ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2022

 Κοίμησις της Θεοτόκου

Ιωάννου Μ. Φουντούλη

Η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, που εορτάζει στις 15 Αυγούστου ο χριστιανικός κόσμος, είναι η μεγαλυτέρα από τις εορτές που καθιέρωσε η Εκκλησία προς τιμήν της Μητρός του Κυρίου, τις θεομητορικές εορτές. Ίσως είναι και η παλαιοτέρα από όλες. Τις πρώτες μαρτυρίες έχουμε γι’ αυτήν κατά τον Ε΄ αιώνα, γύρω στην εποχή που συνεκλήθη η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος της Εφέσου (451), που καθώρισε το θεομητορικό δόγμα και έγινε αιτία να αναπτυχθή η τιμή στο πρόσωπο της Θεοτόκου. Για πρώτη φορά φαίνεται ότι συνεστήθη στα Ιεροσόλυμα την 13η Αυγούστου και λίγο αργότερα μετετέθη στις 15 του ιδίου μηνός. Είχε δε γενικώτερο θεομητορικό χαρακτήρα, χωρίς ειδική αναφορά στο γεγονός της Κοιμήσεως. Ωνομάζετο «ημέρα της Θεοτόκου Μαρίας».

Κέντρο του πανηγυρισμού αναφέρεται στην αρχή ένα «Κάθισμα», ναός επ’ ονόματί της, που ευρίσκετο έξω από τα Ιεροσόλυμα στο τρίτο μίλιο της οδού που οδηγούσε στην Βηθλεέμ. Η σύνδεσις της εορτής αυτής προς την Κοίμηση της Θεοτόκου έγινε στον περίφημο ναό της Παναγίας που βρισκόταν στην Γεθσημανή, το «ευκτήριο του Μαυρικίου», όπου υπήρχε και ο τάφος της. Αυτός ο ναός πολύ σύντομα πήρε τον χαρακτήρα του μεγαλύτερου θεομητορικού προσκυνήματος και η ακτινοβολία του έγινε αιτία η πανήγυρίς του κατά την 15η Αυγούστου γρήγορα να διαδοθή σ’ ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο και κατά τον στ’ με ζ΄ αιώνα να επικρατήση σε ανατολή και δύση σαν εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Αργότερα εξήρθη η εορτή με την προπαρασκευαστική νηστεία και την παράτασι του εορτασμού μέχρι της 23ης ή και μέχρι του τέλους του Αυγούστου και έγινε όχι μόνο η μεγαλυτέρα θεομητορική εορτή, αλλά και μία από τις σπουδαιότερες εορτές του εκκλησιαστικού έτους. Αυτό βέβαια ήταν φυσικό να γίνη, γιατί η Θεοτόκος είναι το προσφιλέστερο και ιερώτερο πρόσωπο μετά τον Κύριο και γι’ αυτό συνεκέντρωσε την τιμή και την ευλάβεια όλων των χριστιανικών γενεών. Αναρίθμητοι ναοί και μονές έχουν κτισθή προς τιμήν της Κοιμήσεώς της, θαυμάσιες τοιχογραφίες παριστάνουν σε κάθε ναό πίσω από την κεντρική είσοδο σε εκπληκτικές συνθέσεις την ιερά της κηδεία, ύμνοι εκλεκτοί έχουν διακοσμήσει την ακολουθία της και λόγοι λαμπροί και εγκώμια εξεφωνήθησαν από τους Πατέρας και νεωτέρους εκκλησιαστικούς άνδρας κατά την ημέρα της μνήμης της. Όλες οι ανθρώπινες γενεές συναγωνίσθηκαν στην προσφορά ό,τι εκλεκτοτέρου είχαν να παρουσιάσουν, για να μακαρίσουν έργω και λόγω την Παρθένο Μαρία. «Ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσι με πᾶσαι αἱ γενεαί».[1]

Για την κατανόησι του εορτολογικού περιεχομένου της εορτής της Κοιμήσεως, όπως και των άλλων θεομητορικών εορτών, της Συλλήψεως, της Γεννήσεως και των Εισοδίων, πρέπει να κάμωμε μία μικρά αναδρομή στις πηγές, από τις οποίες αντλήθηκαν τα θεομητορικά αυτά θέματα. Διαφορετικά είναι αδύνατο να ερμηνεύση κανείς ό,τι συνδέεται με τον εορτασμό αυτόν, τα συναξάρια, την υμνογραφία και την εικονογραφία τους. Οι αυθεντικές ιστορικές πηγές, τα Ευαγγέλια και τα άλλα βιβλία της Καινής Διαθήκης, δεν μας διέσωσαν πληροφορίες για τον προ του ευαγγελισμού και για τον μετά την ανάληψι του Κυρίου βίο της Θεοτόκου. Πρόθεσις των ιερών συγγραφέων ήταν να αφηγηθούν τον βίο και το σωτηριώδες έργο του Χριστού και ό,τι άμεσα συνεδέετο με αυτόν και όχι να ικανοποιήσουν την ευλαβή περιέργεια ή τα ιστορικά ενδιαφέροντα των αναγνωστών τους. Η παράδοσις όμως της Εκκλησίας διέσωσε από στόματος εις στόμα διάφορες πληροφορίες πού αφορούσαν στον βίο της Θεοτόκου προ της συλλήψεως του Κυρίου και μετά την ανάστασί Του. Αργότερα διάφοροι ευλαβείς, κατά το πλείστον, συγγραφείς περιέλαβαν τις πληροφορίες αυτές και τις ανέπτυξαν με την φαντασία τους και για να έχουν περισσότερο κύρος έθεσαν στους τίτλους των έργων τους μεγάλα αποστολικά ονόματα. Η Εκκλησία απέρριψε και κατεδίκασε τα βιβλία αυτά και τα ωνόμασε «Απόκρυφα» και «Ψευδεπίγραφα». Σε μεταγενεστέρα εποχή πολλές από τις διηγήσεις αυτές, τουλάχιστον στις βασικές των γραμμές, έδωσαν θέματα στην διαμόρφωσι εορτών, στην σύνταξι συναξαρίων, στην ποίηση ύμνων και στην εικονογραφία. Εξ άλλου, καθώς προείπαμε, ο πυρήν των διηγήσεων αυτών είχε ως βάσι του παμπάλαιες ιστορικές παραδόσεις γύρω από το πρόσωπο της Θεομήτορος.

Ειδικά το γεγονός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου αφηγείται, εκτός των άλλων, και μία απόκρυφος διήγησις, που φέρεται υπό το όνομα του ηγαπημένου μαθητού του Κυρίου, του Ιωάννου. Μία περίληψι του εκτενούς αυτού κειμένου θα παρουσιάσωμε εδώ. Σε κάθε του σημείο ο αναγνώστης του θυμάται αντίστοιχες φράσεις από τους ύμνους και το συναξάριο της εορτής και λεπτομέρειες από την εικόνα της Κοιμήσεως, που εφιλοτέχνησαν βυζαντινοί ζωγράφοι: Η Παναγία μετά την ανάληψι του Χριστού καθημερινώς πηγαίνει στο ζωοδόχο μνήμα και προσεύχεται. Μία Παρασκευή ο αρχάγγελος Γαβριήλ παρουσιάζεται μπροστά της και την χαιρετά: «Χαίρε, η γεννήσασα Χριστόν τον Θεόν ημών. Ο Κύριος άκουσε την προσευχή σου και θα αφήσης τον κόσμο και θα πορευθής εις την ζωήν την αληθινήν και αδιάδοχον». Η Θεοτόκος επιστρέφει στον οίκο της, θυμιά και προσεύχεται στον Χριστό να της στείλη τον Ιωάννη και τους λοιπούς αποστόλους, για να παρασταθούν στον θάνατό της. Η προσευχή της εισακούεται και πρώτος φθάνει, αρπαγείς από νεφέλη, ο Ιωάννης και σε λίγο επί νεφελών και οι λοιποί απόστολοι οι διεσπαρμένοι στα πέρατα του κόσμου. Την Κυριακή έρχεται με την απαστράπτουσα δόξα Του και με χιλιάδες αγγέλους ο Κύριος να παραλάβη την ψυχή της μητρός του. Εκείνη ευλογεί τους αποστόλους και τον κόσμο, δέεται για την σωτηρία όλων και αφού λαμβάνει την υπόσχεσι ότι «πᾶσα ψυχὴ ἐπικαλουμένη τὸ ὄνομά της οὐ μὴ καταισχυνθῇ, ἀλλ᾿ εὕρῃ ἔλεος καὶ παράκλησιν καὶ ἀντίληψιν καὶ παρρησίαν καὶ ἐν τῷ νῦν αἰῶνι καὶ ἐν τῷ μέλλοντι», παραδίδει την αγία της ψυχή στα χέρια του Υιού της. Οι απόστολοι περιπτύσσονται το σκήνος και ψάλλοντες μεταφέρουν την κλίνη με το σώμα για ταφή. Ένας εβραίος ονόματι Ιεφωνίας ορμά και επιχειρεί «κατὰ τῆς κλίνης», αλλ’ άγγελος Κυρίου με «ξίφος πυρὸς» αποκόπτει τα χέρια του από των ώμων, που μένουν κρεμασμένα στην κλίνη. Αυτός μετανοεί και κολλώνται πάλι τα χέρια του, ενώ οι απόστολοι ανενόχλητοι συνεχίζουν την εκφορά. Το σκήνος θάπτεται σε καινό μνημείο στην Γεθσημανή, την τρίτη όμως ημέρα «μετετέθη … ἐν Παραδείσῳ».

Η εκκλησιαστική ποίησις εξωραΐζει την απλή αυτή διήγηση. Στα τρία στιχηρά του εσπερινού του α΄ ήχου, το πρώτο αυτόμελο και τα άλλα δύο προσόμοια, του πρώτου, με ένα θαυμάσιο τρόπο εγκωμιάζεται η Θεοτόκος και η κοίμησί της. Ως υπόβαθρο όμως αναγνωρίζεται εύκολα η διήγησι του αποκρύφου· η Γεθσημανή, οι λόγοι του Γαβριήλ, η παρουσία των αγγελικών δυνάμεων, η μετάστασις από τον τάφο στον ουρανό.


«Ὢ τοῦ παραδόξου θαύματος!

ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς

ἐν μνημείῳ τίθεται

καὶ κλῖμαξ πρὸς οὐρανὸν

ὁ τάφος γίνεται.

Εὐφραίνου, Γεθσημανῆ,

τῆς Θεοτόκου τὸ ἅγιον τέμενος.

Βοήσωμεν, οἱ πιστοί,

τὸν Γαβριὴλ κεκτημένοι ταξίαρχον·

Κεχαριτωμένη, χαῖρε,

μετὰ σοῦ ὁ Κύριος,

ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ

διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος».


«Βαβαὶ τῶν σῶν μυστηρίων ἁγνή!

τοῦ Ὑψίστου θρόνος

ἀνεδείχθης, δέσποινα,

καὶ γῆθεν πρὸς οὐρανὸν

μετέστης σήμερον.

Ἡ δόξα σου εὐπρεπής,

θεοφεγγέσιν ἐκλάμπουσα χάρισι·

παρθένοι σὺν τῇ μητρὶ

τοῦ βασιλέως πρὸς ὕψος ἐπάρθητε.

Κεχαριτωμένη, χαῖρε,

μετὰ σοῦ ὁ Κύριος,

ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ

διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος».


«Τὴν σὴν δοξάζουσι κοίμησιν

ἐξουσίαι, θρόνοι,

ἀρχαὶ, κυριότητες,

δυνάμεις καὶ χερουβίμ

καὶ τὰ φρικτὰ σεραφίμ.

Ἀγάλλονται γηγενεῖς

ἐπὶ τῇ θείᾳ σου δόξῃ κοσμούμενοι.

Προσπίπτουσι βασιλεῖς

σὺν ἀρχαγγέλοις, ἀγγέλοις καὶ μέλπουσι·

Κεχαριτωμένη, χαῖρε,

μετὰ σοῦ ὁ Κύριος,

ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ

διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος».


Το ίδιο θέμα έχουν και τα τρία στιχηρά των αίνων του δ΄ ήχου προς το «Ὡς γενναίος ἐν μάρτυσι». Στο πρώτο, όλος ο κόσμος, ουράνιος και επίγειος, χαίρεται προπέμποντας την μητέρα του Χριστού και ψάλλοντας σ’ αυτήν την «ἐξόδιον ᾠδήν». Στα δύο άλλα περιγράφεται η έλευσις των αποστόλων και η επικήδεια ψαλμωδία των, καθώς και η παρουσία των αγγελικών δυνάμεων και η υποδοχή της αμωμήτου ψυχής της από τον Χριστό:


«Τῇ ἐνδόξῳ κοιμήσει σου

οὐρανοὶ ἐπαγάλλονται

καὶ ἀγγέλων γέγηθε

τὰ στρατεύματα,

πᾶσα ἡ γῆ δὲ εὐφραίνεται,

ᾠδὴν σοι ἐξόδιον

προσφωνοῦσα τῇ μητρί

τοῦ τῶν ὅλων δεσπόζοντος,

ἀπειρόγαμε

Παναγία Παρθένε,

ἡ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ῥυσαμένη,

προγονικῆς ἀποφάσεως».


«Ἐκ περάτων συνέδραμον

ἀποστόλων οἱ πρόκριτοι

θεαρχίῳ νεύματι

τοῦ κηδεῦσαί σε

καὶ ἀπὸ γῆς αἰρομένην σε

πρὸς ὕψος θεώμενοι,

τὴν φωνὴν τοῦ Γαβριήλ

ἐν χαρᾷ ἀνεβόων σοι·

Χαῖρε, ὄχημα

τῆς Θεότητος ὅλης·

χαῖρε, μόνη

τὰ ἐπίγεια τοῖς ἄνω

τῷ τοκετῷ σου συνάψασα».


«Τὴν ζωὴν ἡ κυήσασα

πρὸς ζωὴν μεταβέβηκας

τῇ σεπτῇ Κοιμήσει σου

τὴν ἀθάνατον,

δορυφορούντων ἀγγέλων σοι,

ἀρχῶν καὶ δυνάμεων,

ἀποστόλων, προφητῶν

καὶ ἁπάσης τῆς κτίσεως,

δεχομένου τε

ἀκηράτοις παλάμαις

τοῦ Υἱοῦ σου

τὴν ἀμώμητον ψυχήν σου,

παρθενομῆτορ θεόνυμφε».


Τέλος θα σταθούμε στο πιο ιδιόρρυθμο τροπάριο της εορτής αυτής, αλλά και όλων των τροπαρίων μας. Πρόκειται για το δοξαστικό του Εσπερινού. Το περιεχόμενό του το αντλεί από την σχετική απόκρυφο διήγηση: Οι απόστολοι έρχονται επί των νεφελών και κηδεύουν το σώμα της Θεοτόκου. Την εκφορά συνοδεύει και ο Χριστός με τις δυνάμεις των ουρανών. Αλλ’ η σκηνή μεταφέρεται στον ουρανό· οι κατώτερες δυνάμεις φωνάζουν προς τις ανώτερες ν’ ανοίξουν τις πύλες των ουρανών για να εισέλθη η «παντάνασσα θεόπαις». Η όλη πλοκή του ύμνου είναι εξαιρετική. Στο στόμα εξ άλλου των αγγέλων και του λαού μπαίνουν θαυμάσιοι λόγοι και θεολογικώτατα εγκώμια προς την Θεοτόκο. Η ιδιορρυθμία του τροπαρίου αυτού είναι ότι δεν ψάλλεται, όπως όλοι οι άλλοι εκκλησιαστικοί ύμνοι, σε ένα μόνον ήχο, αλλά και στους οκτώ. Αρχίζει με τον α΄, έρχεται στον πλ. α΄, στον β΄, πλ. β΄, γ΄, βαρύν, δ΄, πλ. δ΄ και τέλος στην κατάληξί του επιστρέφει στον α΄:


Ήχος α΄

«Θεαρχίῳ νεύματι

πάντοθεν οἱ θεοφόροι ἀπόστολοι

ὑπὸ νεφῶν μεταρσίως αἰρόμενοι,


Ήχος πλ. α΄

καταλαβόντες τὸ πανάχραντον

καὶ ζωαρχικόν σου σκῆνος

ἐξόχως ἠσπάζοντο.


Ήχος β΄

Αἱ δὲ ὑπέρτατοι τῶν οὐρανῶν δυνάμεις

σὺν τῷ οἰκείῳ δεσπότῃ παραγενόμεναι,


Ήχος πλ. β΄

τὸ θεοδόχον καὶ ἀκραιφνέστατον σῶμα

προπέμπουσι, τῷ δέει κρατούμεναι·

ὑπερκοσμίως δὲ προῴχοντο

καὶ ἀοράτως ἐβόων

ταῖς ἀνωτέραις ταξιαρχίαις·

Ἰδοὺ ἡ παντάνασσα θεόπαις παραγέγονεν.


Ἦχος γ΄

Ἄρατε πύλας

καὶ ταύτην ὑπερκοσμίως ὑποδέξασθε,

τὴν τοῦ ἀενάου φωτὸς μητέρα·


Ήχος βαρύς

διὰ ταύτης γὰρ ἡ παγγενὴς

τῶν βροτῶν σωτηρία γέγονεν·

ᾗ ἀτενίζειν οὐκ ἰσχύομεν

καὶ ταύτῃ ἄξιον γέρας

ἀπονέμειν ἀδύνατον·


Ήχος δ΄

ταύτης γὰρ τὸ ὑπερβάλλον

ὑπερέχει πᾶσαν ἔννοιαν.


Ήχος πλ. δ΄

Διὸ, ἄχραντε Θεοτόκε,

ἀεὶ σὺν ζωηφόρῳ βασιλεῖ

καὶ τόκῳ ζῶσα, πρέσβευε διηνεκῶς

περιφρουρῆσαι καὶ σῶσαι

ἀπὸ πάσης προσβολῆς ἐναντίας

τὴν νεολαίαν σου·

τὴν γὰρ σὴν προστασίαν κεκτήμεθα,


Ήχος α΄

εἰς τοὺς αἰῶνας

ἀγλαοφανῶς μακαρίζοντες».


[1] Λουκ. 1, 48.


Ιωάννου Μ. Φουντούλη, Λογική Λατρεία, αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα, 1997

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου