ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Παρασκευή 6 Ιουνίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ

(23 Ἰουνίου 2002)

Ἡ Πε­ντη­κο­στή πού σή­με­ρα ἑ­ορ­τά­ζου­με, ἀ­γα­πη­τοί μου ἀ­δελ­φοί, εἶ­ναι «μη­τρό­πο­λις» τῶν Ἑ­ορ­τῶν, ὅ­πως τήν λέ­γει ὁ Ἅ­γι­ος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Χρυ­σό­στο­μος. Λέ­γε­ται καί γε­νέ­θλι­α ἡ­μέ­ρα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, δι­ό­τι τό Ἅ­γι­ο Πνεῦ­μα «συ­γκρο­τεῖ τόν θε­σμό τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας».

Ἡ ἐ­πι­φοί­τη­ση τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος στούς Ἀ­πο­στό­λους ἔ­γι­νε τήν ἡ­μέ­ρα πού οἱ Ἰ­ου­δαῖ­οι γι­όρ­τα­ζαν τήν γι­ορ­τή τῆς Πε­ντη­κο­στῆς. Τρεῖς ἦ­ταν οἱ με­γά­λες Ἰ­ου­δα­ϊ­κές γι­ορ­τές: Τοῦ Πά­σχα, τῆς Σκη­νο­πη­γί­ας καί τῆς Πε­ντη­κο­στῆς. Λε­γό­ταν Πε­ντη­κο­στή, γι­α­τί γι­ορ­τα­ζό­ταν πε­νή­ντα μέ­ρες με­τά τό Ἰ­ου­δα­ϊ­κό Πά­σχα. Ἡ Πε­ντη­κο­στή τῶν Ἑ­βραί­ων ἦ­ταν μί­α εὐ­χα­ρι­στή­ρι­α γι­ορ­τή πρός τόν Θε­ό γι­ά τούς καρ­πούς τῆς γῆς, γι­ά τήν εἴ­σο­δό τους στήν Πα­λαι­στί­νη, τή γῆ πού «ρέ­ει μέ­λι καί γά­λα», καί γι­ά τήν πα­ρά­δο­ση τοῦ Νό­μου στό Ὄ­ρος Σι­νᾶ στόν Μω­ϋ­σῆ, πού πι­στευ­ό­ταν ὅ­τι ἔ­γι­νε πε­νή­ντα μέ­ρες με­τά τήν ἔ­ξο­δό τους ἀ­πό τήν Αἴ­γυ­πτο, ὅ­ταν γι­όρ­τα­σαν τό πρῶ­το Πά­σχα.

Αὐ­τή, λοι­πόν, τήν ἡ­μέ­ρα ἔ­γι­νε ἡ ἐ­πι­φοί­τη­ση τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Καί δέν ἦ­ταν σύ­μπτω­ση! Ἦ­ταν θε­ϊ­κή ἐ­κλο­γή. Οἱ Πα­τέ­ρες δι­δά­σκουν ὅ­τι ὁ Χρι­στός δι­ά­λε­ξε γι­ά τήν θυ­σί­α Του, ὄ­χι ἄλ­λον και­ρό, ἀλ­λά τόν και­ρό πού οἱ Ἰ­ου­δαῖ­οι θυ­σί­α­ζαν τό πρό­βα­το γι­ά τό Ἑ­βρα­ϊ­κό Πά­σχα, ὥ­στε νά ἑ­νώ­σει τόν τύ­πο τῆς σφα­γῆς τοῦ προ­βά­του μέ τήν Ἀ­λή­θει­α, δη­λα­δή τήν θυ­σί­α Του ὡς Ἀ­μνοῦ τοῦ Θε­οῦ. Ἔ­τσι καί τώ­ρα ἡ ἐ­πι­φοί­τη­ση τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος γί­νε­ται τόν κα­τάλ­λη­λο και­ρό: Τήν ἡ­μέ­ρα πού οἱ Ἰ­ου­δαῖ­οι γι­όρ­τα­ζαν τήν πα­ρά­δο­ση τοῦ Νό­μου. Μ᾿ αὐ­τό τόν τρό­πο φα­νε­ρώ­νε­ται ἡ συμ­φω­νί­α τῆς Πα­λαι­ᾶς καί Και­νῆς Δι­α­θή­κης, δεί­χνε­ται ξε­κά­θα­ρα ὅ­τι οἱ προ­φη­τι­κοί τύ­ποι τῆς Πα­λαι­ᾶς Δι­α­θή­κης ἐκ­πλη­ρώ­νο­νται στό Πρό­σω­πο τοῦ Ἰ­η­σοῦ, τοῦ Κυ­ρί­ου τῆς Και­νῆς Δι­α­θή­κης, καί ἐ­πι­βε­βαι­ώ­νε­ται ὅ­τι «τό Ἅ­γι­ον Πνεῦ­μα καί τό­τε ἐ­νο­μο­θέ­τη­σε καί τώ­ρα νο­μο­θε­τεῖ»!

Κά­τι ἄλ­λο πού φα­νε­ρώ­νει τήν ἑ­νό­τη­τα τῆς Πα­λαι­ᾶς καί τῆς Και­νῆς Δι­α­θή­κης -σέ πεῖ­σμα τῶν σύγ­χρο­νων ἀρ­χαι­ο­λα­τρῶν καί νε­ο­ει­δω­λο­λα­τρῶν πού τήν ἀ­πορ­ρί­πτουν καί τήν ὑ­βρί­ζουν αἰ­σχρά- εἶ­ναι ὁ τρό­πος τῆς ἐ­πι­φοί­τη­σης. Τό Ἅ­γι­ο Πνεῦ­μα ἔρ­χε­ται, σύμ­φω­να μέ τό κεί­με­νο τῶν Πρά­ξε­ων τῶν Ἀ­πο­στό­λων, ὡς βί­αι­η πνο­ή, ὡς ἦ­χος-βο­ή ἀ­πό τόν Οὐ­ρα­νό καί γέ­μι­σε ὅ­λο τό σπί­τι, ὅ­που ἦ­ταν συ­γκε­ντρω­μέ­νοι οἱ Ἀ­πό­στο­λοι καί οἱ Μα­θη­τές. Στήν Πα­λαι­ά Δι­α­θή­κη ὁ Θε­ός εἶ­χε ἐμ­φα­νι­σθεῖ στό Σι­νᾶ, ἐ­νῶ τό Ὄ­ρος σει­ό­ταν καί κά­πνι­ζε ὁ­λό­κλη­ρο καί ἀ­κου­γό­ταν φω­νές καί ἀ­στρα­πές καί δυ­να­τός ἦ­χος σάλ­πιγ­γας, ὅ­πως πε­ρι­γρά­φει τό βι­βλί­ο τῆς Ἐ­ξό­δου. Καί τώ­ρα στήν Και­νή Δι­α­θή­κη τό Ἅ­γι­ο Πνεῦ­μα κα­τε­βαί­νει μέ πα­ρό­μοι­ο τρό­πο, ὡς βί­αι­η πνο­ή ἀ­νέ­μου γι­ά νά ἐκ­δη­λω­θεῖ ἡ ἑ­νό­τη­τα τῶν δύ­ο Δι­α­θη­κῶν καί νά φα­νεῖ ὅ­τι ἕ­νας εἶ­ναι ὁ Θε­ός, ὁ ἴ­δι­ος καί στήν Πα­λαι­ά καί στήν Και­νή Δι­α­θή­κη.

Ση­μα­ντι­κό ἀ­κό­μη εἶ­ναι, σύμ­φω­να μέ τούς Πα­τέ­ρες, ὅ­τι τό Ἅ­γι­ο Πνεῦ­μα δί­νε­ται μέ μορ­φή γλωσ­σῶν, γι­ά νά δη­λω­θεῖ ὅ­τι ἡ Και­νή Δι­α­θή­κη εἶ­ναι ὁ­λο­κλή­ρω­ση καί ἐκ­πλή­ρω­ση τῆς Πα­λαι­ᾶς. Στήν Πα­λαι­ά Δι­α­θή­κη ἔ­χου­με ἀ­σα­φῆ γνώ­ση πε­ρί τοῦ Θε­οῦ καί αὐ­τό ἐκ­φρά­ζε­ται μέ τόν ἦ­χο τῶν σαλ­πίγ­γων πού ἀ­κού­γο­νταν κα­τά τήν πα­ρά­δο­ση τοῦ Νό­μου, στήν Και­νή ὅ­μως Δι­α­θή­κη ἔ­χου­με τέ­λει­α ἀ­πο­κά­λυ­ψη τοῦ Θε­οῦ, ἀ­φοῦ ὁ Υἱ­ός ἔ­γι­νε ἄν­θρω­πος, Θε­άν­θρω­πος. Αὐ­τό ἐκ­φρά­ζε­ται μέ τήν μορ­φή τῶν γλωσ­σῶν πού πῆ­ρε τό Ἅ­γι­ο Πνεῦ­μα. Μέ τή γλῶσ­σα ἐκ­φρά­ζε­ται κα­θα­ρά ἕ­να νό­η­μα, μι­ά ἀ­λή­θει­α, ἐ­νῶ ὁ ἦ­χος τῆς σάλ­πιγ­γος δέν μπο­ρεῖ νά ἐκ­φρά­σει μέ σα­φή­νει­α ἕ­να νό­η­μα.

Ἀ­δελ­φοί μου! Ὁ σκο­πός τῆς Χρι­στι­α­νι­κῆς ζω­ῆς εἶ­ναι ἡ ἀ­πό­κτη­ση τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Μέ τό Μυ­στή­ρι­ο τοῦ Χρί­σμα­τος με­τά τήν βά­πτι­σή μας πή­ρα­με τό Ἅ­γι­ο Πνεῦ­μα. Γι­ά νά τό δι­α­τη­ρή­σου­με πρέ­πει νά ζοῦ­με κα­θα­ρή, πνευ­μα­τι­κή ζω­ή, προ­σπα­θώ­ντας νά ἀ­πο­φεύ­γου­με τήν ἁ­μαρ­τί­α. Δι­ό­τι, ὅ­ταν ἡ ζω­ή μας εἶ­ναι βρώ­μι­κη, ἀ­κά­θαρ­τη, συ­στέλ­λε­ται, ὀ­πι­σθο­χω­ρεῖ ἡ χά­ρη τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Καί τό νά χά­σου­με αὐ­τή τήν Χά­ρη εἶ­ναι ἡ με­γα­λύ­τε­ρη συμ­φο­ρά, εἶ­ναι ἡ «ὀρ­γή τοῦ Θε­οῦ», ἀ­πό τήν ὁ­ποί­α πα­ρα­κα­λοῦ­με στήν Θεί­α Λα­τρεί­α νά μᾶς φυ­λά­ξει ὁ Θε­ός.

Ἐ­μεῖς οἱ Ὀρ­θό­δο­ξοι ἔ­χου­με εἰ­δι­κή προ­σευ­χή στό Ἅ­γι­ο Πνεῦ­μα, τό «Βα­σι­λεῦ Οὐ­ρά­νι­ε.­.­.­». Ἄς λέ­με αὐ­τή τή μι­κρή προ­σευ­χή, μέ τήν ὁ­ποί­α πα­ρα­κα­λοῦ­με τό Ἅ­γι­ο Πνεῦ­μα νά ἔλ­θει καί νά «σκη­νώ­σει», νά μεί­νει μέ­σα μας καί νά μᾶς κα­θα­ρί­σει, σάν θε­ϊ­κή φω­τι­ά, ἀ­πό κά­θε κη­λῖ­δα ἁμαρτίας. ΑΜΗΝ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου