29 Ὀκτωβρίου 2006
Κυριακή Z΄ Λουκᾶ
(Λουκ. 8, 41-56)
Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἰατρὸς τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως· καὶ στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα. Καὶ στὰ δύο θαύματα τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, δηλαδὴ τὴ θεραπεία τῆς γυναικὸς μὲ τὸ μακροχρόνιο πρόβλημα καὶ τὴν ἀνάσταση τοῦ κοριτσιοῦ, περιγράφεται ἡ ἐπέμβασή Του μὲ τὴν ἰδιότητα τὴν ἰατρική.
Προσεγγίζοντας αὐτὴν τὴν ἰδιότητα τοῦ Χριστοῦ, εἰσπράττουμε τὰ δύο βασικὰ προσόντα Του. Πρῶτο τὴν ἀπεριόριστη ἀγάπη Του, ποὺ ὁ ἀνθρώπινος νοῦς δὲν μπορεῖ νὰ κατανοήσει. Γιατὶ ὁ Χριστὸς «μᾶς ἀγαπάει ὅσο δὲν τὸ βάζει ὁ νοῦς μας» καὶ ἐνδιαφέρεται γιὰ μᾶς ὅσο δὲν τὸ ἔχουμε φανταστεῖ.
Ὁ Χριστὸς ὡς ἄνθρωπος ἔχει ἐμπειρία τοῦ πόνου καὶ ἀντιμετώπισε καθημερινὰ τὴν ἀρρώστια. Καὶ ὡς Θεὸς «εἶναι ὁ ἐπίσημα ἐξουσιοδοτημένος μὲ τὴν ἀποστολὴ νὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὸν πόνο». Νὰ μᾶς γιατρέψει ὡς ὁ μοναδικὸς ἰατρός. Ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία παίρνει τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Ἰωάννου ὅτι «Αὐτὸς» δηλαδὴ ὁ Χριστός, «εἶναι θῦμα, ποὺ μὲ τὸ αἷμα Του ἐξιλεώνει τὸ Θεὸ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς ἁμαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου...». Καὶ τὰ μετατρέπει σὲ ὕμνο δοξολογίας, ποὺ ψάλλει καθημερινὰ στὸ Ναό. «Ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου· ἐλέησον ἡμᾶς, ὁ αἵρων τὰς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου».
Δεύτερον προσὸν τοῦ Χριστοῦ ὡς ἰατροῦ εἶναι ἡ δύναμη νὰ μπορεῖ νὰ κάνει τὰ πάντα. Ἔτσι, δὲν ὑπάρχει κάτι ποὺ νὰ μὴν μπορεῖ καὶ τίποτε δὲν στέκεται ἐμπόδιο στὴ δική Του δύναμη. Γιατὶ λειτουργεῖ ὡς Θεός, μὲ ὅ,τι συνεπάγεται αὐτό, γι᾿ αὐτὸ μπροστὰ στὴ θεϊκὴ βούληση τὰ πάντα ὑποχωροῦν καὶ σβήνουν.
Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ ἰδιαιτέρως στὸ βιβλίο τοῦ πολυάθλου Ἰώβ, ὁ Θεὸς παρουσιάζεται ὡς ὁ δυνατὸς ποὺ μπορεῖ νὰ πράξει τὰ πάντα. Τίποτε δὲν ἀντιστέκεται στὴ δύναμή Του. «Γνωρίζω» λέγει τὸ κείμενο «ὅτι δύνασαι νὰ πράξεις τὰ πάντα καὶ δὲν ὑπάρχει γιὰ Σένα τίποτε ποὺ νὰ μὴν μπορεῖς νὰ τὸ κάνεις...».
Μὲ τὰ δύο αὐτὰ προσόντα, τοῦ ἰατροῦ ποὺ ἀγαπάει καὶ τοῦ ἰατροῦ ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει τὰ πάντα, ὁ Χριστὸς πορεύεται στὴν ἐγκόσμια ζωή Του.Ὅ,τι καὶ ἂν κάνει, ἐκφράζει ὄχι μόνο τὴν παντοδυναμία Του, μὰ κυρίως τὴν ἀγάπη Του. «Μᾶς ἀγαπάει κι ἐπειδὴ μᾶς ἀγαπάει, γι᾿ αὐτὸ δείχνει τὴ δύναμή Του στὸν κόσμο».
Ἄρα λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἔρχεται ὡς ὁ ἰατρὸς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εὐσπλαγχνίας. Αὐτὸς δὲ «δὲν κάνει διαγνώσεις, δὲν γράφει συνταγές, δὲν ὀρίζει θεραπεῖες». Κάνει κάτι πολὺ σπουδαιότερο καὶ ὠφελιμότερο· δίδει στὸν ἄρρωστο τὴ δική Του δύναμη. Τὸν ἑαυτόν Του! Τὸ καταγράφει ἄλλωστε στὸ Εὐαγγέλιό του ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὴ θεραπεία τῆς αἱμορροούσης γυναικός. Νὰ τὶ λέγει, ἀναφέροντας τὰ ἴδια λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Ἐγὼ κατάλαβα πὼς βγῆκε δύναμη ἀπὸ πάνω μου!».
Εἶναι συγκλονιστικὸ τὸ γεγονὸς πὼς ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς γίνεται ὁ ἰατρὸς γιὰ τὶς ψυχὲς καὶ τὰ σώματά μας. Καὶ ἀκόμη περισσότερο, γίνεται ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς μας. Ἀπὸ τὴ δική Του ζωὴ παίρνουμε τὶς ἀναγκαῖες δυνάμεις καὶ τὰ ἀπαραίτητα στηρίγματα, γιὰ νὰ οἰκοδομήσουμε τὴ δική μας.
Ὁ Χριστὸς πρὸ πάντων γνωρίζει ἄριστα πὼς στὸν ἄνθρωπο κεντρικότατο καὶ καθοριστικὸ ρόλο παίζει ὁ ψυχικὸς κόσμος του. Γι᾿ αὐτὸ πάντα ἀπευθύνεται σ᾿ αὐτὸν καὶ κατόπιν στὸ σῶμα. Δίδει πρῶτα τὴν γιατρειὰ στὴν ἄρρωστη ψυχὴ καὶ ὕστερα στὸ ἄρρωστο σῶμα.
Ἡ ψυχὴ λοιπὸν ποὺ κινεῖ τὸ σῶμα καὶ τὸ καθοδηγεῖ, πρέπει νὰ στέκει ζωντανὴ καὶ ὑγιής. Ἐὰν εἶναι ἄρρωστη ἢ πεθαμένη, τότε καὶ τὸ σῶμα θὰ εἶναι τὸ ἴδιο. Μπορεῖ τὸ σῶμα νὰ φαίνεται ὑγιὲς καὶ ζωντανό, νὰ τρώει, νὰ πίνει, νὰ κινεῖται, μὰ στὴν οὐσία συμβαίνει τὸ ἀντίθετο, ἀφοῦ ἡ ψυχὴ εἶναι ἄρρωστη ἢ νεκρή.
Ποιὸς θὰ παράσχει τὴ ζωὴ καὶ θὰ κάνει ὑγιῆ τὴν ψυχή; Μὰ «ὁ Χριστὸς ποὺ εἶναι ἡ ζωὴ καὶ ἡ Ἀνάσταση». Κι᾿ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὸ ξεχνοῦμε. Ἔτσι δὲν παρατᾶμε τὴν ψυχή μας σὲ κακὴ κατάσταση· δὲν θ᾿ ἀφήνουμε νὰ φεύγει ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ ζωὴ ἄρρωστη ἢ νεκρή. Γιατί τότε δὲν θὰ προσδοκοῦμε «Ἀνάστασιν ζωῆς» ἀλλὰ «Ἀνάστασιν κρίσεως».
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὅταν εἴμαστε ἄρρωστοι, φυσικὰ θὰ ἀπευθυνθοῦμε στὸν ἰατρό, στὴν ἐπιστήμη. Ἀλλ᾿ ὅμως μὴν ξεχνοῦμε πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα νὰ ζητοῦμε τὴ δύναμη καὶ τὴν χάρη τοῦ μεγάλου μας ἰατροῦ, τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ δικός μας ἰατρός, ποὺ μᾶς ἀγαπάει καὶ δίνει τὴ δική Του δύναμη γιὰ τὴ δική μας ἐνδυνάμωση καὶ γιατρειά. Καὶ τὴν ὥρα τοῦ πόνου, τῆς ἀρρώστιας, ἡ δική Του παρουσία εἶναι καθοριστική. Αὐτὸ δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸ ἀμφισβητήσει.
Ἂν λοιπὸν ἀρρωστήσουμε, ἔχουμε τὸν Χριστό. Ἂν μᾶς βρεῖ ὁ θάνατος καὶ φεύγουμε γιὰ τὴν αἰωνιότητα, «ἔχουμε ζωή μας τὸν Χριστό». Ἂν φοβόμαστε τὶς σωματικὲς ἀρρώστιες, καλύτερα νὰ φροντίζουμε, ὥστε νὰ μὴν ἀρρωστήσουμε τὴν ψυχή μας. Μὴν πεθάνει καὶ νεκρωθεῖ!
Καὶ τέλος ὅταν ἔλθει ἡ ὥρα μας ν᾿ ἀναχωρήσουμε ἀπ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο, νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι μὲ μετάνοια καὶ κάθαρση ἐσωτερικὴ γιὰ «νὰ ᾿ναι ἡ ψυχή μας ζωντανή». Γιατὶ τελικὰ ὅλοι μας ἐπιθυμοῦμε ἐκεῖ ποὺ θὰ πᾶμε, νὰ βροῦμε ἀνάπαυση καὶ νὰ περιμένουμε Ἀνάσταση καὶ ζωή.
Ἀρχιμ. Ν.Π.
Κυριακή Z΄ Λουκᾶ
(Λουκ. 8, 41-56)
Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἰατρὸς τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως· καὶ στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα. Καὶ στὰ δύο θαύματα τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, δηλαδὴ τὴ θεραπεία τῆς γυναικὸς μὲ τὸ μακροχρόνιο πρόβλημα καὶ τὴν ἀνάσταση τοῦ κοριτσιοῦ, περιγράφεται ἡ ἐπέμβασή Του μὲ τὴν ἰδιότητα τὴν ἰατρική.
Προσεγγίζοντας αὐτὴν τὴν ἰδιότητα τοῦ Χριστοῦ, εἰσπράττουμε τὰ δύο βασικὰ προσόντα Του. Πρῶτο τὴν ἀπεριόριστη ἀγάπη Του, ποὺ ὁ ἀνθρώπινος νοῦς δὲν μπορεῖ νὰ κατανοήσει. Γιατὶ ὁ Χριστὸς «μᾶς ἀγαπάει ὅσο δὲν τὸ βάζει ὁ νοῦς μας» καὶ ἐνδιαφέρεται γιὰ μᾶς ὅσο δὲν τὸ ἔχουμε φανταστεῖ.
Ὁ Χριστὸς ὡς ἄνθρωπος ἔχει ἐμπειρία τοῦ πόνου καὶ ἀντιμετώπισε καθημερινὰ τὴν ἀρρώστια. Καὶ ὡς Θεὸς «εἶναι ὁ ἐπίσημα ἐξουσιοδοτημένος μὲ τὴν ἀποστολὴ νὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὸν πόνο». Νὰ μᾶς γιατρέψει ὡς ὁ μοναδικὸς ἰατρός. Ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία παίρνει τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Ἰωάννου ὅτι «Αὐτὸς» δηλαδὴ ὁ Χριστός, «εἶναι θῦμα, ποὺ μὲ τὸ αἷμα Του ἐξιλεώνει τὸ Θεὸ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς ἁμαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου...». Καὶ τὰ μετατρέπει σὲ ὕμνο δοξολογίας, ποὺ ψάλλει καθημερινὰ στὸ Ναό. «Ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου· ἐλέησον ἡμᾶς, ὁ αἵρων τὰς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου».
Δεύτερον προσὸν τοῦ Χριστοῦ ὡς ἰατροῦ εἶναι ἡ δύναμη νὰ μπορεῖ νὰ κάνει τὰ πάντα. Ἔτσι, δὲν ὑπάρχει κάτι ποὺ νὰ μὴν μπορεῖ καὶ τίποτε δὲν στέκεται ἐμπόδιο στὴ δική Του δύναμη. Γιατὶ λειτουργεῖ ὡς Θεός, μὲ ὅ,τι συνεπάγεται αὐτό, γι᾿ αὐτὸ μπροστὰ στὴ θεϊκὴ βούληση τὰ πάντα ὑποχωροῦν καὶ σβήνουν.
Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ ἰδιαιτέρως στὸ βιβλίο τοῦ πολυάθλου Ἰώβ, ὁ Θεὸς παρουσιάζεται ὡς ὁ δυνατὸς ποὺ μπορεῖ νὰ πράξει τὰ πάντα. Τίποτε δὲν ἀντιστέκεται στὴ δύναμή Του. «Γνωρίζω» λέγει τὸ κείμενο «ὅτι δύνασαι νὰ πράξεις τὰ πάντα καὶ δὲν ὑπάρχει γιὰ Σένα τίποτε ποὺ νὰ μὴν μπορεῖς νὰ τὸ κάνεις...».
Μὲ τὰ δύο αὐτὰ προσόντα, τοῦ ἰατροῦ ποὺ ἀγαπάει καὶ τοῦ ἰατροῦ ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει τὰ πάντα, ὁ Χριστὸς πορεύεται στὴν ἐγκόσμια ζωή Του.Ὅ,τι καὶ ἂν κάνει, ἐκφράζει ὄχι μόνο τὴν παντοδυναμία Του, μὰ κυρίως τὴν ἀγάπη Του. «Μᾶς ἀγαπάει κι ἐπειδὴ μᾶς ἀγαπάει, γι᾿ αὐτὸ δείχνει τὴ δύναμή Του στὸν κόσμο».
Ἄρα λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἔρχεται ὡς ὁ ἰατρὸς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εὐσπλαγχνίας. Αὐτὸς δὲ «δὲν κάνει διαγνώσεις, δὲν γράφει συνταγές, δὲν ὀρίζει θεραπεῖες». Κάνει κάτι πολὺ σπουδαιότερο καὶ ὠφελιμότερο· δίδει στὸν ἄρρωστο τὴ δική Του δύναμη. Τὸν ἑαυτόν Του! Τὸ καταγράφει ἄλλωστε στὸ Εὐαγγέλιό του ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὴ θεραπεία τῆς αἱμορροούσης γυναικός. Νὰ τὶ λέγει, ἀναφέροντας τὰ ἴδια λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Ἐγὼ κατάλαβα πὼς βγῆκε δύναμη ἀπὸ πάνω μου!».
Εἶναι συγκλονιστικὸ τὸ γεγονὸς πὼς ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς γίνεται ὁ ἰατρὸς γιὰ τὶς ψυχὲς καὶ τὰ σώματά μας. Καὶ ἀκόμη περισσότερο, γίνεται ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς μας. Ἀπὸ τὴ δική Του ζωὴ παίρνουμε τὶς ἀναγκαῖες δυνάμεις καὶ τὰ ἀπαραίτητα στηρίγματα, γιὰ νὰ οἰκοδομήσουμε τὴ δική μας.
Ὁ Χριστὸς πρὸ πάντων γνωρίζει ἄριστα πὼς στὸν ἄνθρωπο κεντρικότατο καὶ καθοριστικὸ ρόλο παίζει ὁ ψυχικὸς κόσμος του. Γι᾿ αὐτὸ πάντα ἀπευθύνεται σ᾿ αὐτὸν καὶ κατόπιν στὸ σῶμα. Δίδει πρῶτα τὴν γιατρειὰ στὴν ἄρρωστη ψυχὴ καὶ ὕστερα στὸ ἄρρωστο σῶμα.
Ἡ ψυχὴ λοιπὸν ποὺ κινεῖ τὸ σῶμα καὶ τὸ καθοδηγεῖ, πρέπει νὰ στέκει ζωντανὴ καὶ ὑγιής. Ἐὰν εἶναι ἄρρωστη ἢ πεθαμένη, τότε καὶ τὸ σῶμα θὰ εἶναι τὸ ἴδιο. Μπορεῖ τὸ σῶμα νὰ φαίνεται ὑγιὲς καὶ ζωντανό, νὰ τρώει, νὰ πίνει, νὰ κινεῖται, μὰ στὴν οὐσία συμβαίνει τὸ ἀντίθετο, ἀφοῦ ἡ ψυχὴ εἶναι ἄρρωστη ἢ νεκρή.
Ποιὸς θὰ παράσχει τὴ ζωὴ καὶ θὰ κάνει ὑγιῆ τὴν ψυχή; Μὰ «ὁ Χριστὸς ποὺ εἶναι ἡ ζωὴ καὶ ἡ Ἀνάσταση». Κι᾿ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὸ ξεχνοῦμε. Ἔτσι δὲν παρατᾶμε τὴν ψυχή μας σὲ κακὴ κατάσταση· δὲν θ᾿ ἀφήνουμε νὰ φεύγει ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ ζωὴ ἄρρωστη ἢ νεκρή. Γιατί τότε δὲν θὰ προσδοκοῦμε «Ἀνάστασιν ζωῆς» ἀλλὰ «Ἀνάστασιν κρίσεως».
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὅταν εἴμαστε ἄρρωστοι, φυσικὰ θὰ ἀπευθυνθοῦμε στὸν ἰατρό, στὴν ἐπιστήμη. Ἀλλ᾿ ὅμως μὴν ξεχνοῦμε πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα νὰ ζητοῦμε τὴ δύναμη καὶ τὴν χάρη τοῦ μεγάλου μας ἰατροῦ, τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ δικός μας ἰατρός, ποὺ μᾶς ἀγαπάει καὶ δίνει τὴ δική Του δύναμη γιὰ τὴ δική μας ἐνδυνάμωση καὶ γιατρειά. Καὶ τὴν ὥρα τοῦ πόνου, τῆς ἀρρώστιας, ἡ δική Του παρουσία εἶναι καθοριστική. Αὐτὸ δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸ ἀμφισβητήσει.
Ἂν λοιπὸν ἀρρωστήσουμε, ἔχουμε τὸν Χριστό. Ἂν μᾶς βρεῖ ὁ θάνατος καὶ φεύγουμε γιὰ τὴν αἰωνιότητα, «ἔχουμε ζωή μας τὸν Χριστό». Ἂν φοβόμαστε τὶς σωματικὲς ἀρρώστιες, καλύτερα νὰ φροντίζουμε, ὥστε νὰ μὴν ἀρρωστήσουμε τὴν ψυχή μας. Μὴν πεθάνει καὶ νεκρωθεῖ!
Καὶ τέλος ὅταν ἔλθει ἡ ὥρα μας ν᾿ ἀναχωρήσουμε ἀπ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο, νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι μὲ μετάνοια καὶ κάθαρση ἐσωτερικὴ γιὰ «νὰ ᾿ναι ἡ ψυχή μας ζωντανή». Γιατὶ τελικὰ ὅλοι μας ἐπιθυμοῦμε ἐκεῖ ποὺ θὰ πᾶμε, νὰ βροῦμε ἀνάπαυση καὶ νὰ περιμένουμε Ἀνάσταση καὶ ζωή.
Ἀρχιμ. Ν.Π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου