Στή Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ
Θεολήπτου Φιλαδελφείας
1. – Ἡ σημερινή λαμπρή ἡμέρα τῆς Μεταμόρφωσης, ἀπαιτεῖ νά ἐξηγήσω στήν ἀγάπη σας -ἀνάλογα μέ τή Χάρη πού μοῦ δόθηκε ἀπό τόν Χριστό πού μεταμορφώθηκε- τό μυστήριο τῆς ἑορτῆς. Καί ἔτσι, ἀφοῦ μάθουμε τή δύναμη τοῦ μυστηρίου πού κρύβεται μέσα της, νά ἑορτάζουμε ἀπό δῶ καί πέρα ὄχι μόνο ψάλλοντας ἱερούς ὕμνους, ἀλλά καί μέ σωστή ζωή. Ἐπειδή αὐτό ἀκριβῶς, δηλαδή ἡ προκοπή μας στά καλά ἔργα, ἀποδεικνύει καί ὅτι ἔχουμε ἐπίγνωση τῆς δωρεᾶς πού ἀξιωθήκαμε καί ὅτι ἔχουμε ἀνακαλύψει τό θησαυρό της, τιμώντας ἔτσι σεβαστικά τήν ἑορτή καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα μας.
2. – Ἐκεῖνος πού βαδίζει σέ πεδιάδα περπατάει εὔκολα, ἐπειδή ὁ τόπος εἶναι ὁμαλός καί διευκολύνει τήν ὁδοιπορία. Ὅποιος ὅμως ἀνεβαίνει σέ βουνό κοπιάζει καί λούζεται στόν ἱδρώτα, ἐξαιτίας τῆς ἀνηφοριᾶς, τῆς σωματικῆς πίεσης καί τῆς κόπωσης πού ἐκείνη προκαλεῖ.
Μέ ἴσια, ὁμαλή καί εὐκολοπερπάτητη γῆ, παρομοίασε τό βίο μέσα στίς ἡδονές, τήν ἄνεση καί τήν τρυφή τῆς “κατά σάρκαν” ζωῆς. ᾿Eπειδή ἡ ζωή αὐτή περνάει μέσα στήν ἄνεση καί τήν εὐκολία τῶν μάταιων ἡδονῶν.
Μέ βουνό πάλι, παρομοίασε τήν ἐνάρετη ζωή, ἐξαιτίας τῆς ἐγκράτειας σέ ὅλα, τῆς ἀγριάδας τῆς ἄσκησης καί τοῦ πόνου πού ὑποφέρουμε ἀπ’ ὅσα θλιβερά μᾶς ἀπαντοῦν στή ζωή.
3. – Ὅποιος συζεῖ μέ τήν ἐγκράτεια καί πορεύεται σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ καί ὅποιος καταμαραίνει τίς σωματικές ἡδονές, ἐκεῖνος ἀποδεικνύεται, σάν τόν ἀπόστολο Πέτρο, πιστός καί θερμός μαθητής τοῦ Κυρίου. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, θανατώνει τό κοσμικό φρόνημα, καταργεῖ τούς σαρκικούς λογισμούς, ἑτοιμάζεται γιά τήν κακοπάθεια πού συνεπάγεται τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, ἐλέγχει ἐκείνους πού ζοῦν ἄσχημη καί ἁμαρτωλή ζωή καί ὑπομένει γιά χάρη τῆς ἀλήθειας τίς κακώσεις πού αὐτοί τοῦ προκαλοῦν, ἐπιδεικνύοντας ἔτσι τό ζῆλο τοῦ ἀποστόλου Ἰακώβου.
Ὅποιος πάλι ἔχει κάνει ἀπόλαυση καί τροφή τῆς διανοίας του τά ἱερά λόγια, ὅποιος φλέγεται ἀπό τήν ἐπιθυμία τῆς μελέτης καί ἀσχολεῖται ἐπίμονα καί εὐχάριστα μέ τούς λόγους τῆς φύσεως καί τήν κατανόηση τῆς ἀλήθειας, αὐτός μιμεῖται τόν τρόπο σκέψεως καί ζωῆς τοῦ εὐαγγελιστή Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου. Αὐτός μέ τό σῶμα, τήν ψυχή καί τή διάνοια ἀκολουθεῖ κατά βῆμα τόν Κύριο. Αὐτός πάντα τρέχει τό θλιβερό δρόμο τῆς ἀρετῆς, ἀνεβαίνει στό νοητό ὄρος καί προσεύχεται ἀπερίσπαστα. Ἐπειδή ἐκεῖ ἐκτελεῖται ἡ καθαρή προσευχή, πού διώχνει μακριά κάθε ἔννοια αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί φωτίζει ὁλόκληρο τό νοῦ, αὐξάνοντάς τον μέ τό λάδι τῆς θείας ἀγάπης καί καταυγάζοντάς τον μέ θεῖες φωτοχυσίες.
4. – Ὅταν ὁ νοῦς φωτίζεται μέ τή μνήμη τοῦ Θεοῦ καί ὅταν, μέ τήν ἀπερίσπαστη προσευχή, λάμπει καί ἀκτινοβολεῖ ἀπό τή θεία γνώση, ὅταν ἐπίσης διατηρεῖ καθαρά ὅλα τά κινήματα τοῦ σώματός του, τότε ἀπό τό στόμα βγαίνουν λόγια γεμάτα σύνεση καί σοφία. Τότε τά αἰσθητήριά του καλύπτονται ἀπό τή ὀμορφιά τῆς σεμνότητας καί τά σωματικά μέλη του κοπιάζουν στή διακονία τῶν καλῶν πράξεων. Τότε ὅλος ὁ ἄνθρωπος γίνεται φῶς, γιατί ἡ ψυχή γίνεται λυχνάρι του φωτεινό, πού φέγγει ‘τό φῶς τό ἀληθινό, ἐκεῖνο πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο πού ἔρχεται στόν κόσμο” τῶν ἀρετῶν. (Ἰωάν. 1,19).
5. – Αὐτός πού ζεῖ καί πορεύεται μ’ αὐτό τόν τρόπο «δέν συμμορφώνει τή ζωή του μέ τό φρόνημα αὐτοῦ τοῦ κόσμου» (Ρωμ. 12,2 & Γαλ. 1,4) πού φθείρεται καί πεθαίνει. Αὐτός, ἀκούγοντας τόν ἀπόστολο Παῦλο -ὁ ὁποῖος βλέποντας τά ἀθέατα, λέει ὅτι ‘ὁ Θεός θά ἀφανίσει τή μορφή αὐτοῦ τοῦ κόσμου” (Α΄ Κορ. 7, 31)- δέν γυρίζει πίσω στά ἐπίγεια πράγματα. Αὐτός ξεπερνάει ὅσα φθείρονται καί χάνονται, ὅσα ἔχουν μόνο σχῆμα καί ὄχι ὕπαρξη. Γιατί, ὅπως τό σχῆμα ἐμφανίζεται γιά λίγο καί μετά ἀφανίζεται, ἔτσι καί τά πράγματα τῆς ζωῆς αὐτῆς δέν ἔχουν τίποτα σίγουρο καί σταθερό. Γι’ αὐτό λοιπόν, αὐτός ὁ ἄνθρωπος, καί τό λογισμό του ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἐπιθυμία τῶν ὁρατῶν πραγμάτων καί τά εὐχάριστα αὐτῆς τῆς ζωῆς, τά περιφρονεῖ ὡς κάτι οὐσιαστικά ἀνύπαρκτο. Αὐτός ἀγκαλιάζει μ’ ὅλη του τήν ὕπαρξη τά ἀθάνατα πράγματα τῆς μέλλουσας ζωῆς. Αὐτός μεταμορφώνεται συνεχῶς, μέ τό νά ἐπιστρέφει καθημερινά στόν ἑαυτό του καί μέ τό νά ἀναμορφώνει κάθε ὥρα καί στιγμή τόν τρόπο τῆς σκέψης του, ἔτσι ὥστε, μέ τήν ἐπίδοση καί τήν ἄσκηση τῶν ἀρετῶν, νά ἀποχωρίζεται τά κακά καί νά ἐγκολπώνεται τά ἀγαθά.
6. – Ὅταν ὁ ἀγωνιστής τῆς εὐσέβειας καλλιεργεῖ τόν ἑαυτό του καί προκόβει ἀνεβαίνοντας σέ τέτοια πνευματικά ὕψη -ἐπειδή ἀκριβῶς οἰκοδομεῖται σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἐπειδή λάμπει σάν φωτεινό ἀστέρι- παρακινεῖ καί ἀνάβει καί τῶν ἄλλων τόν ζῆλο, γιά τή μίμηση τοῦ καλοῦ. Ἔτσι τιμάει τή Μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ μέ ὅλο του τό σῶμα καί μέ ὅλο του τό πνεῦμα, γνωρίζοντας βαθιά καί οὐσιαστικά τό μυστήριο τῆς ἑορτῆς καί ἑρμηνεύοντάς το ἔμπρακτα στό περιβάλλον του. Γιατί ὁ Χριστός μέ τήν θεία Του Μεταμόρφωση, προμήνυσε ταυτόχρονα καί τήν ἄρρητη δόξα, μέ τήν ὁποία θά ἔρθει νά κρίνει τόν σύμπαντα κόσμο. Ἔκανε ἀκόμα ὁλοφάνερη τήν λαμπρότητα τῆς ὁποίας θά γίνουν μέτοχοι ἐκεῖνοι πού θά εὐαρεστήσουν στόν Θεό. Τέλος δίδαξε κάθε πιστό νά προετοιμάζει πάντα τόν ἑαυτό του, ὥστε νά εἶναι κάθε στιγμή δοχεῖο κατάλληλο καί χωρητικό τῆς θείας ζωῆς καί τῆς μέλλουσας μακαριότητας, ὄντας σάν τό κερί πάντα σέ θέση νά δεχθεῖ τό θεῖο φῶς.
7. – Συμβαίνει μέ τόν πιστό ὅ,τι ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τό κερί. Αὐτό καθώς λυώνει μέ τήν πύρωση τῆς φωτιᾶς, λόγῳ τῆς λιπώδους του φύσεως, τρέφει καί συντηρεῖ τή φωτιά, διατηρώντας ἔτσι τό φῶς καί καταφωτίζοντας ὅσους τό πλησιάζουν. Ὁ πιστός ἄνθρωπος, ἔχοντας συμπήξει μέσα του τά κεριά τῆς θείας γνώσεως -πού εἶναι ἀκριβῶς τά ἄνθη τῆς ἀρετῆς- καί ἔχοντας ξεκόψει, μέ τή βοήθεια καί τή θέρμη τοῦ θείου ἔρωτος, ἀπό κάθε γήινη ἐπιθυμία, ἔχει οὐσιαστικά προετοιμάσει ἀπό ἐδῶ κιόλας τόν ἑαυτό του, γιά νά γίνει ἐκεῖνο τό κατάλληλο λυχνάρι. Βασισμένος στό νόμο τῆς θείας ἀγάπης, περιμένει κι αὐτός μέ λαχτάρα νά ὑποδεχθεῖ, ὅταν ἔρθει ἡ μέλλουσα ζωή, τό θεῖο καί ἄρρητο ἐκεῖνο Φῶς καί νά ἀπολαύσει τήν συνεχή καί ἀτελεύτητη λαμπρότητα, πού πηγάζει ἀπό ἐκεῖ.
8. – Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ καί ὁ κόπος πού καταβάλλεται γιά τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, γίνονται τροφοδότες τῆς θείας δόξας. Ὁ Κύριος, καθώς γράφει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ἔχει πεῖ: ‘Θά ἀγαπήσω αὐτόν πού τηρεῖ τίς ἐντολές μου καί θά τοῦ φανερώσω τόν ἑαυτό μου” (Ἰωάν. 14,21). Ὅπως ἀκριβῶς λοιπόν, τό αἰσθητό φῶς καταναλώνει τό κερί γιά νά συντηρηθεῖ, ἔτσι καί ἡ δόξα τοῦ Θείου φωτός, τροφοδοτεῖται ἀπό τίς ἀρετές τῆς ψυχῆς καί καταλάμπει ἐκείνους, πού τή δέχονται μέσα τους.
Ὁ Χριστός ἔχει πεῖ: ‘Τροφή μου εἶναι τό νά κάνω τό θέλημα τοῦ οὐράνιου Πατέρα μου, πού μέ ἔχει στείλει καί νά τελειώσω τό ἔργο Του” (Ἰωάν. 4,34). Καί ὁ προφήτης Δαυίδ λέει: ‘Μέσα στό θέλημά Του εἶναι κρυμμένη αἰώνια ζωή” (Ψαλμ. 29,6).
9. – Κατά συνέπεια, ὁ ἐργάτης τοῦ ἀγαθοῦ καί θά ζήσει καί θά θερίσει τούς καρπούς τῶν κόπων του, μέ τή Χάρη τοῦ Καθηγητή τῆς σωτηρίας μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος δοξάζει αὐτούς πού Τόν δοξάζουν.
Σ’ Αὐτόν πρέπει κάθε δόξα, τιμή καί προσκύνηση, μαζί μέ τόν Ἄναρχο Πατέρα Του καί τό Πανάγιο καί ζωοποιό Πνεῦμα Του, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου