ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ – 16 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2011
Λουκ. η΄, 5-15
«Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ» (Λουκ. 8,5)
Ἀγαπητοί ἀδελφοί, κάθε σπόρος ποὺ πέφτει στὴ γῆ ἀπὸ τὸ γεωργὸ ἔχει μέσα του ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ὅλη τὴ δύναμη ποὺ τοῦ χρειάζεται γιὰ νὰ βλαστήσει καὶ νὰ φέρει ἕνα νέο φυτό, καθὼς ἡ Γραφὴ μᾶς διδάσκει ὅτι εἶπε ὁ Θεός στὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας τῆς γῆς: «βλαστησάτω ἡ γῆ βοτάνην χόρτου σπεῖρον σπέρμα κατὰ γένος καὶ καθ᾿ ὁμοιότητα, καὶ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν». Ἡ θεία αὐτὴ δύναμη ποὺ ἔβαλε ὁ Θεὸς μέσα σὲ κάθε σπέρμα εἶναι ἐκείνη ποὺ φέρνει τὴ βλάστηση ἐπάνω στὴ γῆ. Μόνη της ἡ γῆ οὔτε ἔφερε οὔτε φέρνει καρπό, ἀλλὰ ἔφερε καὶ φέρνει μὲ τὸν παντοδύναμο καὶ δημιουργικὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς ὁ θεῖος λόγος εἶναι ὁ δημιουργὸς τῶν πάντων, «πάντα δι” αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἕν ὃ γέγονεν». Ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ζωὴ καὶ δίνει ζωὴ στὰ πάντα· «ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων». Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ «ἐξ οὐκ ὄντων» τὰ πάντα, ἀπὸ τὸ μηδὲν. Τὰ ἔφερε ὅλα ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία στὴν ὕπαρξη. «Ὁ δὲ Θεὸς ἡμῶν ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐν τῇ γῇ πάντα, ὅσα ἠθέλησεν, ἐποίησε» καὶ «ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ῥῆμα». Ὁ ἅνθρωπος τώρα ὡς δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, καὶ μάλιστα ὡς «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» Θεοῦ, ἔχει τὴ θεία εὐλογία νὰ ἀκούει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὸν δέχεται μέσα στὴν καρδιά του, ὅπως ἡ γῆ τοὺς σπόρους, καὶ νὰ καρποφορεῖ, νὰ φέρνει πνευματικοὺς καρποὺς.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὅταν ἦλθε στὴ γῆ καὶ ἔγινε ἀπὸ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος «περιῆγεν τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας, διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας». Ὅπως ὁ σπορέας σπέρνει ὅλο τὸ χωράφι του στὸν κατάλληλο καιρό, ἔτσι καὶ ὁ Ἰησοῦς, καθὼς ἀκούσαμε σήμερα, ἔσπειρε τὸ θεῖο λόγο του σ᾽ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, χωρὶς νὰ ξεχωρίσει κανένα: «καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό· καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα». Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τῆς γῆς ἔχουν τὴν τιμὴ καὶ τὴν ἀνάγκη νὰ ἀκούσουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ σωθοῦν. «Πᾶς γὰρ ὃς ἂν ἐπικαλέσηται τὸ ὄνομα Κυρίου σωθήσεται. πῶς οὖν ἐπικαλέσονται εἰς ὃν οὐκ ἐπίστευσαν; πῶς δὲ πιστεύσουσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν; πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς κηρύσσοντος; πῶς δὲ κηρύξουσιν ἐὰν μὴ ἀποσταλῶσι;» γράφει ὁ Ἀπόστολος στοὺς Ρωμαίους, καὶ καταλήγει μὲ τὸ ἑξῆς συμπέρασμα: «ἄρα ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ῥήματος Θεοῦ».
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος θεωρεῖ πρώτιστο ἔργο του τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, τὴ σπορὰ τοῦ θείου λόγου, γι᾽ αὐτὸ καὶ γράφει στοὺς Κορινθίους μὲ πολὺ πόνο: «οὐαὶ δέ μοί ἐστιν ἐὰν μὴ εὐαγγελίζωμαι», ἀλίμονό μου ἐὰν μὴν κηρύττω τὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου στοὺς ἀνθρώπους, καὶ στὸν Τιμόθεο λέγει: «ἀλλ” ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται», δὲν σταματᾶ ἡ σπορὰ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου ἀπευθύνεται πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς «πάντα τὰ ἔθνη».
Ἡ πρώτη Ἐκκλησία ποὺ εἶχε τοὺς μετανοημένους, αὐτοὺς ποὺ ἦσαν βαπτισμένοι καὶ εἶχαν πέσει σὲ μεγάλα ἁμαρτήματα, καθὼς καὶ τοὺς κατηχουμένους ποὺ εἶχαν δηλώσει μὲν πίστη στὸ Χριστό, ἀλλὰ δὲν εἶχαν λάβει ἀκόμα τὸ ἅγιο Βάπτισμα, τοὺς ἄφηνε στὸ πρῶτο μέρος τῆς Θείας Λειτουργίας, μέχρι τὴν ἀνάγνωση τῶν Ἱερῶν ἀναγνωσμάτων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τοῦ Ἱεροῦ Ἀποστόλου, τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελίου καὶ τοῦ θείου κηρύγματος ποὺ γινόταν ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνάγνωση τῶν ἁγίων Γραφὼν, δὲν τοὺς ἀπέκοπτε παντελῶς, ἀλλὰ τοὺς ἄφηνε νὰ ἀκούσουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, καὶ ὕστερα ἀποχωροῦσαν ἀφοῦ ἄρχιζε ἡ θεία Λειτουργία τῶν πιστῶν. Κανεὶς δὲν ἐξαιρεῖται ἀπὸ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἔχει ἐπάνω στὴν ἁγία Τράπεζα τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο ποὺ εἶναι γραμμένος ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀναγινώσκεται κάθε μέρα στοὺς πιστούς. Σπείρεται κάθε μέρα ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ, ἡ καρποφορία ἐξαρτᾶται ἀπὸ μᾶς, ἀπὸ τὴν δική μας καρδιά. Τί εἶναι; Δρόμος πατημένος, σκληρὴ σὰν τὴν πέτρα, πνιγμένη μέσα στὰ ἀγκάθια τῶν ἁμαρτωλῶν ἀπολαύσεων, ἤ γῆ ἀγαθὴ ποὺ καρτερεῖ τὸν καλὸ σπορέα γιὰ νὰ τὴν σπείρει καὶ νὰ καρποφορήσει;
Ὁ σπόρος, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἕνας καὶ ὅ ἴδιος σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες, καθὼς καὶ ὁ σπορέας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος εἶναι «χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας». Ἐμεῖς βλέπουμε ἀνθρώπους νὰ κηρύττουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅμως ὅλοι αὐτοὶ εἶναι ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, ἀπεσταλμένοι μὲ τὴν εἰδικὴ ἐντολή: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ” ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Ὄχι μόνο νὰ κηρύξουν τὸ θεῖο λόγο του σ᾽ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς, ὅπως αὐτὸς τὸν κήρυξε, «διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν», ἀλλὰ καὶ ἀκόμα «καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ” ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Ὅταν καὶ ὅπου κηρύττεται ὁ θεῖος λόγος, ὁ Χριστὸς εἶναι παρών· μᾶς ἀκούει καὶ μᾶς ἐνισχύει, αὐτὸς εἶναι ὁ Σπορέας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καὶ σπόρος ὁ λόγος Του, «ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Λουκ. η΄, 5-15
«Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ» (Λουκ. 8,5)
Ἀγαπητοί ἀδελφοί, κάθε σπόρος ποὺ πέφτει στὴ γῆ ἀπὸ τὸ γεωργὸ ἔχει μέσα του ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ὅλη τὴ δύναμη ποὺ τοῦ χρειάζεται γιὰ νὰ βλαστήσει καὶ νὰ φέρει ἕνα νέο φυτό, καθὼς ἡ Γραφὴ μᾶς διδάσκει ὅτι εἶπε ὁ Θεός στὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας τῆς γῆς: «βλαστησάτω ἡ γῆ βοτάνην χόρτου σπεῖρον σπέρμα κατὰ γένος καὶ καθ᾿ ὁμοιότητα, καὶ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν». Ἡ θεία αὐτὴ δύναμη ποὺ ἔβαλε ὁ Θεὸς μέσα σὲ κάθε σπέρμα εἶναι ἐκείνη ποὺ φέρνει τὴ βλάστηση ἐπάνω στὴ γῆ. Μόνη της ἡ γῆ οὔτε ἔφερε οὔτε φέρνει καρπό, ἀλλὰ ἔφερε καὶ φέρνει μὲ τὸν παντοδύναμο καὶ δημιουργικὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς ὁ θεῖος λόγος εἶναι ὁ δημιουργὸς τῶν πάντων, «πάντα δι” αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἕν ὃ γέγονεν». Ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ζωὴ καὶ δίνει ζωὴ στὰ πάντα· «ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων». Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ «ἐξ οὐκ ὄντων» τὰ πάντα, ἀπὸ τὸ μηδὲν. Τὰ ἔφερε ὅλα ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία στὴν ὕπαρξη. «Ὁ δὲ Θεὸς ἡμῶν ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐν τῇ γῇ πάντα, ὅσα ἠθέλησεν, ἐποίησε» καὶ «ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ῥῆμα». Ὁ ἅνθρωπος τώρα ὡς δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, καὶ μάλιστα ὡς «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» Θεοῦ, ἔχει τὴ θεία εὐλογία νὰ ἀκούει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὸν δέχεται μέσα στὴν καρδιά του, ὅπως ἡ γῆ τοὺς σπόρους, καὶ νὰ καρποφορεῖ, νὰ φέρνει πνευματικοὺς καρποὺς.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὅταν ἦλθε στὴ γῆ καὶ ἔγινε ἀπὸ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος «περιῆγεν τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας, διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας». Ὅπως ὁ σπορέας σπέρνει ὅλο τὸ χωράφι του στὸν κατάλληλο καιρό, ἔτσι καὶ ὁ Ἰησοῦς, καθὼς ἀκούσαμε σήμερα, ἔσπειρε τὸ θεῖο λόγο του σ᾽ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, χωρὶς νὰ ξεχωρίσει κανένα: «καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό· καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα». Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τῆς γῆς ἔχουν τὴν τιμὴ καὶ τὴν ἀνάγκη νὰ ἀκούσουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ σωθοῦν. «Πᾶς γὰρ ὃς ἂν ἐπικαλέσηται τὸ ὄνομα Κυρίου σωθήσεται. πῶς οὖν ἐπικαλέσονται εἰς ὃν οὐκ ἐπίστευσαν; πῶς δὲ πιστεύσουσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν; πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς κηρύσσοντος; πῶς δὲ κηρύξουσιν ἐὰν μὴ ἀποσταλῶσι;» γράφει ὁ Ἀπόστολος στοὺς Ρωμαίους, καὶ καταλήγει μὲ τὸ ἑξῆς συμπέρασμα: «ἄρα ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ῥήματος Θεοῦ».
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος θεωρεῖ πρώτιστο ἔργο του τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, τὴ σπορὰ τοῦ θείου λόγου, γι᾽ αὐτὸ καὶ γράφει στοὺς Κορινθίους μὲ πολὺ πόνο: «οὐαὶ δέ μοί ἐστιν ἐὰν μὴ εὐαγγελίζωμαι», ἀλίμονό μου ἐὰν μὴν κηρύττω τὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου στοὺς ἀνθρώπους, καὶ στὸν Τιμόθεο λέγει: «ἀλλ” ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται», δὲν σταματᾶ ἡ σπορὰ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου ἀπευθύνεται πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς «πάντα τὰ ἔθνη».
Ἡ πρώτη Ἐκκλησία ποὺ εἶχε τοὺς μετανοημένους, αὐτοὺς ποὺ ἦσαν βαπτισμένοι καὶ εἶχαν πέσει σὲ μεγάλα ἁμαρτήματα, καθὼς καὶ τοὺς κατηχουμένους ποὺ εἶχαν δηλώσει μὲν πίστη στὸ Χριστό, ἀλλὰ δὲν εἶχαν λάβει ἀκόμα τὸ ἅγιο Βάπτισμα, τοὺς ἄφηνε στὸ πρῶτο μέρος τῆς Θείας Λειτουργίας, μέχρι τὴν ἀνάγνωση τῶν Ἱερῶν ἀναγνωσμάτων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τοῦ Ἱεροῦ Ἀποστόλου, τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελίου καὶ τοῦ θείου κηρύγματος ποὺ γινόταν ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνάγνωση τῶν ἁγίων Γραφὼν, δὲν τοὺς ἀπέκοπτε παντελῶς, ἀλλὰ τοὺς ἄφηνε νὰ ἀκούσουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, καὶ ὕστερα ἀποχωροῦσαν ἀφοῦ ἄρχιζε ἡ θεία Λειτουργία τῶν πιστῶν. Κανεὶς δὲν ἐξαιρεῖται ἀπὸ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἔχει ἐπάνω στὴν ἁγία Τράπεζα τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο ποὺ εἶναι γραμμένος ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀναγινώσκεται κάθε μέρα στοὺς πιστούς. Σπείρεται κάθε μέρα ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ, ἡ καρποφορία ἐξαρτᾶται ἀπὸ μᾶς, ἀπὸ τὴν δική μας καρδιά. Τί εἶναι; Δρόμος πατημένος, σκληρὴ σὰν τὴν πέτρα, πνιγμένη μέσα στὰ ἀγκάθια τῶν ἁμαρτωλῶν ἀπολαύσεων, ἤ γῆ ἀγαθὴ ποὺ καρτερεῖ τὸν καλὸ σπορέα γιὰ νὰ τὴν σπείρει καὶ νὰ καρποφορήσει;
Ὁ σπόρος, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἕνας καὶ ὅ ἴδιος σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες, καθὼς καὶ ὁ σπορέας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος εἶναι «χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας». Ἐμεῖς βλέπουμε ἀνθρώπους νὰ κηρύττουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅμως ὅλοι αὐτοὶ εἶναι ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, ἀπεσταλμένοι μὲ τὴν εἰδικὴ ἐντολή: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ” ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Ὄχι μόνο νὰ κηρύξουν τὸ θεῖο λόγο του σ᾽ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς, ὅπως αὐτὸς τὸν κήρυξε, «διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν», ἀλλὰ καὶ ἀκόμα «καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ” ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Ὅταν καὶ ὅπου κηρύττεται ὁ θεῖος λόγος, ὁ Χριστὸς εἶναι παρών· μᾶς ἀκούει καὶ μᾶς ἐνισχύει, αὐτὸς εἶναι ὁ Σπορέας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καὶ σπόρος ὁ λόγος Του, «ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου