Εμοί το ζην Χριστός
Του Σεβ. Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ
«Μιμνήσκομαί σε, Πέτρε, και εκπλήττομαι• αναμιμνήσκομαί σε, Παύλε, και εξιστάμενος δάκρυσι συνέχομαι. Τι γαρ είπω η τι λαλήσω αναθεωρών υμών τας θλίψεις, ουκ οίδα. Πόσας φυλακάς ηγιάσατε; Πόσα δεσμωτήρια εφωτίσατε; Πόσας βασάνους υπεμείνετε;»
Συγκλονίζεται, αδελφοί μου, ο Ιερός Χρυσόστομος μπροστά στις μορφές των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου.
Βλέπει την ημέρα της μνήμης τους σαν μία ημέρα που γιορτάζει ο ουρανός και η γη και οι ουράνιες δυνάμεις ενώνονται με τις πτωχές ανθρώπινες φωνές για να υμνήσουν «Πέτρον τον κορυφαίον των Αποστόλων», που είναι η πέτρα της πίστεως και Παύλον, το καύχημα της οικουμένης.
Όσο για τον εαυτό του, δεν βρίσκει λόγο να εξυμνήσει τους «εγκωμιάσαντας το γένος ημών» («ου ευρίσκω λόγον επάξιον εγκωμιάσας τους εγκωμιάσαντας το γένος ημών»).
Και αξίζει πραγματικά, στη σύγχυση που επικρατεί γύρω μας και στον σκοτασμό του νοός που, κατά την έκφραση των θεοφόρων Πατέρων, έχει κυριεύσει τον παράγοντα άνθρωπο, να σταθούμε στον εμπειρικό λόγο του Αποστόλου Παύλου: «Εμοί το ζην Χριστός» (Φιλ. 1,21) για να πάρουμε για τον εαυτό μας σωτήρια μηνύματα, αλλά κυρίως να στρέψουμε τα μάτια της ψυχής μας στον νοητό Ήλιο της Δικαιοσύνης, που είναι ο Χριστός, ώστε να δεχθούμε έστω και μία μικρή ακτίνα του θείου φωτός Του.
«Εμοί το ζην Χριστός»
1) Στις ελάχιστες αυτές λέξεις φανερώνει, ο φτερωτός Απόστολος, το κήρυγμα του ευαγγελίου του, ολόκληρο, δηλαδή, το Ευαγγέλιο, το οποίο δεν είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα, αλλά αποκάλυψις Ιησού Χριστού.
Μας το υπενθυμίζει ο ίδιος: «Γνωρίζω υμίν το ευαγγέλιον το ευαγγελισθέν υπ' εμού ότι ουκ έστι κατά άνθρωπον• ούτε γαρ εγώ παρά ανθρώπου παρέλαβον αυτό ούτε εδιδάχθην, αλλά δι' αποκαλύψεως Ιησού Χριστού» (Γαλ. 1,16).
Φανερώνουν οι φράσεις αυτές την εμπειρία της Δαμασκού, το θαύμα του ανθρώπου εκείνου που συναντάται πρόσωπον προς πρόσωπον με τον Αναστάντα Χριστό,
που τον ρωτάει πατρικά: «Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις;» (Πραξ. 9,4).
που τον προσκαλεί να γίνει Απόστολος και κήρυκας της Αναστάσεώς Του,
που τον φορτώνει με την ευθύνη του ευαγγελισμού των ψυχών ολόκληρης της οικουμένης, «του βαστάσαι το όνομά Του ενώπιον εθνών και βασιλέων ότι σκεύος εκλογής μου εστί».
Φανερώνουν οι ελάχιστες αυτές λέξεις, που δεν τις δίνουμε την ανάλογη σημασία, ούτε καν τις σκεπτόμαστε και γι' αυτό περνούν απαρατήρητες από το μυαλό μας, φανερώνουν την αγωνία του για μία ουράνια αποστολή, για ένα υπεράνθρωπο αγώνισμα• για τη σωτηρία του κάθε ανθρώπου. «Ίνα γαρ παραστήση πάντα άνθρωπον τέλειον εν Χριστώ Ιησού», «ίνα πάντας κερδήση και Χριστώ προσαγάγη την Εκκλησίαν».
Ποιός, άλλωστε, μπορεί να λέγει μετά παρρησίας: «Τις ασθενεί και ουκ ασθενώ; Τις σκανδαλίζεται και ουκ αγώ πυρούμαι»; «και εγενόμην τοις ιουδαίοις ως ιουδαίος, ίνα ιουδαίους κερδήσω» (Α' Κορ. 9,20);
Φανερώνουν οι φράσεις αυτές, ένα πανανθρώπινο όραμα, μία ευθύνη για ολόκληρη την οικουμένη, την «μέριμνα πασών των εκκλησιών» (Β' Κορ. 11,28).
Σαν να έχει γεννήσει ολόκληρη την οικουμένη.
Να, πως περιγράφει ο Ιερός Χρυσόστομος αυτήν την αγωνία του Αποστόλου: «Έτρεχε προς βοήθειαν όλων. Έτσι αγωνιζόταν να βάλει όλους στη Βασιλεία του Θεού, θεραπεύοντας, παρακαλώντας, υποσχόμενος, προσευχόμενος, ικετεύοντας, φοβερίζοντας τους δαίμονες, διώχνοντας όσους τους διέφθειραν».
2) Τι είναι όμως ο Χριστός για τον Απόστολο;
Είναι ένας άνθρωπος; Είναι ένας φιλόσοφος, που ήλθε να διακηρύξει κάποιες αλήθειες η ακόμη για να βοηθήσει τους ανθρώπους και να βελτιώσει τη ζωή τους;
Ο Χριστός, για τον Απόστολο Παύλο:
Είναι ο Σωτήρας του κόσμου.
Είναι ο Μονογενής Υιός του Θεού, που έγινε άνθρωπος δια φιλανθρωπίαν «ίνα το περιάλωτον ευρών πρόβατον τοις ώμοις αναλαβών τω Πατρί προσαγάγη».
Είναι ο νικητής του θανάτου και της αμαρτίας. («ίνα δια του θανάτου καταργήση τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τουτέστι τον διάβολον και απαλλάξη τούτους όσοι φόβω θανάτου δια παντός του ζην ένοχοι ήσαν δουλείας») (Εβρ. 2,15).
Γι' αυτό τον ακούμε να τονίζει στο μαθητή του Τιμόθεο «ότι Χριστός Ιησούς ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς σώσαι, ων πρώτός ειμι εγώ» (Α'Τιμ. 1,15).
Χάρις στην έλευση του Χριστού στον κόσμο, ελευθερωθήκαμε από την αμαρτία. Μας έδωσε ο Χριστός τη δυνατότητα της αιωνίου ζωής, ανοίγοντας διάπλατα το δρόμο, που οδηγεί στη Βασιλεία των Ουρανών.
Ο Χριστός, για τον Απόστολο Παύλο, είναι η ζωή του κόσμου. Το είπε ο ίδιος ο Κύριος: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή» (Ιω. 11,25).
Το επαναλαμβάνει το στόμα του Χριστού, ο Απόστολος Παύλος: «όταν ο Χριστός φανερωθή, η ζωή ημών, τότε και υμείς συν αυτώ φανερωθήσεσθε εν δόξη» (Κολ. 3,4).
Είναι η ζωή που ζωοποιεί με τη δημιουργική και θεοποιό ενέργειά Του. Έτσι το εβίωσε ο Απόστολος και έτσι το χαρακτηρίζει μετά την εμφάνιση του Χριστού στο δρόμο της Δαμασκού που του άνοιξε τους ορίζοντες της σκέψεως και της υπάρξεώς του.
Αισθανόταν μέσα του να κυριαρχεί αυτή η ζωή, όχι συναισθηματικά, αλλά εμπειρικά. Γι' αυτό και έλεγε: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. 2,20).
Και αυτή η ζωή συνεχίζεται μέσα στο σώμα του Χριστού, που είναι η Εκκλησία μας.
Με το Βάπτισμα ενδυόμαστε το Χριστό. Γι' αυτό και ψάλλουμε: «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε».
Δεν γινόμαστε απλώς μέλη της Εκκλησίας, όπως γινόμαστε μέλη στους διαφόρους συλλόγους, αλλά μέλη του σώματος του Χριστού.
Γινόμαστε ναοί του Παναγίου Πνεύματος με το Μυστήριο του Χρίσματος.
Θεούμεθα μέσα στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, αφού γευόμαστε του Σώματος και του Αίματος του Χριστού.
«Και πους Χριστός και χειρ Χριστός και τα πάντα Χριστός» θα πει ο Αγ. Συμεών ο Νέος Θεολόγος.
Ο Χριστός, ακόμη κατά τον Απόστολο, είναι η ελπίδα του κόσμου, η μοναδική ελπίδα του κόσμου («ος εστι Χριστός εν υμίν, η ελπίς της δόξης» (Κολ. 1,27). Δεν υπάρχουν άλλες ελπίδες, αλλά ο Χριστός είναι η μοναδική ελπίδα.
Δεν στηριζόμαστε στα σχήματα του κόσμου, αφού ξέρουμε ότι «παράγει το σχήμα του κόσμου τούτου» (Α' Κορ. 7, 31).
Δεν μένουμε στα πλούτη και στις απολαύσεις της παρούσης ζωής, αλλά αφήνουμε την ελπίδα μας στο Θεό, στο ζώντα και αληθινό Θεό.
Αυτή η ελπίδα στο Χριστό έκανε τον Απόστολο να παλεύει και «προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας» (Εφεσ. 6,12) και να νικά με τη δύναμη του Χριστού.
Σκεπτόμαστε ακόμη, ακούγοντας αυτό το φοβερό λόγο του Αποστόλου «Εμοί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος», τι θα μπορούσε να μας πει απόψε ο Απόστολος, ιδιαίτερα στις κρίσιμες αυτές στιγμές;
Τι θα μπορούσε να πει σήμερα σε μας τους Έλληνες ο Απόστολος Παύλος, αφού είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας μας και είναι αυτός ο οποίος έβρεξε το έδαφος της πατρίδας μας με τα δάκρυά του και μας πότισε με το άδολο και σωτήριο γάλα της πίστεως στο Χριστό;
Το πρώτο. Αυτό που είπε στους Αθηναίους «πάσι πανταχού μετανοείν» (Πραξ. 17, 31). Η μετάνοια είναι η πρώτη προτροπή του Αποστόλου Παύλου.
Κι αν είμαστε Κληρικοί και λαϊκοί, άρχοντες και αρχόμενοι, οφείλουμε οι πάντες να μετανοήσουμε, γιατί σκανδαλίζουμε τους ελαχίστους αδελφούς του Θεού, γιατί πικράναμε το Θεό και φυγαδεύσαμε τη χάρη του Θεού.
Το δεύτερο που μας υπενθυμίζει ο Απόστολος, ως πνευματικός πατέρας που είναι: «Στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις, ας εδιδάχθητε είτε δια λόγου είτε δι' επιστολής ημών» (Β' Θεσσ. 2,16).
Σταθερότητα στον τρόπο ζωής, στην παράδοση και στο φρόνημα της Εκκλησίας για να μην αλλοτριωθούμε από εκείνα τα ρεύματα που θέλουν να μας πνίξουν μέσα στα νερά της απιστίας και της παγκοσμιοποιήσεως.
Και τέλος, ο Απόστολος μας οπλίζει με θάρρος, μας γεμίζει με χαρά τονίζοντας σε όλους μας:
«Λοιπόν, αδελφοί, χαίρετε, καταρτίζεσθε, παρακαλείθε, το αυτό φρονείτε, ειρηνεύετε• και ο Θεός της αγάπης και ειρήνης έσται μεθ' υμών» (Β' Κορ. 13,11).
ΑΜΗΝ
«Μιμνήσκομαί σε, Πέτρε, και εκπλήττομαι• αναμιμνήσκομαί σε, Παύλε, και εξιστάμενος δάκρυσι συνέχομαι. Τι γαρ είπω η τι λαλήσω αναθεωρών υμών τας θλίψεις, ουκ οίδα. Πόσας φυλακάς ηγιάσατε; Πόσα δεσμωτήρια εφωτίσατε; Πόσας βασάνους υπεμείνετε;»
Συγκλονίζεται, αδελφοί μου, ο Ιερός Χρυσόστομος μπροστά στις μορφές των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου.
Βλέπει την ημέρα της μνήμης τους σαν μία ημέρα που γιορτάζει ο ουρανός και η γη και οι ουράνιες δυνάμεις ενώνονται με τις πτωχές ανθρώπινες φωνές για να υμνήσουν «Πέτρον τον κορυφαίον των Αποστόλων», που είναι η πέτρα της πίστεως και Παύλον, το καύχημα της οικουμένης.
Όσο για τον εαυτό του, δεν βρίσκει λόγο να εξυμνήσει τους «εγκωμιάσαντας το γένος ημών» («ου ευρίσκω λόγον επάξιον εγκωμιάσας τους εγκωμιάσαντας το γένος ημών»).
Και αξίζει πραγματικά, στη σύγχυση που επικρατεί γύρω μας και στον σκοτασμό του νοός που, κατά την έκφραση των θεοφόρων Πατέρων, έχει κυριεύσει τον παράγοντα άνθρωπο, να σταθούμε στον εμπειρικό λόγο του Αποστόλου Παύλου: «Εμοί το ζην Χριστός» (Φιλ. 1,21) για να πάρουμε για τον εαυτό μας σωτήρια μηνύματα, αλλά κυρίως να στρέψουμε τα μάτια της ψυχής μας στον νοητό Ήλιο της Δικαιοσύνης, που είναι ο Χριστός, ώστε να δεχθούμε έστω και μία μικρή ακτίνα του θείου φωτός Του.
«Εμοί το ζην Χριστός»
1) Στις ελάχιστες αυτές λέξεις φανερώνει, ο φτερωτός Απόστολος, το κήρυγμα του ευαγγελίου του, ολόκληρο, δηλαδή, το Ευαγγέλιο, το οποίο δεν είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα, αλλά αποκάλυψις Ιησού Χριστού.
Μας το υπενθυμίζει ο ίδιος: «Γνωρίζω υμίν το ευαγγέλιον το ευαγγελισθέν υπ' εμού ότι ουκ έστι κατά άνθρωπον• ούτε γαρ εγώ παρά ανθρώπου παρέλαβον αυτό ούτε εδιδάχθην, αλλά δι' αποκαλύψεως Ιησού Χριστού» (Γαλ. 1,16).
Φανερώνουν οι φράσεις αυτές την εμπειρία της Δαμασκού, το θαύμα του ανθρώπου εκείνου που συναντάται πρόσωπον προς πρόσωπον με τον Αναστάντα Χριστό,
που τον ρωτάει πατρικά: «Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις;» (Πραξ. 9,4).
που τον προσκαλεί να γίνει Απόστολος και κήρυκας της Αναστάσεώς Του,
που τον φορτώνει με την ευθύνη του ευαγγελισμού των ψυχών ολόκληρης της οικουμένης, «του βαστάσαι το όνομά Του ενώπιον εθνών και βασιλέων ότι σκεύος εκλογής μου εστί».
Φανερώνουν οι ελάχιστες αυτές λέξεις, που δεν τις δίνουμε την ανάλογη σημασία, ούτε καν τις σκεπτόμαστε και γι' αυτό περνούν απαρατήρητες από το μυαλό μας, φανερώνουν την αγωνία του για μία ουράνια αποστολή, για ένα υπεράνθρωπο αγώνισμα• για τη σωτηρία του κάθε ανθρώπου. «Ίνα γαρ παραστήση πάντα άνθρωπον τέλειον εν Χριστώ Ιησού», «ίνα πάντας κερδήση και Χριστώ προσαγάγη την Εκκλησίαν».
Ποιός, άλλωστε, μπορεί να λέγει μετά παρρησίας: «Τις ασθενεί και ουκ ασθενώ; Τις σκανδαλίζεται και ουκ αγώ πυρούμαι»; «και εγενόμην τοις ιουδαίοις ως ιουδαίος, ίνα ιουδαίους κερδήσω» (Α' Κορ. 9,20);
Φανερώνουν οι φράσεις αυτές, ένα πανανθρώπινο όραμα, μία ευθύνη για ολόκληρη την οικουμένη, την «μέριμνα πασών των εκκλησιών» (Β' Κορ. 11,28).
Σαν να έχει γεννήσει ολόκληρη την οικουμένη.
Να, πως περιγράφει ο Ιερός Χρυσόστομος αυτήν την αγωνία του Αποστόλου: «Έτρεχε προς βοήθειαν όλων. Έτσι αγωνιζόταν να βάλει όλους στη Βασιλεία του Θεού, θεραπεύοντας, παρακαλώντας, υποσχόμενος, προσευχόμενος, ικετεύοντας, φοβερίζοντας τους δαίμονες, διώχνοντας όσους τους διέφθειραν».
2) Τι είναι όμως ο Χριστός για τον Απόστολο;
Είναι ένας άνθρωπος; Είναι ένας φιλόσοφος, που ήλθε να διακηρύξει κάποιες αλήθειες η ακόμη για να βοηθήσει τους ανθρώπους και να βελτιώσει τη ζωή τους;
Ο Χριστός, για τον Απόστολο Παύλο:
Είναι ο Σωτήρας του κόσμου.
Είναι ο Μονογενής Υιός του Θεού, που έγινε άνθρωπος δια φιλανθρωπίαν «ίνα το περιάλωτον ευρών πρόβατον τοις ώμοις αναλαβών τω Πατρί προσαγάγη».
Είναι ο νικητής του θανάτου και της αμαρτίας. («ίνα δια του θανάτου καταργήση τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τουτέστι τον διάβολον και απαλλάξη τούτους όσοι φόβω θανάτου δια παντός του ζην ένοχοι ήσαν δουλείας») (Εβρ. 2,15).
Γι' αυτό τον ακούμε να τονίζει στο μαθητή του Τιμόθεο «ότι Χριστός Ιησούς ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς σώσαι, ων πρώτός ειμι εγώ» (Α'Τιμ. 1,15).
Χάρις στην έλευση του Χριστού στον κόσμο, ελευθερωθήκαμε από την αμαρτία. Μας έδωσε ο Χριστός τη δυνατότητα της αιωνίου ζωής, ανοίγοντας διάπλατα το δρόμο, που οδηγεί στη Βασιλεία των Ουρανών.
Ο Χριστός, για τον Απόστολο Παύλο, είναι η ζωή του κόσμου. Το είπε ο ίδιος ο Κύριος: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή» (Ιω. 11,25).
Το επαναλαμβάνει το στόμα του Χριστού, ο Απόστολος Παύλος: «όταν ο Χριστός φανερωθή, η ζωή ημών, τότε και υμείς συν αυτώ φανερωθήσεσθε εν δόξη» (Κολ. 3,4).
Είναι η ζωή που ζωοποιεί με τη δημιουργική και θεοποιό ενέργειά Του. Έτσι το εβίωσε ο Απόστολος και έτσι το χαρακτηρίζει μετά την εμφάνιση του Χριστού στο δρόμο της Δαμασκού που του άνοιξε τους ορίζοντες της σκέψεως και της υπάρξεώς του.
Αισθανόταν μέσα του να κυριαρχεί αυτή η ζωή, όχι συναισθηματικά, αλλά εμπειρικά. Γι' αυτό και έλεγε: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. 2,20).
Και αυτή η ζωή συνεχίζεται μέσα στο σώμα του Χριστού, που είναι η Εκκλησία μας.
Με το Βάπτισμα ενδυόμαστε το Χριστό. Γι' αυτό και ψάλλουμε: «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε».
Δεν γινόμαστε απλώς μέλη της Εκκλησίας, όπως γινόμαστε μέλη στους διαφόρους συλλόγους, αλλά μέλη του σώματος του Χριστού.
Γινόμαστε ναοί του Παναγίου Πνεύματος με το Μυστήριο του Χρίσματος.
Θεούμεθα μέσα στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, αφού γευόμαστε του Σώματος και του Αίματος του Χριστού.
«Και πους Χριστός και χειρ Χριστός και τα πάντα Χριστός» θα πει ο Αγ. Συμεών ο Νέος Θεολόγος.
Ο Χριστός, ακόμη κατά τον Απόστολο, είναι η ελπίδα του κόσμου, η μοναδική ελπίδα του κόσμου («ος εστι Χριστός εν υμίν, η ελπίς της δόξης» (Κολ. 1,27). Δεν υπάρχουν άλλες ελπίδες, αλλά ο Χριστός είναι η μοναδική ελπίδα.
Δεν στηριζόμαστε στα σχήματα του κόσμου, αφού ξέρουμε ότι «παράγει το σχήμα του κόσμου τούτου» (Α' Κορ. 7, 31).
Δεν μένουμε στα πλούτη και στις απολαύσεις της παρούσης ζωής, αλλά αφήνουμε την ελπίδα μας στο Θεό, στο ζώντα και αληθινό Θεό.
Αυτή η ελπίδα στο Χριστό έκανε τον Απόστολο να παλεύει και «προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας» (Εφεσ. 6,12) και να νικά με τη δύναμη του Χριστού.
Σκεπτόμαστε ακόμη, ακούγοντας αυτό το φοβερό λόγο του Αποστόλου «Εμοί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος», τι θα μπορούσε να μας πει απόψε ο Απόστολος, ιδιαίτερα στις κρίσιμες αυτές στιγμές;
Τι θα μπορούσε να πει σήμερα σε μας τους Έλληνες ο Απόστολος Παύλος, αφού είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας μας και είναι αυτός ο οποίος έβρεξε το έδαφος της πατρίδας μας με τα δάκρυά του και μας πότισε με το άδολο και σωτήριο γάλα της πίστεως στο Χριστό;
Το πρώτο. Αυτό που είπε στους Αθηναίους «πάσι πανταχού μετανοείν» (Πραξ. 17, 31). Η μετάνοια είναι η πρώτη προτροπή του Αποστόλου Παύλου.
Κι αν είμαστε Κληρικοί και λαϊκοί, άρχοντες και αρχόμενοι, οφείλουμε οι πάντες να μετανοήσουμε, γιατί σκανδαλίζουμε τους ελαχίστους αδελφούς του Θεού, γιατί πικράναμε το Θεό και φυγαδεύσαμε τη χάρη του Θεού.
Το δεύτερο που μας υπενθυμίζει ο Απόστολος, ως πνευματικός πατέρας που είναι: «Στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις, ας εδιδάχθητε είτε δια λόγου είτε δι' επιστολής ημών» (Β' Θεσσ. 2,16).
Σταθερότητα στον τρόπο ζωής, στην παράδοση και στο φρόνημα της Εκκλησίας για να μην αλλοτριωθούμε από εκείνα τα ρεύματα που θέλουν να μας πνίξουν μέσα στα νερά της απιστίας και της παγκοσμιοποιήσεως.
Και τέλος, ο Απόστολος μας οπλίζει με θάρρος, μας γεμίζει με χαρά τονίζοντας σε όλους μας:
«Λοιπόν, αδελφοί, χαίρετε, καταρτίζεσθε, παρακαλείθε, το αυτό φρονείτε, ειρηνεύετε• και ο Θεός της αγάπης και ειρήνης έσται μεθ' υμών» (Β' Κορ. 13,11).
ΑΜΗΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου