ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

(30-12-2012)

ΚΥ­ΡΙ­Α­ΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ
   
 «Ἐ­γερ­θεὶς πα­ρά­λα­βε τὸ παι­δί­ον καὶ τὴν μη­τέ­ρα αὐ­τοῦ καὶ φεῦ­γε εἰς Αἴ­γυ­πτον… μέλ­λει γὰρ Ἡ­ρώ­δης ζη­τεῖν τὸ παι­δί­ον τοῦ ἀ­πο­λέ­σαι αὐ­τό».

Πρό­σφυ­γες στὴν Αἴ­γυ­πτο, ἀ­δελ­φοί μου, ἡ Θε­ο­τό­κος, ὁ Ἰ­ω­σὴφ καὶ τὸ θεῖ­ο βρέ­φος. Τα­λαι­πω­ρί­ες, κό­πος, ἀ­γω­νί­ες, θλί­ψεις, κίν­δυ­νοι συ­νο­δεύ­ουν τὸν ἐρ­χο­μὸ στὸν κό­σμο τοῦ Ἰ­η­σοῦ. Πο­λὺ ἐκ­φρα­στι­κὰ ὁ ἅ­γι­ος Τι­μό­θε­ος, πρε­σβύ­τε­ρος στὴν Ἀ­ντι­ό­χει­α, γε­μᾶ­τος δέ­ος μπρο­στὰ καὶ σὲ αὐ­τὴ τὴ νέ­α συ­γκα­τά­βα­ση τοῦ Ἐμ­μα­νου­ὴλ ἀ­να­φω­νεῖ: «Τὶς μὴ θαυ­μά­σῃ τὴν τοῦ Κυ­ρί­ου συ­γκα­τά­βα­σιν; Ἄ­νω ἐ­λεύ­θε­ρος, κά­τω ἐ­να­πό­γρα­φος καὶ πρό­σφυ­γας. Ἄ­νω Υἱ­ὸς καὶ κά­τω δοῦ­λος. Ἄ­νω βα­σι­λεὺς καὶ κά­τω μι­σθω­τός. Ἄ­νω πλού­σι­ος καὶ κά­τω ἐν­δε­ής. Ἄ­νω προ­σκυ­νού­με­νος καὶ κά­τω φο­ρο­λο­γού­με­νος. Ἄ­νω θε­ϊ­κὸς θρό­νος καὶ κά­τω ἀ­γροι­κι­κὸν σπή­λαι­ον. Ἄ­νω ὁ πα­τρῷ­ος καὶ ἀ­κα­τά­λη­πτος κόλ­πος καὶ κά­τω ἀ­λο­γο­τρο­φεῖ­ον μι­κρὸν καὶ φά­τνι­ον. Τὶς μὴ θαυ­μά­σῃ με­γά­λα ἄ­νω πρά­γμα­τα καὶ μι­κρὰ κά­τω σπάρ­γα­να». Ἀλ­λὰ ἐ­πει­δὴ «λύ­τρω­σιν ἀ­πέ­στει­λε Κύ­ρι­ος τῷ λα­ῷ αὐ­τοῦ» τὸ παι­δί­ον Ἰ­η­σοῦς «ἐ­ξῆλ­θε νι­κῶν καὶ ἵ­να νι­κή­σῃ» (Ἀ­ποκ. 6, 2). Παρ᾿ ὅ­τι «ἐ­πε­σκέ­ψα­το ἡ­μᾶς ἐξ ὕ­ψους ὁ Σω­τὴρ ἡ­μῶν», γι­ὰ νὰ βροῦ­με τὴν ἀ­λή­θει­α ἐ­μεῖς οἱ ἐν σκό­τει καὶ σκι­ᾷ, ἐ­ντού­τοις ὁ Ἡ­ρώ­δης ἀ­να­ζη­τεῖ τὸ παι­δί­ον, τὸν Με­γά­λο Ἐ­πι­σκέ­πτη, «τοῦ ἀ­πο­λέ­σαι αὐ­τό». Ἡ γέν­νη­σή Του κα­τα­τρό­μα­ξε ἕ­να βα­σι­λι­ά. Ἡ φι­λο­δο­ξί­α του τὸν ὁ­δη­γεῖ στὸ νὰ μι­σῆ τὸν Χρι­στὸ καὶ νὰ θέ­λη τὸ θά­να­τό Του. Φο­βᾶ­ται μή­πως τοῦ πά­ρει τὴν ἐ­ξου­σί­α. Εἶ­ναι πρα­γμα­τι­κὰ ἀ­νό­η­τος καὶ μι­κρός, ἀ­φοῦ δὲν ἔ­χει τὴν στοι­χει­ώ­δη λο­γι­κὴ νὰ κα­τα­λά­βη τὴ με­γά­λη δι­α­φο­ρὰ ἡ­λι­κί­ας καὶ τὸ ἐν­δε­χό­με­νο τοῦ ξα­φνι­κοῦ θα­νά­του. Ζη­τεῖ ἀ­σφά­λει­α καὶ προ­χω­ρεῖ σὲ σφα­γές, γι­ὰ νὰ ἐ­ξα­φα­νί­ση τὴν ἀ­να­σφά­λει­ά του. Βέ­βαι­α γρή­γο­ρα «τε­θνή­κα­σιν οἱ ζη­τοῦ­ντες τὴν ψυ­χὴν τοῦ παι­δί­ου». Ὁ Ἰ­η­σοῦς Βα­σι­λεὺς εἰς τοὺς αἰ­ῶ­νας ἐ­νῶ ἐ­κεῖ­νοι ποὺ ἐ­πε­δί­ω­ξαν τὸν θά­να­τό Του πέ­θα­ναν οἱ ἴ­δι­οι. Ἐ­πι­δι­ώ­κει ὁ Ἡ­ρώ­δης τὸ θά­να­το Ἐ­κεί­νου ποὺ ἔ­γι­νε ἄν­θρω­πος γι­ὰ ἐ­μᾶς, ποὺ κα­τέ­βη­κε στὴν γῆ, γι­ὰ νὰ ἀ­νε­βοῦ­με ἐ­μεῖς στὸν οὐ­ρα­νό, Ἐ­κεί­νου ποὺ φό­ρε­σε τὴν ἀν­θρώ­πι­νη φύ­ση μας, γι­ὰ νὰ ἐν­δυ­θοῦ­με ἐ­μεῖς τὴν θε­ό­τη­τά Του. Ἐ­πι­δι­ώ­κει ὁ Ἡ­ρώ­δης τὸν θά­να­το Ἐ­κεί­νου ποὺ κα­τα­δέ­χθη­κε νὰ γί­νη «υἱ­ὸς τοῦ ἀν­θρώ­που», γι­ὰ νὰ γί­νου­με ἐ­μεῖς παι­δι­ὰ τοῦ Θε­οῦ. Ἐ­κεί­νου ποὺ κα­τέ­βη­κε ἐκ τοῦ οὐ­ρα­νοῦ, ὅ­που οὔ­τε πο­τά­μι­α πα­γώ­νουν οὔ­τε ἄ­νε­μοι φυ­σᾶ­νε οὔ­τε τὰ ἄν­θη μα­ραί­νο­νται, ἀ­πὸ ἐ­κεῖ ποὺ κα­νεὶς δὲν ἀρ­ρω­σταί­νει, ἀ­πὸ τὸν οὐ­ρα­νὸ ὅ­που δὲν ὑ­πάρ­χουν νε­κρο­τα­φεῖ­α, γι­α­τί κα­νεὶς ἐ­κεῖ δὲν πε­θαί­νει. Ζη­τεῖ «ἀ­πο­λέ­σαι τὸ παι­δί­ον Ἰ­η­σοῦ» «ποὺ ζῇ ἐν πτω­χεί­ᾳ, ἀ­να­τρέ­φε­ται ἐν ἁ­πλό­τη­τι». Ἐ­κεῖ­νον ποὺ δω­δε­κα­ε­τὴς θὰ ἀ­πο­στο­μώ­ση τοὺς δι­δα­σκά­λους τοῦ Νό­μου «γράμ­μα­τα μὴ με­μα­θη­κὼς» (Ἰ­ω­άν. 7, 15). Θέ­λει νὰ στε­ρή­ση ἀ­πὸ τὸν κό­σμο Αὐ­τὸν ποὺ μὲ μό­νο τὸν Λό­γο Του θὰ ἐ­πι­βάλ­λε­ται στὰ στοι­χεῖ­α τῆς φύ­σε­ως, θὰ βα­δί­ζη ἐ­πὶ τῶν κυ­μά­των, θὰ θε­ρα­πεύ­η τοὺς ἀν­θρώ­πους χω­ρὶς φάρ­μα­κα καὶ ἀ­μοι­βή. Ἐ­κεί­νου πού, ἐ­νῶ πο­τὲ δὲν συ­νε­κρό­τη­σε στρά­τευ­μα οὔ­τε ἐ­ξα­πέ­λυ­σε στρα­τι­ῶ­τες, ὅ­μως ἔ­χει πλῆ­θος ἐ­θε­λο­ντῶν ποὺ Τὸν ἀ­κο­λού­θη­σαν. Ἐ­βου­λή­θη νὰ ἀ­πο­λέ­ση Ἐ­κεῖ­νον ποὺ τε­λι­κὰ οὔ­τε αὐ­τὸς μπό­ρε­σε νὰ βλά­ψη οὔ­τε ὁ σα­τα­νᾶς νὰ Τὸν πλη­σι­ά­ση οὔ­τε ὁ θά­να­τος νὰ Τὸν κα­τα­στρέ­ψη οὔ­τε ὁ τά­φος νὰ Τὸν κρα­τή­ση.

Ἃς πα­ρα­κο­λου­θή­σου­με, ἀ­δελ­φοί, πῶς ὁ Ἰ­ω­σὴφ δέ­χε­ται τὴν ἐ­πί­σκε­ψη τοῦ Ἀγ­γέ­λου καὶ ὑ­πη­ρε­τεῖ τὸ μυ­στή­ρι­ο τῆς ἐ­ναν­θρω­πή­σε­ως τοῦ Θε­οῦ Λό­γου. Μὲ δι­α­κρι­τι­κὴ ὑ­πα­κο­ὴ καὶ σι­ω­πή. Κά­νει ἰ­δι­αί­τε­ρη ἐ­ντύ­πω­ση πὼς στὴν Ἁ­γί­α Γρα­φὴ δὲν ὑ­πάρ­χει κα­νέ­νας λό­γος τοῦ Ἰ­ω­σήφ. Ἀ­να­δει­κνύ­ε­ται ἔ­τσι ἡ συμ­βο­λὴ τῆς σι­ω­πῆς στὴ δι­α­κο­νί­α τοῦ Λό­γου. Τῆς σι­ω­πῆς καὶ τῆς ἡ­συ­χί­ας. Εἶ­ναι δυ­να­τὸν νὰ ἀ­κου­σθῆ ὁ λό­γος τοῦ Θε­οῦ, ἂν δὲν βρι­σκό­μα­στε σὲ κα­τά­στα­ση σι­ω­πῆς καὶ ἡ­συ­χί­ας; Αὐ­τὴ εἶ­ναι ἡ πρό­τα­ση τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας στὴ ση­με­ρι­νὴ ἐ­πο­χή, ἐ­πο­χὴ δρά­σε­ως καὶ κι­νή­σε­ως ποὺ στο­χεύ­ει στὴν ἀ­το­μι­κὴ καὶ κοι­νω­νι­κὴ εὐ­η­με­ρί­α δῆ­θεν. Σι­ω­πὴ καὶ ἡ­συ­χί­α μὲ τὸν Χρι­στό, γι­ὰ νὰ στα­μα­τή­ση ἡ ἀλ­λο­τρί­ω­σή μας, ποὺ ἔ­χει γί­νει γι­α­τὶ «σκο­τώ­σα­με μέ­σα μας τὸν Χρι­στό». Μέ­σα σὲ ἕ­να κλῖ­μα ἡ­συ­χί­ας, σι­ω­πῆς καὶ ὑ­πα­κο­ῆς ὁ ἄν­θρω­πος ἑ­νο­ποι­εῖ­ται καὶ τό­τε ἡ δρά­ση του εἶ­ναι ὑ­γι­ής. Τὸ παι­δί­ον Ἰ­η­σοῦς, ἔ­τσι ὅ­πως τὸ βλέ­που­με στὴν ἀ­γκα­λι­ὰ τῆς Πα­να­γί­ας μας, μᾶς ὁ­δη­γεῖ στὴν σω­τή­ρι­α σκέ­ψη ὅ­τι ἀ­πο­τε­λεῖ τὸ κέ­ντρο τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Συ­νε­πῶς δὲν εἶ­ναι δυ­να­τὸν νὰ ἀ­να­ζη­τοῦ­με τὸν Χρι­στὸ ἔ­ξω ἀ­πὸ τὴν Πα­να­γί­α καὶ τὴν Ἐκ­κλη­σί­α. Ὅ­πως Ἐ­κεῖ­νος κυ­ο­φο­ρή­θη­κε στὴν μή­τρα τῆς Πα­να­γί­ας, ἔ­τσι καὶ ἐ­μεῖς πρέ­πει στὴν μή­τρα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, δη­λα­δὴ στὴν μυ­στη­ρι­α­κὴ ζω­ή, νὰ ἀ­να­γεν­νη­θοῦ­με πνευ­μα­τι­κά, νὰ κυ­κλο­φο­ρῆ στὶς φλέ­βες μας Χρι­στός, νὰ ἔ­χου­με μέ­σα μας τὴν ὄ­ντως ζω­ή. Νὰ λε­γό­μα­στε καὶ νὰ εἴ­μα­στε ἀ­λη­θι­νοὶ χρι­στι­α­νοί.

Ἀ­δελ­φοί, τρεῖς στά­σεις καὶ συ­μπε­ρι­φο­ρὲς ἔ­χουν οἱ ἄν­θρω­ποι ἀ­πέ­να­ντι στὸν Χρι­στό. Ἄλ­λοι σὰν τὸν Ἰ­ω­σὴφ τὸν ὑ­πη­ρε­τοῦν μὲ δι­ά­κρι­ση, ὑ­πα­κο­ή, ἡ­συ­χί­α καὶ σι­ω­πή. Ἄλ­λοι σὰν τὴν Θε­ο­τό­κο, Τὸν γεν­νοῦν, ἀ­φοῦ ἀ­φή­νουν στὴν ψυ­χὴ καὶ τὴν καρ­δι­ά τους νὰ κυ­ο­φο­ρεῖ­ται Ἐ­κεῖ­νος, ὁ Με­γά­λης Βου­λῆς Ἄγ­γε­λος. Καὶ ἄλ­λοι σὰν τὸν Ἡ­ρώ­δη ζη­τοῦν τὸ θά­να­τό Του. Ἐ­μεῖς ἀ­δελ­φοί, ποι­ὰ στά­ση παίρ­νου­με;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου