ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ΛΟΥΚΑ
Λουκ.13, 10-17
Του Πρωτ. Γεωργίου Σούλου
Η διήγηση της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής μας περιγράφει τη θεραπεία μιας γυναίκας, που λόγω της ασθένειάς της, ήταν κυρτωμένη και ταλαιπωρούνταν επί δεκαοκτώ έτη. Όταν την είδε ο Χριστός, ένα Σάββατο που δίδασκε στη Συναγωγή, την σπλαχνίστηκε, μας λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς, και με ένα Του λόγο, χωρίς αυτή να το ζητήσει, τη θεράπευσε. Η επενέργεια του θαύματος αυτού αντί να χαροποιήσει τους φαρισαίους, αντί να θαυμάσουν μαζί με όλο το λαό τα μεγαλεία του Θεού, κίνησε την αγανάκτηση του Αρχισυνάγωγου, που τους κάλεσε να προσέρχονται τις άλλες μέρες για να θεραπεύονται, και να μη «καταλύουν» την αργία του Σαββάτου. Ο χριστός τον αποκαλεί «υποκριτή», με το επιχείρημα ότι «Ο καθένας σας δε λύνει το βόδι του ή το γαϊδούρι του από το παχνί το Σάββατο και πάει να το ποτίσει; Κι αυτή, που είναι απόγονος του Αβραάμ, και ο σατανάς την είχε δεμένη δεκαοχτώ χρόνια, δεν έπρεπε να λυθεί απ’ αυτά τα δεσμά το Σάββατο;»
Μέσα από τη σημερινή διήγηση ο Κύριος στηλιτεύει την υποκρισία και την τυπολατρία όχι μόνον των φαρισαίων, αλλά και κάθε ανθρώπου, κάθε εποχής. Οι φαρισαίοι της εποχής Του είχαν μετατρέψει τις εντολές του Δεκαλόγου και του Νόμου σε ένα στείρο σύστημα υποχρεώσεων και περιορισμών, και γι αυτό συχνά αντιδρούσαν με αγανάκτηση όταν ο Χριστός θεράπευε τα Σάββατα, σε σημείο να λένε ότι εφόσον δεν τηρεί το Σάββατο, δεν προέρχεται από τον Θεό. «ἔλεγον οὖν ἐκ τῶν Φαρισαίων τινές͵ Οὐκ ἔστιν οὗτος παρὰ θεοῦ ὁ ἄνθρωπος͵ ὅτι τὸ σάββατον οὐ τηρεῖ. ἄλλοι δὲ ἔλεγον͵ Πῶς δύναται ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς τοιαῦτα σημεῖα ποιεῖν; καὶ σχίσμα ἦν ἐν αὐτοῖς.»( Ιω. 9, 16:)
Η υποκρισία κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή είναι η προσποίηση της φιλίας αντί του μίσους, η εχθρότητα που εκφράζεται σαν συμπάθειας, ο φθόνος που προσποιείται την αγάπη. «Η γαρ υπόκρισις», διδάσκει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «εξ οιήσεως γεννάται». Ένας άλλος πνευματικός διδάσκαλος, ο όσιος Θαλάσσιος, παρατηρεί ότι η υποκρισία είναι «ίδιον της κενοδοξίας».
Η τυπολατρία, κάνει τους ανθρώπους να θεωρούν τους εαυτούς τους αυτάρκεις έναντι του Θεού, σαν τον πλούσιο της περασμένης Κυριακής, που θεωρούσε τον εαυτό του τέλειο, μιας που δεν είχε κλέψει και δεν είχε σκοτώσει.
Γενικότερα η τυπολατρία τοποθετεί τους τύπους και τους κανόνες πάνω από το Θεό και πάνω από τις ανθρώπινες ανάγκες. Η τυπολατρία είναι μια μορφή σκλαβιάς. Ο Απ. Παύλος αναφέρει: «Αλλά τότε μεν, εις την εποχήν της αγνοίας και ειδωλολατρίας σας, που δεν είχατε γνωρίσει τον αληθινόν Θεόν, εδουλεύσατε εις θεούς, οι οποίοι εις την πραγματικότητα δεν είναι θεοί. Τώρα όμως που εγνωρίσατε τον αληθινόν Θεόν, η μάλλον έχετε γνωρισθή και αναγνωρισθή από τον Θεόν ως παιδιά του, πως ξαναγυρίζετε πάλιν εις τα ατελή και αδύνατα και φτωχά στοιχεία της ειδωλολατρικής θρησκείας και των τυπικών διατάξεων του Νόμου, εις τα οποία θέλετε, όπως και πριν, να υποδουλωθείτε πάλιν; (Γαλάτας 4: 8 – 9). Η τυπολατρία είναι ελκυστική, αλλά ταυτόχρονα και καταστρεπτική, καθώς μας δίδαξε σήμερα ο χριστός.
Στο πέρασμα του χρόνου υποστηρίχθηκαν δυο απόψεις για τη σχέση τύπου και ουσίας. Κάποιοι θεολόγοι και πιστοί υποστήριξαν, ότι ο τύπος δεν έχει καμιά θεωρητική ή πρακτική αξία. Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν πολλοί από τους αρχαίους αιρετικούς, που δεν δέχθηκαν κανένα τύπο, ως αναγκαίο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Πολλοί από αυτούς έφθασαν στο σημείο να απορρίπτουν και τα βασικά μυστήρια, όπως το βάπτισμα.
Η άλλη άποψη είναι αυτή που αποδέχεται τον τύπο, ως αναγκαίο για τη σωτηρία και για την πνευματική ζωή των πιοτών. Πρόκειται για ανθρώπους που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να χωρίσουν την έκφραση ενός πράγματος ή μιας αλήθειας από το ίδιο το πράγμα ή την ίδια την αλήθεια. Άνθρωποι ζηλωτές τις περισσότερες φορές βλέπουν παγίδες του σατανά σε κάθε αλλαγή των εξωτερικών γνωρισμάτων της πίστεως. Έτσι στην αρχαία Εκκλησία έχουμε ολόκληρο σχίσμα με αφορμή την αλλαγή της ημερομηνίας του Πάσχα. Στα νεώτερα χρόνια η ελληνική Εκκλησία ταλαιπωρήθηκε επί δεκαετίες από το ανάλογο πρόβλημα που δημιουργήθηκε με την εισαγωγή του νέου ημερολογίου. Πρόσφατα κάποια είχαν πρόβλημα με την αλλαγή της ώρας, όπου εμφανίστηκαν πιστοί που αρνούνται να αλλάξουν ακόμη και την ώρα. Οι αιτίες είναι πολλές και διάφορες. Συνήθως υπάρχει άγνοια, την οποία συνοδεύει και φόβος, για κάθε αλλαγή στη ζωή τους, άσχετο σε ποιον τομέα θα σημειωθεί. Έτσι δημιουργείται μια απέχθεια για κάθε τι το νέο και μια ταυτόχρονη προσκόλληση στη σιγουριά του παλαιού. Το αποτέλεσμα είναι η προσκόλληση στα καθιερωμένα μέχρι και των τελευταίων λεπτομερειών.
Αν όμως, η οποιαδήποτε άκαμπτη εμμονή στον τύπο οδηγεί μέχρι και σχίσμα στην Εκκλησία, τότε ο τύπος δεν είναι πια έκφραση συνέπειας και αγάπης, αλλά μέσο για την απομάκρυνση από το ορθό βίωμα. Σε μια τέτοια περίπτωση ο πιστός που βάζει, ως κριτήριο, έναν οποιοδήποτε τύπο, για την πορεία του μέσα στην Εκκλησία, σφάλλει και βρίσκεται σ’ επικίνδυνη και λάθος πορεία. Και είναι επικίνδυνος ο δρόμος αυτός, γιατί καταργεί την ενότητα της Εκκλησίας και καταλύει την ιεραρχική δομή της, αφού πρακτικά κάθε πιστός αποφασίζει μόνος του, για την αναγκαιότητα εφαρμογής των τύπων, λησμονώντας, μέσα στην ακαμψία τους, ότι το πρόταγμα είναι η σωτηρία του ανθρώπου «δι’ ον Χριστός απέθανε».
Το μήνυμα όμως του Ευαγγελίου, το κήρυγμα του Χριστού δίνουν προτεραιότητα στην ελευθερία του ανθρώπινου προσώπου και στοχεύουν στην πνευματική του αποδέσμευση, τόσο από τα δεσμά της αμαρτίας, όσο και από τις στείρες δεσμεύσεις και αγκυλώσεις, που φορτίζουν και καταπιέζουν τον άνθρωπο, ώστε να αποκτήσει ελεύθερη συνείδηση. Διότι η ελευθερωμένη συνείδηση συντελεί στην πίστη, σε πίστη από αλήθεια και όχι από δοξασίες και τυπολατρίες. Αυτού του είδους η πίστη είναι σοφία. Και είναι σοφία όταν η συνολικότητα του Εγώ είναι ελαττωμένη και εκμηδενισμένη.
Η υποκριτική, τυπική και μηχανιστική τήρηση των εντολών του Θεού, τελικά, δεν μας προσφέρει τίποτα, αν στην καρδιά μας, δεν πρυτανεύει η αγάπη προς τον πλησίον, η ευσπλαχνία και η διάθεση της προσφοράς και της αυτοθυσίας. Το μήνυμα επομένως της σημερινής περικοπής, μας αγγίζει και μας αφορά όλους, μιας που συχνά, ίσως και ασυναίσθητα, προτάσσουμε την τυπική τήρηση των εντολών του Θεού και βάζουμε σε δεύτερη μοίρα την αγάπη προς τον πλησίον. Ένα μήνυμα παγκόσμιο, που απευθύνει το ευαγγέλιο του Χριστού, το οποίο, σύμφωνα με τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας κ. Αναστάσιο, «αλλάζει, τα χρωμοσώματα της ανθρώπινης φύσεως, της καθορίζει ένα νέο μυστικό κώδικα εξελίξεως: από τον άνθρωπο στον Θεάνθρωπο, από τον λόγο στην ανάπτυξη της λογικής, από την ένωση του ανθρώπου με τον Λόγο, στην κοινωνία του με τον Λόγο της Αγάπης. Και συνάμα καθορίζει τη μεταμόρφωση ολόκληρης της φύσεως, η οποία συνδέεται ουσιαστικά με τον άνθρωπο. Για όσους δεν πιστεύουν σ’ αυτή την αποκάλυψη, η θέση τούτη παραμένει «σκάνδαλο» και «μωρία». Για τους «κλητούς» όμως, ανεξάρτητα από οποιονδήποτε πολιτισμό κι αν προέρχονται, ο Εσταυρωμένος και Αναστάς Κύριος είναι «Θεού δύναμις και Θεού σοφία» (Α΄ Κορ, 1:24).
Συνοψίζοντας διαπιστώνουμε ότι είναι ανόητο να ακολουθούμε τον φαρισαϊσμό και την υποκρισία και όχι τον ευαγγελικό λόγο του Χριστού, που μας μεταμορφώνει συνεχώς με τη φλόγα της παρουσίας και της φωτοδοτήσεως του Αγίου Πνεύματος, με τα έργα ουσίας και αγάπης και όχι μόνο τύπων και τυπολατρίας. Αλίμονο αν γίνουμε τυπικοί τηρητές των υποχρεώσεών μας απέναντι στο Θεό, και λησμονήσουμε τη μεγαλύτερη των εντολών Του, αυτή της αγάπης προς τον πλησίον.
Λουκ.13, 10-17
Του Πρωτ. Γεωργίου Σούλου
Η διήγηση της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής μας περιγράφει τη θεραπεία μιας γυναίκας, που λόγω της ασθένειάς της, ήταν κυρτωμένη και ταλαιπωρούνταν επί δεκαοκτώ έτη. Όταν την είδε ο Χριστός, ένα Σάββατο που δίδασκε στη Συναγωγή, την σπλαχνίστηκε, μας λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς, και με ένα Του λόγο, χωρίς αυτή να το ζητήσει, τη θεράπευσε. Η επενέργεια του θαύματος αυτού αντί να χαροποιήσει τους φαρισαίους, αντί να θαυμάσουν μαζί με όλο το λαό τα μεγαλεία του Θεού, κίνησε την αγανάκτηση του Αρχισυνάγωγου, που τους κάλεσε να προσέρχονται τις άλλες μέρες για να θεραπεύονται, και να μη «καταλύουν» την αργία του Σαββάτου. Ο χριστός τον αποκαλεί «υποκριτή», με το επιχείρημα ότι «Ο καθένας σας δε λύνει το βόδι του ή το γαϊδούρι του από το παχνί το Σάββατο και πάει να το ποτίσει; Κι αυτή, που είναι απόγονος του Αβραάμ, και ο σατανάς την είχε δεμένη δεκαοχτώ χρόνια, δεν έπρεπε να λυθεί απ’ αυτά τα δεσμά το Σάββατο;»
Μέσα από τη σημερινή διήγηση ο Κύριος στηλιτεύει την υποκρισία και την τυπολατρία όχι μόνον των φαρισαίων, αλλά και κάθε ανθρώπου, κάθε εποχής. Οι φαρισαίοι της εποχής Του είχαν μετατρέψει τις εντολές του Δεκαλόγου και του Νόμου σε ένα στείρο σύστημα υποχρεώσεων και περιορισμών, και γι αυτό συχνά αντιδρούσαν με αγανάκτηση όταν ο Χριστός θεράπευε τα Σάββατα, σε σημείο να λένε ότι εφόσον δεν τηρεί το Σάββατο, δεν προέρχεται από τον Θεό. «ἔλεγον οὖν ἐκ τῶν Φαρισαίων τινές͵ Οὐκ ἔστιν οὗτος παρὰ θεοῦ ὁ ἄνθρωπος͵ ὅτι τὸ σάββατον οὐ τηρεῖ. ἄλλοι δὲ ἔλεγον͵ Πῶς δύναται ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς τοιαῦτα σημεῖα ποιεῖν; καὶ σχίσμα ἦν ἐν αὐτοῖς.»( Ιω. 9, 16:)
Η υποκρισία κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή είναι η προσποίηση της φιλίας αντί του μίσους, η εχθρότητα που εκφράζεται σαν συμπάθειας, ο φθόνος που προσποιείται την αγάπη. «Η γαρ υπόκρισις», διδάσκει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «εξ οιήσεως γεννάται». Ένας άλλος πνευματικός διδάσκαλος, ο όσιος Θαλάσσιος, παρατηρεί ότι η υποκρισία είναι «ίδιον της κενοδοξίας».
Η τυπολατρία, κάνει τους ανθρώπους να θεωρούν τους εαυτούς τους αυτάρκεις έναντι του Θεού, σαν τον πλούσιο της περασμένης Κυριακής, που θεωρούσε τον εαυτό του τέλειο, μιας που δεν είχε κλέψει και δεν είχε σκοτώσει.
Γενικότερα η τυπολατρία τοποθετεί τους τύπους και τους κανόνες πάνω από το Θεό και πάνω από τις ανθρώπινες ανάγκες. Η τυπολατρία είναι μια μορφή σκλαβιάς. Ο Απ. Παύλος αναφέρει: «Αλλά τότε μεν, εις την εποχήν της αγνοίας και ειδωλολατρίας σας, που δεν είχατε γνωρίσει τον αληθινόν Θεόν, εδουλεύσατε εις θεούς, οι οποίοι εις την πραγματικότητα δεν είναι θεοί. Τώρα όμως που εγνωρίσατε τον αληθινόν Θεόν, η μάλλον έχετε γνωρισθή και αναγνωρισθή από τον Θεόν ως παιδιά του, πως ξαναγυρίζετε πάλιν εις τα ατελή και αδύνατα και φτωχά στοιχεία της ειδωλολατρικής θρησκείας και των τυπικών διατάξεων του Νόμου, εις τα οποία θέλετε, όπως και πριν, να υποδουλωθείτε πάλιν; (Γαλάτας 4: 8 – 9). Η τυπολατρία είναι ελκυστική, αλλά ταυτόχρονα και καταστρεπτική, καθώς μας δίδαξε σήμερα ο χριστός.
Στο πέρασμα του χρόνου υποστηρίχθηκαν δυο απόψεις για τη σχέση τύπου και ουσίας. Κάποιοι θεολόγοι και πιστοί υποστήριξαν, ότι ο τύπος δεν έχει καμιά θεωρητική ή πρακτική αξία. Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν πολλοί από τους αρχαίους αιρετικούς, που δεν δέχθηκαν κανένα τύπο, ως αναγκαίο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Πολλοί από αυτούς έφθασαν στο σημείο να απορρίπτουν και τα βασικά μυστήρια, όπως το βάπτισμα.
Η άλλη άποψη είναι αυτή που αποδέχεται τον τύπο, ως αναγκαίο για τη σωτηρία και για την πνευματική ζωή των πιοτών. Πρόκειται για ανθρώπους που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να χωρίσουν την έκφραση ενός πράγματος ή μιας αλήθειας από το ίδιο το πράγμα ή την ίδια την αλήθεια. Άνθρωποι ζηλωτές τις περισσότερες φορές βλέπουν παγίδες του σατανά σε κάθε αλλαγή των εξωτερικών γνωρισμάτων της πίστεως. Έτσι στην αρχαία Εκκλησία έχουμε ολόκληρο σχίσμα με αφορμή την αλλαγή της ημερομηνίας του Πάσχα. Στα νεώτερα χρόνια η ελληνική Εκκλησία ταλαιπωρήθηκε επί δεκαετίες από το ανάλογο πρόβλημα που δημιουργήθηκε με την εισαγωγή του νέου ημερολογίου. Πρόσφατα κάποια είχαν πρόβλημα με την αλλαγή της ώρας, όπου εμφανίστηκαν πιστοί που αρνούνται να αλλάξουν ακόμη και την ώρα. Οι αιτίες είναι πολλές και διάφορες. Συνήθως υπάρχει άγνοια, την οποία συνοδεύει και φόβος, για κάθε αλλαγή στη ζωή τους, άσχετο σε ποιον τομέα θα σημειωθεί. Έτσι δημιουργείται μια απέχθεια για κάθε τι το νέο και μια ταυτόχρονη προσκόλληση στη σιγουριά του παλαιού. Το αποτέλεσμα είναι η προσκόλληση στα καθιερωμένα μέχρι και των τελευταίων λεπτομερειών.
Αν όμως, η οποιαδήποτε άκαμπτη εμμονή στον τύπο οδηγεί μέχρι και σχίσμα στην Εκκλησία, τότε ο τύπος δεν είναι πια έκφραση συνέπειας και αγάπης, αλλά μέσο για την απομάκρυνση από το ορθό βίωμα. Σε μια τέτοια περίπτωση ο πιστός που βάζει, ως κριτήριο, έναν οποιοδήποτε τύπο, για την πορεία του μέσα στην Εκκλησία, σφάλλει και βρίσκεται σ’ επικίνδυνη και λάθος πορεία. Και είναι επικίνδυνος ο δρόμος αυτός, γιατί καταργεί την ενότητα της Εκκλησίας και καταλύει την ιεραρχική δομή της, αφού πρακτικά κάθε πιστός αποφασίζει μόνος του, για την αναγκαιότητα εφαρμογής των τύπων, λησμονώντας, μέσα στην ακαμψία τους, ότι το πρόταγμα είναι η σωτηρία του ανθρώπου «δι’ ον Χριστός απέθανε».
Το μήνυμα όμως του Ευαγγελίου, το κήρυγμα του Χριστού δίνουν προτεραιότητα στην ελευθερία του ανθρώπινου προσώπου και στοχεύουν στην πνευματική του αποδέσμευση, τόσο από τα δεσμά της αμαρτίας, όσο και από τις στείρες δεσμεύσεις και αγκυλώσεις, που φορτίζουν και καταπιέζουν τον άνθρωπο, ώστε να αποκτήσει ελεύθερη συνείδηση. Διότι η ελευθερωμένη συνείδηση συντελεί στην πίστη, σε πίστη από αλήθεια και όχι από δοξασίες και τυπολατρίες. Αυτού του είδους η πίστη είναι σοφία. Και είναι σοφία όταν η συνολικότητα του Εγώ είναι ελαττωμένη και εκμηδενισμένη.
Η υποκριτική, τυπική και μηχανιστική τήρηση των εντολών του Θεού, τελικά, δεν μας προσφέρει τίποτα, αν στην καρδιά μας, δεν πρυτανεύει η αγάπη προς τον πλησίον, η ευσπλαχνία και η διάθεση της προσφοράς και της αυτοθυσίας. Το μήνυμα επομένως της σημερινής περικοπής, μας αγγίζει και μας αφορά όλους, μιας που συχνά, ίσως και ασυναίσθητα, προτάσσουμε την τυπική τήρηση των εντολών του Θεού και βάζουμε σε δεύτερη μοίρα την αγάπη προς τον πλησίον. Ένα μήνυμα παγκόσμιο, που απευθύνει το ευαγγέλιο του Χριστού, το οποίο, σύμφωνα με τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας κ. Αναστάσιο, «αλλάζει, τα χρωμοσώματα της ανθρώπινης φύσεως, της καθορίζει ένα νέο μυστικό κώδικα εξελίξεως: από τον άνθρωπο στον Θεάνθρωπο, από τον λόγο στην ανάπτυξη της λογικής, από την ένωση του ανθρώπου με τον Λόγο, στην κοινωνία του με τον Λόγο της Αγάπης. Και συνάμα καθορίζει τη μεταμόρφωση ολόκληρης της φύσεως, η οποία συνδέεται ουσιαστικά με τον άνθρωπο. Για όσους δεν πιστεύουν σ’ αυτή την αποκάλυψη, η θέση τούτη παραμένει «σκάνδαλο» και «μωρία». Για τους «κλητούς» όμως, ανεξάρτητα από οποιονδήποτε πολιτισμό κι αν προέρχονται, ο Εσταυρωμένος και Αναστάς Κύριος είναι «Θεού δύναμις και Θεού σοφία» (Α΄ Κορ, 1:24).
Συνοψίζοντας διαπιστώνουμε ότι είναι ανόητο να ακολουθούμε τον φαρισαϊσμό και την υποκρισία και όχι τον ευαγγελικό λόγο του Χριστού, που μας μεταμορφώνει συνεχώς με τη φλόγα της παρουσίας και της φωτοδοτήσεως του Αγίου Πνεύματος, με τα έργα ουσίας και αγάπης και όχι μόνο τύπων και τυπολατρίας. Αλίμονο αν γίνουμε τυπικοί τηρητές των υποχρεώσεών μας απέναντι στο Θεό, και λησμονήσουμε τη μεγαλύτερη των εντολών Του, αυτή της αγάπης προς τον πλησίον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου