ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ
26 Δεκεμβρίου 1999
«Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ᾿ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατ᾿ ἄνθρωπον».
(Γαλ. α΄, 11-19)
Ἡ ἄγνοια, ὁ ὀρθολογισμός καί ἡ ἀμφισβήτηση πού ὑπάρχει κατ᾿ ἐξοχήν στήν ἐποχή μας γύρω ἀπό τά θέματα τῆς χριστιανικῆς Πίστεως καί τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ μας, ὁδηγεῖ πολλούς καί ἴσως καί Χριστιανούς νά ἔχουν καί νά διατυπώνουν τίς πλέον παράξενες θέσεις καί διαθέσεις. Ἄλλους πιστούς τούς προβληματίζουν καί τούς κάνουν συχνά νά ἀναρωτιοῦνται γιά τό τί εἶναι τό Εὐαγγέλιο, ποιόν σκοπό ἐξυπηρετεῖ καί ἀπό ποῦ ἀληθινά προῆλθε.
Στά ἐρωτήματα αὐτά ἔρχεται ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νά ἀπαντήσει μέ τό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, καί μάλιστα ὄχι χωρίς λόγο, μιά καί στήν Ἐκκλησία τῆς Γαλατίας εἶχαν εἰσχωρήσει οἱ αἱρετικοί ἰουδαΐζοντες ψευδοδιδάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι ἀμφισβητοῦσαν τήν θεία προέλευση τοῦ Εὐαγγελίου καί μέ συκοφαντίες καί διαβολές προκαλοῦσαν, ὄχι μόνο ταραχές καί σκάνδαλα στούς πιστούς, ἀλλά καί προσπαθοῦσαν νά κλονίσουν τό ἀποστολικό του ἀξίωμα.
Τό πρῶτο πού θέλει νά διδάξει καί μέ ἀκρίβεια νά τούς δοθεῖ νά ἐννοήσουν εἶναι ὅτι τό Εὐαγγέλιο δέν εἶναι ἀνθρώπινης ἔμπνευσης καί προέλευσης προϊόν καί οὔτε ὁ ἴδιος τό παρέλαβε καί τό διδάχθηκε ἀπό ἀνθρώπους, ἀλλά τό ἐβίωσε κατά τρόπο ἄμεσο καί θαυμαστό, ὅπως τοῦ τό ἀποκάλυψε ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός μας. Ὑπῆρξε «κλητός ἀπόστολος, ἀφιερωμένος εἰς τό Εὐαγγέλιον τοῦ Θεοῦ», γράφει σέ ἄλλη περίπτωση στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή, γιά νά τούς βεβαιώσει ὅτι τόν εἶχε καλέσει ὁ Θεός, μέ τό θαῦμα καί τήν μεταστροφή του στήν πορεία του πρός τήν Δαμασκό, καί τόν εἶχε ξεχωρίσει γιά νά διδάξει τό Εὐαγγέλιό Του.
Ἀπό τότε καί μέχρι σήμερα, γιά εἴκοσι αἰῶνες ζωῆς χριστιανικῆς, ἀποδεικνύεται περίτρανα ὅτι τό κήρυγμα τοῦ Παύλου, τό Εὐαγγέλιό του, «οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον». Εἶναι τό ἕνα, τό αἰώνιο Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, τό Εὐαγγέλιο πού καί ἐμεῖς γνωρίσαμε, χάρις στούς κόπους καί τούς ἀγῶνες τῆς μεγάλης αὐτῆς ψυχῆς, τοῦ Παύλου.
Ἀκόμη ὁ Ἀπόστολος Παῦλος θέλει νά τονίσει πώς ὅ,τι μᾶς κήρυξαν οἱ ἀπεσταλμένοι τοῦ Θεοῦ τό εἶπαν, ὄχι «θελήματι ἀνθρώπου», ἀλλά «ὑπὸ Πνεύματος Ἁγίου φερόμενοι», καθώς καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος γράφει στήν Β' ἐπιστολή του. Δέν εἶναι δηλαδή ἐφεύρημα καί ἐπινόημα τοῦ ἀνθρώπινου νοῦ, μήτε θρησκευτική ἀναζήτηση καί μεταφυσικός στοχασμός. Δέν εἶναι ἀνακάλυψη τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἀποκάλυψη τοῦ ἴδιου του Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Εἶναι, ὅπως λέγει ἀλλοῦ ὁ Παῦλος, τό Εὐαγγέλιο πού παραλάβαμε «δι᾿ ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, στό ὁποῖο στεκόμαστε καί μέ τό ὁποῖο σωζόμαστε (Α΄ Κορινθ. ιε΄, 1). Τέλος αὐτός εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Θεάνθρωπος Κύριος, τό Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας μας.
Μετά ἀπό ὅλα αὐτά, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, μποροῦμε νά κατανοήσουμε ὅτι ἡ οὐσία τοῦ Εὐαγγελίου δέν εἶναι ἁπλῶς κάποιες μεγάλες ἀλήθειες θεϊκές, ἀλλά ἕνα πρόσωπο καί ἕνα ἔργο θεϊκό. Τό Πρόσωπο τό Θεανδρικό τοῦ Χριστοῦ μας καί τό ἔργο τῆς σωτηρίας μας ἀπό τή φθορά τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου, ὅπως αὐτό φανερώθηκε σάν δυνατότητα ζωῆς μέ τήν σταυρική Του θυσία καί τήν Ἀνάστασή Του.
Χριστιανοί μου, Εὐαγγέλιο, κατά τόν Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, εἶναι τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ· ἡ ἀναίρεση τῆς κολάσεως, ἡ λύση τῶν ἁμαρτημάτων, ἡ δικαιοσύνη καί ὁ ἁγιασμός, ἡ ἀπολύτρωση καί ἡ υἱοθεσία, ἡ κληρονομία τῶν Οὐρανῶν καί ἡ συγγένεια πρός τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ. Εὐαγγέλιο σημαίνει «Θεός ἐπὶ γῆς καὶ ἄνθρωπος ἐν Οὐρανῷ».
«Χωρίς αὐτό», λέγει κάπου ὁ μεγάλος φιλόσοφος Πασκάλ, «δέν γνωρίζουμε τίποτα καί δέν βλέπουμε τίποτα παρά σκοτάδι».
Γιά μᾶς ὅμως πού ζοῦμε μέσα στή χάρη τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας καί πιστεύουμε στόν Ἰησοῦ Χριστό μας τό Εὐαγγέλιο ἀποτελεῖ πηγή πίστεως ἀληθινῆς καί ὁδό ζωῆς καί ὑπόσχεση πραγματικῆς αἰώνιας σωτηρίας. ΑΜΗΝ.
26 Δεκεμβρίου 1999
«Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ᾿ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατ᾿ ἄνθρωπον».
(Γαλ. α΄, 11-19)
Ἡ ἄγνοια, ὁ ὀρθολογισμός καί ἡ ἀμφισβήτηση πού ὑπάρχει κατ᾿ ἐξοχήν στήν ἐποχή μας γύρω ἀπό τά θέματα τῆς χριστιανικῆς Πίστεως καί τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ μας, ὁδηγεῖ πολλούς καί ἴσως καί Χριστιανούς νά ἔχουν καί νά διατυπώνουν τίς πλέον παράξενες θέσεις καί διαθέσεις. Ἄλλους πιστούς τούς προβληματίζουν καί τούς κάνουν συχνά νά ἀναρωτιοῦνται γιά τό τί εἶναι τό Εὐαγγέλιο, ποιόν σκοπό ἐξυπηρετεῖ καί ἀπό ποῦ ἀληθινά προῆλθε.
Στά ἐρωτήματα αὐτά ἔρχεται ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νά ἀπαντήσει μέ τό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, καί μάλιστα ὄχι χωρίς λόγο, μιά καί στήν Ἐκκλησία τῆς Γαλατίας εἶχαν εἰσχωρήσει οἱ αἱρετικοί ἰουδαΐζοντες ψευδοδιδάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι ἀμφισβητοῦσαν τήν θεία προέλευση τοῦ Εὐαγγελίου καί μέ συκοφαντίες καί διαβολές προκαλοῦσαν, ὄχι μόνο ταραχές καί σκάνδαλα στούς πιστούς, ἀλλά καί προσπαθοῦσαν νά κλονίσουν τό ἀποστολικό του ἀξίωμα.
Τό πρῶτο πού θέλει νά διδάξει καί μέ ἀκρίβεια νά τούς δοθεῖ νά ἐννοήσουν εἶναι ὅτι τό Εὐαγγέλιο δέν εἶναι ἀνθρώπινης ἔμπνευσης καί προέλευσης προϊόν καί οὔτε ὁ ἴδιος τό παρέλαβε καί τό διδάχθηκε ἀπό ἀνθρώπους, ἀλλά τό ἐβίωσε κατά τρόπο ἄμεσο καί θαυμαστό, ὅπως τοῦ τό ἀποκάλυψε ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός μας. Ὑπῆρξε «κλητός ἀπόστολος, ἀφιερωμένος εἰς τό Εὐαγγέλιον τοῦ Θεοῦ», γράφει σέ ἄλλη περίπτωση στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή, γιά νά τούς βεβαιώσει ὅτι τόν εἶχε καλέσει ὁ Θεός, μέ τό θαῦμα καί τήν μεταστροφή του στήν πορεία του πρός τήν Δαμασκό, καί τόν εἶχε ξεχωρίσει γιά νά διδάξει τό Εὐαγγέλιό Του.
Ἀπό τότε καί μέχρι σήμερα, γιά εἴκοσι αἰῶνες ζωῆς χριστιανικῆς, ἀποδεικνύεται περίτρανα ὅτι τό κήρυγμα τοῦ Παύλου, τό Εὐαγγέλιό του, «οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον». Εἶναι τό ἕνα, τό αἰώνιο Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, τό Εὐαγγέλιο πού καί ἐμεῖς γνωρίσαμε, χάρις στούς κόπους καί τούς ἀγῶνες τῆς μεγάλης αὐτῆς ψυχῆς, τοῦ Παύλου.
Ἀκόμη ὁ Ἀπόστολος Παῦλος θέλει νά τονίσει πώς ὅ,τι μᾶς κήρυξαν οἱ ἀπεσταλμένοι τοῦ Θεοῦ τό εἶπαν, ὄχι «θελήματι ἀνθρώπου», ἀλλά «ὑπὸ Πνεύματος Ἁγίου φερόμενοι», καθώς καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος γράφει στήν Β' ἐπιστολή του. Δέν εἶναι δηλαδή ἐφεύρημα καί ἐπινόημα τοῦ ἀνθρώπινου νοῦ, μήτε θρησκευτική ἀναζήτηση καί μεταφυσικός στοχασμός. Δέν εἶναι ἀνακάλυψη τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἀποκάλυψη τοῦ ἴδιου του Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Εἶναι, ὅπως λέγει ἀλλοῦ ὁ Παῦλος, τό Εὐαγγέλιο πού παραλάβαμε «δι᾿ ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, στό ὁποῖο στεκόμαστε καί μέ τό ὁποῖο σωζόμαστε (Α΄ Κορινθ. ιε΄, 1). Τέλος αὐτός εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Θεάνθρωπος Κύριος, τό Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας μας.
Μετά ἀπό ὅλα αὐτά, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, μποροῦμε νά κατανοήσουμε ὅτι ἡ οὐσία τοῦ Εὐαγγελίου δέν εἶναι ἁπλῶς κάποιες μεγάλες ἀλήθειες θεϊκές, ἀλλά ἕνα πρόσωπο καί ἕνα ἔργο θεϊκό. Τό Πρόσωπο τό Θεανδρικό τοῦ Χριστοῦ μας καί τό ἔργο τῆς σωτηρίας μας ἀπό τή φθορά τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου, ὅπως αὐτό φανερώθηκε σάν δυνατότητα ζωῆς μέ τήν σταυρική Του θυσία καί τήν Ἀνάστασή Του.
Χριστιανοί μου, Εὐαγγέλιο, κατά τόν Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, εἶναι τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ· ἡ ἀναίρεση τῆς κολάσεως, ἡ λύση τῶν ἁμαρτημάτων, ἡ δικαιοσύνη καί ὁ ἁγιασμός, ἡ ἀπολύτρωση καί ἡ υἱοθεσία, ἡ κληρονομία τῶν Οὐρανῶν καί ἡ συγγένεια πρός τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ. Εὐαγγέλιο σημαίνει «Θεός ἐπὶ γῆς καὶ ἄνθρωπος ἐν Οὐρανῷ».
«Χωρίς αὐτό», λέγει κάπου ὁ μεγάλος φιλόσοφος Πασκάλ, «δέν γνωρίζουμε τίποτα καί δέν βλέπουμε τίποτα παρά σκοτάδι».
Γιά μᾶς ὅμως πού ζοῦμε μέσα στή χάρη τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας καί πιστεύουμε στόν Ἰησοῦ Χριστό μας τό Εὐαγγέλιο ἀποτελεῖ πηγή πίστεως ἀληθινῆς καί ὁδό ζωῆς καί ὑπόσχεση πραγματικῆς αἰώνιας σωτηρίας. ΑΜΗΝ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου