Πηγή δωρεών (Κυριακή Ι΄Λουκά)
«Γύναι, άπολέλυσαι της ασθενείας σου».
Μέσα στο πλήθος πού το Σάββατο εκείνο γέμιζε την συναγωγή, ό Κύριος διέκρινε τη δυστυχισμένη γυναίκα. «Ήν συγκύπτουσα και μή δυναμένη ανακύψαι είς το παντελές». Άν και δεκαοκτώ χρόνια το σώμα της ήταν κυρτωμένο, ερχόταν στη συναγωγή, για να προσευχήθή και να άκούση λόγο Θεού. Και το παράδειγμα της βάζει μπροστά μας ένα θέμα για αυτοκριτική: Υπάρχει στην καρδιά μας
ό πόθος της λατρείας;
Ασφαλώς είναι πολλοί αυτοί πού πιστεύουν πραγματικά στον Θεό και Τον λατρεύουν όπως πρέπει. Όμως είναι περισσότεροι εκείνοι οι «Ορθόδοξοι Χριστιανοί» πού στις ψυχές τους έχει μαραθή αυτός ό πόθος.
«Ξέρετε, ή σημερινή ζωή έχει τόσες απαιτήσεις,,. Ακόμα και την Κυριακή είμαι υποχρεωμένος να δουλεύω», λέει ό ένας. «Πρέπει να ετοιμάσω φαγητό, να τακτοποιήσω τα παιδιά», λέει ή άλλη. Και οι προφάσεις είναι ατέλειωτες. Και όχι μόνο από τούς φτωχούς βιοπαλαιστές. Άλλα μήπως όσοι εκκλησιάζονται δεν έχουν δουλειές ή εγκαταλείπουν τα σπίτια τους; Όταν κανείς θέλη, μπορεί μια χαρά και τις δουλειές του να ρύθμιση και χρόνο να εξοικονόμηση για τον εκκλησιασμό. Κι ας μην ξεχνάμε ότι ή εργασία πού γίνεται την ώρα της θείας Λειτουργίας, χωρίς απόλυτη και έκτακτη ανάγκη,δεν μπορεί να εύλογηθή από τον Θεό. Πώς να μας βοηθήση ό θεός, όταν με τη στάση μας διακηρύττουμε ότι δεν Τον υπολογίζουμε;
Αν αυτό ίσχύη για όσους έχουν δουλειές, τί να πη κανείς για όσους αφήνουν τη θεία λατρεία για το κυνήγι, την εκδρομή ή τον ύπνο επειδή διασκέδαζαν όλη τη νύχτα; Η γιατί ξενύχτησαν βλέποντας τηλεόραση; Και βρίσκουν την ώρα της θείας Λειτουργία για να τακτοποιήσουν όλα αυτά...
Και άλλες δικαιολογίες με βάση πάντοτε την αδιαφορία προβάλλονται από άλλους, για να απουσιάσουν από τη θεία Λειτουργία. Από το ότι δεν είναι καλλίφωνος ό παπάς ή ό ψάλτης, μέχρι τον καιρό και μέχρι ακόμα το να την ακούνε από το ραδιόφωνο ή να την παρακολουθούν στην τηλεόραση. Πόσο πρόχειρες, πόσο επιπόλαιες είναι οι δικαιολογίες αυτές! Γατί ό εκκλησιασμός δεν είναι απλώς ή εκπλήρωση ενός καθή κοντος. Είναι κυρίως
αληθινή πηγή ευλογιών.
Ας θυμηθούμε τί κέρδισε εκείνη την ημέρα της λατρείας εκείνη ή «συγκύπτουσα» γυναίκα. Ό Κύριος την είδε, την φώναξε να πλησίαση, έβαλε πάνω της τα χέρια του και εκείνη «παραχρήμα άνωρθώθη και έδόξαξε τον Θεόν». Ήλθε στη συναγωγή, για να διδαχθή και να ανακούφιση την ψυχή της. Άλλ' όμως ό Χριστός της χάρισε και τη σωματική της υγεία. Ό Θεός δεν αδιαφορεί για τις ανάγκες των παιδιών του πού τον αγαπούν και τον λατρεύουν. Στον ναό ιδιαίτερα κατά την τέλεση της θείας Λειτουργίας νιώθει κανείς τη μυστηριώδη χάρη του Χριστού. Δεν είναι μόνο ή διδασκαλία τουκαι το κήρυγμα πού μάς καθοδηγούν και μας ενισχύουν στη ζωή μας. Μάς προσεγγίζει μ' έναν άλλο τρόπο προσφέροντας τον ίδιο τον εαυτό του, για να ανόρθωση την ασθενική, «συγκύπτουσα» ύπαρξη μας. Ό άρτος και ό οίνος γίνονται «αυτό το τίμιον Σώμα... και Αίμα του Κυρίου και Θεού καιΣωτήρας ημών Ιησού Χριστού». Ό Κύριος του παντός έρχεται να κατοίκηση μέσα μας, να μεταμόρφωση τη ζωή μας.
Έτσι για όσους έρχονται μ' ευλάβεια στην εκκλησία σε κάθε θεία Λειτουργία, είναι ξεκούρασμα ψυχής, σταθμός ανεφοδιασμού. Έρχεται κανείς κυρτωμένος από το βάρος των μερίμνων, των προβλημάτων της ζωής, από το βάρος ίσως μιας μυστικής ένοχης, και φεύγει ανορθωμένος. Με την ειρήνη του Θεού στην καρδιά του, με το νέο θάρρος για τη συνέχιση του αγώνα του. Και συχνότατα επιστρέφει στη δουλειά του και βρίσκει μια θαυμαστή λύση, πού εντελώς απροσδόκητα παρουσίασε ό Θεός.
«ΖΩΗ»02/12/2010
«Γύναι, άπολέλυσαι της ασθενείας σου».
Μέσα στο πλήθος πού το Σάββατο εκείνο γέμιζε την συναγωγή, ό Κύριος διέκρινε τη δυστυχισμένη γυναίκα. «Ήν συγκύπτουσα και μή δυναμένη ανακύψαι είς το παντελές». Άν και δεκαοκτώ χρόνια το σώμα της ήταν κυρτωμένο, ερχόταν στη συναγωγή, για να προσευχήθή και να άκούση λόγο Θεού. Και το παράδειγμα της βάζει μπροστά μας ένα θέμα για αυτοκριτική: Υπάρχει στην καρδιά μας
ό πόθος της λατρείας;
Ασφαλώς είναι πολλοί αυτοί πού πιστεύουν πραγματικά στον Θεό και Τον λατρεύουν όπως πρέπει. Όμως είναι περισσότεροι εκείνοι οι «Ορθόδοξοι Χριστιανοί» πού στις ψυχές τους έχει μαραθή αυτός ό πόθος.
«Ξέρετε, ή σημερινή ζωή έχει τόσες απαιτήσεις,,. Ακόμα και την Κυριακή είμαι υποχρεωμένος να δουλεύω», λέει ό ένας. «Πρέπει να ετοιμάσω φαγητό, να τακτοποιήσω τα παιδιά», λέει ή άλλη. Και οι προφάσεις είναι ατέλειωτες. Και όχι μόνο από τούς φτωχούς βιοπαλαιστές. Άλλα μήπως όσοι εκκλησιάζονται δεν έχουν δουλειές ή εγκαταλείπουν τα σπίτια τους; Όταν κανείς θέλη, μπορεί μια χαρά και τις δουλειές του να ρύθμιση και χρόνο να εξοικονόμηση για τον εκκλησιασμό. Κι ας μην ξεχνάμε ότι ή εργασία πού γίνεται την ώρα της θείας Λειτουργίας, χωρίς απόλυτη και έκτακτη ανάγκη,δεν μπορεί να εύλογηθή από τον Θεό. Πώς να μας βοηθήση ό θεός, όταν με τη στάση μας διακηρύττουμε ότι δεν Τον υπολογίζουμε;
Αν αυτό ίσχύη για όσους έχουν δουλειές, τί να πη κανείς για όσους αφήνουν τη θεία λατρεία για το κυνήγι, την εκδρομή ή τον ύπνο επειδή διασκέδαζαν όλη τη νύχτα; Η γιατί ξενύχτησαν βλέποντας τηλεόραση; Και βρίσκουν την ώρα της θείας Λειτουργία για να τακτοποιήσουν όλα αυτά...
Και άλλες δικαιολογίες με βάση πάντοτε την αδιαφορία προβάλλονται από άλλους, για να απουσιάσουν από τη θεία Λειτουργία. Από το ότι δεν είναι καλλίφωνος ό παπάς ή ό ψάλτης, μέχρι τον καιρό και μέχρι ακόμα το να την ακούνε από το ραδιόφωνο ή να την παρακολουθούν στην τηλεόραση. Πόσο πρόχειρες, πόσο επιπόλαιες είναι οι δικαιολογίες αυτές! Γατί ό εκκλησιασμός δεν είναι απλώς ή εκπλήρωση ενός καθή κοντος. Είναι κυρίως
αληθινή πηγή ευλογιών.
Ας θυμηθούμε τί κέρδισε εκείνη την ημέρα της λατρείας εκείνη ή «συγκύπτουσα» γυναίκα. Ό Κύριος την είδε, την φώναξε να πλησίαση, έβαλε πάνω της τα χέρια του και εκείνη «παραχρήμα άνωρθώθη και έδόξαξε τον Θεόν». Ήλθε στη συναγωγή, για να διδαχθή και να ανακούφιση την ψυχή της. Άλλ' όμως ό Χριστός της χάρισε και τη σωματική της υγεία. Ό Θεός δεν αδιαφορεί για τις ανάγκες των παιδιών του πού τον αγαπούν και τον λατρεύουν. Στον ναό ιδιαίτερα κατά την τέλεση της θείας Λειτουργίας νιώθει κανείς τη μυστηριώδη χάρη του Χριστού. Δεν είναι μόνο ή διδασκαλία τουκαι το κήρυγμα πού μάς καθοδηγούν και μας ενισχύουν στη ζωή μας. Μάς προσεγγίζει μ' έναν άλλο τρόπο προσφέροντας τον ίδιο τον εαυτό του, για να ανόρθωση την ασθενική, «συγκύπτουσα» ύπαρξη μας. Ό άρτος και ό οίνος γίνονται «αυτό το τίμιον Σώμα... και Αίμα του Κυρίου και Θεού καιΣωτήρας ημών Ιησού Χριστού». Ό Κύριος του παντός έρχεται να κατοίκηση μέσα μας, να μεταμόρφωση τη ζωή μας.
Έτσι για όσους έρχονται μ' ευλάβεια στην εκκλησία σε κάθε θεία Λειτουργία, είναι ξεκούρασμα ψυχής, σταθμός ανεφοδιασμού. Έρχεται κανείς κυρτωμένος από το βάρος των μερίμνων, των προβλημάτων της ζωής, από το βάρος ίσως μιας μυστικής ένοχης, και φεύγει ανορθωμένος. Με την ειρήνη του Θεού στην καρδιά του, με το νέο θάρρος για τη συνέχιση του αγώνα του. Και συχνότατα επιστρέφει στη δουλειά του και βρίσκει μια θαυμαστή λύση, πού εντελώς απροσδόκητα παρουσίασε ό Θεός.
«ΖΩΗ»02/12/2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου