ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ – 17 ΜΑΪΟΥ 2015
Ιερά Μητόπολις Σερβίων και Κοζάνης
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ
(Ἰω. 9, 1-38)
Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀναφέρεται στὴ θεραπεία τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ. Μὲ ἀφορμὴ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ἔγινε ἀγώνας μεταξύ του πρώην τυφλοῦ καὶ τῶν Φαρισαίων. Ἕνας ἀγώνας ὁ ὁποῖος συνεχίζεται ἐδῶ καὶ δύο χιλιάδες χρόνια πάνω στὴ γῆ. Εἶναι ὁ πόλεμος καὶ ἡ διαμάχη μεταξὺ τῶν πνευματικὰ διεφθαρμένων ἀνθρώπων καὶ τῆς ἀλήθειας, μεταξὺ ἐκείνων ποὺ πολεμοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶναι ἡ ἀλήθεια.
Στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ, λοιπὸν, ἕνας τυφλὸς ποὺ θεραπεύεται ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, χωρὶς νὰ τοῦ τὸ ζητήσει, ὑπερασπίζεται τὴν ἀλήθεια καὶ ἀγωνίζεται νὰ ἀνοίξει τὰ μάτια τῶν πνευματικὰ τυφλῶν Φαρισαίων. Καταθέτει τὴ μαρτυρία του γιὰ ὅσα εἶδε καὶ ἔζησε. Καὶ δὲν εἶδε βέβαια μόνο τὸ φυσικὸ φῶς, ἀλλὰ ἔλαμψε μέσα του καὶ τὸ φῶς τῆς ἀλήθειας, ὥστε νὰ πιστέψει στὸ Χριστὸ καὶ νὰ τὸν προσκυνήσει.
Τὸ μαρτύριό του ὅμως ἀρχίζει μετὰ τὴ θεραπεία του, ὅταν ἐπιστρέφει σπίτι του ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωὰμ, στὴν ὁποία τὸν ἔστειλε ὁ Χριστὸς νὰ πλυθεῖ καὶ ν’ ἀποκτήσει τὸ φῶς του, ὅπως καὶ ἔγινε. Πρῶτα τὸν πολιορκοῦν οἱ γείτονες, τὸν ρωτοῦν, θέλουν νὰ μάθουν καὶ δίκαια, ἴσως καὶ καλοπροαίρετα. Ὕστερα οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι τὸν ἀνακρίνουν καὶ τὸν ταλαιπωροῦν σὰν κατηγορούμενο. Τὴ θεραπεία του δὲ μποροῦν νὰ τὴν ἀμφισβητήσουν, ἐπειδὴ ὅμως μισοῦν τὸ Χριστὸ τὸν ἀμφισβητοῦν. Εἶναι ὁ ἐγωισμός, ὁ φθόνος καὶ τὸ μίσος ποὺ φωλιάζει στὶς ψυχές τους, ποὺ δὲν τοὺς ἀφήνει νὰ δοῦν τὴν ἀλήθεια. Γιὰ νὰ ἀποστομώσουν τὸν πρώην τυφλό, γιὰ νὰ σιγήσει στὸ μεγάλο θαῦμα τῆς θεραπείας του, πρῶτα χρησιμοποιοῦν βία. Ἀπειλοῦν καὶ τὸν ἴδιο καὶ τοὺς γονεῖς του πὼς θὰ τοὺς κάνουν ἀποσυνάγωγους. Εἶναι ἄλλωστε ἡ μεγαλύτερη τιμωρία γιὰ ἕναν Ἰουδαῖο, νὰ μὴ μπορεῖ νὰ πάει στὴ συναγωγή, στὸ χῶρο τῆς προσευχῆς, στὸ χῶρο μελέτης τοῦ Νόμου καὶ ἀκόμη ὡς ἀποσυνάγωγος εἰσπράττει τὴν περιφρόνηση ὅλων.
Στὴ συνέχεια οἱ κατήγοροι τοῦ τυφλοῦ κάνουν παράλογους συλλογισμούς. Ξέρουμε, λένε, πὼς ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο ὁ Θεὸς δὲν τὸν ἀκούει, καὶ ἀφοῦ ὁ Ἰησοῦς καταργεῖ τὸ Σάββατο, εἶναι ἁμαρτωλός. Ἄρα πῶς μπορεῖ νὰ κάνει θαύματα. Ἡ ἁμαρτία ποὺ ἔκανε ἦταν ὅτι τὴν ἡμέρα τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου ἔφτυσε κάτω, ἔφτιαξε πηλό, ἄλειψε τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ καὶ τὸν θεράπευσε. Γι’ αὐτὸ καὶ κατηγορεῖται. Ὁ Χριστὸς ὅμως βάζει πάνω ἀπὸ τὸ Νόμο τὸν ἄνθρωπο. «Τὸ Σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο». Ἡ ἀγάπη του ξεπερνάει τὸ Νόμο, δὲν τὸν καταργεῖ, ἀλλὰ τὸν συμπληρώνει. Ἀντίθετα, αὐτὴ ἡ ἀγάπη λείπει ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους, ποὺ μένουν προσκολλημένοι στὸ γράμμα τοῦ Νόμου καὶ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὸν πονεμένο ἄνθρωπο. Ὁ τυφλὸς, ὡστόσο, τὸν ὑπερασπίζεται μὲ τὸν καλύτερο τρόπο, μὲ τὴ μεγαλύτερη πίστη. «Ἐὰν εἶναι ἁμαρτωλὸς αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν τὸ γνωρίζω. Ἕνα ξέρω, ὅτι μὲ ἔκανε καλά. Ἤμουν τυφλὸς καὶ τώρα βλέπω». Ἐδῶ οἱ Φαρισαῖοι χρησιμοποιοῦν ἕνα ἄλλο ὅπλο ἐναντίον τῆς ἀλήθειας. Ἐπιστρατεύουν τὴν ὑποκρισία τους. Παρουσιάζονται ὡς εὐσεβεῖς καὶ πιστοί. «Δὸς δόξαν τῷ Θεῶ», τοῦ λένε, ἐνῶ ἐπιμένουν νὰ χαρακτηρίζουν τὸν Ἰησοῦ ἁμαρτωλό. Ξαναρωτοῦν τὸν τυφλὸ νὰ τοὺς διηγηθεῖ πῶς ἔγινε ἡ θεραπεία του.
Ὁ τυφλός, ἀφοῦ ὁμολόγησε πρὶν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι προφήτης, μὲ παρρησία τώρα τοὺς ἐλέγχει καὶ γίνεται δάσκαλος τῶν λεγόμενων σοφῶν. «Δὲ μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ αὐτὸς ποὺ μὲ θεράπευσε, γιατί ὁ Θεὸς δὲν ἀκούει τοὺς ἁμαρτωλούς, οὔτε ποτὲ ἀκούστηκε στὸν κόσμο πὼς ἄνοιξε κανεὶς τὰ μάτια κάποιου ἀνθρώπου ποὺ γεννήθηκε τυφλὸς». Στὸ τέλος οἱ Φαρισαῖοι ἐφαρμόζουν τὸ διωγμό, τὸν καταδικάζουν ὡς ἁμαρτωλὸ καὶ τὸν βγάζουν ἔξω. Ἐκεῖνος ἐξέρχεται νικητής. Τοῦ ἀποκαλύπτεται ὁ εὐεργέτης του, ὁ Χριστός μας, καὶ ἀναφωνεῖ: «πιστεύω Κύριε» καὶ «προσεκύνησεν αὐτῶ».
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, προέβλεψε αὐτὴ τὴ διαμάχη ὅταν εἶπε στὸν τυφλὸ: «ἐγὼ εἰς κρίμα εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα οἱ μὴ βλέποντες βλέπωσι καὶ οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται». Αὐτὴ ἡ διαμάχη συνεχίζεται διὰ μέσου τῶν αἰώνων καὶ ταλαιπωρεῖ καὶ σήμερα τὸν κόσμο. Ἐμεῖς ἂς ἔχουμε ἀνοιχτὰ τὰ μάτια μας γιὰ νὰ βλέπουμε τὴν πραγματικὴ ἀλήθεια, τὴν ἀλήθεια ποὺ ἔβλεπε ὁ τυφλός, ἐνῶ οἱ ἄλλοι τὴν ἀγνοοῦσαν, γιὰ νὰ πιστεύουμε καὶ νὰ προσκυνοῦμε τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὅπως μᾶς διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας. Γιατί αὐτὸς εἶναι ἡ ἀλήθεια, καθὼς ὁ ἴδιος τὸ μαρτυρεῖ γιὰ τὸν ἑαυτὸ Του: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ Ὁδὸς καὶ ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ζωὴ». Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου