Κυριακή Παραλύτου 03.05.2015
(Πράξεων θ΄ 32-42)
Θά ἤθελα στό κήρυγμά μου αὐτό νά σᾶς μεταφέρω νοερῶς στό ὑπερῶο ἐκεῖνο τῆς Ἰόππης καί νά σταθοῦμε μέ προσοχή γιά νά ἀκούσουμε τόν θρῆνον πού οἱ φτωχοί καί κατατρεγμένοι κάνουν πάνω ἀπό τό λείψανο τῆς Ταβιθᾶ, μιᾶς ἀληθινῆς μαθήτριας τοῦ Χριστοῦ, πού ἦταν “πλήρης ἀγαθῶς ἔργων καί ἐλεημοσυνῶν” (Πράξεων θ΄ 36). Ἡ σκηνή θά μᾶς συγκλονίσει καί θά μᾶς διδάξει.
Συχνά ἡ ὥρα τῆς κηδείας ἑνός ἀνθρώπου εἶναι ὁ καθρέπτης τῆς ζωῆς του. Ὑπάρχουν περιπτώσεις πού ὁ θάνατος κάποιου ἀνακουφίζει ἐκείνους πού ζοῦν, γιατί ἀναλογίζονται πώς ἔφυγε πιά ἀπό τόν κόσμον αὐτόν ἕνα ἀρνητικό στοιχεῖο πού σ’ ὅλη του τήν ζωή δέν ἔκανε τίποτε ἄλλο ἀπό τό νά στεναχωρεῖ καί νά ἀδικεῖ ἄλλους. Καί ὑπάρχουν ἄλλες πάλι περιπτώσεις πού ὁ θάνατος κάποιου θεωρεῖται συμφορά καί τότε ἀκοῦμε νά λέγεται πώς ὁ κόσμος ἔγινε φτωχότερος μέ τήν ἀπώλεια τοῦ προσώπου αὐτοῦ. Ὅσο καί ἄν θέλουμε νά προσδώσουμε στήν στάση μας ἀπέναντι στά φαινόμενα αὐτά ἕνα κάποιο σχῆμα συμβατικότητας, ἐν τούτοις ἄν ἐρευνήσουμε καλύτερα θά δοῦμε πώς ὁ τρόπος γενικά τῆς ζωῆς μας εἶναι ἐκεῖνος πού κανονίζει τήν στάση τῶν ἄλλων ἀπέναντί μας κατά τήν ὥρα τοῦ θανάτου μας.
Στήν Ἰόππη ζοῦσε στά χρόνια ἐκείνα μία γυναίκα, Ταβιθᾶ ἦταν τό ὄνομά της, ἦταν πιστή στό Χριστό καί ἄνθρωπος τῆς ἔμπρακτης ἀγάπης. Ἡ ἀσχολία της ἦταν νά φροντίζει τά φτωχά καί τίς χῆρες καί τά ὀρφανά. Γι’ αὐτό σάν πέθανε, μαζεύτηκαν γύρω ἀπό τό λείψανό της καί τήν μοιρολογοῦσαν ὅλοι αὐτοί οἱ εὐεργετηθέντες, δείχνοντας μάλιστα ὁ καθένας τά ροῦχα πού ἡ Ταβιθᾶ εἶχε ράψει μέ τά χέρια της γι’ αὐτούς. Ἡ σκηνή εἶναι ἀλήθεια συγκλονιστική. Τίποτε ἐπίπλαστο ἤ ἐπιτηδευμένο δέν ὑπάρχει στήν στάση τῶν ἁπλοϊκῶν ἀνθρώπων. Ἀντίθετα ἕνας αὐθορμητισμός ξεπετάει στά χέρια τους τά ροῦχα καί στά μάτια τους τούς λογισμούς.
Εἶναι πράγματι, μεγάλο πρᾶγμα νά σπαράζουν οἱ ἄνθρωποι γιατί ἔφυγες ἀπό κοντά τους, πόση ἀλήθεια, διαφορά στό σκηνικό, μέ ὅσα βλέπουμε σέ κηδεῖες πλουσίων ἀνθρώπων, πού οὔτε ἕνα δάκρυ δέν χύνεται γι’ αὐτούς. Τό λείψανό τους τοποθετεῖται ἀποβραδύς στήν αἴθουσα τοῦ νεκροταφείου, καί οἱ οἰκεῖοι συγγενεῖς καί φίλοι μαζεύονται τήν ὥρα τῆς κηδείας γιά νά ἐκπληρώσουν ἕνα κοινωνικό χρέος. Στίς περιπτώσεις αὐτές ἀκούονται καί ἐπικήδειοι λόγοι. Εἶναι ὅμως οἱ περισσότεροι ξερά λόγια, τυπικά, ἔτσι γιά νά καλυφθεῖ μία σκοπιμότητα.
Πολύ διαφορετική ὅμως εἶναι ἡ περίπτωση ἐκείνων πού, φεύγοντας ἀπό τόν κόσμο αὐτόν, μποροῦν νά ἀφήσουν πίσω τους ἕνα μεγάλο ἱερό ἤ κοινωνικό ἤ ἐπιστημονικό ἔργο, πού χαρίζει στόν διπλανό θνητό τήν εὐτυχία. Πόσο διαφορετικός ἦταν ὁ κόσμος μας μία μέρα ! Σάν γεννηθήκαμε, τότε ὅλοι οἱ γύρω μας γελοῦσαν καί μόνο ἐμεῖς κλαίγαμε. Ἴσως γιά νά δείξουμε ἔτσι τήν δυσαρέσκειά μας γιά τό ὅτι μπαίνουμε στό καμίνι τῆς ζωῆς πού εἶναι ταυτόχρονα καί ἕνα ἰσόβιο δοκιμαστήριο γιά τόν καθένα μας, μιά περίεργη λυδία λίθος πού κρίνει τήν γνησιότητά μας καί τήν ἀξιότητά μας. Ἀπό τόν τρόπο τῆς ζωῆς μας ἐξαρτᾶται ὅταν θά πεθάνουμε ἐμεῖς μόνο νά γελᾶμε καί ὅλοι οἱ ἄλλοι νά κλαῖνε. Ἐμεῖς μέν ἀπό ἱκανοποίηση γιατί δέν ξεχάσαμε σ’ ὅλη μας τήν ζωή τό χρέος μας καί φανήκαμε ἀληθινά κοινωνικοί ἄνθρωποι μέ πλατιά καρδιά, γεμάτη ἐνδιαφέρον γιά ὅλους, πιστοί στήν κλήση μας γιά ἐσωτερική ἀναμόρφωση, ἐκεῖνοι δέ ἀπό ἀληθινή λύπη γιά τόν χωρισμό μας καί γιά τήν ἀναχώρησή μας.
Ἀλήθεια. Στά χέρια του ὁ καθένας μας κρατάει τά κλειδιά τῆς προσωπικῆς του εὐτυχίας. Μόνο πού οἱ περισσότεροι τήν ἀναζητοῦν στίς ἀτομικιστικές τους ἐπιδιώξεις, πράγμα πού τούς ὁδηγεῖ σέ ἄστοχες τοποθετήσεις τοῦ δυναμισμοῦ καί τῆς δημιουργικότητάς τους. Ἔτσι ἡ ὥρα τοῦ θανάτου τους γίνεται ἀληθινό κριτήριο, πού τούς καταδικάζει ἀνέκλητα γιά τόν τρόπο πού διάλεξαν γιά νά περάσουν τήν ζωή τους ἐνώ δίπλα τους, οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι μπόρεσαν νά βροῦν τό ἀληθινό νόημα τῆς ζωῆς. Ἄν θά μπορούσαμε, χωρίς καμία διάθεση μαύρου χιούμορ, νά σκεφθοῦμε τί θά λέγανε οἱ ἄνθρωποι κατά τήν ὥρα τῆς κηδείας μας, τότε θά μᾶς ἦταν δυνατό νά διορθώσουμε, ὅσο γίνεται, τήν πορεία τῆς ζωῆς μας, ὄχι ἀπό διάθεση ὑστεροφημίας, ἀλλά ἀπό ἐπιθυμία εὐθυγραμμίσεως μας πρός τά καθήκοντά μας ἀπέναντι σέ Θεό καί ἀνθρώπους. Ἄτεγκτη συνήθως κρίση τῶν ἄλλων γιά μᾶς σέ πολλά ἔχει νά μᾶς ὠφελήσει, γιατί μᾶς τοποθετεῖ κατάματα μπροστά σέ μία πραγματικότητα πού μέ ἐπιμέλεια πολλοί τήν ἀποφεύγουμε.
Ἡ σκηνή τῆς Ἰόππης πρέπει νά μᾶς διδάξει, ὅσο εἶναι καιρός. Τό προνόμιο τῆς Ταβιθᾶ μποροῦμε κι ἐμεῖς νά ἐξασφαλίσουμε. Ὁ καθένας μέ τόν τρόπο του καί κυρίως μέ τήν πλατιά ἀγάπη του, πού ἐμπνέεται ἀπό τόν Ἰησοῦ τό παράδειγμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου