ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
ΜΑΤΘ. ( ΙΔ΄ 22—34 ) 14---08---2022
Στὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς Κυριακῆς θ΄ Ματθαίου βλέπουμε τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς τῆς γαληνεύσεως τῆς τρικυμισμένης θάλασσας καὶ τὴν δοκιμασία τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου στὴ λίμνη Γεννησαρέτ, (ή θάλασσα τῆς Τιβεριάδος, ὅπως ὀνομαζόταν ἐπίσης), ἀμέσως μετὰ τὸ καταπληκτικὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν πέντε ἄρτων καὶ τῶν δύο ἰχθύων στὸν ἐρημικὸ τόπο καὶ τὸν χορτασμὸ πέντε χιλιάδων ἀνθρώπων.
Ὁ Χριστὸς ἔπεισε τοὺς μαθητές Του νὰ μποῦν στὸ πλοιάριό τους καὶ νὰ περάσουν, πρὶν ἀπ’ αὐτὸν στὴν ἀπέναντι ὄχθη τῆς λίμνης, ἕως ὅτου ὁ ἴδιος διαλύσει τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, γιατί ὁ κόσμος δὲν ἔφευγε ἀπὸ κοντά Του. Καὶ ὅταν εὐλόγησε τὸ λαὸ καὶ τοὺς ἔστειλε στὶς οἰκίες τους ὁ Ἴδιος ἀνέβηκε στὸ βουνὸ μόνος Του ὅπως συνήθιζε νὰ κάνει τακτικά, γιὰ νὰ ἡσυχάσει καὶ νὰ προσευχηθεῖ προσωπικά. Εἶχε βραδιάσει ἀρκετὰ καὶ ὁ Κύριος βρισκόταν στὸ ἐρημικὸ ἐκεῖνο βουνὸ προσευχόμενος. Τὸ πλοῖο μὲ τοὺς μαθητὲς ἐνῶ προχωρεῖ ἥσυχα, ξαφνικὰ ἄρχισε νὰ κλυδωνίζεται ἀπὸ δυνατὸ ἄνεμο ποὺ ξέσπασε μέσα στὴ νύχτα. Καὶ «τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον της θαλάσσης ἤν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἢν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος» (Ματθ. 14, 24). Τὸ πλοῖο βρισκόταν στὴ μέση της λίμνης καὶ τὸ ταλαιπωροῦσαν τὰ μεγάλα κύματα, γιατί ὁ ἄνεμος ἦταν ἀντίθετος. Οἱ μαθητές Του πάλευαν στὸ κέντρο τῆς λίμνης. Ἡ νύχτα προχωροῦσε καὶ ἡ τρικυμία δὲν ὑποχωροῦσε. Ὁ τρόμος καὶ ἡ ἀνησυχία τῶν μαθητῶν γίνεται μεγάλη, ἂν καὶ ἦταν ἔμπειροι ψαράδες καὶ γνώριζαν καλὰ τὶς ἀλλαγὲς τῶν καιρικῶν φαινομένων. Κατὰ τὴν τέταρτη βάρδια τῆς νύχτας ὥρα (δηλαδὴ 3-6 τὸ πρωΐ ), ἦρθε κοντὰ τοὺς ὁ Ἰησοῦς περπατώντας πάνω στὴ θάλασσα. Καὶ ὅταν τὸν εἶδαν οἱ μαθητὲς νὰ περπατάει πάνω στὴ θάλασσα ταράχτηκαν νομίζοντας ὅτι εἶναι φάντασμα, καὶ ἀπὸ τὸν φόβο τοὺς ἔβγαλαν κραυγή.
Ἐκεῖνος ὅμως τοὺς καθησύχασε λέγοντας: «μὴ φοβάστε, ἐγὼ εἶμαι». «Κύριε», λέει ὁ Πέτρος. «ἂν εἶσαι ἐσύ, διάταξέ με νὰ ἔρθω πρὸς Ἐσένα πάνω στὰ κύματα». «Ἔλα» τοῦ ἁπαντᾶ ὁ Χριστός, κι αὐτὸς κατέβηκε ἀπὸ τὸ πλοῖο καὶ ἦλθε πρὸς τὸν Κύριο περπατώντας πάνω στὰ κύματα. Βλέποντας τὸν ἄνεμο ἰσχυρό, φοβήθηκε καὶ ἄρχισε νὰ βυθίζεται, ὁπότε φώναξε: «Κύριε σῶσε με!». Ὁ Χριστὸς ἅπλωσε τὸ χέρι καὶ τὸν σήκωσε, λέγοντάς του: «ὀλιγόπιστε, γιατί δίστασες. Γιατί σ’ἐπιασε ἡ ἀμφιβολία;». Ὁ Πέτρος ἐνόσω ὑπακούει στὸν Χριστό, βασίζεται, ἐμπιστεύεται σ’αὐτὸν, εἶναι ἀνοικτὸς καὶ δεκτικὸς στὴ δύναμη, στὴ χάρη τοῦ Χριστοῦ. Καὶ αὐτὴ ἡ θεϊκὴ δύναμη τὸν κρατᾶ καὶ δὲν βυθίζεται.
Ὅταν ὅμως μὲ τὴν ἀμφιβολία ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Χριστό, ὅταν στρέφει τὴν προσοχὴ καὶ τὴν ἐλπίδα του σὲ κάτι ἄλλο καὶ βασικὰ στὴν δική του ἀδυναμία, τότε ἐγκαταλείποντας τὴ χάρη δικαίως ἐγκαταλείπεται ἀπὸ αὐτὴ καὶ βουλιάζει. Ὅταν καὶ ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἐμπιστεύεται τὸν Θεὸ καὶ ἀκολουθεῖ τὶς ἐντολές Του, τόσο μεγαλουργεῖ καὶ θαυματουργεῖ, ἀφοῦ, ὅπως βλέπουμε, δὲν ἦταν τοῦ Πέτρου αὐτὸ τὸ κατόρθωμα, ἀλλὰ τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Ποὺ σημαίνει γιὰ ἄλλη μία φορὰ πὼς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει πλαστεῖ καὶ ἐφοδιαστεῖ μὲ ἐσωτερικὲς ἀποκρυφιστικὲς δυνάμεις, ἀλλὰ ἢ θὰ συνεργάζεται μὲ τὸ Θεὸ καὶ τὴ Χάρη Του ἢ θὰ εἶναι ὑπόδουλος στὸν διάβολο. Τὴν ἴδια φοβισμένη πίστη βλέπουμε καὶ στὸ θαῦμα τῆς κατάπαυσης τῆς μεγάλης τρικυμίας ἀπὸ τὸν Χριστό, ὅπου ὁ φόβος τῶν ἀνέτοιμων πνευματικὰ μαθητῶν καὶ πάλι εἶχε μέσα τοὺς ἐπικρατήσει καὶ ὅπου στὸ τέλος οἱ μαθητὲς γεμάτοι ἔκπληξη ἀναρωτήθηκαν «ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ δαμάζει ὅποτε θέλει τοὺς ἀνέμους καὶ τὴ θάλασσα». Καὶ ἀνέβηκαν στὸ πλοῖο κι ἀμέσως κόπασε ὁ ἄνεμος, ἐνῶ οἱ μαθητὲς Τὸν προσκύνησαν λέγοντας «ἀληθινά, εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ». Καὶ ἀφοῦ πέρασαν τὴ θάλασσα, ἦλθαν στὴ γῆ τῆς Γεννησαρέτ.
Μὲ τὸ «Ἐγὼ Εἶμαι» ὁ Χριστὸς δηλώνει ὅτι μέσα ἀπ’ Αὐτὸν καὶ μόνο θὰ βροῦμε καὶ τὸ δικό μας πρόσωπο, τὸ σκοπὸ καὶ τὸ δρόμο στὴ ζωή. Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἐξάλλου ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ποὺ καὶ στὴν Παλιὰ Διαθήκη ἀποκαλύπτεται ὡς ἄσαρκος Λόγος μὲ τὸ Ἐγὼ Εἰμί.
Τὸ «Μὴ φοβάστε» ἐπιλαμβάνεται καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα τῶν εὐαγγελικῶν διηγήσεων καὶ φανερώνει ὅτι ἡ πραγματικὴ ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοια καὶ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη πρὸς αὐτὸν «ἔξω βάλει τὸν φόβον» (Α΄ Ἰω. 4,18), ἀποδιώχνει κάθε φόβο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Ἀλλὰ ἀποδιώχνει καὶ κάθε φόβο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐφόσον ὁ ἀρχηγός της εἶναι προστάτης της καὶ διασώστης ἔναντι τῶν κινδύνων ἀφανισμοῦ της.
Οἱ Πατέρες ποὺ ἑρμηνεύουν πολὺ εὔστοχα καὶ μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὰ γεγονότα, μᾶς λένε πὼς τὸ κλυδωνιζόμενο πλοῖο εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία μέσα στὸ χρόνο καὶ τὴν ἱστορία δοκιμάζεται καὶ περνᾶ ἀπὸ μύριους κινδύνους, διωγμούς, αἱρέσεις, συκοφαντίες. Τὴν αἴσθηση ὀλιγοπιστίας καὶ πνευματικῆς ἀδυναμίας, ποὺ περιγράφει ἡ παροῦσα Εὐαγγελικὴ διήγηση, συναντᾶμε ἐνίοτε στὴ ζωὴ ἀκόμη καὶ τῶν πιὸ πιστῶν χριστιανῶν. Σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἡ πίστη διαδέχεται τὴν ὀλιγοπιστία καὶ ἡ ζωντανὴ πίστη καὶ πάλι μετασχηματίζεται σὲ βαθειὰ πίστη. Πολλὲς φορὲς νοιώθουμε ἀκυβέρνητοι καὶ τὸ ἔδαφος τρίζει κάτω ἀπὸ τὰ πόδια μας. Ἀπροετοίμαστους μᾶς βρίσκουν οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ δοκιμασίες, εἴτε γιατί ἀποξενωνόμαστε ἀπὸ τὸν Θεὸ εἴτε γιατί ἑωσφορικὰ νιώθουμε ἱκανοὶ νὰ ξεπεράσουμε μόνοι μας ὅλες τὶς ἀντιξοότητες.
Κλυδωνίζεται ἡ ζωή μας, ἀλλὰ καὶ τῆς Ἐκκλησίας ἐν συνόλω, ἀπὸ λοιμούς, λιμούς, αἱρέσεις, διωγμούς, πόνους, θανάτους κ.α. Μόνη λύση, μᾶς ἀναφέρει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, εἶναι ἡ πίστη ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ πραγματικὸς καὶ ἔμπειρος κυβερνήτης τοῦ ταλαιπωρημένου σκάφους τῆς ζωῆς μας, ὁ ὁποῖος μᾶς διασώζει ἀπὸ τὸ πέλαγος τῶν θλίψεων, συμφορῶν, καὶ παθῶν καὶ μὲ σιγουριὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὸ λιμάνι τοῦ τελικοῦ προορισμοῦ μας, ποὺ εἶναι ἡ κατὰ χάριν ἕνωση μαζί Του, τόσο στὴν ἐπίγεια, ὅσο καὶ στὴν αἰώνια ζωή.
Γι’ αὐτὸ φαίνεται πὼς ὅλοι ὅσοι εἴμαστε ἐπιβάτες τοῦ πλοίου τῆς Ἐκκλησίας, πολλὲς φορὲς θὰ χάσουμε τὴν πίστη μας καὶ θὰ νιώσουμε μόνοι, χωρὶς τὴν βοήθεια τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ περίπτωση τοῦ Πέτρου λειτουργεῖ τυπολογικά. Ξέρουν πιὰ οἱ πιστοὶ ὅτι κάθε φορᾶ ποὺ ἀντιμετωπίζουμε πρόβλημα στὴ ζωή μας (καὶ ποιὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ θὰ ἰσχυριστεῖ ὅτι δὲν ἔχει προβλήματα), προερχόμενα εἴτε ἀπὸ τὸ περιβάλλον του, εἴτε ἀπὸ τὸν ἑαυτό του μὲ τὰ πάθη του, εἴτε ἀπὸ τὸν διάβολο. Ἡ λύση εἶναι ὄχι ἡ ἐμμονὴ στὸ πρόβλημα, ἀλλὰ ἡ ἐν πίστη στροφή μας πρὸς τὸν Χριστό.
Τὸ «Κύριε, σῶσον με» ἢ ἀλλιῶς «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλεησόν με» πρέπει νὰ ἀποτελεῖ τὴν ἀδιάκοπη κραυγή μας, τὴ συνεχῆ προσευχή μας. Εἶναι ἡ εὐχὴ ὅλων τῶν χριστιανῶν, ἀφοῦ ἐκφράζει τὴν ἐνδόμυχη θέση ὅτι ὅλα στὴ ζωὴ ἔχουν νόημα καὶ βρίσκονται στὰ πανίσχυρα χέρια τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Χριστὸς ἐπεμβαίνει πάνω στὴν ἀδυναμία, τὴν ἀσθένεια, το φόβο, τὸ κακό, τὴν ἁμαρτία, τὸν θάνατο. Ἐνεργεῖ γιὰ χάρη μας ἀπελευθερωτικὰ καὶ μὲ σκοπὸ νὰ συναντηθεῖ μαζί μας.
Τὸ πάθημα τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἂς γίνει μάθημα δικό μας. Δὲν ἦταν μόνο ὁ Πέτρος ὀλιγόπιστος.
Ὀλιγόπιστοι εἴμαστε κι’ ἐμεῖς. Ἡ ὀλιγοπιστία αὐτὴ εὔκολα κάμπτεται, λυγίζει, σβήνει καὶ ἐξαφανίζεται. Ὅταν μᾶς κτυποῦν οἱ τρικυμίες τῆς ζωῆς, τὰ βάσανα, οἱ ἀρρώστιες, οἱ θάνατοι, οἱ ἀποτυχίες, οἱ συκοφαντίες, οἱ διωγμοί, οἱ παντοειδεῖς πειρασμοὶ ἀπὸ δαίμονες καὶ ἀνθρώπους.
Ὅταν οἱ περιστάσεις εἶναι σκληρὲς χάνουμε τὸ θάρρος μας, χάνουμε τὸ κουράγιο, χάνουμε τὴν ἀντοχή, χάνουμε τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη πρὸς τὸν Χριστό. Τὸ βλέμμα τῆς ψυχῆς μας στρέφεται στὶς δυσκολίες, στὶς φουρτοῦνες. Ὁ νοῦς μας θολώνεται, χάνει τὸν σταθερὸ προσανατολισμό του πρὸς τὸν Κύριο καὶ ἡ ψυχή μας, παραδίδεται στὴ σύγχυση στὴν ἀδυναμία καὶ βυθίζεται συχνὰ στοὺς δισταγμούς, στὴν ἀπελπισία. Ἐνῶ μὲ τὴν ζωντανὴ πίστη καὶ παρὰ τὶς δυσκολίες διατηροῦμε τὴν κοινωνία μας μὲ τὸν Χριστό, καὶ δὲν ἔχουμε τίποτε νὰ φοβηθοῦμε. Τὸ ἄγχος θὰ εἶναι ξένο γιά μας. Εἴμαστε δικοί του, μέλη τοῦ σώματός του, εἶναι δυνατὸν νὰ μᾶς ἀφήσει νὰ χαθοῦμε;
Ἀδύνατον. Ὄχι ὅτι ὅλα θὰ εἶναι ρόδινα. Προβλήματα θὰ ὑπάρχουν. Ἂν ὅμως τὰ βλέπουμε μὲ τὴν πίστη, δηλ. ὅτι ὁ Θεὸς καὶ αὐτὰ τὰ γνωρίζει καὶ αὐτὰ τὰ ἐπιτρέπει γιὰ τὸ καλό μας καὶ ἔτσι τὰ σηκώνουμε μὲ ὑπομονὴ καὶ εὐχαριστία, τότε τὰ μεταβάλουμε σὲ εὐλογίες.
Αὐτὰ ποὺ ἄλλους τοὺς ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὸ Θεό, ἐμᾶς θὰ μᾶς ἑνώνουν περισσότερο μὲ τὸ Χριστό. Ἄλλωστε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστὸς διαβεβαιώνει τοὺς πιστοὺς ὅλων τῶν αἰώνων «Αὐτὰ σας τὰ εἶπα γιὰ νὰ ἔχετε ἑνωμένοι μαζί μου, τὴν εἰρήνη. Στὸν κόσμο θὰ ἔχετε θλίψη καὶ θὰ ὑποφέρετε. Νὰ ἔχετε ὅμως θάρρος, γιατί ἐγὼ ἔχω νικήσει τὸν κόσμο» (Ἰω. 16,33). Ἀμήν.
πρωτ. Κων/νος Σιόντης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου