ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
(Ἰω. 12, 1-18)
Ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου ἀποτελεῖ τὴν ἀπόδειξη καὶ τὸ προανάκρουσμα καὶ τῆς δικῆς μας ἀνάστασης. Ἀποτελεῖ τὴν πιστοποίηση τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ κατὰ τοῦ ἔσχατου ἐχθροῦ τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ τοῦ θανάτου. Τὸ θαῦμα τῆς ἔγερσης τοῦ τεταρταίου Λαζάρου ἄφησε εὐγνώμονες τὶς ἀδελφές του καὶ παράλληλα κατέπληξε τὰ πλήθη τῶν Ἑβραίων. Οἱ μὲν ἀδελφὲς Μάρθα καὶ Μαρία, ὅταν ὁ Χριστὸς ἐπισκέφθηκε τὴ Βηθανία, παρέθεσαν τράπεζα, στὴν ὁποία ὑπηρετοῦσαν τὸν εὐεργέτη τους. Ἡ Μαρία μάλιστα ἄλειψε τοὺς πόδας τοῦ Χριστοῦ μὲ μύρο «νάρδου πιστικῆς πολυτίμου», ἐπιδεικνύοντας ὄχι μόνο τὴν εὐγνωμοσύνη της, ἀλλὰ προετοιμάζοντας ταυτόχρονα τὸν Κύριο γιὰ τὴν ταφή του.
Ὁ δὲ ὄχλος ὅταν ἔμαθε ὅτι ὁ Χριστὸς βρισκόταν στὸ σπίτι τοῦ Λαζάρου ἔσπευσε ἀπὸ περιέργεια γιὰ νὰ δεῖ τὸ παράδοξο. Νὰ περιεργαστεῖ μὲ ἄλλα λόγια τόσο τὸν Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος θαυματούργησε, ὅσο καὶ τὸν Λάζαρο, ποὺ ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν. Τὴν ἴδια περιέργεια ἐκδηλώνουν καὶ τὰ πλήθη τὴν ἑπόμενη μέρα. Ὅταν δηλαδὴ μαθαίνουν ὅτι ὁ Χριστὸς πρόκειται νὰ ἀνέβει στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ τὴ γιορτὴ τοῦ Πάσχα, βγῆκαν γιὰ νὰ τὸν προϋπαντήσουν βαστάζοντες κλάδους φοινίκων.
Ὅλοι ἦταν ἐνθουσιασμένοι καὶ φώναζαν «ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ». Ἡ ὑποδοχὴ ἦταν μεγαλειώδης, ἀλλὰ ὁ Κύριος παρέμεινε ἤρεμος καὶ εἰσῆλθε στὴν πόλη «καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου». Ἔτσι ἀποδείκνυε ὄχι μόνο τὴν ταπείνωσή του, ἀλλὰ καὶ τὸ μάταιο καὶ ἐπιφανειακὸ τῶν ἐκδηλώσεων τοῦ πλήθους. Γνώριζε ὁ Κύριος ὅτι ἡ ὑποδοχὴ δὲν γινόταν διότι ὅλοι ἐκεῖνοι πίστευαν στὸ ὅτι ἦταν ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ λυτρωτὴς τοῦ κόσμου. Τὸ πλῆθος εἶχε ἐνθουσιαστεῖ ἀπὸ τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς τῆς ἀνάστασης τοῦ Λαζάρου καὶ ἐξεδήλωσε ἕνα παροδικὸ ἐνθουσιασμό: «διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος», γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, «ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον». Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς εἶχε ὁμιλήσει διὰ τοῦ στόματος τοῦ προφήτη Ἠσαΐα καὶ εἶχε πεῖ: «ἐγγίζει μοι ὁ λαὸς οὗτος τῷ στόματι αὐτῶν καὶ τοῖς χείλεσί με τιμᾷ, ἡ δὲ καρδίᾳ αὐτῶν πόρρω ἀπέχει ἀπ᾽ ἐμοῦ». Τὸ μὴ γνήσιο τῶν ἐκδηλώσεων τοῦ πλήθους καὶ ἡ ἀπουσία πίστης πρὸς τὸν Χριστὸ ἀποδείχθηκε λίγες μέρες ἀργότερα, ὅταν οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι, οἱ τόσο ἐνθουσιώδεις κατὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Κυρίου, ἄλλαξαν τὴ στάση τους καὶ φώναζαν «ἆρον, ἆρον, σταύρωσον αὐτόν», ζητῶντας τὸν θάνατο τοῦ εὐεργέτη τους.
Ἐμεῖς, ὅμως, οἱ Χριστιανοὶ ἂς μὴν ἐνθουσιαστοῦμε κατὰ τὸν ἐπιφανειακὸ αὐτὸ τρόπο. Ὁ ἐρχόμενος εἶναι ὁ πρᾶος Κύριος, ὁ ποιμένας ὁ καλὸς καὶ ἀγαθός, ὁ ὁποῖος θύεται προθύμως γιὰ νὰ σώσει τὸν πλανηθέντα ὑπὸ τοῦ διαβόλου καὶ νὰ ἁγιάσει τὸν κόσμο. Γι᾽ αὐτό, εἰσερχόμενοι εἰς τὸ τελευταῖο στάδιο τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, δηλαδὴ τὴ Μ. Ἑβδομάδα, ἂς τὸν ὑποδεχθοῦμε ὀρθῶς καὶ ἂς ἑορτάσουμε κατὰ πῶς ἁρμόζει στὰ ἐπὶ θύραις γεγονότα. Ἡ Μ. Ἑβδομάδα εἶναι μεγάλη ὄχι διότι ἔχει περισσότερες ἡμέρες καὶ ὧρες ἀπὸ τὶς ἄλλες ἑβδομάδες, ἀλλὰ ἐξαιτίας τῶν μεγάλων καὶ ὑπερφυῶν ἀγαθῶν ποὺ μᾶς χαρίστηκαν κατὰ τὰ γεγονότα ποὺ ἔλαβαν χώρα σὲ αὐτή. Κατ᾽ αὐτὴ καταργήθηκε ὁ θάνατος, καταλύθηκε ἡ ἐξουσία τοῦ διαβόλου, ὁ οὐρανὸς ἔγινε ξανὰ προσβάσιμος στοὺς ἀνθρώπους καὶ συμφιλιώθηκαν τὰ οὐράνια μὲ τὰ ἐπίγεια. Ἀκριβῶς λοιπὸν γι᾽ αὐτὰ τὰ ἀγαθὰ ποὺ μᾶς δωρήθηκαν πρέπει νὰ ἐπιδείξουμε φιλότιμο καὶ νὰ τὴν τιμήσουμε ὀρθὰ μὲ εὐτονώτερη προσευχή, ἀκριβῆ καὶ εἰλικρινῆ ἐξομολόγηση, ἐλεημοσύνη, ἐπιείκεια στοὺς πταίοντες, πραότητα καὶ τὴ νενομισμένη νηστεία. Ἔτσι θὰ καταντήσουμε ἐπάξια στὸν γλυκασμὸ τῆς κυριώνυμης ἡμέρας τῆς ἀναστάσεως.
Ἂς προσέξουμε νὰ ἀποφύγουμε κάποιες κακὲς συνήθειες, οἱ ὁποῖες προφανῶς ἀπὸ παρανόηση ἢ καὶ μὴ ἐπαρκῆ γνώση τῶν γεγονότων τῆς Μ. Ἑβδομάδας, κατήντησαν νὰ περιβληθοῦν τὸν μανδύα τοῦ ἐθίμου. Οἱ κακὲς αὐτὲς συνήθειες, ὅπως εἶναι ἡ χρήση τῶν κροτίδων, ὄχι μόνο ἀδικοῦν τὰ γεγονότα ποὺ διαδραματίζονται κατὰ τὸ πάθος τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ ἀποδεικνύονται καὶ ἐπικίνδυνες γιὰ τὴ σωματικὴ ἀκεραιότητα ὅσων τὶς χρησιμοποιοῦν. Ὁ θόρυβος καὶ οἱ ἐκρήξεις καὶ ἡ φασαρία ποὺ προκαλοῦν οἱ κροτίδες καὶ τὰ ἄλλα παρόμοια κατασκευάσματα ποὺ χρησιμοποιοῦνται τὶς μέρες τῆς Μ. Ἑβδομάδας δὲν ἔχουν καμία σχέση μὲ τὸ μυστήριο τῆς ταπείνωσης, τοῦ σταυροῦ, τῆς ταφῆς καὶ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Ὅλα τοῦτα τὰ γεγονότα καὶ δὴ ἡ ἀνάσταση, ἀποτελεῖ μυστήριο σιγῆς καὶ σιωπῆς. Ὁ Κύριος κατῆλθε «ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς» καὶ ἀναστήθηκε χωρὶς κανεὶς νὰ δεῖ ἢ νὰ ἀκούσει ἢ νὰ ἀντιληφθεῖ τὸ παραμικρό. Ὁ σεισμὸς ποὺ ἔγινε καὶ ἀπεκυλίσθη ὁ λίθος ἀπὸ τὸ μνημεῖο δὲν ἔγινε, συνοδεύοντας τὴν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, οὔτε γιὰ νὰ βγεῖ ἔξω ὁ ἀναστηθείς, ἀλλὰ γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ δοῦν καὶ ἄρα νὰ πειστοῦν οἱ μυροφόρες τὴν ἤδη γενομένη ἀνάσταση. Τούτη ἡ ἀλήθεια ἀποτυπώνεται στὴν ὑμνογραφία τῆς ἀναστάσιμης περιόδου: «Ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος, ἡ ζωὴ ἀνέτειλας, Χριστὲ ὁ Θεός...»˙ «...οὐκ ᾒσθοντο πότε ἀνέστης οἱ φυλάσσοντές σε στρατιῶται»˙ «Κύριε, ὥσπερ ἐξῆλθες ἐσφραγισμένου τοῦ τάφου...».
Ἑπομένως, τὸ νὰ χρησιμοποιοῦνται κροτίδες γιὰ νὰ δηλωθεῖ τὸ γεγονὸς τοῦτο εἶναι μέγα σφάλμα, πέραν βέβαια τοῦ ὅτι ἐγκυμονοῦνται κίνδυνοι ἀκρωτηριασμοῦ καὶ ὄχι μόνον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου