Κυριακή των Βαΐων
π. Αλέξανδρος Σμέμαν
Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή ολοκληρώνεται και καταλήγει σε δυο λαμπρές, εόρτιες ημέρες, ή μάλλον σε μια διπλή εορτή. Είναι το Σάββατο του Λαζάρου, κατά το οποίο μνημονεύουμε την έγερση του επιστήθιου φίλου του Χριστού Λαζάρου, και η Κυριακή των Βαΐων, που εορτάζουμε τη θριαμβευτική είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα έξι μέρες πριν προδοθεί και υποστεί το σταυρικό θάνατο. Κατά τις δύο αυτές λαμπρές ημέρες η Εκκλησία μάς αποκαλύπτει το αυθεντικό νόημα της εθελούσιας θυσίας του Χριστού και του λυτρωτικού Του θανάτου, πριν εισέλθουμε στη θλίψη και το σκοτάδι του πάθους, πριν ξαναγίνουμε μάρτυρες της οδύνης του Χριστού.
Ο Χριστός βρισκόταν μακριά από την Ιερουσαλήμ όταν πέθανε ο Λάζαρος, και μόλις τέσσερις μέρες αργότερα έφθασε στη Βηθανία όπου συνάντησε τις αδελφές του Λαζάρου, τη Μάρθα και τη Μαρία, και τους στενοχωρημένους και κλαμένους φίλους του. Το ευαγγέλιο του αγίου Ιωάννη εξιστορεί με λεπτομέρειες αυτή τη συνάντηση, αρχίζοντας από τη συζήτησή Του με τη Μάρθα και τη Μαρία. Και οι δυο τους λένε στο Χριστό, «Κύριε εἰ ἦς ὧδε, οὐκ ἂν ἀπέθανέ μου ὁ ἀδελφός» (Ιωαν. 11, 32). Και ο Χριστός απαντά: «ἀναστήσεται ὁ ἀδελφός σου» (Ιωαν. 11, 23). Άσχετα όμως από αυτή την απάντηση, όταν είδε το κλάμα των αδελφών και των φίλων τους, ο Ίδιος «τῷ πνεύματι καὶ ἐτάραξεν ἑαυτόν!» (Ιωαν. 11, 36). Ο Χριστός διέταξε να απομακρυνθεί η πέτρα που σκέπαζε τον τάφο. Και όταν αφαιρέθηκε η πέτρα, «φωνῇ μεγάλῃ ἐκραύγασε· Λάζαρε, δεῦρο ἔξω. καὶ ἐξῆλθεν ὁ τεθνηκὼς δεδεμένος τοὺς πόδας καὶ τὰς χεῖρας κειρίαις…» (Ιωαν. 11, 43- 44). Ποιο είναι το νόημα αυτού του γεγονότος που η Εκκλησία γιορτάζει τόσο λαμπρά, τόσο πανηγυρικά, τόσο νικητήρια το Σάββατο του Λαζάρου; Πώς μπορούμε να συμβιβάσουμε τη θλίψη και τα δάκρυα του Χριστού με τη δύναμη να εγείρει τους νεκρούς; Με ολόκληρο τον εορτασμό η Εκκλησία επαναλαμβάνει πως ο Χριστός κλαίει επειδή, βλέποντας το θάνατο του φίλου Του, βλέπει επίσης και τη νίκη του θανάτου πάνω σ’ ολόκληρο τον κόσμο· βλέπει πως ο θάνατος, που δε δημιουργήθηκε από το Θεό, σφετερίστηκε το θρόνο Του και τώρα κυριαρχεί στον κόσμο, δηλητηριάζοντας τη ζωή, μετατρέποντας τα πάντα σε άσκοπο ρεύμα ημερών που κυλούν ανελέητα προς την άβυσσο. Κατόπιν έρχεται η εντολή, «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω»! Εδώ έχουμε το θαύμα της αγάπης που θριαμβεύει πάνω στο θάνατο, ακούμε μια εντολή που αναγγέλλει τον πόλεμο του Χριστού κατά του θανάτου, μια υπόσχεση πως ο ίδιος ο θάνατος θα καταστραφεί και θα εξαφανιστεί. Ο ίδιος ο Χριστός, που σημαίνει ο ίδιος ο Θεός, η ίδια η αγάπη και η ζωή, για να καταστρέψει το θάνατο και το σκοτάδι του, κατεβαίνει στον τάφο, για να αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο το θάνατο, για να τον εκμηδενίσει και να μάς χαρίσει την αιώνια ζωή την οποία ο Θεός μάς δημιούργησε να κατέχουμε.
Την άλλη μέρα ο Χριστός μπαίνει στα Ιεροσόλυμα. Τη φορά αυτή όμως δεν μπαίνει όπως προηγουμένως άγνωστος και αφανής. Όχι, τώρα Αυτός, που δεν είχε ποτέ πριν επιζητήσει τη δύναμη και τη δόξα, προετοιμάζεται για το θρίαμβο. Ζητά από τους μαθητές Του να φέρουν έναν «πῶλον ὄνου», και καθισμένος πάνω του εισήλθε στην πόλη με τη συνοδεία ενός πλήθους μεγάλων και παιδιών που κράταγαν κλάδους φοινίκων στα χέρια τους. Οι μεγάλοι και τα παιδιά Τον χαιρετίζουν με έναν αρχαίο χαιρετισμό που επιφυλασσόταν μόνο στο βασιλιά: «Ὡσαννὰ… εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου· ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις. καὶ εἰσελθόντος αὐτοῦ εἰς Ἱεροσόλυμα ἐσείσθη πᾶσα ἡ πόλις…» ( Ματθ. 21, 9-10). Τι σημαίνει αυτό το πλήθος, αυτοί οι κλάδοι των φοινίκων, αυτή η θυελλώδης βασιλική υποδοχή, αυτή η θριαμβευτική χαρά; Γιατί να μνημονεύουμε αυτό το γεγονός κάθε χρόνο με την ίδια ακριβώς χαρά, σαν να στεκόμασταν οι ίδιοι στο δρόμο αυτής της ιερής πόλης περιμένοντας, χαιρετίζοντας , υμνώντας και επαναλαμβάνοντας τα ίδια λόγια, τα ίδια «Ὡσαννά»; Αυτό σημαίνει πως ο Χριστός ήταν βασιλιάς, ακόμη και μιας μόνο πόλης μακριά από μας. Σημαίνει πως βασίλευε, πως ο λαός τον αναγνώριζε ως βασιλιά! Μάλιστα, μίλησε για τη Βασιλεία του Θεού, και για τη μέλλουσα βασιλεία Του. Τη μέρα όμως αυτή, έξι μέρες πριν από το Πάσχα, αποκαλύπτει το επίγειο βασίλειό Του, το ανοίγει, προσκαλώντας τους ανθρώπους, και όλους εμάς, να γίνουμε πολίτες αυτού του Βασιλείου του Χριστού, υπήκοοι αυτού του ταπεινού Βασιλιά, ενός βασιλιά χωρίς επίγεια εξουσία και δύναμη, αλλά με την παντοδύναμη αγάπη.
Κυριακή των Βαΐων
Ζούμε σ’ ένα κόσμο, κάτω από κυβερνήσεις που έχουν απαρνηθεί το Θεό και ασχολούνται μόνο με τον εαυτό τους, φυλάγοντας ζηλότυπα την εξουσία, τη δύναμη και τις νίκες τους. Δεν υπάρχει σχεδόν κανένας τόπος σ’ αυτόν τον κόσμο για τη αγάπη του Θεού, το φως και τη χαρά του Θεού. Αυτή όμως τη μοναδική μέρα του χρόνου, όταν βρισκόμαστε σε ξεχειλισμένες εκκλησίες, σηκώνοντας τους κλάδους φοινίκων και ξανακούγοντας την βροντή του βασιλικού «Ὡσαννά», λέμε στους εαυτούς μας και στον κόσμο: η Βασιλεία του Χριστού ζει. Η βασιλεία που έλαμψε τόσο φωτεινά εκείνη την ημέρα στα Ιεροσόλυμα δεν πέθανε, δεν αφανίστηκε, δεν εξαφανίστηκε από προσώπου της γης. Λέμε στο Θεό: είσαι ο μόνος Κύριος, είσαι ο μόνος μας Βασιλιάς· γνωρίζουμε και πιστεύουμε και βεβαιώνουμε πως αυτή η βασιλεία της αγάπης Σου θα νικήσει την αμαρτία, το κακό και το θάνατο. Κανείς δεν μπορεί να μας αφαιρέσει τη χαρά αυτής της πίστης, ακόμη κι όταν οι άλλοι κατευθύνουν κάθε ελπίδα τους στη δύναμη και τη βία, ακόμη κι όταν πιστεύουν μόνο στις σφαίρες, στις φυλακές, στον τρόμο και στα βασανιστήρια. Όχι, αυτή η βασιλεία της βίας, του κακού και του ψεύδους δε θα σταθεί. Θα καταρρεύσει, όπως κάθε προηγούμενη βασιλεία κατέρρευσε, όπως εξαφανίστηκε κάθε πρώην τύραννος. Αλλά το Βασίλειό Σου, Κύριε, θα παραμείνει. Και ο καιρός θα έρθει όταν με την αγάπη Σου θα σκουπίσεις κάθε δάκρυ από τα μάτια μας, θα διαλύσεις κάθε λύπη με τη χαρά Σου, και θα γεμίσεις τον κόσμο που Εσύ δημιούργησες με το φως της αθανασίας.
Μετά τη νίκη Του την Κυριακή των Βαΐων, γνωρίζουμε πως ο Χριστός αρχίζει την κάθοδό Του στην οδύνη και στο θάνατο. Ο πυρσός όμως που άναψε εκείνη τη μέρα θα φωτίσει ακόμα και εκείνο το αβυσσαλέο σκοτάδι . Πέρα από το σταυρό του και το θάνατο ανατέλλει η αυγή της ανέκφραστης χαράς της ανάστασης. Αυτή είναι λοιπόν η σημασία και η δύναμη αυτών των δύο σημαντικών ημερών, όταν, έχοντας ολοκληρώσει τη Σαρακοστή, προετοιμαζόμαστε να ακολουθήσουμε τον Χριστό στο εθελούσιο πάθος Του, στη νικητήρια κάθοδό Του στο θάνατο, και στην πανένδοξη ανάστασή Του την τρίτη ημέρα.
π. Αλέξανδρος Σμέμαν, Εορτολόγιο – Ετήσιος εκκλησιαστικός κύκλος, Ακρίτας, Αθήνα 2005
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου