Δεν είναι άδικος ο Θεός (ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΛΟΥΚΑ)
Χρυσοστόμου Αβαγιανού, Μητροπολίτου Ελευθερουπόλεως
«τέκνον, μνήσθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και Λάζαρος ομοίως τα κακά,
νυν δε ώδε παρακαλείται, συ δε οδυνάσαι» (Λουκά 16,25)
Δύο αντίθετες ομάδες ανθρώπων υπονοεί, αγαπητοί αδελφοί, το σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα. Η μία περιλαμβάνει τους πλούσιους, η άλλη τους φτωχούς. Η μία όσους απολαμβάνουν με αφθονία τα αγαθά της γης, η άλλη όσους τα στερούνται...
Την πρώτη ομάδα την αντιπροσωπεύει ο πλούσιος της παραβολής μας, την άλλη ο πτωχός Λάζαρος της ίδιας παραβολής.
Τι κραυγαλέα αντίθεση! Ο ένας πλούσιος, χωρίς κανένα πρόβλημα διαβίωσης, ο άλλος πάμπτωχος, χωρίς κανένα πόρο ζωής. Ο ένας ντυμένος με τα πιο ακριβά ρούχα, ο άλλος σκεπασμένος με κουρέλια. Ο ένας κάθε ημέρα απελάμβανε τράπεζα συβιριτική, φορτωμένη με όλα τα καλά του Θεού, ο άλλος αγωνιζόταν να ξεγελάσει την πείνα του με λίγα ψίχουλα, πού πετούσαν οι υπηρέτες στον πυλώνα. Ο ένας κατοικούσε μέσα στις ανέσεις και τη θαλπωρή ενός μεγαλόπρεπους σπιτιού, ο άλλος κοίτονταν μέσα στο δρόμο. Ο ένας ευφραινόταν καθημερινά με φίλους συμποτικούς, ο άλλος έρημος από ανθρώπινη συντροφιά, δεχόταν επίσκεψη τα σκυλιά, πού του έγλυφαν τις πληγές.
Έτσι απ’ όσα τόσο ζωντανά μας εκθέτει σήμερα ο λόγος του Θεού φαίνεται να αναγνωρίζει ως πραγματικότητα την ανισότητα μέσα στην κοινωνία μας. Γι’ αυτό και προβάλλει εύλογο το ερώτημα: γιατί να υπάρχει. Είναι αλήθεια πως αρκετοί, ακόμη και χριστιανοί, σκανδαλίζονται από την κατάσταση αυτή και πέφτοντας σ' αυτήν την παγίδα στενάζουν και βαρυγκωμούν και λένε: Ο Θεός είναι δίκαιος και τρέφει αγάπη για όλα τα πλάσματα του. Πώς λοιπόν επιτρέπει ο ένας ν' απολαμβάνει σιδερένια υγεία και ο άλλος να βασανίζεται από τις αρρώστιες. Που είναι η δικαιοσύνη του, και τα παρόμοια... Μάλιστα μερικοί από παρόμοιες σκέψεις οδηγούνται ακόμη και στην απιστία και την αθεΐα.
Έχουν όμως δίκιο καθώς αναφέρουν τις ευλογοφανείς αυτές ενστάσεις; Την απάντηση, απάντηση τέλεια, χωρίς περιθώρια αμφιβολιών, μας την δίνει ο Κύριος με τη συνέχεια της παραβολής. Όλοι δε αυτοί, πού σκέπτονται, όπως είπαμε πιο πάνω, θα είχαν κάποια δικαιολογία αν δεν υπήρχε άλλη, μετά θάνατον ζωή. Αν όλα τέλειωναν με την τελευταία ανθρώπινη πνοή. Ο Χριστός όμως τι μας είπε; ότι η ζωή συνεχίζεται και πέραν του τάφου και ότι εκεί λάμπει σαν ήλιος η θεία δικαιοσύνη. Ο καθένας ανάλογα πόσο εργάσθηκε τις εντολές του Θεού και αμείβεται. Στη γη ο ενάρετος υπέφερε και ο κακός απελάμβανε. Τώρα στον ουρανό ο δεύτερος υποφέρει και ο πρώτος χαίρεται τη Βασιλεία του Θεού. Καί χαίρει ο πτωχός στους ουρανούς, όχι απλώς διότι υπήρξε πτωχός, αλλά διότι έδειξε υπομονή στη δοκιμασία του, ο δε πλούσιος βασανίζεται, όχι διότι είχε πλούτη, αλλά διότι έδειξε ασπλαχνία και σκληρότητα στον πλησίον του.
Ο Θεός, λοιπόν, αγαπητοί, δεν είναι άδικος. Στη γη έβαλε τους ανθρώπους να γυμνασθούν στο πεδίο της αρετής. Τα έπαθλα θα τα προσφέρει στους ουρανούς. Καί άλλον τον έβαλε στο αγώνισμα της φτώχειας, ενώ άλλον τον έβαλε στο αγώνισμα του πλούτου ή της αρρώστιας.
Από τον έναν περιμένει υπομονή, από τον άλλον περιφρόνηση του πλούτου και ελεήμονα διάθεση, από τον άλλον άλλο κ.ο.π.
Όχι, επομένως γογγυσμοί. Όχι μεμψιμοιρίες. Όχι ύβρεις κατά του Θεού. Αλλά υπομονή μέχρις ότου περάσει το σχήμα αυτού του κόσμου, η νύχτα της δοκιμασίας και ανατείλει η μεγάλη ημέρα της αιώνιας βασιλείας του Θεού, ένθα ουκ εστί πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός αλλά ζωή ατελεύτητος. Αμήν.
Πηγή: «Εν ολίγοις» του Αρχιμ. Χρυσοστόμου Αβαγιανού – Εκδ. Ι.Μ. Μυτιλήνης
Χρυσοστόμου Αβαγιανού, Μητροπολίτου Ελευθερουπόλεως
«τέκνον, μνήσθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και Λάζαρος ομοίως τα κακά,
νυν δε ώδε παρακαλείται, συ δε οδυνάσαι» (Λουκά 16,25)
Δύο αντίθετες ομάδες ανθρώπων υπονοεί, αγαπητοί αδελφοί, το σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα. Η μία περιλαμβάνει τους πλούσιους, η άλλη τους φτωχούς. Η μία όσους απολαμβάνουν με αφθονία τα αγαθά της γης, η άλλη όσους τα στερούνται...
Την πρώτη ομάδα την αντιπροσωπεύει ο πλούσιος της παραβολής μας, την άλλη ο πτωχός Λάζαρος της ίδιας παραβολής.
Τι κραυγαλέα αντίθεση! Ο ένας πλούσιος, χωρίς κανένα πρόβλημα διαβίωσης, ο άλλος πάμπτωχος, χωρίς κανένα πόρο ζωής. Ο ένας ντυμένος με τα πιο ακριβά ρούχα, ο άλλος σκεπασμένος με κουρέλια. Ο ένας κάθε ημέρα απελάμβανε τράπεζα συβιριτική, φορτωμένη με όλα τα καλά του Θεού, ο άλλος αγωνιζόταν να ξεγελάσει την πείνα του με λίγα ψίχουλα, πού πετούσαν οι υπηρέτες στον πυλώνα. Ο ένας κατοικούσε μέσα στις ανέσεις και τη θαλπωρή ενός μεγαλόπρεπους σπιτιού, ο άλλος κοίτονταν μέσα στο δρόμο. Ο ένας ευφραινόταν καθημερινά με φίλους συμποτικούς, ο άλλος έρημος από ανθρώπινη συντροφιά, δεχόταν επίσκεψη τα σκυλιά, πού του έγλυφαν τις πληγές.
Έτσι απ’ όσα τόσο ζωντανά μας εκθέτει σήμερα ο λόγος του Θεού φαίνεται να αναγνωρίζει ως πραγματικότητα την ανισότητα μέσα στην κοινωνία μας. Γι’ αυτό και προβάλλει εύλογο το ερώτημα: γιατί να υπάρχει. Είναι αλήθεια πως αρκετοί, ακόμη και χριστιανοί, σκανδαλίζονται από την κατάσταση αυτή και πέφτοντας σ' αυτήν την παγίδα στενάζουν και βαρυγκωμούν και λένε: Ο Θεός είναι δίκαιος και τρέφει αγάπη για όλα τα πλάσματα του. Πώς λοιπόν επιτρέπει ο ένας ν' απολαμβάνει σιδερένια υγεία και ο άλλος να βασανίζεται από τις αρρώστιες. Που είναι η δικαιοσύνη του, και τα παρόμοια... Μάλιστα μερικοί από παρόμοιες σκέψεις οδηγούνται ακόμη και στην απιστία και την αθεΐα.
Έχουν όμως δίκιο καθώς αναφέρουν τις ευλογοφανείς αυτές ενστάσεις; Την απάντηση, απάντηση τέλεια, χωρίς περιθώρια αμφιβολιών, μας την δίνει ο Κύριος με τη συνέχεια της παραβολής. Όλοι δε αυτοί, πού σκέπτονται, όπως είπαμε πιο πάνω, θα είχαν κάποια δικαιολογία αν δεν υπήρχε άλλη, μετά θάνατον ζωή. Αν όλα τέλειωναν με την τελευταία ανθρώπινη πνοή. Ο Χριστός όμως τι μας είπε; ότι η ζωή συνεχίζεται και πέραν του τάφου και ότι εκεί λάμπει σαν ήλιος η θεία δικαιοσύνη. Ο καθένας ανάλογα πόσο εργάσθηκε τις εντολές του Θεού και αμείβεται. Στη γη ο ενάρετος υπέφερε και ο κακός απελάμβανε. Τώρα στον ουρανό ο δεύτερος υποφέρει και ο πρώτος χαίρεται τη Βασιλεία του Θεού. Καί χαίρει ο πτωχός στους ουρανούς, όχι απλώς διότι υπήρξε πτωχός, αλλά διότι έδειξε υπομονή στη δοκιμασία του, ο δε πλούσιος βασανίζεται, όχι διότι είχε πλούτη, αλλά διότι έδειξε ασπλαχνία και σκληρότητα στον πλησίον του.
Ο Θεός, λοιπόν, αγαπητοί, δεν είναι άδικος. Στη γη έβαλε τους ανθρώπους να γυμνασθούν στο πεδίο της αρετής. Τα έπαθλα θα τα προσφέρει στους ουρανούς. Καί άλλον τον έβαλε στο αγώνισμα της φτώχειας, ενώ άλλον τον έβαλε στο αγώνισμα του πλούτου ή της αρρώστιας.
Από τον έναν περιμένει υπομονή, από τον άλλον περιφρόνηση του πλούτου και ελεήμονα διάθεση, από τον άλλον άλλο κ.ο.π.
Όχι, επομένως γογγυσμοί. Όχι μεμψιμοιρίες. Όχι ύβρεις κατά του Θεού. Αλλά υπομονή μέχρις ότου περάσει το σχήμα αυτού του κόσμου, η νύχτα της δοκιμασίας και ανατείλει η μεγάλη ημέρα της αιώνιας βασιλείας του Θεού, ένθα ουκ εστί πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός αλλά ζωή ατελεύτητος. Αμήν.
Πηγή: «Εν ολίγοις» του Αρχιμ. Χρυσοστόμου Αβαγιανού – Εκδ. Ι.Μ. Μυτιλήνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου