Κυριακὴ ΙΑ΄ Λουκᾶ (Λουκ. ιδ΄ 16-24) +Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης Διονύσιος
12 Δεκεμβρίου 1965
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Μέσα στὶς παραβολὲς ποὺ ἐδίδαξε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι καὶ ἡ παραβολὴ τοῦ μεγάλου δείπνου, αὐτὴ ποὺ ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο. Θέλει νὰ μᾶς διδάξη ὁ Κύριος σὲ τούτη τὴν παραβολὴ πόσα κάνει ὁ Θεὸς γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καὶ πόσα προφασίζονται οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ μὴ σωθοῦνε, γιατί δὲν καταλαβαίνουνε καὶ δὲν ἐκτιμοῦνε τὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Στὸ μεγάλο τραπέζι τῆς σωτηρίας δὲ θὰ καθίσουν ὅλοι κι ἂς τοὺς καλῆ ὅλους ὁ Θεός· γιατί κι ἂν εἶναι ὅλοι καλεσμένοι, μὰ δὲν εἶναι ὅλοι ἄξιοι καὶ διαλεχτοί. Οἱ διάλεχτοι εἶναι πάντα λίγοι. Ἂς ἀκούσουμε τὴν παραβολὴ στὴ δική μας ἁπλὴ γλώσσα.
Εἶπεν ὁ Κύριος ἐτούτη τὴν παραβολή. Ἕνας ἄνθρωπος ἔκαμε τραπέζι μεγάλο καὶ κάλεσε πολλούς. Κι ἔστειλε τὸν ὑπηρέτη του τὴν ὥρα τοῦ τραπεζιοῦ νὰ πῆ στοὺς καλεσμένους. Ἐλᾶτε, γιατί ὅλα εἶν' ἕτοιμα. Κι ἄρχισαν ὅλοι σὰν συνεννοημένοι νὰ ξεφεύγουν. Ὁ πρῶτος εἶπε· ἀγόρασα χωράφι κι ἔχω ἀνάγκη νὰ βγῶ νὰ τὸ δῶ· σὲ παρακαλῶ, βγάλε με ἀπὸ τὴν ὑποχρέωση. Κι ἄλλος εἶπε· ἀγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια καὶ πάω νὰ τὰ δοκιμάσω· σὲ παρακαλῶ, βγάλε μ῝ε ἀπὸ τὴν ὑποχρέωση. Κι ἄλλος εἶπε· ἔκαμα τὸ γάμο μου καὶ γι' αὐτὸ δὲ μπορῶ νὰ 'ρθω. Καὶ παρουσιάσθηκε ὁ ὑπηρέτης ἐκεῖνος καὶ τὰ εἶπε τοῦτα στὸν Κύριό του. Τότε ὠργίσθηκε ὁ Κύριος κι εἶπε στὸν ὑπηρέτη του. Ἔβγα γρήγορα στὶς πλατεῖες καὶ στὰ σοκάκια τῆς πόλεως καὶ τοὺς φτωχοὺς καὶ σακάτηδες καὶ κουτσοὺς καὶ στραβοὺς φέρε τους ἐδῶ μέσα. Κι εἶπε ὁ ὑπηρέτης· Κύριε, ἔγινε ὅπως διάταξες κι ἀκόμα ὑπάρχει τόπος. Κι εἶπε ὁ Κύριος στὸν ὑπηρέτη· ἔβγα στὶς στράτες καὶ τὰ μονοπάτια κι ἀνάγκασε νὰ μποῦνε καὶ νὰ γεμίση τὸ σπίτι μου. Σᾶς λέγω λοιπὸν πὼς κανένας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους τοὺς καλεσμένους δὲ θὰ φάγη ἀπὸ τὸ τραπέζι μου. Γιατί πολλοὶ εἶναι οἱ καλεσμένοι, μὰ λίγοι εἶναι oἱ διαλεχτοί.
Ἐτούτη τὴν παραβολή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς τὴν εἶπε πρῶτ' ἀρχὴ γιὰ τοὺς Ἑβραίους. Οἱ Ἑβραῖοι μὲ διάφορες προφάσεις δὲν ἄκουσαν καὶ περιφρόνησαν τὸ κάλεσμα τοῦ Θεοῦ. Καὶ τοὺς Προφῆτες καὶ τὸ Χριστὸ καὶ τοὺς Ἀποστόλους δὲν τοὺς ἄκουσαν οἱ Ἑβραῖοι, κι ὄχι μόνο δὲν τοὺς ἄκουσαν, μὰ καὶ τοὺς ἐδίωξαν.
Μὰ ἂς ἀφήσουμε τώρα τοὺς Ἑβραίους κι ἂς ἔρθουμε σὲ μᾶς· γιατί ἡ παραβολὴ τοῦ μεγάλου δείπνου ἔχει ἐφαρμογὴ σὲ κάθε λαὸ καὶ σὲ κάθε ἄνθρωπο, ποὺ ὁ Θεὸς τὸν καλεῖ στὴ βασιλεία του κι ἐκεῖνος ξεφεύγει μὲ διάφορες προφάσεις. Στὸ τέλος θὰ βρεθοῦν νὰ 'ναι ὅλοι καλεσμένοι, γιὰ νὰ μὴν πῆ κανεὶς πὼς δὲν τὸν κάλεσε ὁ Θεός, μὰ θὰ φανῆ πὼς ὅλοι δὲν ἦσαν ἄξιοι γιὰ τέτοιο κάλεσμα. Δὲν τὸ κατάλαβαν καὶ δὲν τὸ πρόσεξαν, ἦταν τὸ μυαλό τους κι ἡ καρδιὰ τους ἀλλοῦ, καὶ στοὺς ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, ποὺ καλοῦνε τὸν κόσμο στὸ μεγάλο τραπέζι τῆς σωτηρίας, ἀπάντησαν μὲ τὰ ἴδια λόγια τῆς παραβολῆς· «Σὲ παρακαλῶ, ἄφησέ με ἥσυχο». Ἄφησέ με ἥσυχο λένε καὶ σήμερα πολλοί, ὅταν τοὺς μιλῆς γιὰ τὴν ψυχή τους, γιὰ τὴ σωτηρία τους καὶ γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτά, λένε, εἶναι γιὰ τοὺς καλογέρους· σάμπως μόνο οἱ καλόγεροι ἔχουν ψυχὴ καὶ μόνο ἐκεῖνοι πρέπει νὰ σκεφθοῦνε γιὰ τὴ σωτηρία τους.
Μὰ θ' ἀφήσουμε ὅλες τὶς ἄλλες προφάσεις καὶ θὰ μιλήσουμε σήμερα γιὰ μιὰ μόνο πρόφαση. Ὅλες τὶς προφάσεις μᾶς τὶς βάζει στὸ μυαλό μας ὁ διάβολος, ποὺ εἶναι μεγάλος τεχνίτης γιὰ νὰ μᾶς πλανάη ἀπὸ τὸ δρόμο τῆς σωτηρίας μας. Μὰ τούτη ἡ πρόφαση, γιὰ τὴν ὁποία θὰ μιλήσουμε σήμερα, εἶναι ἡ πιὸ ἁμαρτωλὴ κι ἂς φαίνεται πὼς εἶναι τάχα φόβος Θεοῦ καὶ συναίσθηση τῆς ἁμαρτίας μας. Εἶναι ἡ σατανικὴ εὐλάβεια, καθὼς τὴ λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Γι' αὐτὴ τὴ σατανικὴ εὐλάβεια πρέπει νὰ ποῦμε σήμερα, γιατί τὸ μεγάλο δεῖπνο, ποὺ λέγει ὁ Χριστὸς στὴν παραβολή, εἶναι ἡ θεία Κοινωνία καὶ τώρα εἶναι οἱ μέρες ποὺ οἱ χριστιανοὶ πρέπει νὰ κοινωνήσουν.
Κάμποσοι λοιπὸν λένε· «Δὲν πάω νὰ κοινωνήσω, γιατ' εἶμαι ἁμαρτωλός». Αὐτὴ εἶναι ἡ σατανικὴ εὐλάβεια, ἡ ἁμαρτωλὴ πρόφαση ποὺ βάζει στὸ μυαλὸ καὶ στὸ στόμα τῶν χριστιανῶν ὁ διάβολος γιὰ νὰ μὴν κοινωνήσουν. Ἔτσι τοὺς κερδίζει καὶ τοὺς κρατάει μακρυὰ ἀπὸ τὸ δεῖπνο καὶ τὸ τραπέζι τοῦ Θεοῦ, μακρυὰ δηλαδὴ κι ἔξω ἀπὸ τὴ σωτηρία τους. Ὁ Χριστὸς τὸ εἶπε πὼς χωρὶς τὸ σῶμα του καὶ τὸ αἷμα του δὲ μποροῦμε νὰ 'χουμε ζωὴ αἰώνιο, γι' αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη νὰ μεταλαβαίνουμε, ἔστω τέσσερις φορὲς τὸ χρόνο, μιὰ καὶ δὲ μάθαμε νὰ μεταλαβαίνουμε κάθε ποὺ γίνεται ἡ θεία Λειτουργία. Κι ἂν καταλαβαίνουμε πὼς εἴμαστε ἁμαρτωλοί, νὰ μετανοήσουμε λοιπὸν καὶ νὰ ξομολογηθοῦμε. Ὅποιος θέλει τὴ σωτηρία του ξέρει πὼς πρέπει νὰ μεταλαβαίνη, κι ὅποιος καταλαβαίνει πὼς εἶναι ἁμαρτωλὸς μετανοεῖ καὶ πάει καὶ ξομολογιέται. Ὅλα τ' ἄλλα εἶναι ἁμαρτωλὴ πρόφαση καὶ σατανικὴ εὐλάβεια.
Μὰ ἡ πρόφαση, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, δὲ σταματάει ἐδῶ· πάει ἀκόμα πιὸ πέρα, γιατί ὅταν ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου ξεστρατίση κι ἀρχίση νὰ προφασίζεται, δὲν ἔχει σταμάτημα. Εἶναι λοιπὸν πολλοὶ ποὺ λένε· «Τί χρειάζεται νὰ μεταλαβαίνης; Νὰ 'σαι καλὸς ἄνθρωπος· αὐτὸ εἶν' ὅλο». Μὰ τί θὰ πῆ, χριστιανοί μου, καλὸς ἄνθρωπος καὶ πῶς γίνεσαι καλὸς ἄνθρωπος; Καλὸς ἄνθρωπος εἶναι ὅποιος ἔχει τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ τὴν ἔχει ὅποιος μεταλαβαίνει. Ἔξω ἀπὸ τὴ θεία χάρη δὲν ὑπάρχει ἀληθινὴ καλωσύνη κι ἔξω ἀπὸ τὴ θεία Μετάληψη καὶ τ' ἄλλα ἅγια Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν ὑπάρχει θεία χάρη. Ὁ κόσμος εἶναι γεμάτος τάχα καλοὺς ἀνθρώπους, μὰ καλοὶ δὲν εἶναι παρὰ μόνο ἐκεῖνοι ποὺ μετανοοῦν, ποὺ ξομολογιοῦνται, ποὺ μεταλαβαίνουν. Ἐτοῦτοι μὲ μιὰ λέξη λέγονται χαριτωμένοι. Ἐμεῖς χαριτωμένους λέμε τοὺς ὄμορφους καὶ τοὺς εὐχάριστους, μὰ πραγματικὰ χαριτωμένοι εἶναι ὅσοι ἔχουνε μέσα τους τὴ θεία χάρη.
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Μεγάλη μας τιμὴ ποὺ μᾶς κάλεσε ὁ Θεός, ποὺ βρεθήκαμε νὰ 'μαστε χριστιανοί. Μὰ ἐτοῦτο δὲ φτάνει· πρέπει ν' ἀνταποκριθοῦμε στὸ κάλεσμα καὶ νὰ δείξουμε πὼς εἴμαστε ἄξιοι γιὰ τέτοια τιμή. Δὲ φτάνει πὼς εἴμαστε καλεσμένοι, πρέπει νὰ 'μαστε καὶ διαλεχτοί. Νὰ προσέλθουμε χωρὶς πρόφαση στὴν τράπεζα τῆς θείας Κοινωνίας, γιὰ νὰ 'χουμε θέση καὶ στὸ μεγάλο δεῖπνο τῆς θείας βασιλείας. Ἀμήν.
12 Δεκεμβρίου 1965
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Μέσα στὶς παραβολὲς ποὺ ἐδίδαξε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι καὶ ἡ παραβολὴ τοῦ μεγάλου δείπνου, αὐτὴ ποὺ ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο. Θέλει νὰ μᾶς διδάξη ὁ Κύριος σὲ τούτη τὴν παραβολὴ πόσα κάνει ὁ Θεὸς γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καὶ πόσα προφασίζονται οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ μὴ σωθοῦνε, γιατί δὲν καταλαβαίνουνε καὶ δὲν ἐκτιμοῦνε τὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Στὸ μεγάλο τραπέζι τῆς σωτηρίας δὲ θὰ καθίσουν ὅλοι κι ἂς τοὺς καλῆ ὅλους ὁ Θεός· γιατί κι ἂν εἶναι ὅλοι καλεσμένοι, μὰ δὲν εἶναι ὅλοι ἄξιοι καὶ διαλεχτοί. Οἱ διάλεχτοι εἶναι πάντα λίγοι. Ἂς ἀκούσουμε τὴν παραβολὴ στὴ δική μας ἁπλὴ γλώσσα.
Εἶπεν ὁ Κύριος ἐτούτη τὴν παραβολή. Ἕνας ἄνθρωπος ἔκαμε τραπέζι μεγάλο καὶ κάλεσε πολλούς. Κι ἔστειλε τὸν ὑπηρέτη του τὴν ὥρα τοῦ τραπεζιοῦ νὰ πῆ στοὺς καλεσμένους. Ἐλᾶτε, γιατί ὅλα εἶν' ἕτοιμα. Κι ἄρχισαν ὅλοι σὰν συνεννοημένοι νὰ ξεφεύγουν. Ὁ πρῶτος εἶπε· ἀγόρασα χωράφι κι ἔχω ἀνάγκη νὰ βγῶ νὰ τὸ δῶ· σὲ παρακαλῶ, βγάλε με ἀπὸ τὴν ὑποχρέωση. Κι ἄλλος εἶπε· ἀγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια καὶ πάω νὰ τὰ δοκιμάσω· σὲ παρακαλῶ, βγάλε μ῝ε ἀπὸ τὴν ὑποχρέωση. Κι ἄλλος εἶπε· ἔκαμα τὸ γάμο μου καὶ γι' αὐτὸ δὲ μπορῶ νὰ 'ρθω. Καὶ παρουσιάσθηκε ὁ ὑπηρέτης ἐκεῖνος καὶ τὰ εἶπε τοῦτα στὸν Κύριό του. Τότε ὠργίσθηκε ὁ Κύριος κι εἶπε στὸν ὑπηρέτη του. Ἔβγα γρήγορα στὶς πλατεῖες καὶ στὰ σοκάκια τῆς πόλεως καὶ τοὺς φτωχοὺς καὶ σακάτηδες καὶ κουτσοὺς καὶ στραβοὺς φέρε τους ἐδῶ μέσα. Κι εἶπε ὁ ὑπηρέτης· Κύριε, ἔγινε ὅπως διάταξες κι ἀκόμα ὑπάρχει τόπος. Κι εἶπε ὁ Κύριος στὸν ὑπηρέτη· ἔβγα στὶς στράτες καὶ τὰ μονοπάτια κι ἀνάγκασε νὰ μποῦνε καὶ νὰ γεμίση τὸ σπίτι μου. Σᾶς λέγω λοιπὸν πὼς κανένας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους τοὺς καλεσμένους δὲ θὰ φάγη ἀπὸ τὸ τραπέζι μου. Γιατί πολλοὶ εἶναι οἱ καλεσμένοι, μὰ λίγοι εἶναι oἱ διαλεχτοί.
Ἐτούτη τὴν παραβολή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς τὴν εἶπε πρῶτ' ἀρχὴ γιὰ τοὺς Ἑβραίους. Οἱ Ἑβραῖοι μὲ διάφορες προφάσεις δὲν ἄκουσαν καὶ περιφρόνησαν τὸ κάλεσμα τοῦ Θεοῦ. Καὶ τοὺς Προφῆτες καὶ τὸ Χριστὸ καὶ τοὺς Ἀποστόλους δὲν τοὺς ἄκουσαν οἱ Ἑβραῖοι, κι ὄχι μόνο δὲν τοὺς ἄκουσαν, μὰ καὶ τοὺς ἐδίωξαν.
Μὰ ἂς ἀφήσουμε τώρα τοὺς Ἑβραίους κι ἂς ἔρθουμε σὲ μᾶς· γιατί ἡ παραβολὴ τοῦ μεγάλου δείπνου ἔχει ἐφαρμογὴ σὲ κάθε λαὸ καὶ σὲ κάθε ἄνθρωπο, ποὺ ὁ Θεὸς τὸν καλεῖ στὴ βασιλεία του κι ἐκεῖνος ξεφεύγει μὲ διάφορες προφάσεις. Στὸ τέλος θὰ βρεθοῦν νὰ 'ναι ὅλοι καλεσμένοι, γιὰ νὰ μὴν πῆ κανεὶς πὼς δὲν τὸν κάλεσε ὁ Θεός, μὰ θὰ φανῆ πὼς ὅλοι δὲν ἦσαν ἄξιοι γιὰ τέτοιο κάλεσμα. Δὲν τὸ κατάλαβαν καὶ δὲν τὸ πρόσεξαν, ἦταν τὸ μυαλό τους κι ἡ καρδιὰ τους ἀλλοῦ, καὶ στοὺς ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, ποὺ καλοῦνε τὸν κόσμο στὸ μεγάλο τραπέζι τῆς σωτηρίας, ἀπάντησαν μὲ τὰ ἴδια λόγια τῆς παραβολῆς· «Σὲ παρακαλῶ, ἄφησέ με ἥσυχο». Ἄφησέ με ἥσυχο λένε καὶ σήμερα πολλοί, ὅταν τοὺς μιλῆς γιὰ τὴν ψυχή τους, γιὰ τὴ σωτηρία τους καὶ γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτά, λένε, εἶναι γιὰ τοὺς καλογέρους· σάμπως μόνο οἱ καλόγεροι ἔχουν ψυχὴ καὶ μόνο ἐκεῖνοι πρέπει νὰ σκεφθοῦνε γιὰ τὴ σωτηρία τους.
Μὰ θ' ἀφήσουμε ὅλες τὶς ἄλλες προφάσεις καὶ θὰ μιλήσουμε σήμερα γιὰ μιὰ μόνο πρόφαση. Ὅλες τὶς προφάσεις μᾶς τὶς βάζει στὸ μυαλό μας ὁ διάβολος, ποὺ εἶναι μεγάλος τεχνίτης γιὰ νὰ μᾶς πλανάη ἀπὸ τὸ δρόμο τῆς σωτηρίας μας. Μὰ τούτη ἡ πρόφαση, γιὰ τὴν ὁποία θὰ μιλήσουμε σήμερα, εἶναι ἡ πιὸ ἁμαρτωλὴ κι ἂς φαίνεται πὼς εἶναι τάχα φόβος Θεοῦ καὶ συναίσθηση τῆς ἁμαρτίας μας. Εἶναι ἡ σατανικὴ εὐλάβεια, καθὼς τὴ λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Γι' αὐτὴ τὴ σατανικὴ εὐλάβεια πρέπει νὰ ποῦμε σήμερα, γιατί τὸ μεγάλο δεῖπνο, ποὺ λέγει ὁ Χριστὸς στὴν παραβολή, εἶναι ἡ θεία Κοινωνία καὶ τώρα εἶναι οἱ μέρες ποὺ οἱ χριστιανοὶ πρέπει νὰ κοινωνήσουν.
Κάμποσοι λοιπὸν λένε· «Δὲν πάω νὰ κοινωνήσω, γιατ' εἶμαι ἁμαρτωλός». Αὐτὴ εἶναι ἡ σατανικὴ εὐλάβεια, ἡ ἁμαρτωλὴ πρόφαση ποὺ βάζει στὸ μυαλὸ καὶ στὸ στόμα τῶν χριστιανῶν ὁ διάβολος γιὰ νὰ μὴν κοινωνήσουν. Ἔτσι τοὺς κερδίζει καὶ τοὺς κρατάει μακρυὰ ἀπὸ τὸ δεῖπνο καὶ τὸ τραπέζι τοῦ Θεοῦ, μακρυὰ δηλαδὴ κι ἔξω ἀπὸ τὴ σωτηρία τους. Ὁ Χριστὸς τὸ εἶπε πὼς χωρὶς τὸ σῶμα του καὶ τὸ αἷμα του δὲ μποροῦμε νὰ 'χουμε ζωὴ αἰώνιο, γι' αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη νὰ μεταλαβαίνουμε, ἔστω τέσσερις φορὲς τὸ χρόνο, μιὰ καὶ δὲ μάθαμε νὰ μεταλαβαίνουμε κάθε ποὺ γίνεται ἡ θεία Λειτουργία. Κι ἂν καταλαβαίνουμε πὼς εἴμαστε ἁμαρτωλοί, νὰ μετανοήσουμε λοιπὸν καὶ νὰ ξομολογηθοῦμε. Ὅποιος θέλει τὴ σωτηρία του ξέρει πὼς πρέπει νὰ μεταλαβαίνη, κι ὅποιος καταλαβαίνει πὼς εἶναι ἁμαρτωλὸς μετανοεῖ καὶ πάει καὶ ξομολογιέται. Ὅλα τ' ἄλλα εἶναι ἁμαρτωλὴ πρόφαση καὶ σατανικὴ εὐλάβεια.
Μὰ ἡ πρόφαση, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, δὲ σταματάει ἐδῶ· πάει ἀκόμα πιὸ πέρα, γιατί ὅταν ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου ξεστρατίση κι ἀρχίση νὰ προφασίζεται, δὲν ἔχει σταμάτημα. Εἶναι λοιπὸν πολλοὶ ποὺ λένε· «Τί χρειάζεται νὰ μεταλαβαίνης; Νὰ 'σαι καλὸς ἄνθρωπος· αὐτὸ εἶν' ὅλο». Μὰ τί θὰ πῆ, χριστιανοί μου, καλὸς ἄνθρωπος καὶ πῶς γίνεσαι καλὸς ἄνθρωπος; Καλὸς ἄνθρωπος εἶναι ὅποιος ἔχει τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ τὴν ἔχει ὅποιος μεταλαβαίνει. Ἔξω ἀπὸ τὴ θεία χάρη δὲν ὑπάρχει ἀληθινὴ καλωσύνη κι ἔξω ἀπὸ τὴ θεία Μετάληψη καὶ τ' ἄλλα ἅγια Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν ὑπάρχει θεία χάρη. Ὁ κόσμος εἶναι γεμάτος τάχα καλοὺς ἀνθρώπους, μὰ καλοὶ δὲν εἶναι παρὰ μόνο ἐκεῖνοι ποὺ μετανοοῦν, ποὺ ξομολογιοῦνται, ποὺ μεταλαβαίνουν. Ἐτοῦτοι μὲ μιὰ λέξη λέγονται χαριτωμένοι. Ἐμεῖς χαριτωμένους λέμε τοὺς ὄμορφους καὶ τοὺς εὐχάριστους, μὰ πραγματικὰ χαριτωμένοι εἶναι ὅσοι ἔχουνε μέσα τους τὴ θεία χάρη.
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Μεγάλη μας τιμὴ ποὺ μᾶς κάλεσε ὁ Θεός, ποὺ βρεθήκαμε νὰ 'μαστε χριστιανοί. Μὰ ἐτοῦτο δὲ φτάνει· πρέπει ν' ἀνταποκριθοῦμε στὸ κάλεσμα καὶ νὰ δείξουμε πὼς εἴμαστε ἄξιοι γιὰ τέτοια τιμή. Δὲ φτάνει πὼς εἴμαστε καλεσμένοι, πρέπει νὰ 'μαστε καὶ διαλεχτοί. Νὰ προσέλθουμε χωρὶς πρόφαση στὴν τράπεζα τῆς θείας Κοινωνίας, γιὰ νὰ 'χουμε θέση καὶ στὸ μεγάλο δεῖπνο τῆς θείας βασιλείας. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου