσθητόν, ὅπως ἴδω καθαρῶς καὶ κηρύξω σε Θεόν » (Μεγαλυνάριον ἑορτῆς).
Ὁ ἄνθρωπος στὰ ἔσχατα ὅρια τῆς ἀντοχῆς καὶ τῆς ἀδυναμίας του βαστάζει τελικὰ «τὸν βαστάζοντα πάντα». Καὶ πιστὸς ὁ ἐπαγγειλάμενος Θεὸς βεβαιώνεται. Τὸ ἀσύλληπτο στὸ νοῦ εἶναι μπροστά μας γεγονός. «Ὁ τῶν κάτω λειτουργὸς ἀγκαλίζεται χερσί Ὅν οἱ ἄνω λειτουργοὶ φόβῳ λιτανεύουσι». (Μεγαλυνάριον ἑορτῆς). Ἐδώ ψηλαφίζουμε τὴν ἀκλόνητη ἐλπίδα τοῦ ἀνθρώπου νὰ μεταβάλλει τὸ γήινο χρόνο σὲ αἰωνιότητα, μέσα ἀπὸ τὴν ὑπαπαντή του μὲ τὸν Ἄχρονο. Ἐδῶ ἀνιχνεύουμε τὴν ὑπομονὴ τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν χρόνο, ποὺ ἀναζητεῖ τὸ ἀπολωλός, γιὰ νὰ ἀγκαλιάσει καὶ νὰ σώσει τὸν χαμένο ἄνθρωπο˙ «τὸ ἐλεός σου καταδιώξει με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου» (Ψαλμ. 22, στ. 22). Ὁ Χριστὸς μπορεῖ νά ἀργεῖ, ὅμως ἔρχεται καὶ δὲν μᾶς διαψεύδει «κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται» (Λουκ. ια΄ 9-10), γι’ αυτὸ
γίνεται ὁ Κύριος τῆς ζωῆς μας. Ἔτσι ἦλθε καὶ στὸν Συμεών, τόσα μά τόσα χρόνια μετά. Τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸ ἀνέτειλε τὴν ὥρα τῆς δύσης τῆς ζωῆς του. Καὶ ἐκεῖνος ὁμολόγησε τὸ ζωηφόρο ἀντίκρυσμα «ἐκ φθορᾶς με ἀπόλυσον, ὅτι εἶδόν σε σήμερον». Ἦρθε τὴν ὥρα τῆς δύσης, γιὰ νὰ τοῦ χαρίσει τὴν ἀνατολὴ μιᾶς ἄδυτης ζωῆς, ἀφοῦ μὲ αὐτὴν τὴν Ὑπαπαντὴ ὁ Συμεὼν μετέτρεψε τὴν χρονικότητα τῆς ζωῆς του σὲ αἰωνιότητα.
«Δεῦτε ἴδετε Χριστὸν.....ὃν βαστάζει Συμεών...» ψάλλουμε καὶ ἐμεῖς, γιὰ νὰ διατρανώσουμε τὴν ἀλήθεια ὅτι ἡ συνάντηση μὲ τὸ Φῶς διαλύει τὸ σκοτάδι τῆς ζωῆς μας. Γιατί πράγματι δέν ὑπάρχει στὴν ἀνθρώπινη ζωὴ ὀμορφότερη προσδοκία ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Χριστοῦ. Δέν ὑπάρχει πιὸ ζωντανὸ ἀντίκρυσμα ἀπὸ τὴ ζωὴ ποὺ εἶναι ὁ Ἴδιος. Γιατὶ καὶ ἐμεῖς, ὅπως ὁ Συμεών, ἔχουμε τὴν δίψα ἀλλὰ καὶ τὴν κούραση, τὴν ἀπορία ἀλλὰ καὶ τὴν ἐλπίδα, τὴν αἴσθηση τῆς ἐγκατάλειψης τῶν ψυχοσωματικῶν δυνάμεών μας˙ ὅμως- πρέπει- καὶ τὴν δυνατὴ προσευχή του.
Ἡ ζωὴ ὅλων μας ἀπὸ τὴν γέννηση ὡς τὰ γεράματα εἶναι γεμάτη συναντήσεις μὲ διάφορα πρόσωπα. Πρόσωπα ποὺ προσπερνᾶμε ἀδιάφορα καὶ ἄλλα τόσα ποὺ μπορεῖ νὰ σημαδεύσουν ἤ καὶ νὰ σφραγίσουν ἀκόμη τὴ ζωή μας, ἀλλὰ ποὺ σίγουρα δὲν τὴν λυτρώνουν, ἀφοῦ δὲν τὴν μεταμορφώνουν σὲ αἰώνια. Ἄρα ἡ προσωπική μας ὑπαπαντή, γιὰ νὰ ἀποβεῖ σωτήρια, εἶναι μόνο μία, ἐκείνη ποὺ ἔζησε ὁ Δίκαιος Συμεών, ὅταν ἀναφωνοῦσε τὸ «Νῦν ἀπολύεις...».
Μόνο λοιπὸν ἡ προσωπική μας ὑπαπαντὴ μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει τὴν δύναμη καὶ τὸ κουράγιο νὰ γαληνεύουμε τὴν ἀνήσυχη ψυχή μας καὶ νὰ ἰσορροποῦμε τὸν ταραγμένο κόσμο μας καὶ τὴν ἀεικίνητη ζωή μας.-
Τό εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα αὐτῆς τῆς Κυριακῆς καταγράφει τὸ γεγονὸς τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀποτελεῖ τὸ περιεχόμενο τῆς ὁμώνυμης γιορτῆς, τὸ ὁποῖο βέβαια συγκεφαλαιώνει καὶ ὁλοκληρώνει τὸ νόημα τῶν Χριστουγέννων. Ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Παναγία, ἀκολουθώντας τὴν ἰουδαϊκὴ παράδοση τῆς ἐποχῆς τους, σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ «ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ, καθὼς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου» (Λουκ. 2, 22-23). Αὐτὸ τὸ σημαδιακὸ γεγονὸς τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ ἀποκαλύπτει μιὰ βαθύτερη πνευματικὴ διάσταση ποὺ ἀφορᾶ τὴν κατάσταση τῆς ζωῆς τοῦ κάθε ἀνθρώπου.
Ὑπαπαντὴ σημαίνει συνάντηση καὶ κατ’ ἐπέκτασιν κοινωνία μὲ κάποιον. Τίνος, ὅμως, καὶ μὲ ποιόν; Ὁ Συμεὼν εἶναι ἡ εἰκόνα μιᾶς ὑπερβατικῆς προσμονῆς, γι’ αὐτὸ καὶ ἔγινε τὸ σύμβολο τῆς παναθρώπινης προσδοκίας γιὰ συνάντηση μὲ τὸν Θεό, ἀφοῦ σ’ αὐτὴν ἐκπληρώνεται ὁ ὕψιστος ἀνθρώπινος προορισμός. Ὁ Συμεὼν περίμενε σὲ ὁλόκληρη τὴν ζωή του τὸ φῶς ποὺ φωτίζει τοὺς πάντες καὶ τὴν χαρὰ ποὺ πληρώνει τὰ πάντα. Αὐτὴ ἡ συνεχὴς προσμονὴ τὸν ὡρίμαζε καὶ τὸν ἀπελευθέρωνε ἀπὸ κάθετι φθαρτὸ καὶ γήινο, μικρόψυχο καὶ ἀνόητο. Τὰ χρόνια περνοῦσαν. Οἱ φυσικὲς δυνάμεις του τὸν ἐγκατέλειπαν. Τὰ γηρατειά του ἀκόμη καὶ ὁ θάνατος δὲν τοῦ προκαλοῦσαν φόβο γιὰ τὸ ἄγνωστο ἀλλὰ ἀναμονὴ καὶ ἐλπίδα γιὰ τὴν ἔξοδό του ἀπὸ τὸν χρόνο, τὴν λύτρωσή του ἀπὸ τὴν θλίψη καὶ τὴν ἀπαλλαγή του ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς φθορᾶς. Ἡ προσευχὴ δυνάμωνε καὶ ἡ ψυχὴ ἀπαιτοῦσε «λάμπρυνόν μου τὴν ψυχὴν καὶ τὸ φῶς τὸ αἰσθητόν, ὅπως ἴδω καθαρῶς καὶ κηρύξω σε Θεόν » (Μεγαλυνάριον ἑορτῆς).
Ὁ ἄνθρωπος στὰ ἔσχατα ὅρια τῆς ἀντοχῆς καὶ τῆς ἀδυναμίας του βαστάζει τελικὰ «τὸν βαστάζοντα πάντα». Καὶ πιστὸς ὁ ἐπαγγειλάμενος Θεὸς βεβαιώνεται. Τὸ ἀσύλληπτο στὸ νοῦ εἶναι μπροστά μας γεγονός. «Ὁ τῶν κάτω λειτουργὸς ἀγκαλίζεται χερσί Ὅν οἱ ἄνω λειτουργοὶ φόβῳ λιτανεύουσι». (Μεγαλυνάριον ἑορτῆς). Ἐδώ ψηλαφίζουμε τὴν ἀκλόνητη ἐλπίδα τοῦ ἀνθρώπου νὰ μεταβάλλει τὸ γήινο χρόνο σὲ αἰωνιότητα, μέσα ἀπὸ τὴν ὑπαπαντή του μὲ τὸν Ἄχρονο. Ἐδῶ ἀνιχνεύουμε τὴν ὑπομονὴ τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν χρόνο, ποὺ ἀναζητεῖ τὸ ἀπολωλός, γιὰ νὰ ἀγκαλιάσει καὶ νὰ σώσει τὸν χαμένο ἄνθρωπο˙ «τὸ ἐλεός σου καταδιώξει με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου» (Ψαλμ. 22, στ. 22). Ὁ Χριστὸς μπορεῖ νά ἀργεῖ, ὅμως ἔρχεται καὶ δὲν μᾶς διαψεύδει «κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται» (Λουκ. ια΄ 9-10), γι’ αυτὸ
γίνεται ὁ Κύριος τῆς ζωῆς μας. Ἔτσι ἦλθε καὶ στὸν Συμεών, τόσα μά τόσα χρόνια μετά. Τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸ ἀνέτειλε τὴν ὥρα τῆς δύσης τῆς ζωῆς του. Καὶ ἐκεῖνος ὁμολόγησε τὸ ζωηφόρο ἀντίκρυσμα «ἐκ φθορᾶς με ἀπόλυσον, ὅτι εἶδόν σε σήμερον». Ἦρθε τὴν ὥρα τῆς δύσης, γιὰ νὰ τοῦ χαρίσει τὴν ἀνατολὴ μιᾶς ἄδυτης ζωῆς, ἀφοῦ μὲ αὐτὴν τὴν Ὑπαπαντὴ ὁ Συμεὼν μετέτρεψε τὴν χρονικότητα τῆς ζωῆς του σὲ αἰωνιότητα.
«Δεῦτε ἴδετε Χριστὸν.....ὃν βαστάζει Συμεών...» ψάλλουμε καὶ ἐμεῖς, γιὰ νὰ διατρανώσουμε τὴν ἀλήθεια ὅτι ἡ συνάντηση μὲ τὸ Φῶς διαλύει τὸ σκοτάδι τῆς ζωῆς μας. Γιατί πράγματι δέν ὑπάρχει στὴν ἀνθρώπινη ζωὴ ὀμορφότερη προσδοκία ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Χριστοῦ. Δέν ὑπάρχει πιὸ ζωντανὸ ἀντίκρυσμα ἀπὸ τὴ ζωὴ ποὺ εἶναι ὁ Ἴδιος. Γιατὶ καὶ ἐμεῖς, ὅπως ὁ Συμεών, ἔχουμε τὴν δίψα ἀλλὰ καὶ τὴν κούραση, τὴν ἀπορία ἀλλὰ καὶ τὴν ἐλπίδα, τὴν αἴσθηση τῆς ἐγκατάλειψης τῶν ψυχοσωματικῶν δυνάμεών μας˙ ὅμως- πρέπει- καὶ τὴν δυνατὴ προσευχή του.
Ἡ ζωὴ ὅλων μας ἀπὸ τὴν γέννηση ὡς τὰ γεράματα εἶναι γεμάτη συναντήσεις μὲ διάφορα πρόσωπα. Πρόσωπα ποὺ προσπερνᾶμε ἀδιάφορα καὶ ἄλλα τόσα ποὺ μπορεῖ νὰ σημαδεύσουν ἤ καὶ νὰ σφραγίσουν ἀκόμη τὴ ζωή μας, ἀλλὰ ποὺ σίγουρα δὲν τὴν λυτρώνουν, ἀφοῦ δὲν τὴν μεταμορφώνουν σὲ αἰώνια. Ἄρα ἡ προσωπική μας ὑπαπαντή, γιὰ νὰ ἀποβεῖ σωτήρια, εἶναι μόνο μία, ἐκείνη ποὺ ἔζησε ὁ Δίκαιος Συμεών, ὅταν ἀναφωνοῦσε τὸ «Νῦν ἀπολύεις...».
Μόνο λοιπὸν ἡ προσωπική μας ὑπαπαντὴ μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει τὴν δύναμη καὶ τὸ κουράγιο νὰ γαληνεύουμε τὴν ἀνήσυχη ψυχή μας καὶ νὰ ἰσορροποῦμε τὸν ταραγμένο κόσμο μας καὶ τὴν ἀεικίνητη ζωή μας.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου