Η Δ' Οικουμενική Σύνοδος - Η αξία των Αγίων Πατέρων
Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος
Μέ τήν εὐχή καί τήν εὐλογία τοῦ σεπτοῦ Ποιμενάρχου σας κ. κ. Ἀνδρέου, σεβαστοί πατέρες καί ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, ἄς ποῦμε σήμερα, λίγα λόγια γιά τούς θεοφόρους Πατέρας, οἱ ὁποῖοι συνεκρότησαν, τό ἔτος 451, τήν Δ´ Οἰκουμενική Σύνοδο, ἡ ὁποία ἀπερίφραστα κατεδίκασε τήν αἵρεσι τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, ἐφ᾽ ὅσον σήμερα ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τούς προβάλλει, τούς γεραίρει καί τούς τιμᾶ.
Οἱ Μονοφυσῖτες ὑπεστήριζον, ὅτι στόν Χριστό ἐπεκράτησε τελικά μόνον ἡ θεία φύσις, ἐφ᾽ ὅσον ἡ ἀνθρωπίνη Του φύσις δῆθεν ἀπερροφήθη ἀπό τήν Θείαν, ὅπως ἔλεγαν, κάποιες σταγόνες ξυδιοῦ ἀπορροφοῦνται ἀπό τόν τεράστιο ὑδάτινο ὄγκο ἑνός ὠκεανοῦ, ὅταν πέσουν μέσα σέ αὐτόν.
Γενικό ὅμως καί διαχρονικό πόρισμα τῆς Συνόδου ἦταν, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι, καί Θεός, καί ἄνθρωπος μέ ἕνα ὅμως Πρόσωπο. Τό Θεῖο.
Ποιό, ὅμως, ἀκριβῶς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, Πρόσωπο εἶναι αὐτό; Εἶναι τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, καί ὡς ἐκ τούτου, ὡς πρόσωπο, ὡς ὕπαρξις, ὁ Χριστός ὑπάρχει, ὅπως λέμε, ''ἀιδίως'', δηλ. χωρίς χρονική ἀρχή καί χωρίς χρονικό τέλος, ἤ μᾶλλον ὑπάρχει ἀχρόνως, ἐκτός χρόνου. Ὑπῆρχε δηλ. καί πρίν σαρκωθῆ. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας λέγει, μεταξύ τῶν ἄλλων, ''πρίν Ἀβραάμ γενέσθαι, Ἐγώ εἰμι''.
Τώρα, ὁ Ἰησοῦς ἔχει δύο φύσεις, τήν Θεία καί τήν ἀνθρωπίνη. Τήν Θεία φύσι ἀσφαλῶς τήν εἶχε ἀνέκαθεν, ἐκτός χρόνου, διότι στό κάθε Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος ὑπάρχει ὅλο τό πλήρωμα τῆς Θεότητος, ὅλη δηλ. ἡ Θεία οὐσία. Καί ἐπί πλέον τώρα, φιλανθρωπίας Του ἕνεκεν, προσέλαβε πλήρη ἀνθρώπινη φύσι, καί σῶμα καί λογική ψυχή πού δανείσθηκε ἐν χρόνῳ ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, καί ἔκτοτε δέν τήν ἀποβάλλει ποτέ. Ἀκόμη καί τώρα, καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων ὁ Χριστός θά εἶναι καί μέ σάρκα. Ἦτο λοιπόν, κατά πάντα ὅμοιος μέ ἐμᾶς, πλήν φυσικά, ἁμαρτίας, καί τά πῆρε ὅλα τά τοῦ ἀνθρώπου, τά ἀνθρώπινα, γιά νά τά θεραπεύση ὅλα.
Πῶς, ὅμως, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, αὐτές οἱ φύσεις στόν Χριστό εἶναι ἑνωμένες, μεταξύ τους; Σύμφωνα μέ τήν Δ´ Οἰκουμενική Σύνοδο, εἶναι ἑνωμένες ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καί ἀχωρίστως. Ὅταν λέμε ''ἀσυγχύτως'' - μέ ἁπλᾶ λόγια, ὅσο γίνεται - ἐννοοῦμε, ὅτι οἱ δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ δέν συγχέονται μεταξύ τους, δέν ἀναμιγνύονται δηλαδή. Ἔχει ἑπομένως, ἡ κάθε φύσις, τά δικά της ἐντελῶς ἀποκλειστικά χαρακτηριστικά καί μετά τήν ἕνωσί τους.
Γιά παράδειγμα, ὁ Χριστός, καί πονοῦσε, καί ἀγωνιοῦσε, καί ἐκουράζετο, καί ἐλυπεῖτο, ὡς ἄνθρωπος. Εἶχε τά λεγόμενα ''ἀδιάβλητα πάθη''. Ἀλλά καί ὡς Θεός πού ταυτόχρονα ἦτο, ἀνέσταινε νεκρούς, ἐγνώριζε τό μέλλον, γιατί, γιά τόν Θεό, ἀγαπητοί μου, στήν οὐσία δέν ὑπάρχει μέλλον, ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι ἐκτός χρόνου. Ὅλα γιά τόν Θεό εἶναι σάν ἕνα διαρκές παρόν.
Τώρα, ὅταν λέμε ὅτι οἱ δύο φύσεις εἶναι ἀτρέπτως ἑνωμένες, ἐννοοῦμε ὅτι δέν παθαίνει τροπή ἡ μία φύσις εἰς τήν ἄλλη, δέν γίνεται ἀλλαγή, μετατροπή, τῆς μίας φύσεως εἰς τήν ἄλλη. Ἑπομένως, τό Θεῖο παραμένει Θεῖο στόν Χριστό, καί τό ἀνθρώπινο παραμένει ἀνθρώπινο, μετά τήν ἕνωσί τους.
Τέλος, τό ''ἀχωρίστως'' καί ''ἀδιαιρέτως'' σημαίνουν, ὅτι οἱ δύο φύσεις δέν χωρίζονται μεταξύ τους, δέν διαιροῦνται, τοὐτέστιν εἶναι ἐντελῶς, μά ἐντελῶς, ἀδιάσπαστες. Δέν μποροῦμε δηλ. νά τίς ἀπομονώσωμε, νά τίς ξεχωρίσωμε, νά τίς διασπάσωμε καί νά ποῦμε: Ἀπό ἐδῶ εἶναι ἡ Θεότητα καί ἀπό ἐκεῖ εἶναι ἡ ἀνθρωπότητα. Ἀπό ἐδῶ εἶναι ὁ Θεός μόνο ὁ Θεός καί ἀπό ἐκεῖ εἶναι μόνο ὁ ἄνθρωπος. Αὐτό δέν γίνεται πλέον, εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Αὐτά εἶναι, ἐν ὀλίγοις πάντα, τά βασικά χαρακτηριστικά τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ στήν ὑπόστασι τοῦ Λόγου. Καί, τελικά αὐτή ἡ ἕνωσις - τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ στήν ὑπόστασι τοῦ Λόγου - λέγεται ''καθ᾽ ὑπόστασιν ἕνωσις'' καί εἶναι πραγματική ἕνωσις.
Ὅμως, τό ξανατονίζομε, τό Πρόσωπο εἶναι ἕνα, ὄχι ἀνθρώπινο, ἀλλά μόνο τό Θεῖο, διότι ὁ ἴδιος ὁ ἀκατάληπτος Θεός δέν εἰσῆλθε σέ κάποιον, ἔστω τέλειο, ἄνθρωπο, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὅπως λέγει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, ''ἐξέστη ἑαυτοῦ'' καί ἔγινε, ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἄνθρωπος. Αὐτό τό ἀναφέρει χαρακτηριστικά ὁ Μέγας Ἀθανάσιος.
Ἐκεῖνος, πού ὡς πρός τήν οὐσία Του, εἶναι ἐντελῶς, μά ἐντελῶς, ἀπρόσιτος καί ἀκοινώνητος, πῆρε, κατ᾽ ἐξαίρεσιν, ἐφ᾽ ἅπαξ, καί ἀνθρωπίνη φύσι. Διότι, ὅπως ξέρομε, ὁ Θεός ἐπικοινωνεῖ βέβαια μέ τήν κτίσι μόνο μέ τήν ἄκτιστη θεϊκή Του ἐνέργεια, καί μάλιστα, εἶναι ὁ μόνος πού ἐπικοινωνεῖ μέ τήν οὐσία τῆς ψυχῆς μας καί ὄχι ἁπλῶς μέ τίς ἐνέργειες τῆς ψυχῆς μας, ὅπως κάνει ὁ διάβολος.
Αὐτά ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καί πολλά ἄλλα, ἦσαν τά πορίσματα τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἀλλά ὅλα αὐτά, καί πολλά ἄλλα πορίσματα καί συμπεράσματα γενικώτερα, - νά τό γενικεύσωμε -, ὅλων τῶν Συνόδων, ὅλα αὐτά ἀγαπητοί μου λέγονται στήν ἐκκλησιαστική γλῶσσα δόγματα.
Καί στό σημεῖο αὐτό, θά πρέπη νά κάνωμε μία ἀπαραίτητη περιληπτική διασάφησι γύρω ἀπό τήν λέξι δόγμα, διότι αὐτή ἡ λέξις, ὡς μή ὤφειλε βέβαια, τόσο μά τόσο τρομάζει τόν σύγχρονο, ταλαίπωρο, ζαλισμένο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος, ἀδίκως θεωρεῖ, ὅτι αὐτή ἡ λέξις δεσμεύει δῆθεν, τήν ἀνθρωπίνη ἐλευθερία καί διάνοια νά δεχθῆ ὅ,τι ἐκείνη θά ἤθελε.
Ἄλλο θέμα εἶναι τώρα ὅτι σήμερα, περισσότερο ἀσυγκρίτως ἀπό κάθε ἄλλη ἐποχή, οἱ ἄνθρωποι τρέχουν νά ἐνταχθοῦν στούς ποικίλλους σατανοκανοναρχούμενους «δογματισμούς» τῆς λεγόμενης Νέας Ἐποχῆς. «Δογματισμούς», μέ τήν ἐξωεκκλησιαστική βέβαια ἔννοια τοῦ ὅρου, πού εἶναι ὄντως καταπίεσις καί ἀπαξίωσις τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, καί ὄχι μόνο.
Ἐνῶ, στήν ἐκκλησιαστική γλῶσσα, δόγμα τί εἶναι; Εἶναι ἡ περιφρούρησις, ἡ περιχαράκωσις, ἡ ἀνάλυσις τῆς ἅπαξ παραδοθείσης Θεϊκῆς ἀληθείας καί ἀποκαλύψεως. Αὐτό εἶναι δόγμα.
Ὁ Χριστός, ''ὁ ὤν ἐν τοῖς κόλποις τοῦ Πατρός'', ὁ ἄσαρκος Λόγος, τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ''ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς καί σαρκωθείς'', Ἐκεῖνος, ὅσα ἤθελε καί ὅσα ἔπρεπε, «ἐξηγήσατο ἡμῖν». Καί τώρα, ὅ,τι ὁ Χριστός μᾶς ἀπεκάλυψε, ὅ,τι ὁ Χριστός μᾶς ἐφανέρωσε - δέν τά ἐπινοήσαμε ἐμεῖς -, αὐτό, καί μόνον αὐτό, οἱ ἅγιοι Πατέρες καθηκόντως, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ἑρμήνευσαν. Καί αὐτό βέβαια κατωχυρώθηκε γραπτῶς, ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους. Σημειωτέον δέ, ὅτι ὅλαι αἱ Σύνοδοι ἀποφαίνονται, ὅπως λέμε, ''ἑρμηνευτικῶς'', καί οὐχί ''εἰσηγητικῶς''. Πιό ἁπλᾶ, αἱ Σύνοδοι δέν ἀνεκάλυψαν κάτι καινούργιο καί διαφορετικό. Σέ αὐτές τίς Συνόδους, μετεῖχε ὁλόκληρος ἡ Ἐκκλησία, ἐφ᾽ ὅσον τό Ἅγιον Πνεῦμα, κατά τήν ἱστορική ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ἐδόθη συνηγμένων ὅλων τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, καί ἐννοεῖται, ὅτι, στίς Οἰκουμενικές Συνόδους, μετεῖχαν ἀναμφισβήτητα θεοφόροι Πατέρες. Καί ἐπί πλέον, τά πορίσματά τους ἔγιναν ἀποδεκτά ἀπό ὅλο ἀνεξαιρέτως τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί ἐκυκλοφόρησαν διαχρονικῶς σέ αὐτό.
Ὅλα τά προαναφερθέντα, ἀγαπητοί μου, ἀποτελοῦν ἀναγκαιοτάτη συνθήκη γιά νά καταστῆ μία ἀπόφασις μίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου δόγμα τῆς Ἐκκλησίας.
Καί τό ἔκαναν αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες, διότι ὅταν προσβάλλεται τό δόγμα - τό ὁποῖο δέν εἶναι μία πολυτέλεια - προσβάλλεται ὄχι μόνον ἡ ἀλήθεια περί Θεοῦ, ὅταν προσβάλλεται τό δόγμα, ὑβρίζομεν τόν Θεόν, πού ἄλλα μᾶς ἀπεκάλυψε στήν οὐσία, ἀλλά ἐπί πλέον προσβάλλεται καί ἡ δική μας σωτηρία, ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Καί γενικῶς, ἡ Πατερική Παράδοσις εἶναι, ἀναμφισβήτητα, ἰσόκυρος καί ἰσοστάσιος τῆς Ἀποστολικῆς τοιαύτης καί εἶναι ἡ μόνη ὀρθή της ἑρμηνεία, μέ τήν ἔννοια ὅτι οἱ θεοφόροι Πατέρες ἑρμηνεύουν καί ἀποσαφηνίζουν τήν ἅπαξ παραδοθεῖσαν εἰς τήν Ἐκκλησία ἐξ ἀποκαλύψεως πίστι. Γι᾽ αὐτό, πρέπει σέ ὅλα τά θέματα ἀναμφισβήτητα νά ἀκολουθοῦμε πιστά τήν διδασκαλία τους. Ὅπως οἱ ἅγιοι Πατέρες δηλ. ἠγωνίσθησαν, μέχρις αἵματος, γιά τήν σωστή πίστι καί τήν σωστή Ὀρθόδοξη σώζουσα καί θεώνουσα πνευματικότητα, ἔτσι καί ἐμεῖς νά μήν ἐπιτρέψωμε νά περάση ὁ,τιδήποτε ἀντιστρατεύεται τήν Πατερική Παράδοσι.
Ὅπως, γιά παράδειγμα εἶναι ἡ παναίρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος τελικά, τί εἶναι; Εἶναι ἄθεος μέσα στήν πολυθεΐα του. Ὅπως, ὅταν προσβάλλεται ἡ Ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία, ἐπί παραδείγματι, σέ κάποια θέματα Βιοηθικῆς. Ἐπίσης, ἐπ᾽ οὐδενί, νά μήν ἐπιτρέψωμε καμμία ἀλλοίωσι στήν Ὀρθόδοξη, ἐν γένει πνευματικότητα, ὅπως σέ θέματα ἐκκοσμικεύσεως, κλπ. Ἄλλο εἶναι ἡ κατα Θεόν ποιμαντική οἰκονομία, καί ἄλλο, ἐντελῶς ἄλλο, - τό ἀντίθετο -, εἶναι ἡ παρανομία καί ἡ ἀμνήστευσις τῆς ἁμαρτίας.
Ὅπως καί ὁ σήμερα ἑορταζόμενος ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ὁποῖος, σύν τοῖς ἄλλοις, μέ τά θεόπνευστα συγγράμματά του, ἐπισφραγίζει τά προαναφερθέντα μέ τό παραπάνω. Ἀλλά, καί ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, εἰς τόν φερώνυμό του ναό, εἰς τόν ὀποῖον εὑρισκόμεθα σήμερα, διακηρύσσει, ἐπί παραδείγματι, μεταξύ τῶν ἄλλων βέβαια, τί; τό ἀπαράβατο τῆς ἀργίας τῆς Κυριακῆς, ὅταν ὁ ἴδιος διατρανώνη καί διαλαλῆ, ὅτι τό κέρδος τῆς Κυριακῆς εἶναι, πέρα γιά πέρα καταραμένο. Ἀλήθεια, τί θά ἔλεγε σήμερα, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, σέ ὅσους θέλουν νά καταργήσουν τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς καί γενικώτερα βέβαια, τίς χριστιανικές ἑορτές;
Ἡ εὐθύνη ὅλων μας γιά ὅλα αὐτά εἶναι μεγάλη καί θά εἴμαστε ὅλοι ἀναπολόγητοι σέ περίπτωσι πού δέν ἀντιδράσωμε, ἐν Κυρίῳ, δεόντως.
Τέλος, ὡς γνωστόν, τότε, τόν Τόμο τῶν Ὀρθοδόξων τόν ἐπεκύρωσε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ Ἁγία Εὐφημία, ἡ ὁποία, ὅλοι ξέρομε, πόσο συνδέεται μέ τόν μακαριστό ἅγιο Γέροντα Παΐσιο, τοῦ ὁποίου σήμερα τελοῦμε ἐδῶ τό μνημόσυνο.
Εὐχηθῆτε, Σεβασμιώτατοι ἀρχιερεῖς, ἅγιε Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης κ. κ. Ἀνδρέα καί ἅγιε Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας κ. κ. Κοσμᾶ, ὅπως, ἀναδεικνυόμενοι γνήσιοι μαθηταί τῶν Ἁγίων Πατέρων, νά μεγιστοποιήσωμε τήν προσωπική μας πρόοδο, γιατί αὐτό καί μόνον αὐτό θά εἶναι, τελικά, τό καλύτερο μνημόσυνο μέ τό ὁποῖο θά ἀναπαυθῆ καί θά εὐφρανθῆ περισσότερο ἡ ψυχή τοῦ ὄντως μακαριστοῦ ἁγίου Γέροντος Παϊσίου.
Ἀμήν.
Γένοιτο. Δι᾽εὐχῶν σας.
ἈρχιμανδρίτηςἈρσένιος Κατερέλος
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
(Ὁμιλία κατά τήν Θ. Λειτουργία στόν Ἱ. Ναό Ἁγ. Κοσμᾶ Κονίτσης 14 – 07 – 2013)
Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος
Μέ τήν εὐχή καί τήν εὐλογία τοῦ σεπτοῦ Ποιμενάρχου σας κ. κ. Ἀνδρέου, σεβαστοί πατέρες καί ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, ἄς ποῦμε σήμερα, λίγα λόγια γιά τούς θεοφόρους Πατέρας, οἱ ὁποῖοι συνεκρότησαν, τό ἔτος 451, τήν Δ´ Οἰκουμενική Σύνοδο, ἡ ὁποία ἀπερίφραστα κατεδίκασε τήν αἵρεσι τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, ἐφ᾽ ὅσον σήμερα ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τούς προβάλλει, τούς γεραίρει καί τούς τιμᾶ.
Οἱ Μονοφυσῖτες ὑπεστήριζον, ὅτι στόν Χριστό ἐπεκράτησε τελικά μόνον ἡ θεία φύσις, ἐφ᾽ ὅσον ἡ ἀνθρωπίνη Του φύσις δῆθεν ἀπερροφήθη ἀπό τήν Θείαν, ὅπως ἔλεγαν, κάποιες σταγόνες ξυδιοῦ ἀπορροφοῦνται ἀπό τόν τεράστιο ὑδάτινο ὄγκο ἑνός ὠκεανοῦ, ὅταν πέσουν μέσα σέ αὐτόν.
Γενικό ὅμως καί διαχρονικό πόρισμα τῆς Συνόδου ἦταν, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι, καί Θεός, καί ἄνθρωπος μέ ἕνα ὅμως Πρόσωπο. Τό Θεῖο.
Ποιό, ὅμως, ἀκριβῶς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, Πρόσωπο εἶναι αὐτό; Εἶναι τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, καί ὡς ἐκ τούτου, ὡς πρόσωπο, ὡς ὕπαρξις, ὁ Χριστός ὑπάρχει, ὅπως λέμε, ''ἀιδίως'', δηλ. χωρίς χρονική ἀρχή καί χωρίς χρονικό τέλος, ἤ μᾶλλον ὑπάρχει ἀχρόνως, ἐκτός χρόνου. Ὑπῆρχε δηλ. καί πρίν σαρκωθῆ. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας λέγει, μεταξύ τῶν ἄλλων, ''πρίν Ἀβραάμ γενέσθαι, Ἐγώ εἰμι''.
Τώρα, ὁ Ἰησοῦς ἔχει δύο φύσεις, τήν Θεία καί τήν ἀνθρωπίνη. Τήν Θεία φύσι ἀσφαλῶς τήν εἶχε ἀνέκαθεν, ἐκτός χρόνου, διότι στό κάθε Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος ὑπάρχει ὅλο τό πλήρωμα τῆς Θεότητος, ὅλη δηλ. ἡ Θεία οὐσία. Καί ἐπί πλέον τώρα, φιλανθρωπίας Του ἕνεκεν, προσέλαβε πλήρη ἀνθρώπινη φύσι, καί σῶμα καί λογική ψυχή πού δανείσθηκε ἐν χρόνῳ ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, καί ἔκτοτε δέν τήν ἀποβάλλει ποτέ. Ἀκόμη καί τώρα, καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων ὁ Χριστός θά εἶναι καί μέ σάρκα. Ἦτο λοιπόν, κατά πάντα ὅμοιος μέ ἐμᾶς, πλήν φυσικά, ἁμαρτίας, καί τά πῆρε ὅλα τά τοῦ ἀνθρώπου, τά ἀνθρώπινα, γιά νά τά θεραπεύση ὅλα.
Πῶς, ὅμως, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, αὐτές οἱ φύσεις στόν Χριστό εἶναι ἑνωμένες, μεταξύ τους; Σύμφωνα μέ τήν Δ´ Οἰκουμενική Σύνοδο, εἶναι ἑνωμένες ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καί ἀχωρίστως. Ὅταν λέμε ''ἀσυγχύτως'' - μέ ἁπλᾶ λόγια, ὅσο γίνεται - ἐννοοῦμε, ὅτι οἱ δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ δέν συγχέονται μεταξύ τους, δέν ἀναμιγνύονται δηλαδή. Ἔχει ἑπομένως, ἡ κάθε φύσις, τά δικά της ἐντελῶς ἀποκλειστικά χαρακτηριστικά καί μετά τήν ἕνωσί τους.
Γιά παράδειγμα, ὁ Χριστός, καί πονοῦσε, καί ἀγωνιοῦσε, καί ἐκουράζετο, καί ἐλυπεῖτο, ὡς ἄνθρωπος. Εἶχε τά λεγόμενα ''ἀδιάβλητα πάθη''. Ἀλλά καί ὡς Θεός πού ταυτόχρονα ἦτο, ἀνέσταινε νεκρούς, ἐγνώριζε τό μέλλον, γιατί, γιά τόν Θεό, ἀγαπητοί μου, στήν οὐσία δέν ὑπάρχει μέλλον, ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι ἐκτός χρόνου. Ὅλα γιά τόν Θεό εἶναι σάν ἕνα διαρκές παρόν.
Τώρα, ὅταν λέμε ὅτι οἱ δύο φύσεις εἶναι ἀτρέπτως ἑνωμένες, ἐννοοῦμε ὅτι δέν παθαίνει τροπή ἡ μία φύσις εἰς τήν ἄλλη, δέν γίνεται ἀλλαγή, μετατροπή, τῆς μίας φύσεως εἰς τήν ἄλλη. Ἑπομένως, τό Θεῖο παραμένει Θεῖο στόν Χριστό, καί τό ἀνθρώπινο παραμένει ἀνθρώπινο, μετά τήν ἕνωσί τους.
Τέλος, τό ''ἀχωρίστως'' καί ''ἀδιαιρέτως'' σημαίνουν, ὅτι οἱ δύο φύσεις δέν χωρίζονται μεταξύ τους, δέν διαιροῦνται, τοὐτέστιν εἶναι ἐντελῶς, μά ἐντελῶς, ἀδιάσπαστες. Δέν μποροῦμε δηλ. νά τίς ἀπομονώσωμε, νά τίς ξεχωρίσωμε, νά τίς διασπάσωμε καί νά ποῦμε: Ἀπό ἐδῶ εἶναι ἡ Θεότητα καί ἀπό ἐκεῖ εἶναι ἡ ἀνθρωπότητα. Ἀπό ἐδῶ εἶναι ὁ Θεός μόνο ὁ Θεός καί ἀπό ἐκεῖ εἶναι μόνο ὁ ἄνθρωπος. Αὐτό δέν γίνεται πλέον, εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Αὐτά εἶναι, ἐν ὀλίγοις πάντα, τά βασικά χαρακτηριστικά τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ στήν ὑπόστασι τοῦ Λόγου. Καί, τελικά αὐτή ἡ ἕνωσις - τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ στήν ὑπόστασι τοῦ Λόγου - λέγεται ''καθ᾽ ὑπόστασιν ἕνωσις'' καί εἶναι πραγματική ἕνωσις.
Ὅμως, τό ξανατονίζομε, τό Πρόσωπο εἶναι ἕνα, ὄχι ἀνθρώπινο, ἀλλά μόνο τό Θεῖο, διότι ὁ ἴδιος ὁ ἀκατάληπτος Θεός δέν εἰσῆλθε σέ κάποιον, ἔστω τέλειο, ἄνθρωπο, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὅπως λέγει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, ''ἐξέστη ἑαυτοῦ'' καί ἔγινε, ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἄνθρωπος. Αὐτό τό ἀναφέρει χαρακτηριστικά ὁ Μέγας Ἀθανάσιος.
Ἐκεῖνος, πού ὡς πρός τήν οὐσία Του, εἶναι ἐντελῶς, μά ἐντελῶς, ἀπρόσιτος καί ἀκοινώνητος, πῆρε, κατ᾽ ἐξαίρεσιν, ἐφ᾽ ἅπαξ, καί ἀνθρωπίνη φύσι. Διότι, ὅπως ξέρομε, ὁ Θεός ἐπικοινωνεῖ βέβαια μέ τήν κτίσι μόνο μέ τήν ἄκτιστη θεϊκή Του ἐνέργεια, καί μάλιστα, εἶναι ὁ μόνος πού ἐπικοινωνεῖ μέ τήν οὐσία τῆς ψυχῆς μας καί ὄχι ἁπλῶς μέ τίς ἐνέργειες τῆς ψυχῆς μας, ὅπως κάνει ὁ διάβολος.
Αὐτά ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καί πολλά ἄλλα, ἦσαν τά πορίσματα τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἀλλά ὅλα αὐτά, καί πολλά ἄλλα πορίσματα καί συμπεράσματα γενικώτερα, - νά τό γενικεύσωμε -, ὅλων τῶν Συνόδων, ὅλα αὐτά ἀγαπητοί μου λέγονται στήν ἐκκλησιαστική γλῶσσα δόγματα.
Καί στό σημεῖο αὐτό, θά πρέπη νά κάνωμε μία ἀπαραίτητη περιληπτική διασάφησι γύρω ἀπό τήν λέξι δόγμα, διότι αὐτή ἡ λέξις, ὡς μή ὤφειλε βέβαια, τόσο μά τόσο τρομάζει τόν σύγχρονο, ταλαίπωρο, ζαλισμένο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος, ἀδίκως θεωρεῖ, ὅτι αὐτή ἡ λέξις δεσμεύει δῆθεν, τήν ἀνθρωπίνη ἐλευθερία καί διάνοια νά δεχθῆ ὅ,τι ἐκείνη θά ἤθελε.
Ἄλλο θέμα εἶναι τώρα ὅτι σήμερα, περισσότερο ἀσυγκρίτως ἀπό κάθε ἄλλη ἐποχή, οἱ ἄνθρωποι τρέχουν νά ἐνταχθοῦν στούς ποικίλλους σατανοκανοναρχούμενους «δογματισμούς» τῆς λεγόμενης Νέας Ἐποχῆς. «Δογματισμούς», μέ τήν ἐξωεκκλησιαστική βέβαια ἔννοια τοῦ ὅρου, πού εἶναι ὄντως καταπίεσις καί ἀπαξίωσις τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, καί ὄχι μόνο.
Ἐνῶ, στήν ἐκκλησιαστική γλῶσσα, δόγμα τί εἶναι; Εἶναι ἡ περιφρούρησις, ἡ περιχαράκωσις, ἡ ἀνάλυσις τῆς ἅπαξ παραδοθείσης Θεϊκῆς ἀληθείας καί ἀποκαλύψεως. Αὐτό εἶναι δόγμα.
Ὁ Χριστός, ''ὁ ὤν ἐν τοῖς κόλποις τοῦ Πατρός'', ὁ ἄσαρκος Λόγος, τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ''ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς καί σαρκωθείς'', Ἐκεῖνος, ὅσα ἤθελε καί ὅσα ἔπρεπε, «ἐξηγήσατο ἡμῖν». Καί τώρα, ὅ,τι ὁ Χριστός μᾶς ἀπεκάλυψε, ὅ,τι ὁ Χριστός μᾶς ἐφανέρωσε - δέν τά ἐπινοήσαμε ἐμεῖς -, αὐτό, καί μόνον αὐτό, οἱ ἅγιοι Πατέρες καθηκόντως, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ἑρμήνευσαν. Καί αὐτό βέβαια κατωχυρώθηκε γραπτῶς, ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους. Σημειωτέον δέ, ὅτι ὅλαι αἱ Σύνοδοι ἀποφαίνονται, ὅπως λέμε, ''ἑρμηνευτικῶς'', καί οὐχί ''εἰσηγητικῶς''. Πιό ἁπλᾶ, αἱ Σύνοδοι δέν ἀνεκάλυψαν κάτι καινούργιο καί διαφορετικό. Σέ αὐτές τίς Συνόδους, μετεῖχε ὁλόκληρος ἡ Ἐκκλησία, ἐφ᾽ ὅσον τό Ἅγιον Πνεῦμα, κατά τήν ἱστορική ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ἐδόθη συνηγμένων ὅλων τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, καί ἐννοεῖται, ὅτι, στίς Οἰκουμενικές Συνόδους, μετεῖχαν ἀναμφισβήτητα θεοφόροι Πατέρες. Καί ἐπί πλέον, τά πορίσματά τους ἔγιναν ἀποδεκτά ἀπό ὅλο ἀνεξαιρέτως τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί ἐκυκλοφόρησαν διαχρονικῶς σέ αὐτό.
Ὅλα τά προαναφερθέντα, ἀγαπητοί μου, ἀποτελοῦν ἀναγκαιοτάτη συνθήκη γιά νά καταστῆ μία ἀπόφασις μίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου δόγμα τῆς Ἐκκλησίας.
Καί τό ἔκαναν αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες, διότι ὅταν προσβάλλεται τό δόγμα - τό ὁποῖο δέν εἶναι μία πολυτέλεια - προσβάλλεται ὄχι μόνον ἡ ἀλήθεια περί Θεοῦ, ὅταν προσβάλλεται τό δόγμα, ὑβρίζομεν τόν Θεόν, πού ἄλλα μᾶς ἀπεκάλυψε στήν οὐσία, ἀλλά ἐπί πλέον προσβάλλεται καί ἡ δική μας σωτηρία, ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Καί γενικῶς, ἡ Πατερική Παράδοσις εἶναι, ἀναμφισβήτητα, ἰσόκυρος καί ἰσοστάσιος τῆς Ἀποστολικῆς τοιαύτης καί εἶναι ἡ μόνη ὀρθή της ἑρμηνεία, μέ τήν ἔννοια ὅτι οἱ θεοφόροι Πατέρες ἑρμηνεύουν καί ἀποσαφηνίζουν τήν ἅπαξ παραδοθεῖσαν εἰς τήν Ἐκκλησία ἐξ ἀποκαλύψεως πίστι. Γι᾽ αὐτό, πρέπει σέ ὅλα τά θέματα ἀναμφισβήτητα νά ἀκολουθοῦμε πιστά τήν διδασκαλία τους. Ὅπως οἱ ἅγιοι Πατέρες δηλ. ἠγωνίσθησαν, μέχρις αἵματος, γιά τήν σωστή πίστι καί τήν σωστή Ὀρθόδοξη σώζουσα καί θεώνουσα πνευματικότητα, ἔτσι καί ἐμεῖς νά μήν ἐπιτρέψωμε νά περάση ὁ,τιδήποτε ἀντιστρατεύεται τήν Πατερική Παράδοσι.
Ὅπως, γιά παράδειγμα εἶναι ἡ παναίρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος τελικά, τί εἶναι; Εἶναι ἄθεος μέσα στήν πολυθεΐα του. Ὅπως, ὅταν προσβάλλεται ἡ Ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία, ἐπί παραδείγματι, σέ κάποια θέματα Βιοηθικῆς. Ἐπίσης, ἐπ᾽ οὐδενί, νά μήν ἐπιτρέψωμε καμμία ἀλλοίωσι στήν Ὀρθόδοξη, ἐν γένει πνευματικότητα, ὅπως σέ θέματα ἐκκοσμικεύσεως, κλπ. Ἄλλο εἶναι ἡ κατα Θεόν ποιμαντική οἰκονομία, καί ἄλλο, ἐντελῶς ἄλλο, - τό ἀντίθετο -, εἶναι ἡ παρανομία καί ἡ ἀμνήστευσις τῆς ἁμαρτίας.
Ὅπως καί ὁ σήμερα ἑορταζόμενος ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ὁποῖος, σύν τοῖς ἄλλοις, μέ τά θεόπνευστα συγγράμματά του, ἐπισφραγίζει τά προαναφερθέντα μέ τό παραπάνω. Ἀλλά, καί ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, εἰς τόν φερώνυμό του ναό, εἰς τόν ὀποῖον εὑρισκόμεθα σήμερα, διακηρύσσει, ἐπί παραδείγματι, μεταξύ τῶν ἄλλων βέβαια, τί; τό ἀπαράβατο τῆς ἀργίας τῆς Κυριακῆς, ὅταν ὁ ἴδιος διατρανώνη καί διαλαλῆ, ὅτι τό κέρδος τῆς Κυριακῆς εἶναι, πέρα γιά πέρα καταραμένο. Ἀλήθεια, τί θά ἔλεγε σήμερα, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, σέ ὅσους θέλουν νά καταργήσουν τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς καί γενικώτερα βέβαια, τίς χριστιανικές ἑορτές;
Ἡ εὐθύνη ὅλων μας γιά ὅλα αὐτά εἶναι μεγάλη καί θά εἴμαστε ὅλοι ἀναπολόγητοι σέ περίπτωσι πού δέν ἀντιδράσωμε, ἐν Κυρίῳ, δεόντως.
Τέλος, ὡς γνωστόν, τότε, τόν Τόμο τῶν Ὀρθοδόξων τόν ἐπεκύρωσε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ Ἁγία Εὐφημία, ἡ ὁποία, ὅλοι ξέρομε, πόσο συνδέεται μέ τόν μακαριστό ἅγιο Γέροντα Παΐσιο, τοῦ ὁποίου σήμερα τελοῦμε ἐδῶ τό μνημόσυνο.
Εὐχηθῆτε, Σεβασμιώτατοι ἀρχιερεῖς, ἅγιε Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης κ. κ. Ἀνδρέα καί ἅγιε Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας κ. κ. Κοσμᾶ, ὅπως, ἀναδεικνυόμενοι γνήσιοι μαθηταί τῶν Ἁγίων Πατέρων, νά μεγιστοποιήσωμε τήν προσωπική μας πρόοδο, γιατί αὐτό καί μόνον αὐτό θά εἶναι, τελικά, τό καλύτερο μνημόσυνο μέ τό ὁποῖο θά ἀναπαυθῆ καί θά εὐφρανθῆ περισσότερο ἡ ψυχή τοῦ ὄντως μακαριστοῦ ἁγίου Γέροντος Παϊσίου.
Ἀμήν.
Γένοιτο. Δι᾽εὐχῶν σας.
ἈρχιμανδρίτηςἈρσένιος Κατερέλος
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
(Ὁμιλία κατά τήν Θ. Λειτουργία στόν Ἱ. Ναό Ἁγ. Κοσμᾶ Κονίτσης 14 – 07 – 2013)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου