ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ

28 Δεκεμβρίου 1997

Ἡ φυ­γή τοῦ Ἰ­η­σοῦ στήν Αἴ­γυ­πτο καί οἱ δι­ω­γμοί πού ἐ­πα­κο­λού­θη­σαν στή ζω­ή Του, μέ ἀ­πο­κο­ρύ­φω­μα τόν Σταυ­ρι­κό θά­να­το, εἶ­ναι μι­ά μορ­φή τοῦ αἰ­ω­νί­ου πο­λέ­μου, πού ἀ­πό τήν ἐ­πο­χή τῆς πτώ­σε­ως δι­ε­ξά­γε­ται με­τα­ξύ τοῦ Σα­τα­νᾶ καί τοῦ Θε­οῦ, τῶν δυ­νά­με­ων τοῦ σκό­τους καί τοῦ φω­τός, τοῦ δρά­κο­ντος καί τοῦ Ἀρ­νί­ου. Ἀ­πό τόν σκλη­ρό αὐ­τό πό­λε­μο νι­κη­τής θά βγεῖ ὁ Ἰ­η­σοῦς, ὁ ὁ­ποῖ­ος θά συ­ντρί­ψει τόν Ἀ­ντί­χρι­στο καί τούς ὑ­πη­ρέ­τες του. Οἱ ἄν­θρω­ποι τοῦ σκό­τους θά Τόν ἀ­νε­βά­σουν στόν Σταυ­ρό, ἀλ­λά ἀ­πό τόν λό­φο τοῦ Γολ­γο­θᾶ θά λάμ­ψει ὡς ὁ ἥ­λι­ος πού θά φω­τί­σει τά πέ­ρα­τα τῆς γῆς. Τήν ἴ­δι­α τύ­χη θά ἔ­χει καί ἡ Ἐκ­κλη­σί­α Του. Θά βα­φεῖ μέ τά αἵ­μα­τα τῶν μαρ­τύ­ρων της, θά ἁ­λυ­σο­δε­θεῖ μέ τά δε­σμά τῶν δη­μί­ων της, θά δι­ω­χθεῖ, θά κα­τέ­βει στίς κα­τα­κόμ­βες, θά κρυ­φτεῖ στίς ὀ­πές τῆς γῆς καί στά σπή­λαι­α τῶν ὀ­ρέ­ων, ἀλ­λά δέν θά συ­ντρι­βεῖ, θά με­γα­λουρ­γή­σει μέ­σα ἀ­πό τόν πό­νο καί τήν ἐ­ξου­θέ­νω­ση, θά θρι­αμ­βεύ­σει μέ­σα ἀ­πό τό μαρ­τύ­ρι­ο καί τόν ἐ­ξευ­τε­λι­σμό. Ἄν γι­ά τόν κό­σμο ἡ κα­τα­φρό­νη­ση καί ὁ δι­ω­γμός εἶ­ναι αἰ­τί­α πό­νου καί θλί­ψε­ως, γι­ά τόν χρι­στι­α­νό γί­νε­ται αἰ­τί­α χα­ρᾶς καί ἐλ­πί­δος, γι­α­τί μέ­σα ἀπ᾿ αὐ­τόν βλέ­πει τό σχέ­δι­ο τοῦ Θε­οῦ γι­ά τόν ἁ­γι­α­σμό τῆς ψυ­χῆς καί τή σω­τη­ρί­α τοῦ κό­σμου. «Μα­κά­ρι­οί ἐ­στε ὅ­ταν ὀ­νει­δί­σω­σιν ὑ­μᾶς καὶ δι­ώ­ξω­σι.­.­.» (Ματθ. ε΄, 11) εἶ­πε ὁ Κύ­ρι­ος γι᾿ αὐ­τούς πού γι­ά τό Ὄ­νο­μά Του δι­ώ­κο­νται.

Ἀ­πό τά πρῶ­τα βή­μα­τα τῆς ἐ­πι­γεί­ου ζω­ῆς Του ὁ Ἰ­η­σοῦς γεύ­ε­ται τό πι­κρό πο­τή­ρι τῶν δι­ω­γμῶν, ἀλ­λά συγ­χρό­νως καί τήν κρα­ται­ά προ­στα­σί­α τοῦ Θε­οῦ. Ὁ θη­ρι­ώ­δης Ἡ­ρώ­δης ἀ­να­ζη­τεῖ τό Παι­δί­ο γι­ά νά τό φο­νεύ­σει καί ὁ ἄγ­γε­λος τοῦ Θε­οῦ πα­ρου­σι­ά­ζε­ται στόν ὕ­πνο τοῦ προ­στά­του Ἰ­ω­σήφ καί τόν συμ­βου­λεύ­ει: «ἐ­γερ­θεὶς πα­ρά­λα­βε τὸ παι­δί­ον καὶ τὴν μη­τέ­ρα αὐ­τοῦ καὶ φεῦ­γε εἰς Αἴ­γυ­πτον, καὶ ἴ­σθι ἐ­κεῖ ἕ­ως ἂν εἴ­πω σοι· μέλ­λει γὰρ Ἡ­ρώ­δης ζη­τεῖν τὸ παι­δί­ον τοῦ ἀ­πο­λέ­σαι αὐ­τό». Καί ἐ­νῶ ὁ Ἡ­ρώ­δης μέ τήν ἀ­πάν­θρω­πη σφα­γή τῶν νη­πί­ων τῆς Βη­θλε­έμ νο­μί­ζει ὅ­τι ἀ­παλ­λά­χθη­κε ἀ­πό τόν ἐ­πί­ζη­λο βα­σι­λέ­α τοῦ Ἰσ­ρα­ήλ, ἐ­κεῖ­νος ἀ­θό­ρυ­βα στήν ξέ­νη χώ­ρα ἡ­λι­κι­ώ­νε­ται γι­ά νά ἐ­πι­στρέ­ψει ἰ­σχυ­ρός με­τά τό θά­να­το τοῦ Ἡ­ρώ­δη καί νά κη­ρύ­ξει τήν νέ­α Βα­σι­λεί­α τῶν ψυ­χῶν.

Ἐκ­κλη­σί­α τῶν μαρ­τύ­ρων ὀ­νο­μά­ζε­ται ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τῶν τρι­ῶν πρώ­των αἰ­ώ­νων. Ἑ­κα­τομ­μύ­ρι­α εἶ­ναι οἱ γνω­στοί καί ἄ­γνω­στοι μάρ­τυ­ρες πού δέν κάμ­φθη­καν μέ τά βα­σα­νι­στή­ρι­α, πού δέν ὑ­πο­χώ­ρη­σαν μέ τίς ὑ­πο­σχέ­σεις, πού προ­τί­μη­σαν τόν ἔν­δο­ξο θά­να­το γι­ά τήν ἀ­γά­πη τοῦ Χρι­στοῦ καί ἔ­χυ­σαν τό αἷ­μα τους γι­ά τό θρί­αμ­βο τῆς Πί­στε­ως. Σκλη­ροί τύ­ραν­νοι καί δι­ῶ­κτες, ὅ­πως ὁ Νέ­ρων, ὁ Δέ­κι­ος, ὁ Δι­ο­κλη­τι­α­νός καί τό­σοι ἄλ­λοι, μέ λύσ­σα ἐ­κή­ρυ­ξαν ἀ­πη­νῆ δι­ω­γμό κα­τά τῆς ἀρ­τι­γέν­νη­της Ἐκ­κλη­σί­ας καί ἐ­νό­μι­σαν ὅ­τι μέ τή βί­α καί τή δύ­να­μη πού δι­έ­θε­ταν θά ἔ­κα­μπταν τό φρό­νη­μα τῶν ἡ­ρώ­ων της πί­στε­ως.

Με­τά τούς δι­ω­γμούς ἦλ­θαν ἄλ­λου εἴ­δους δι­ω­γμοί μέ­σα ἀ­πό τά σπλάγ­χνα τῆς ἴ­δι­ας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Σχί­σμα­τα καί αἱ­ρέ­σεις τραυ­μα­τί­ζουν τή ἑ­νό­τη­τά της καί ξε­σχί­ζουν τόν χι­τῶ­να της. Οἱ ἐ­γω­ι­σμοί καί οἱ μι­σαλ­λο­δο­ξί­ες τήν σέρ­νουν σέ μι­ά τρα­γι­κή πε­ρι­πέ­τει­α, ἀ­πό τήν ὁ­ποί­α ὕ­στε­ρα ἀ­πό αἰ­ώ­νων τα­λαι­πω­ρί­α ἐ­ξέρ­χε­ται τραυ­μα­τι­σμέ­νη. Ἀ­δελ­φοί δι­ώ­κουν ἀ­δελ­φούς. Χρι­στι­α­νοί φο­νεύ­ουν χρι­στι­α­νούς. Ὑ­πε­ρή­φα­να μέ­λη της γί­νο­νται ὄρ­γα­να τοῦ δι­α­βό­λου καί ἐ­γω­ι­στι­κά κη­ρύτ­τουν νέ­α δό­γμα­τα. Ἀ­να­στα­τώ­νουν τήν Ἐκ­κλη­σί­α καί τήν βυ­θί­ζουν σέ μι­ά πε­ρι­πε­τει­ώ­δη θλί­ψη, πού δυ­στυ­χῶς συ­νε­χί­ζε­ται στίς μέ­ρες μας.

Στούς νε­ω­τέ­ρους χρό­νους μέ­σα ἀ­πό τούς κόλ­πους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἀ­να­πη­δοῦν οἱ ἀρ­νη­τές, οἱ ὀρ­θο­λο­γι­στές, οἱ ὑ­λι­στές. Βρί­ζουν καί συ­κο­φα­ντοῦν τήν Ἐκ­κλη­σί­α, δι­α­κω­μω­δοῦν τά ὅ­σι­α καί ἱ­ε­ρά καί προ­σπα­θοῦν στή θέ­ση τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας νά βά­λουν μι­ά «φυ­σι­κή θρη­σκεί­α». Ἄν­θρω­ποι τῆς ὕ­λης, δη­μι­ουρ­γοῦν μι­ά κοι­νω­νί­α ἀ­τό­μων προ­ο­ρι­σμέ­νων νά ζή­σουν σάν νού­με­ρα μι­ᾶς μη­χα­νῆς καί ὄ­χι σάν πρό­σω­πα ἑ­νός κό­σμου, πού ἔ­χει μέν τήν ἀρ­χή του ἐ­δῶ, ἀλ­λά συ­νε­χί­ζε­ται καί με­τά τόν θά­να­το.

Οἱ ἄν­θρω­ποι τῆς ση­με­ρι­νῆς ἐ­πο­χῆς πε­ρισ­σό­τε­ρο ἐν­δι­α­φέ­ρο­νται γι­ά τήν ἀ­νά­παυ­ση τοῦ σαρ­κί­ου τους καί ἐ­λά­χι­στα γι­ά τήν ἀ­νά­παυ­ση τῆς ψυ­χῆς τους, πού κα­τα­τυ­ραν­νεῖ­ται ἀ­πό τό­σα ψυ­χο­λο­γι­κά προ­βλή­μα­τα. Ἀ­πό ὅ­λα τά μέ­σα πού δι­α­θέ­τει ἡ κοι­νω­νί­α γί­νε­ται μι­ά φο­βε­ρή ἀ­ντι­πνευ­μα­τι­κή προ­πα­γάν­δα, ἡ ὁ­ποί­α ἔ­χει ὀ­λέ­θρι­ες ἐ­πι­πτώ­σεις σέ ὅ­λους. Θε­ο­ποι­εῖ­ται ἡ σάρ­κα, ἀμ­βλύ­νε­ται ἡ συ­νεί­δη­ση, ἰ­σο­πε­δώ­νο­νται οἱ ἀ­ξί­ες, κρη­μνί­ζο­νται τά ἰ­δα­νι­κά καί κη­ρύτ­τε­ται μι­ά και­νούρ­γι­α θρη­σκεί­α, πού κέ­ντρο ἔ­χει, ὄ­χι τόν Θε­ό, ἀλ­λά τόν ἄν­θρω­πο.

Σή­με­ρα οἱ δι­ῶ­κτες τοῦ Χρι­στι­α­νι­σμοῦ φο­ροῦν τό προ­σω­πεῖ­ο τοῦ πο­λι­τι­σμέ­νου, τοῦ μο­ντέρ­νου, τοῦ ἀ­πε­λευ­θε­ρω­μέ­νου, τοῦ προ­ο­δευ­τι­κοῦ. Δέν ἐ­ξα­πο­λύ­ουν δι­α­τά­γμα­τα, ἀλ­λά ὕ­που­λα με­θο­δεύ­ουν τή δι­αί­ρε­ση καί τό σχί­σμα, μέ­σα ἀ­πο­τε­λε­σμα­τι­κά γι­ά τήν ἀ­να­στά­τω­ση τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας.

Εἶ­ναι ἀ­λή­θει­α ὅ­τι καί σή­με­ρα δι­ώ­κε­ται ὁ Χρι­στός καί μα­ζί μέ τόν Χρι­στό δι­ώ­κο­νται ὅ­σοι Τόν πι­στεύ­ουν ἀ­λη­θι­νά. «Εἰ ἐ­μὲ ἐ­δί­ω­ξαν καὶ ὑ­μᾶς δι­ώ­ξου­σιν» (Ἰ­ω­άν. ι­ε΄, 20) εἶ­πε ὁ Κύ­ρι­ος στούς μα­θη­τάς Του καί ἐ­ξα­κο­λου­θεῖ νά λέ­γει σέ ὅ­λους τούς πι­στούς. Ἡ χρι­στι­α­νι­κή ζω­ή εἶ­ναι ἄρ­ρη­κτα ἑ­νω­μέ­νη μέ τόν δι­ω­γμό. Πά­ντα θά ὑ­πάρ­χουν ὄρ­γα­να τοῦ Σα­τα­νᾶ, πού θά προ­σπα­θοῦν νά χω­ρί­σουν τόν ἄν­θρω­πο ἀ­πό τόν Θε­ό.

Ἀ­δελ­φοί, ὁ Χρι­στός δέν μᾶς ὑ­πο­σχέ­θη­κε στόν κό­σμο αὐ­τό δό­ξες καί τι­μές. «Ἐν τῷ κό­σμῳ θλῖ­ψιν ἕ­ξε­τε» μᾶς εἶ­πε. Καί συ­νέ­χι­σε: «ἀλ­λά θαρ­σεῖ­τε, ἐ­γὼ νε­νί­κη­κα τὸν κό­σμον» (Ἰ­ω­άν. ι­στ΄, 33). Ἄς Τόν κα­τα­δι­ώ­κουν οἱ ἐ­χθροί Του. Ἄς ὑ­βρί­ζουν τήν Ἐκ­κλη­σί­α Του. Ἄς συ­κο­φα­ντοῦν τούς λει­τουρ­γούς Του. Ἄς εἰ­ρω­νεύ­ο­νται τούς πι­στούς Του. Ἐ­κεῖ­νος καί πά­λι θά νι­κή­σει.

Γρά­φει ὁ Ἅ­γι­ος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Χρυ­σό­στο­μος: «Ἄς μαί­νε­ται ἡ θά­λασ­σα, δέν μπο­ρεῖ νά δι­α­λύ­σει τήν πέ­τρα· ἄς ση­κώ­νο­νται τά κύ­μα­τα, τό πλοῖ­ο τοῦ Ἰ­η­σοῦ, τήν Ἐκ­κλη­σί­α, δέν μπο­ροῦν νά τό κα­τα­πο­ντί­σουν». ΑΜΗΝ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου